Οι πρόσφυγες αφηγούνται τις ιστορίες τους. Θα τις ακούσεις;

Οι πρόσφυγες αφηγούνται τις ιστορίες τους. Θα τις ακούσεις;

Με αφορμή την σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Προσφύγων το news247 φιλοξενεί τρεις ιστορίες κατατρεγμένων που η “τύχη” τους έφερε στην Ελλάδα.

Κάτω απ’ τον ίδιο ουρανό
Όταν στην ηλικία των 17 ετών ο Σαμ Ρόναβαζ τράπηκε σε φυγή απ’ την Κουντούζ του Αφγανιστάν, κατάλαβε πως ο δρόμος προς την Ελλάδα ήταν στρωμένος μόνο με εμπόδια. Μετά τη δολοφονία των γονιών του όμως, μόνο και μόνο επειδή ήταν μουσικοί, η ανάγκη του να σώσει τη ζωή του, όπως κι εκείνη των μικρότερων αδερφών του, του έδωσε τη δύναμη να τα υπομείνει όλα: το ταξίδι με τα πόδια, την έλλειψη χρημάτων και στέγης, τους ληστές και τους διακινητές τους οποίους συνάντησε.

Ωστόσο, τίποτα δεν ήταν αρκετό για να τον προετοιμάσει για το σοκ που βίωσε μέσα στους δρόμους της Αθήνας. Ένα βράδυ του Οκτωβρίου 2013, ο Σαμ επέστρεφε στο σπίτι του μετά από εξάσκηση στα αγαπημένα του κρουστά. Ξαφνικά, μια ομάδα 15 ατόμων του έφραξε το δρόμο και τον ρώτησε τη χώρα καταγωγής του. «Αφγανιστάν», δήλωσε ο Σαμ και έτεινε το χέρι του για χειραψία. Όμως η μόνη απόκριση που πήρε ήταν κλωτσιές και χτυπήματα στο κεφάλι. «Ήταν τρομακτικό», θυμάται. «Έπεσα λιπόθυμος στο δρόμο, μέχρι που ένας εύσωμος περαστικός αφρικανικής καταγωγής με σήκωσε και με μετέφερε στο σπίτι. Ήταν εκείνος που μου εξήγησε ότι αυτή η ρατσιστική ομάδα συχνά απολαμβάνει να γρονθοκοπεί σκουρόχρωμους ξένους».

Στους δρόμους και τις πλατείες ανά την Ελλάδα, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι μπροστά σε τέτοιες συμμορίες. Για τον Σαμ, μια απ’ τις πιο σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κοινωνία, η πολιτεία και οργανισμοί όπως η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, είναι η καταπολέμηση του μίσους. «Εύχομαι όλοι να κατανοήσουν πως είμαστε αναγκασμένοι να εγκαταλείψουμε την πατρίδα μας και δεν ερχόμαστε εδώ για να δημιουργήσουμε προβλήματα», λέει με απελπισία. «Εύχομαι να κατανοήσουν ότι είμαστε όλοι οι άνθρωποι, που ζουν κάτω από τον ίδιο ουρανό».

(Φωτογραφία: Κατερίνα Κιτίδη)


“Αρνούμαι να βουλιάξω”
Προτού ξεσπάσει ο πόλεμος στη Συρία, ο Χουσεΐν είχε μια κανονική ζωή. Ήταν φοιτητής, ζούσε με την οικογένειά του, περνούσε καλά με τους φίλους του. Όμως, ο πόλεμος τα άλλαξε όλα, στη χώρα του και στη ζωή του. Έβλεπε συγγενείς και φίλους να φεύγουν ενώ ο ίδιος μαζί με άλλους που έμεναν πίσω ζούσαν καθημερινά μέσα στον κίνδυνο. «Δεν ήθελα να φύγω από τη χώρα μου. Άκουγα ιστορίες για ανθρώπους που έφευγαν και πόσο δύσκολο ήταν το ταξίδι τους στην Ευρώπη. Δεν ήξεραν τι τους περίμενε στις άλλες χώρες, πώς θα τους αντιμετώπιζαν όταν θα έφταναν εκεί», λέει. Τον Χουσεΐν τον φόβιζαν αυτές οι σκέψεις. Είχε ακούσει ιστορίες για συμπατριώτες του που χάθηκαν ή κινδύνευσαν στη θάλασσα προσπαθώντας να μπουν στην Ευρώπη για να βρουν καταφύγιο. Γυναίκες, παιδιά και άντρες στοιβαγμένοι μέσα σε σάπιες, χαλασμένες βάρκες σε ένα ταξίδι ελπίδας με άγνωστο προορισμό και αβέβαιο μέλλον.

Όμως, δεν είχε άλλη επιλογή. Έπρεπε να φύγει και να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. «Ούτε και σήμερα δεν μπορώ να καταλάβω πώς έχω βρεθεί σε αυτή την κατάσταση. Πριν φύγω, σκέφτηκα μέσα μου ότι μπορεί και να πέθαινα σε μια βάρκα μέσα στη θάλασσα, πριν φτάσω στην Ευρώπη.», θυμάται ο Χουσεΐν. Αρνήθηκε όμως το θάνατο. Έπεισε τον εαυτό του ότι θα τα κατάφερνε να περάσει τη θάλασσα και θα έφτανε ασφαλής στην Ευρώπη. Τότε έκανε το τατουάζ στο στέρνο του “Αρνούμαι να βουλιάξω”, μια δήλωση πείσματος και θέλησης να τα καταφέρει, να σταθεί τυχερός.

Και τα κατάφερε. Μαζί με δώδεκα συμπατριώτες του έφτασε στην Κάλυμνο. Βαθιά συγκινημένος πήρε τηλέφωνο δικούς του ανθρώπους που άφησε πίσω στη Συρία για να τους πει ότι έφτασε καλά, ότι πέρασε τη θάλασσα, ότι είναι ζωντανός και ασφαλής. Στην Κάλυμνο τους υποδέχτηκαν καλά, φιλοξενήθηκαν σε χώρο του δημοτικού πολιτιστικού κέντρου. Αφέθηκαν ελεύθεροι πολύ σύντομα και έφυγαν χαρούμενοι για Πειραιά. Την ίδια μέρα όμως που ο Χουσεΐν και οι συμπατριώτες του τα κατάφεραν, κάποιοι άλλοι Σύροι άφησαν την τελευταία τους πνοή σε ναυάγιο ανοιχτά της Σμύρνης, προσπαθώντας να διασχίσουν τη θάλασσα προς την Ελλάδα. Ήταν 16 Απριλίου 2014. «Εγώ σώθηκα, εκείνοι χάθηκαν», ψιθυρίζει ο Χουσεΐν, χαμηλώνοντας το βλέμμα.

(Ιστορία / Φωτογραφία: Αριάδνη Σπανάκη)
 


Ο πόλεμος της σημάδεψε το κορμί και την ψυχή
Η εξάχρονη Ρίμα έφτασε στην Ελλάδα με τον πατέρα της Σάμερ τον Ιανουάριο του 2013, μετά από τον τραυματισμό της στη Συρία και δύο ανεπιτυχείς χειρουργικές επεμβάσεις. Σήμερα, ενώ έχουν αποκατασταθεί τα σωματικά της τραύματα χάρη σε ευαισθητοποιημένους ανθρώπους στην Ελλάδα, η Ρίμα παλεύει με τους εφιάλτες…

Ο Σάμερ εργαζόταν σε μια Εκδοτική Εταιρεία στη νότια Δαμασκό που του επέτρεπε να προσφέρει μια άνετη ζωή στη γυναίκα του και στα τρία τους παιδιά.
Όταν το Νοέμβριο του 2012 άρχισαν οι συγκρούσεις στην περιοχή τους, αποφάσισαν να μετακινηθούν. Στο δρόμο δέχθηκαν πυροβολισμούς από στρατιωτικά οχήματα. Μία σφαίρα τρύπησε την κοιλιά της Ρίμας. Χειρουργήθηκε δύο φορές σε ιδιωτικό νοσοκομείο και στο τέλος βρέθηκε με παρά φύση έδρα.

Η Συρία δεν ήταν πλέον ασφαλής για αυτούς και αποφάσισαν να διαφύγουν. Ο Σάμερ και η Ρίμα έφυγαν πρώτοι. Αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε παράτυπο ταξίδι, όπως εξάλλου και οι περισσότεροι πρόσφυγες.

Ταξίδεψαν με αυτοκίνητο μέχρι τα Τουρκικά σύνορα, όπου δέχθηκαν πυροβολισμούς χωρίς ευτυχώς να τραυματιστούν. Επόμενος σταθμός η Κωνσταντινούπολη και μετά με άλλους 37 με φουσκωτό σκάφος φτάσανε στη Μυτιλήνη, τον Ιανουάριο του 2013. Σε 12 μέρες, έλαβαν εξάμηνη «αναβολή απομάκρυνσης» από την αστυνομία και στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στη Αθήνα.

Σε λίγες μέρες αποπειράθηκαν να φύγουν παράτυπα μέσω Πάτρας στην Ιταλία, αλλά τους συνέλαβε η αστυνομία και κρατήθηκαν για 11 μέρες .

Η Ρίμα είχε τη κολοστομία αλλά έμεινε για περίπου 3 μήνες με την ίδια σακούλα. Ο Σάμερ την έπλενε και την επανατοποθετούσε με αυτοκόλλητη ταινία, χωρίς ευτυχώς να μολυνθεί. Στη συνέχεια γνώρισαν την κοινότητα των Σύρων στην Ελλάδα και τον καρδιολόγο Μααρούφ Αλομπειντ, που μίλησε για τη Ρίμα στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.

H Ρίμα νοσηλεύτηκε και χειρουργήθηκε χωρίς κανένα κόστος, για επανασύνδεση του εντέρου, στο νοσοκομείο «Μητέρα», από τον καθηγητή Δημήτρη Λινό, τον Απρίλιο του 2013. «Η μικρή Ρίμα είναι όπως ήταν πριν τον τραυματισμό της,» είπε στον Σάμερ ο Δημήτρης Λινός.

« Δεν περιγράφεται η ευγνωμοσύνη μου! » επαναλάμβανε ο Σάμερ στο τέλος της περιπέτειας της πλέον απόλυτα υγιούς κόρης του.

Ωστόσο ο Σάμερ μας είπε ότι δεν ήθελε να μείνει στην Ελλάδα λόγω της έλλειψης ουσιαστικής προστασίας για τους πρόσφυγες. Όταν η Ρίμα άρχισε να αισθάνεται καλύτερα, έφυγαν με τον ίδιο παράτυπο τρόπο. Δεν ξεχνάει όμως ποτέ την καλοσύνη που εισέπραξε.

Σήμερα βρίσκονται στη Σουηδία. Στη νέα της πατρίδα, η Ρίμα πηγαίνει στο σχολείο και κάνει βόλτες με τον πατέρα της με τα ποδήλατα.

Παρά το ήρεμο περιβάλλον και τη στοργή του πατέρα της, η Ρίμα αντιμετωπίζει διαταραχές στον ύπνο και είναι συχνά απότομη και αντιδραστική. Λαμβάνει ψυχολογική στήριξη από το Κέντρο Ψυχικής υγείας χωρίς μέχρι τώρα ενθαρρυντικά αποτελέσματα.

Η διαδικασία της οικογενειακής επανένωσης με την μητέρα και τα δύο αδέλφια της που βρίσκονται στη Συρία προχωρά. Όταν επιτευχθεί, θα συμβάλει αποτελεσματικά στη σταδιακή βελτίωση της κατάστασης της Ρίμα που ο αδυσώπητος πόλεμος της σημάδεψε το κορμί και την ψυχή.

Διαβάστε όλες τις ιστορίες προσφύγων που έχουν καταφύγει σε Ελλάδα και Κύπρο όπως τις έχει συγκεντρώσει η Ύπατη Αρμοστεία για του ΟΗΕ εδώ.

Δείτε το μήνυμα του Αλκίνοου Ιωαννίδη, ο οποίος ενώνει την φωνή του με άλλες διεθνείς προσωπικότητες για να εκφράσουν την υποστήριξη τους στους ανθρώπους που αναγκάζονται να ξεριζωθούν.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα