Ο Απρίλης στις Πρέσπες, ένα διόλου απίθανο σενάριο…

Ο Απρίλης στις Πρέσπες, ένα διόλου απίθανο σενάριο…
Τσίπρας-Ζάεφ στις Πρέσπες Eurokinissi

Η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών εξελίσσεται σε μοχλό για τις πολιτικές εξελίξεις και τη διεξαγωγή των επόμενων εκλογών όχι μόνο στην πΓΔΜ αλλά και στην Ελλάδα.

Υπάρχουν οι καλές προθέσεις, οι κακές προθέσεις, υπάρχει και η πραγματικότητα. Αλλιώς, όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, ο Θεός χαμογελάει. Η προσαρμογή όλων αυτών στην υπόθεση της Συμφωνίας των Πρεσπών -μετά το δημοψήφισμα στην ΠΓΔΜ- ξεκινά από το “κυνήγι” για τη διαμόρφωση των πολιτικών συσχετισμών στον βόρειο γείτονα που έχει ξεκινήσει ο Ζόραν Ζάεφ και καταλήγει (εάν και εφόσον καταλήξει) στην τελική κύρωση της συμφωνίας στην ελληνική Βουλή.

Ως προς τούτο, τα πράγματα δεν είναι απλά, ούτε είναι βέβαιο πως θα εξελιχθούν γραμμικά, όπως ελπίζουν (εδώ υπεισέρχονται οι “καλές προθέσεις” που προαναφέραμε) οι υποστηρικτές της Συμφωνίας εδώ και εκεί.

Το “γρήγορο” καλό σενάριο θέλει τον πρωθυπουργό της ΠΓΔΜ να πείθει (με την συνδρομή, πάντοτε, του διεθνούς παράγοντα) 11 βουλευτές που απαιτούνται (80-69=11) για την αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία ώστε να ψηφιστούν οι προβλεπόμενες από τη Συμφωνία συνταγματικές αλλαγές. Αυτό, όμως, φαίνεται πως είναι το λιγότερο πιθανό -οι περισσότεροι το θεωρούν απίθανο- , εάν κρίνει κανείς από τις δηλώσεις του αρχηγού του VMRO Κριστιάν Μιτσκόσκι και την υπονομευτική στάση του προέδρου Γκεόργκι Ιβανόφ.

Τι απομένει; Εκλογές.

Εξαντλώντας το πνεύμα και το γράμμα του Συντάγματος της ΠΓΔΜ και την αναφορά περί “εκτάκτων συνθηκών” ο Ζόραν Ζάεφ έχει ήδη προαναγγείλει την προσφυγή στις κάλπες στις 25 Νοεμβρίου (το αργότερο μία εβδομάδα μετά). Με τις αναγωγές του ποσοστού του “Ναι” στο δημοψήφισμα και τη συνδρομή του μεγάλου αλβανικού κόμματος θεωρείται σφόδρα πιθανό ότι οι Σοσιαλδημοκράτες θα κατορθώσουν να σχηματίσουν εκ νέου κυβέρνηση με την επιδιωκόμενη αυξημένη πλειοψηφία.

Στην περίπτωση που κάτι τέτοιο δεν συμβεί είναι προφανές πως ο πολιτικός κύκλος του Ζόραν Ζάεφ κλείνει και μαζί του κλείνει και η ίδια η Συμφωνία των Πρεσπών. Παραδίδεται βορά στους εθνικιστικούς κύκλους και πιθανώς επαναφέρει σημαντικό τμήμα του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας της ΠΓΔΜ στην εποχή του σκληρού αλυτρωτισμού του (καταδικασθέντος) Γκρουέφσκι. Ας απευχόμαστε μία τέτοια εξέλιξη καθώς ίσως δρομολογήσει κινήσεις πολιτικής αποσταθεροποίησης της γειτονικής χώρας, ακόμα και διαλυτικά φαινόμενα, σε συνδυασμό με τις επαπειλούμενες γεωπολιτικές ανατροπές στην ευρύτερη περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων (Κόσσοβο, Βοσνία, Αλβανία).

Εφόσον, όμως, ο Ζόραν Ζάεφ κερδίσει τις εκλογές, με τον αέρα του εγγυητή της ευρωατλαντικής πορείας της χώρας του, δεν πρέπει να περιμένει κανείς τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης συνασπισμού πριν από το τέλος του έτους, ίσως και στις αρχές Ιανουαρίου. Και με αυτή την εκλογική νίκη μπορεί να ελπίζει και στην αλλαγή του ανεξέλεγκτου (και φιλότουρκου) Γκεόργκι Ιβάνοφ, του οποίου η θητεία λήγει στις αρχές του 2019.

Κάπου εκεί -αρχές Ιανουαρίου- θα σταθεί εφικτό να ξεκινήσει η διαδικασία της αλλαγής του Συντάγματος με βάση όσα αυστηρά αναφέρονται στη Συμφωνία των Πρεσπών. Εάν δεν συντρέξουν ή δεν “εφευρεθούν” άλλες διαδικασίες, το υφιστάμενο Σύνταγμα προβλέπει για την αναθεώρησή του διάστημα διαβούλευσης διάρκειας τριών μηνών (κάποιοι υποστηρίζουν πως μπορεί να απαιτηθεί και λίγο μεγαλύτερο). Ήτοι, υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, η ΠΓΔΜ θα αποκτήσει νέο Σύνταγμα, χωρίς αλυτρωτισμούς, στα τέλη Μαρτίου, ίσως και στις αρχές Απριλίου.

Η ελληνική πλευρά, πάντοτε με βάση τα συμφωνηθέντα στις Πρέσπες, οφείλει να κυρώσει τη Συμφωνία αμέσως μετά. Η κυβέρνηση, λοιπόν, πρέπει να φέρει το σχετικό κείμενο προς κύρωση στη Βουλή εντός του Απριλίου.

Σε εκείνη τη χρονική στιγμή ο Πάνος Καμμένος και οι ΑΝΕΛ θα αποφασίσουν (;) εάν θα κάνουν πράξη την απειλή να αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους από την κυβέρνηση. Επειδή πολλά έχουν ειπωθεί τις τελευταίες ημέρες και επειδή οι τόνοι έχουν πέσει αισθητά θα ήταν φρόνιμο να μην διακινδυνεύσει κανείς μια σχετική πρόβλεψη.

Όμως, παρά ταύτα, μέχρι τότε ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να έχει λάβει τις αποφάσεις του σχετικά με τον χρόνο διεξαγωγής των εθνικών εκλογών. Μάϊος ή Σεπτέμβριος- Οκτώβριος;

Ο πρωθυπουργός έχει καταστήσει σαφές πως επιθυμεί να κυρώσει τη Συμφωνία των Πρεσπών κατά τη διάρκεια της παρούσας Βουλής. Θα το πράξει, όμως, εφόσον η σχετική κοινοβουλευτική διαδικασία απέχει μόλις μερικές εβδομάδες πριν τη διεξαγωγή εθνικών εκλογών (εφόσον έχει αποφασιστεί κάτι τέτοιο για μια σειρά λόγους), μαζί με τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές;

Και υπό το πρίσμα του ότι η Ν.Δ -είτε έχοντας προηγουμένως καταθέσει πρόταση δυσπιστίας, είτε όχι- θα έχει αναγάγει το Μακεδονικό σε μείζον διακύβευμα της κάλπης, φουντώνοντας το διχαστικό κλίμα και ρίχνοντας λάδι στη φωτιά του εσωτερικού εθνικισμού;

Οι επιλογές που θα έχει εκείνη την ώρα στη διάθεσή του ο Αλέξης Τσίπρας -επαναλαμβάνω: λίγες μόνο εβδομάδες πριν τις κάλπες- είναι συγκεκριμένες. Και αναμφίβολα θα επηρεαστούν από το δημοσκοπικό κλίμα εκείνης της εποχής. Αλλιώς θα σκεφτεί εάν έχει καλύψει μεγάλο μέρος της σημερινής διαφοράς από τη Ν.Δ, αλλιώς εάν η διαφορά παραμένει, αλλιώς εάν έχει ελπίδες να κερδίσει τις εκλογές ή, έστω, να “μιξάρει” το αποτέλεσμα σε συνδυασμό με αυτό των ευρωεκλογών και των αυτοδιοικητικών εκλογών.

Ή τηρεί, λοιπόν, τη δέσμευσή του και κυρώνει τη Συμφωνία στη Βουλή διακινδυνεύοντας να εισπράξει το πολιτικό κόστος λίγο πριν ανοίξουν τα εκλογικά τμήματα, ή έχει ήδη αποφασίσει να εξαντλήσει την κυβερνητική θητεία και να φτάσει μέχρι το φθινόπωρο, ή επιχειρεί να ανατρέψει τις ισορροπίες καθιστώντας εκείνος το Μακεδονικό κεντρικό εκλογικό διακύβευμα.

Η τελευταία εκδοχή (την οποία, για να είμαστε ακριβείς, κανείς δεν φαίνεται προσώρας να συζητά) μεταθέτει την κύρωση της Συμφωνίας στην επόμενη Βουλή. Ο μεν Αλέξης Τσίπρας ζητά λαϊκή εντολή για να υλοποιήσει τα συμφωνηθέντα, επικαλούμενος το διπλωματικό και γεωπολιτικό κεφάλαιο που αναμφίβολα έχει δημιουργήσει για τη χώρα και έχοντας τη στήριξη του ευρωπαϊκού και αμερικανικού παράγοντα.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Τι θα πράξει σε μία τέτοια περίπτωση ο αρχηγός της Ν.Δ;

Θα επιμείνει πως δεν θα κυρώσει τη Συμφωνία των Πρεσπών εφόσον σχηματίσει κυβέρνηση;

Θα διακινδυνεύσει τη διεθνή απομόνωση της χώρας και το εξαιρετικά πιθανό σενάριο να υπάρξουν δηλώσεις από διεθνείς παράγοντες ότι σε αντίθετη περίπτωση η ΠΓΔΜ θα γίνει δεκτή από το ΝΑΤΟ, είτε με την προσωρινή της ονομασία, είτε, ακόμα χειρότερα, με το σημερινό συνταγματικό της όνομα, δηλαδή σκέτο “Μακεδονία”;

Θα γίνει, δηλαδή, πράξη αυτό που μεταξύ κύλικος και χειλέων είπε τις προάλλες (στο ραδιόφωνο news247) ο αντιπρόεδρος του κόμματος Άδωνις Γεωργιάδης ότι “εάν δεν κυρωθεί τώρα η συμφωνία δεν θα υπάρξει λύση για τα επόμενα 50 χρόνια”; Κάτι που αυτονοήτως μεταφράζεται σε δρομολόγηση της ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, πιθανώς και στην ΕΕ, με όρους εξαιρετικά δυσμενείς και επιζήμιους για την Ελλάδα, αφού ο διεθνής παράγοντας δεν προτίθεται να περιμένει άλλα…50 χρόνια για να “τακτοποιήσει” τις εκρηκτικές εκκρεμότητες στα δυτικά Βαλκάνια.

Τα πράγματα είναι τόσο απλά ώστε εύκολα να μπορεί να καταλήξουν περίπλοκά και επικίνδυνα εφόσον δεν αντιμετωπιστούν ως απλά…

Κάποιοι θα ισχυριστούν ότι κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό να συμβεί και πως ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί να κάνει παιχνίδια σε βάρος της χώρας. Είναι αυτοί που – αν και δεν το ομολογούν- θέλουν η κυβέρνηση να κλείσει το μεγάλο απόστημα του Μακεδονικού ώστε να μην μεταδοθεί σε εκείνους (σε μια επόμενη κυβέρνηση) το μικρόβιο. Και να εισπράξει ο πολιτικός αντίπαλος το κόστος ώστε οι ίδιοι να επικαλεστούν μετά ανενόχλητοι τη “συνέχεια του κράτους” και τον “σεβασμό σε μια διεθνή συνθήκη”.

Όμως, έχουν παιχθεί τόσα παιχνίδια στην πλάτη του Μακεδονικού τους τελευταίους μήνες από “ντεμέκ” Μακεδονομάχους στη Βουλή και τις πλατείες που ευλόγως δημιουργείται το ερώτημα.

Θα το φτάσει μέχρι τέλους ο Τσίπρας και, από την άλλη, θα μπορέσει, έστω και την ύστατη στιγμή, ο Μητσοτάκης θα μετακινηθεί σε μετριοπαθέστερη θέση; Εάν ευσταθούν όσα είδαν το φως της δημοσιότητας για τη συνάντηση της Μαρίας Σπυράκη με τον Ζόραν Ζάεφ (λιγότερο ή περισσότερο “τυχαία”, ανεπίσημη, ημιεπίσημη, ή οτιδήποτε άλλο), είναι βέβαιο πως ο πρόεδρος της Ν.Δ, πέραν της είσπραξης πρόσκαιρου κομματικού οφέλους από την παράδοξη διαχείριση του εθνικού θέματος, διακατέχεται από πραγματική ανησυχία για το τι θα σήμαινε να βρεθεί η Ελλάδα στην λάθος πλευρά της Ιστορίας. Να μην υλοποιηθεί, δηλαδή, η Συμφωνία με ευθύνη της Αθήνας.

Ιδιαίτερα εάν αναλάβει, κάποια στιγμή, τη διακυβέρνηση της χώρας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα