Φτωχό κράτος, πλουσιότεροι δημόσιοι υπάλληλοι

Φτωχό κράτος, πλουσιότεροι δημόσιοι υπάλληλοι

Τριπλασιάστηκε το πρώτο δίμηνο η δαπάνη για μισθούς σε μια πράξη αντίστασης κατά των ξενόφερτων μνημονίων. Και ακόμη ο Αϋγουστος είναι πολύ μακριά…

Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, θεωρεί φιλολαϊκή μια πολιτική προσλήψεων/μονιμοποιήσεων στο δημόσιο. Θα ήταν ενδεχομένως φιλολαϊκή αν δεν ήταν αυτές οι πρακτικές που οδήγησαν το Ελληνικό Δημόσιο στην (ουσιαστική) χρεοκοπία όχι μία αλλά δύο φορές κατά τα τελευταία χρόνια. Εντούτοις, παρά την χρεοκοπία, η Κυβέρνηση συνεχίζει ακάθεκτη την ανάπτυξη του δημοσίου τομέα συνεχίζοντας μια παράδοση που δεν αποδίδει μεν δημοσιονομικά αλλά όλο και κάτι προσθέτει στην κάλπη…

Οι μισθολογικές δαπάνες του δημοσίου κυριολεκτικά εκτοξεύθηκαν το πρώτο δίμηνο του έτους και εμφανίζονται αυξημένες κατά 6,2% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό δίμηνο, σύμφωνα με το δελτίο εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Η αύξηση της δαπάνης αποδίδεται τόσο στις αυξήσεις των εισφορών που καταβάλει το κράτος για τους υπαλλήλους του, όσο και στην αύξηση του πλήθους των εργαζομένων σε κρατικές υπηρεσίες και εποπτευόμενους φορείς.

Το δημόσιο άλλωστε χρειάζεται ενίσχυση για να προσφέρει αυτές τις φοβερές υπηρεσίες στους πολίτες. Υπηρεσίες που αποτυπώνονται για παράδειγμα στις μειωμένες κατά 30% περιπολίες των αστυνομικών κατά τα τελευταία τρία χρόνια ή στις τεράστιες ελλείψεις προσωπικού που οδηγούν σε κλείσιμο κλινικών σε διάφορα νοσοκομεία όπως καταγγέλλει η ΠΟΕΔΗΝ.

Πρόκειται άλλωστε για μια πράξη αντίστασης κατά των δανειστών. Η Κυβέρνηση υποχρεώθηκε -όπως επισημαίνουν συχνά-πυκνά τα στελέχη της- να ψηφίσει πέρυσι το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής πολιτικής για την περίοδο 2018-2021, στο οποίο προβλέπονταν αύξηση των μισθολογικών δαπανών του δημοσίου κατά 2,1%. Η Κυβέρνηση αντιστάθηκε στη διαρκή λιτότητα και προχώρησε σε τριπλάσια αύξηση του κόστους και μάλιστα σε ένα έτος το οποίο -σύμφωνα με τον ίδιο τον Πρωθυπουργό- δεν είναι ούτε καν εκλογικό. Ενδεικτική είναι η αύξηση στα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου κατά 8,6%. Εκεί χτυπά η καρδιά της αντίστασης.

Με τέτοιες πρωτοβουλίες που παρεκκλίνουν από τα συμφωνηθέντα, είναι απορίας άξιον γιατί η Κυβέρνηση αποζητά την “απαγκίστρωση από τη θήλεια των μνημονίων”. Τι περισσότερο σκοπεύει να κάνει; Πόσους περισσότερους θα προσλάβει στο δημόσιο και πόσο περισσότερο θα αυξήσει τους μισθούς των Δημοσίων Υπαλήλλων; Σημειωτέον ακόμη και σήμερα στην Ελλάδα ισχύει το εξαιρετικά παράδοξο φαινόμενο, οι μισθοί του δημοσίου (αλλά και οι συντάξεις) να είναι υψηλότεροι  από αυτούς του ιδιωτικού τομέα. Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, ο μέσος μισθός είναι 777 ευρώ στον ιδιωτικό και 1.075 ευρώ στο δημόσιο τομέα. Ήτοι ο μέσος δημόσιος λειτουργός απολαμβάνει κατά 38% υψηλότερο μισθό!

Πρόκειται για ένα καλά οργανωμένο σχέδιο για το οποίο προεκλογικά μας είχε ενημερώσει η Πρώτη Φορά Αριστερά. Στελέχη που αποχώρησαν με το “σχίσμα του 2015” υποστήριζαν ότι πρέπει να δώσουμε χρήμα στους πολίτες για να κυκλοφορεί και μέσα από αυτή τη διαδικασία να υπάρξει ανάπτυξη. Κάποιοι κακεντρεχείς ονομάζουν αυτή τη διαδικασία “φούσκα”. Το πρόβλημα όμως δεν έγκειται μόνο στην δημιουργία φούσκας ή στην αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας επιλογής. Έγκειται πριν απ’ όλ’ αυτά στην εύρεση χρήματος προς διανομή.

Τα στοιχειά του ΙΟΒΕ καταδεικνύουν ότι η Κυβέρνηση εξασφαλίζει τους πόρους για την εφαρμογή τέτοιων πολιτικών, φορολογώντας βάναυσα τους πολίτες. Σε σημείο που να τους εξαθλιώνει. Η έρευνα του ιδρύματος αναφέρει ότι τον Μάρτιο ο αριθμός των νοικοκυριών που «μόλις τα βγάζει πέρα» καθώς έφτασε το 67% (από 64% τον Φεβρουάριο) ενώ διατηρείται σταθερό στο 11%, το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Η ίδια εικόνα αποτυπώνεται και σε μελέτη της Ευρωπαίκής Κεντρικής Τράπεζας. Η Ελλάδα, παρά το φαινόμενο του πιεσμένου ελατηρίου και τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις της Κυβέρνησης-  κατέγραψε την χαμηλότερη ανάπτυξη μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης με μόλις 1,4% έναντι μέσου όρου 2,3%.

Ακόμη χειρότερη είναι η εικόνα του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Στην Ελλάδα προ κρίσης το συγκεκριμένο μέγεθος ήταν 20.400 ευρώ και μειώθηκε (όχι δραματικά) σε 19.900 ευρώ μετά από σχεδόν τέσσερα μνημόνια. Γίνεται όμως δραματικό αν το συγκρίνει κανείς με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ιρλανδίας που είναι 54.600 ευρώ ενώ προ κρίσης ήταν 30.800 ευρώ. Πρόμοια η κατάσταση και στην Πορτογαλία. Εκεί στον φτωχό Ευρωπαίκό νότο το συγκεκριμένο μέγεθος αυξήθηκε σε 23.100 ευρώ έναντι 18.100 ευρώ προ κρίσης.

Πολλοί ασπάσθηκαν το ευφυολόγημα ότι “ζούμε σε μια πλούσια χώρα με φτωχούς πολίτες”. Πρόκειται περί τεραστίου λάθους και συλλογικής πλάνης. Ζούμε σε μια φτωχή χώρα με πλούσιους δημοσίους υπαλλήλους. Υπαλήλλους που γίνονται ολοένα και πιο πλούσιοι κάθε φορά που πλησιάζουν οι εκλογές. Για να είμαστε τίμιοι έτσι πολιτεύθηκαν άπαντες, τουλάχιστον από τη μεταπολίτευση και μετά, μέχρι να έρθουν τα επάρατα μνημόνια. Τότε και μόνο τότε σταμάτησε -έστω και προσωρινά- το πάρτι. Η Κυβέρνηση της αριστεράς κατάφερε να αντισταθεί στις ξενόφερτες πρακτικές και με αγώνα απλώς αναβίωσε τις πολιτικές παραδόσεις του τόπου μας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα