Από τα ομόλογα Αλογοσκούφη στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση. Πώς φτάσαμε στο ‘ξεπούλημα’ των Τραπεζών για 5 δισ. ευρώ

Από τα ομόλογα Αλογοσκούφη στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση. Πώς φτάσαμε στο ‘ξεπούλημα’ των Τραπεζών για 5 δισ. ευρώ

Πώς και γιατί οδηγηθήκαμε σε τρίτη ανακεφαλαιοποίηση. Το ιστορικό της συμφωνίας και οι άλλες επιλογές της κυβέρνησης. Η εκροή 45 δισ. και το κλίμα πολιτικής αστάθειας που οδήγησαν στο σημείο, να πουληθούν απαξιωμένες οι τέσσερις συστημικές τράπεζες. Ο καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, Παναγιώτης Πετράκης, αναλύει στο NEWS 247

Από τον Μάιο του 2014, οπότε και έγινε έξοδος του ελληνικού Δημοσίου και των τραπεζών για δανεισμό, στο πρώτο εξάμηνο του 2015, με την εκροή 45 δισ. ευρώ από τις τράπεζες και τη διόγκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το κρίσιμο διάστημα, κατά το οποίο χάθηκαν τα χρήματα και συμφωνήθηκε ανακεφαλαιοποίηση, σε ένα στρίμωγμα μεταξύ ανάληψης της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ και 31ης Δεκεμβρίου 2015.

Ο καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ Παναγιώτης Πετράκης αναλύει στο NEWS 247 τα “σκοτεινά” και μη σημεία του deal που επετεύχθη για την αποφυγή του κουρέματος καταθέσεων, υποστηρίζοντας πως τα Capital Controls έπρεπε να έχουν επιβληθεί από πολύ νωρίτερα.

Οι λεπτομέρειες που οδήγησαν στην απαξίωση των ελληνικών συστημικών τραπεζών, οι άλλες επιλογές που είχε στο τραπέζι η κυβέρνηση και το φως στο τούνελ, που επιτρέπει να ελπίζουμε σε επιστροφή στη ρευστότητα και ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας.

Διαβάστε αναλυτικά όσα αναλύει ο κ. Πετράκης στο NEWS 247:

Από τα ομόλογα Αλογοσκούφη στην ανακεφαλαιοποίηση του σήμερα

Οι κρίσιμοι παράγοντες και τα χρήματα που “έκαναν φτερά”

Πώς φτάσαμε σε μία ακόμη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών; Γιατί κρίθηκε αναγκαία και κατά πόσο έπαιξε ρόλο το κλίμα “πολιτικής αστάθειας, με τις συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις;

“Αυτή είναι η δεύτερη σοβαρή ανακεφαλαιοποίηση, αν και στην πραγματικότητα είναι η τρίτη. Πρώτα ήταν τα ομόλογα Αλογοσκούφη, τα οποία έδωσαν μία ρευστότητα, αν και δεν ήταν ακριβώς ανακεφαλαιοποίηση αυτή, ήταν μία δημόσια ενίσχυση. Μετά έγινε η μεγάλη ανακεφαλαιοποίηση του 2012 και αυτή είναι η δεύτερη μεγάλη, τρίτη στη σειρά συμμετοχή του Δημοσίου. Το ερώτημα είναι, γιατί η προηγούμενη χάθηκε. Χάθηκε, γιατί ενώ είχαμε αρχίσει να εξελίσσονται τα πράγματα περίπου φυσιολογικά, σας θυμίζω ότι τον Μάιο του 2014 έγινε και έξοδος του ελληνικού δημοσίου και είχαν βγει και οι τράπεζες έξω και είχαν δανειστεί, άρα είχαμε μία επιστροφή στην κανονικότητα, φτάσαμε στο πρώτο εξάμηνο του 2015, το οποίο είχε δύο κύρια χαρακτηριστικά. Το ένα ήταν η έξοδος κεφαλαίων περίπου 45 δισ. ευρώ προς το εξωτερικό και το δεύτερο ήταν η διόγκωση των non performing loans. Σε αυτές τις δύο κατευθύνσεις, χάθηκαν ουσιαστικά τα χρήματα, που είχαν μπει στις Τράπεζες”, σημειώνει ο καθηγητής.

“Στις 12 Ιουλίου γίνεται η συμφωνία για το τρίτο Μνημόνιο, συμπεριλαμβανομένης και της ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών. Αυτή η συμφωνία θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί με διάφορους τρόπους. Όμως, λόγω των εκλογών του Σεπτεμβρίου, στριμώξαμε το διάστημα της ανακεφαλαιοποίησης, μεταξύ της ανάληψης της νέας κυβέρνησης και της 31ης Δεκεμβρίου του 2015, που θα έπρεπε μέσα σε αυτό το διάστημα να γίνει η ανακεφαλαιοποίηση, γιατί αν δεν γινόταν, θα πηγαίναμε σε bail in. Αυτό το στρίμωγμα ήταν κρίσιμο”.

“Εκεί εμφανίζονται διάφορες καταστάσεις, που δημιουργούν μία συνολική εξέλιξη, που οδηγεί να πουληθούν οι τράπεζες για 5 δισ. ευρώ. Βέβαια, αυτή δεν είναι μία οριστική πράξη, γιατί περιλαμβάνονται και τα CoCos κι έχει ιδιαίτερη σημασία το αν θα μεταβληθούν ή όχι σε μετοχές αργότερα, αλλά γενικά, επειδή δίνεται η δυνατότητα να αποπληρωθούν από τις Τράπεζες αυτές καθ’εαυτές, θεωρούμε ότι τα 5 δισ. αποτελούν το τίμημα πώλησης των μετοχών και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών σήμερα. Για να γίνει αυτό, υπήρξαν ακόμα δύο αποφάσεις. Η μία απόφαση ήταν ότι το ΤΧΣ υποχρεώθηκε να δεχθεί τις προτάσεις των ξένων funds και η δεύτερη είναι ότι η σχέση CoCos και μετοχών ήταν 25 – 75. Αυτά τα δυο σημεία επέδρασαν, στο να εξελιχθούν τα πράγματα όπως εξελίχθηκαν”, προσθέτει.

Capital Controls αντί “λουκέτου” και (τελικά) κατάρρευση

“Επρεπε να έχουν επιβληθεί πολύ νωρίτερα”

Όσον αφορά την επιβολή περιορισμών κεφαλαίων, ο κ. Πετράκης, σημειώνει, ότι είναι μία εξέλιξη, που έπρεπε να έχει γίνει πολύ νωρίτερα, όταν ακόμη μπήκαμε στο Μνημόνιο.

“Τα capital controls προσπάθησαν, εκεί όπου πλέον δεν πήγαινε η κατάσταση άλλο, να μην κλείσουν οι Τράπεζες με λουκέτο, διότι ουσιαστικά κατέρρευσαν οι Τράπεζες. Τα capital controls έπρεπε να έχουν μπει πολύ νωρίτερα, είναι απαράδεκτο το ότι επιτρέψαμε να φύγουν 45 δισ. και αυτό το έλεγα και εγώ και άλλοι συνάδελφοι, ότι έπρεπε να έχουν μπει κι όταν μπήκε το Μνημόνιο. Γιατί η πρώτη μεγάλη εκροή κεφαλαίων έγινε το 2011 και το 2012. Πενήντα δισ. ευρώ τότε κι άλλα πενήντα δισ. τώρα, είναι πάρα πολύ δύσκολο να σταθούν οι τράπεζες, όταν έχουν φύγει τόσα πολλά λεφτά από μέσα. Θα χρειαστούν πολλά πολλά χρόνια, για να μπορέσει να αποκατασταθεί η ισορροπία στο τραπεζικό σύστημα. Αλλά δεδομένου του ότι από κάπου πρέπει να ξεκινήσουμε, ας ξεκινήσουμε από εκεί που βρισκόμαστε τώρα”, λέει χαρακτηριστικά.

Οι άλλες επιλογές της κυβέρνησης και η συμφωνία της 12ης Ιουλίου

Γιατί επελέγη η πιο κερδοφόρα για τους ξένους λύση;

Τι προέβλεπε η συμφωνία της 12ης Ιουλίου. Θα μπορούσε η κυβέρνηση να προκρίνει άλλη λύση για τις Τράπεζες; Ο καθηγητής υπογραμμίζει, πως επελέγη εκείνη που συνέφερε περισσότερο τους ξένους, χωρίς να εξασφαλίζει, πως τα πράγματα θα έχουν ομαλή εξέλιξη.

“Η συμφωνία της 12ης Ιουλίου δεν είχε αυτό το σενάριο, το οποίο πραγματοποιήθηκε. Είχε ένα πολύ καλύτερο προφανώς σενάριο, μία πολύ καλύτερη εκδοχή, δεδομένου ότι υπολόγιζαν να δημιουργήσουν το νέο ΤΑΙΠΕΔ με 50 δισ., το οποίο τώρα έχει εξαερωθεί, γιατί το μεγαλύτερο κομμάτι του θα ήταν οι Τράπεζες, οι οποίες τώρα πια, δεν έχουν να συνεισφέρουν σε αυτό, οπότε όλη αυτή η ενέργεια έχει βρεθεί στον αέρα. Αυτό όμως σημαίνει, ότι ο δρόμος για την εξέλιξη της υπόθεσης δεν ήταν ένας. Απόδειξη, ότι οι ηγέτες έκαναν άλλη συμφωνία, για να κάνουν κάτι άλλο, είχαν κάτι άλλο στο μυαλό τους. Και πιστέψτε με, υπήρχαν και υπάρχουν κι άλλες εκδοχές, που θα μπορούσαν να χειριστούν αυτό το θέμα. Αλλά για κάποιον λόγο προεκρίθη, αυτή η λύση η οποία ακολουθήθηκε κι αυτό είναι θέμα της πολιτικής ηγεσίας”, λέει χαρακτηριστικά ο κ. Πετράκης και προσθέτει:

“Στη συμφωνία της 12ης Ιουλίου, υπήρχε η πρόνοια ότι στις τράπεζες θα μπορούσαν να μπουν από 10 έως 25 δισ. ευρώ. Άρα, αυτό πρακτικά σημαίνει, ότι υπήρχαν πολλές εκδοχές στο τραπέζι, απλά δεν ήξεραν ποια θα ήταν αυτή που τελικά θα ‘κάθιζε’, θα υλοποιόταν. Αλλά, γιατί έπρεπε να επιλεγεί αυτή, η οποία θα έδινε τη μικρότερη επιβάρυνση στους Ευρωπαίους, γιατί αυτό είναι από πίσω, αφού έδωσαν τα λιγότερα δυνατά χρήματα, με αντάλλαγμα την καταστροφή του τραπεζικού συστήματος ή τέλος πάντων την συγκεκριμένη εξέλιξη, η οποία είχε άμεση σχέση με το τι θα συμβεί στο παραγωγικό σύστημα της Ελλάδας στη συνέχεια. Ως προς το γιατί όμως αυτή ήταν η καλύτερη λύση, επιτρέψτε μου να είμαι σκεπτικός. Μάλιστα, τίποτα δεν μας εγγυάται, ότι στο άμεσο μέλλον, όχι το μακρινό, τα πράγματα θα εξελιχθούν όπως τα φαντάζονται. Ούτε και με την προηγούμενη ανακεφαλαιοποίηση φανταζόταν κανείς, ότι θα έπαιρνε αυτή τη μορφή. Συνεπώς, δεν έχω κανέναν λόγο, να πιστεύω, ότι αυτή τη στιγμή έχουμε εξασφαλίσει τις καλύτερες δυνατές εξελίξεις”.

“Οι Τράπεζές μας δεν αξίζουν 5 δισ. ευρώ”

Ο υπολογισμός της αξίας δεν συνάδει με το “ξεπούλημα”

Για πώληση των τραπεζών ως απαξιωμένων κάνει λόγο ο καθηγητής, εξηγώντας τους παράγοντες, που οδήγησαν στην κοστολόγησή τους στα 5 δισ. ευρώ.

“Ως προς τη μικρότερη δυνατή ζημιά για τους ξένους, αυτή αφορά τους Ευρωπαίους φορολογουμένους και τα 6-8 δισ. ευρώ που θα βάλουν μέσω του ΤΧΣ, στα πλαίσια του τρίτου Μνημονίου. Αυτό το ποσό είναι πολύ μικρό, γιατί μπήκαν άλλα 5 δισ. από τους ιδιώτες, τα hedge funds τα οποία μπήκαν στην ανακεφαλαιοποίηση. Οι Ευρωπαίοι είπαν ‘αφήστε τους ιδιώτες γύρω από τον κόσμο να μπουν, σε οποιαδήποτε τιμή να μπουν και ανεξαρτήτως του τι θα συμβεί στις Τράπεζές σας και έτσι μόνο, θα μπορέσουμε να πάμε στην επόμενη μέρα και θα αποφασίσουμε, πόσα λεφτά θα σας δώσουμε. Και το κριτήριο για όλα αυτά ήταν τα λιγότερα δυνατά λεφτά, τα οποία θα έμπαιναν, αν απαξιώνονταν οι τράπεζες πλήρως. Άρα, αυτό το οποίο συνέβη, είναι προς δόξαν των Ευρωπαίων διαχειριστών, που συμμετείχαν στις τελευταίες διαβουλεύσεις, αλλά θα έλεγα, ότι δεν είναι η καλύτερη εξέλιξη για τα ελληνικά πράγματα, κάτι το οποίο είναι οφθαλμοφανές. Οι Τράπεζές μας δεν αξίζουν 5 δισ. ευρώ. Πώς λοιπόν, συμμετέχει κάποιος σε μία διαδικασία, που μεταβιβάζει τα περιουσιακά δικαιώματα έναντι 5 δισ. ευρώ;”, λέει ο κ. Πετράκης.

“Ότι πουλήθηκαν απαξιωμένες είναι γεγονός. Το πόσο αξίζει μία επιχείρηση, είναι ένα πάρα πολύπλοκο θέμα και υπάρχουν δύο, τρία κριτήρια. Το πρώτο είναι, να πάρει κανείς την αξία της στο Χρηματιστήριο. Ε λοιπόν, πριν λίγο καιρό και οι τέσσερις τράπεζες μαζί, υπολογίζονταν σε 1,5 δισ. ευρώ. Προφανώς και αυτό δεν απεικόνιζε την πραγματική τους αξία, διότι έμπαινε και ο κίνδυνος της οικονομίας και προφανώς, κάτι δεν πάει καλά, με αυτόν τον τρόπο υπολογισμού. Ένας δεύτερος τρόπος υπολογισμού της αξίας είναι να πάρεις την καθαρή αξία, να πεις δηλαδή, τι περιουσία έχει μία τράπεζα. Σε αυτήν, θα συμπεριλάβεις και τα δάνεια που έχει κάνει, θα βγάλεις τα non performing, αυτά που χρωστάνε και θα δεις, τι σου μένει. Αν το κάνεις αυτό, θα δεις πράγματι, ότι η αξία των Τραπεζών ήταν πολύ μικρή. Κι αυτό γιατί οι Τράπεζες είχαν δάνεια 220 δισ. ευρώ. Τα non performing είναι γύρω στα 100 δισ., μένουν 110 δισ., αλλά είχαν δανειστεί από την Κεντρική Τράπεζα άλλα 80 δισ., άρα η καθαρή τους αξία είναι 20 δισ. ευρώ. Άλλο όμως 20 δισ. αξία κι άλλο 1,5 δισ. που κατέβηκε κι άλλο 5 δισ. που πουλήθηκαν. Αλλά, τα δάνεια που πήραν από την ΕΚΤ δεν είναι δάνεια των τραπεζών, είναι παροχή ρευστότητας. Αυτό είχε συμβεί και το 2012. Παίρνεις κάποια χρήματα και μετά τα επιστρέφεις. Το γεγονός ότι πουλήθηκαν αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή, έπαιξε έναν εξαιρετικά αρνητικό ρόλο. Δεν έπρεπε να πουληθούν αυτή τη στιγμή. Είναι γεγονός όμως, ότι διαφορετικά θα πηγαίναμε σε bail in. Είναι πολύ σύνθετο το παζλ, θα πρέπει να μετρήσει κανείς τα θετικά και τα αρνητικά. Και το bail in έχει δύο πλευρές, μία για άνω τις 100.000 και μία για bail in κάτω των 100.000 ευρώ. Αν αυτό που αποφύγαμε, ήταν το bail in των καταθετών άνω των 100.000 ευρώ, ήταν πολύ ακριβό αυτό που συνέβη. Αν αποτρέψαμε ένα bail in για κάτω από 100.000 ευρώ, τότε πραγματικά θα μπορούσε να έχει μία λογική αυτό που συνέβη. Αλλά, δεν είναι ξεκάθαρο το γιατί έγινε. Είναι πολύ σύνθετο θέμα, που δύσκολα μπορεί κανείς, να ξεκαθαρίσει τα πράγματα”, προσθέτει.

“Το deal λέει, σας πούλησα τις τράπεζες 5 δισ. ευρώ. Όμως εσείς μου χρωστάτε, να μου αποπληρώσετε τα CoCos, 8 δισ. Όμως, αυτά θα αποπληρωθούν από τις ίδιες τις τράπεζες, όχι από τους μετόχους που αγοράζουν τις τράπεζες. Αυτό είναι θέμα επιπλέον, που πρέπει να συζητήσει κανείς. Αυτά τα σημεία, που με κάνουν να είμαι σκεπτικός και προβληματισμένος είναι, όλα φωτεισμένα, αλλά είναι αρκετά”.

Μακριά από την επιστροφή χρημάτων στην πραγματική οικονομία

“Υπάρχει φως στο τούνελ, αρκεί να μην πάρουμε πορεία αντίστροφη”

Πώς θα αξιοποιηθούν τα χρήματα που χορηγούνται με την ανακεφαλαιοποίηση και κατά πόσο μπορεί να ενισχυθεί η ρευστότητα; Ο κ. Πετράκης υπογραμμίζει, πως τα δισ. που μπορούμε να πάρουμε από την ΕΚΤ, τα προγράμματα Γιούνκερ και το ΕΣΠΑ θα φέρουν χρήματα στην Ελλάδα.

“Τα χρήματα που δίνονται για την ανακεφαλαιοποίηση, πηγαίνουν για την ανακεφαλαιοποίηση. Ένα μέρος πηγαίνει και στη ρευστότητα. Αλλά πας, για να έχεις καινούρια ίδια κεφάλαια και ευρώ μέσα στα ταμεία σου. Ως προς το κατά πόσο τα χρήματα αυτά θα επιστρέψουν στην πραγματική οικονομία, είμαστε πολύ μακριά από αυτό το σημείο. Χρειάζονται πάρα πολλά δισ. ευρώ, για να αποκατασταθεί η κατάσταση ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος”.

“Αν τα πράγματα πάνε καλά και κατορθώσουμε να πάρουμε τα 22 δισ. από τον Μάριο Ντράγκι, αν κατορθώσουμε να πάρουμε τα χρήματα μέσω του προγράμματος Γιούνκερ, εάν αποκατασταθεί η ρευστότητα με το ΕΣΠΑ, που είναι άλλα 31 – 32 δισ., τότε όλα αυτά δείχνουν, πως στα επόμενα χρόνια προοιωνίζεται ότι θα έρθουν αρκετά δισ. στην Ελλάδα. Συνεπώς, θέλουμε να ελπίζουμε, ότι υπάρχει φως, το βλέπουμε το φως. Αρκεί, να πάμε προς την κατεύθυνση του φωτός, όχι προς την αντίστροφη. Ξαφνικά, εκπλήσσονται όλοι που πουλήθηκαν οι Τράπεζες 5 δισ. ευρώ. Δεν βλέπαμε ότι θα συνέβαινε απαξίωση των Τραπεζών; Ερχόμαστε συστηματικά και οργανωμένα, εκ των υστέρων, να αναρωτιόμαστε, τι συνέβη λίγο πριν”, καταλήγει.

Όσον αφορά στο πότε προβλέπει άρση των Capital Controls, ο κ. Πετράκης εκτιμά, ότι αυτό θα συμβεί μεταξύ του πρώτου  και του δεύτερου τριμήνου του 2016. Σε κάθε περίπτωση, το νωρίτερο το πρώτο τρίμηνο του 2016 και υπό την προϋπόθεση, ότι τα πράγματα θα ομαλοποιηθούν στην ελληνική οικονομία.

* Ο Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών όπου διατελεί Διευθυντής του Τομέα Ανάπτυξης και Διεθνούς Οικονομικής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ καθώς και Επιστημονικός Υπεύθυνος του Προγράμματος Συμπληρωματικής εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης του ΕΚΠΑ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα