Παυλόπουλος προς Σκόπια: Εγκαταλέιψτε τον ολισθηρό δρόμο του παραχαράκτη της Ιστορίας

Παυλόπουλος προς Σκόπια: Εγκαταλέιψτε τον ολισθηρό δρόμο του παραχαράκτη της Ιστορίας
Αποκαλυπτήρια του Μνημείου Υποβρυχίων στο Πάρκο Φλοίσβου του Δήμου Παλαιού Φαλήρου, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016. (EUROKINISSI/ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ) Eurokinissi

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας από την Καστοριά όπου βρέθηκε έστειλε σαφές μήνυμα προς τα Σκόπια

Μήνυμα προς τα Σκόπια να εγκαταλείψουν τον “ολισθηρό” και “καταστροφικό” για τη διεθνή τους εικόνα και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό τους, δρόμο του “ευτελούς κιβδηλοποιού και παραχαράκτη της Ιστορίας”, έστειλε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, από την Καστοριά, όπου ανακηρύχθηκε επίτιμος δημότης και παρέστη στις εορταστικές εκδηλώσεις για την 104η επέτειο απελευθέρωσης της πόλης.

“Φεύγω από την Καστοριά ως Επίτιμος Δημότης της, δίνοντάς σας τη διαβεβαίωση ότι θα πράξω ό,τι μου αναλογεί για ν’ ανταποκριθώ πλήρως στο θεσμικό και πολιτικό βάρος ενός τόσο τιμητικού τίτλου. Ιδίως δε θα με εμπνέουν στο διηνεκές η Ιστορία και ο Πολιτισμός της Καστοριάς για την υπεράσπιση των Εθνικών μας Δικαίων, με πρώτο εκείνο που αφορά την αδιαμφισβήτητη και αυταπόδεικτη, με αμάχητα ιστορικά τεκμήρια, Ελληνικότητα της Μακεδονίας μας”, είπε ο κ. Παυλόπουλος στην αντιφώνηση του, κατά την τελετή απονομής του τίτλου του επίτιμου δημότη από τον δήμαρχο Καστοριάς, Ανέστη Αγγελή, και πρόσθεσε: “Το μήνυμα αυτό απευθύνω και προς την γειτονική Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, την οποία καλούμε να εγκαταλείψει τον, ολισθηρό και καταστροφικό για την διεθνή της εικόνα και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της, δρόμο του ευτελούς κιβδηλοποιού και παραχαράχτη τη Ιστορίας. Και, όλως αντιθέτως, να σεβασθεί το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο στο σύνολό τους. Εμείς, οι Έλληνες, είμαστε έτοιμοι να κάνουμε ακόμη πιο στενές τις διμερείς μας σχέσεις, αλλά εξίσου έτοιμοι και αποφασισμένοι να υπερασπισθούμε, χωρίς κανέναν συμβιβασμό, όλα όσα ιστορικώς μας ανήκουν. Σ’ αυτό λοιπόν το πλαίσιο διατρανώνουμε, για μιαν ακόμη φορά, ότι, όπως είχε πει ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής, η Μακεδονία είναι μία και είναι Ελληνική”.

Στην ομιλία του ο πρόεδρος της Δημοκρατίας αναφέρθηκε στην ιστορία της Καστοριάς και σημείωσε ότι η ευρύτερη περιοχή αποτέλεσε τον πυρήνα της προετοιμασίας και εξέλιξης του ένοπλου Μακεδονικού Αγώνα.

Ο κ. Παυλόπουλος επανέλαβε τους δεσμούς αίματος που τον ενώνουν με την Καστοριά και ανέφερε ότι ο αδελφός της συζύγου του σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου και ετάφη στην Καστοριά. “Ο πρόεδρος περνά από κάθε τόπο της Ελλάδας και λαμβάνει τα μηνύματα της ιστορίας. Τούτος ο τόπος η Καστοριά είναι στην άκρη της Ελλάδας αλλά είναι η καρδιά της χώρας. Δεν πρέπει να υποτιμάμε τις δυνάμεις μας, να μην αιθεροβατούμε αλλά στο μέτρο των δυνάμεων μας να πάμε την πατρίδα μακριά” πρόσθεσε.

Στον κ. Παυλόπουλο επιδόθηκε και ο Θυρεός της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας από τον Περιφερειάρχη, Θεόδωρο Καρυπίδη, ενώ ξεχωριστή ήταν και η στιγμή που υπεγράφη το πρωτόκολλο αδελφοποίησης του Δήμου Καστοριάς και του Δήμου Χάλκης (Ρόδου) προς τιμήν του πρώτου Έλληνα αξιωματικού του Αλεξάνδρου Διάκου που καταγόταν από το μικρό νησάκι και σκοτώθηκε την πρώτη μέρα του Ελληνοιταλικού πολέμου στην Ζούζουλι Καστοριάς. 

Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας παρακολούθησε το πρωί την επίσημη δοξολογία στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Καστοριάς και αμέσως μετά κατέθεσε στεφάνι στο Ηρώο των Πεσόντων στην πλατεία Μακεδονομάχων. Στην συνέχεια κατευθύνθηκε στη λεωφόρο Μεγάλου Αλεξάνδρου όπου παρακολούθησε την μαθητική και στρατιωτική παρέλαση. Επισκέφθηκε το μουσείο Μακεδονικού αγώνα και τέλος παρακάθισε σε επίσημο γεύμα που παρέθεσε προς τιμήν του ο δήμαρχος της πόλης Ανέστης Αγγελής. 

Τον πρόεδρο της Δημοκρατίας συνόδευε ο υφυπουργός Εξωτερικών Τέρενς Κουίκ, ενώ στις εκδηλώσεις παρευρέθηκαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Ολυμπία Τελιγιορίδου, Μίμης Δημητριάδης και Θέμης Μουμουλίδης και η βουλευτής της ΝΔ Μαρία Αντωνίου.

 

Ολόκληρη η ομιλία του κ. Παυλόπουλου έχει ως εξής:

“Ο εξαιρετικά τιμητικός τίτλος του Επίτιμου Δημότη Καστοριάς, τον οποίον απονείματε όχι φυσικά στο πρόσωπό μου αλλά στον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας, λειτουργεί εφεξής, όπως είναι πολιτειακώς ευνόητο, ως παρακαταθήκη χρέους κι αντίστοιχος δείκτης πορείας κατά την άσκηση των καθηκόντων μου. Η παρακαταθήκη χρέους και ο δείκτης πορείας που προσδιορίζεται απ’ αυτήν νοηματοδοτούνται από την μακραίωνη Ιστορία και από την απαστράπτουσα Πολιτιστική Κληρονομιά της Καστοριάς. Κι εξηγούμαι:

I. Η Καστοριά, με ιστορία πάνω από χίλια πεντακόσια χρόνια και παρά τις εναντίον της επιδρομές και ενίοτε κατακτήσεις από τους Βουλγάρους, τους Νορμανδούς και τους Τούρκους, διατήρησε στο ακέραιο την Ελληνικότητά της και πρωτοστάτησε σ’ όλους τους αγώνες του Έθνους για Ανεξαρτησία και Ελευθερία, μ’ αποκορύφωμα τις θυσίες των αγωνιστών της και την εν γένει μεγαλειώδη και κρίσιμη, ως προς το τελικό ευτυχές εκβάν, συνεισφορά της στο Μακεδονικό Αγώνα. Το διαχρονικώς ακατάβλητο ελληνικό φρόνημα των κατοίκων της ηρωικής σας Πόλης τιμούμε σήμερα, ημέρα εορτασμού του Πολιούχου της και Απελευθερωτή της, Αγίου Μηνά. Και τούτο διότι σαν σήμερα, 104 χρόνια πριν, η Καστοριά απαλλάσσεται από τον μακραίωνο τουρκικό ζυγό, καθώς απελευθερώνεται από τον Ελληνικό Στρατό κι εντάσσεται ξανά στις πόλεις του Νεοελληνικού Κράτους. Μα πριν έλθω σ’ αυτά τα γεγονότα επιτρέψατέ μου μια σύντομη αναδρομή στην μακραίωνη ιστορική πορεία της Καστοριάς.

II. Η πανέμορφη Πόλη σας οφείλει, κατά μία άποψη, το όνομά της και στην σύνδεσή με τον Κάστορα, αδελφό του Πολυδεύκη που, σύμφωνα με την μυθολογία, την έκτισε το 840 π.Χ., μετά από χρησμό που έλαβε από το Μαντείο των Δελφών.

III. Κατά τον Βυζαντινό ιστορικό Προκόπιο, η στρατηγική θέση και η φυσική ομορφιά της περιοχής προσείλκυσε το ενδιαφέρον των Αυτοκρατόρων του Βυζαντίου. Ο Ιουστινιανός Α’ μετέφερε την πόλη σε “νησί”, στο κέντρο της λίμνης, και την περιέβαλε με διπλό τείχος, από το οποίο σήμερα μόνον σπαράγματα σώζονται.

IV. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, η περιοχή της Καστοριάς αναδείχτηκε σε κέντρο Ελληνισμού, διατηρώντας την εθνική συνείδηση, την γλώσσα, την θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα. Την εποχή αυτή, η περιοχή ανέπτυξε έντονη οικονομική κι εμπορική δραστηριότητα και γνώρισε μεγάλη άνθηση στις τέχνες και τα γράμματα. Ο Γεώργιος Καστοριώτης ή Γεώργιος Καστριώτης, επιφανής Καστοριανός που έφτασε ως το αξίωμα του μεγάλου κομίσου, ίδρυσε το 1705 την εκκλησιαστική του σχολή και το 1708 μετακάλεσε από τη Βενετία τον αναγνωρισμένο λόγιο, θεολόγο και συγγραφέα Μεθόδιο Ανθρακίτη. Το 1710 ιδρύθηκε το Ανώτερον Σχολείον Κυρίτζη, την διεύθυνση του οποίου ανέλαβε ο Μεθόδιος Ανθρακίτης. Είναι ενδεικτικό της πρωτοπορίας των Καστοριανών στον Αγώνα για την αφύπνιση του Γένους και την συγκρότηση εθνικής συνείδησης το ότι συμμάρτυρες του Ρήγα Βελεστινλή υπήρξαν οι δύο Καστοριανοί αδελφοί, Ιωάννης και Παναγιώτης Εμμανουήλ.

 V. Επανερχόμενος στο θέμα του Μακεδονικού Αγώνα, οφείλω να υπογραμμίσω ότι η περιοχή της Καστοριάς αποτέλεσε τον πυρήνα προετοιμασίας και εξέλιξης του ένοπλου απελευθερωτικού Μακεδονικού Αγώνα. Άλλωστε, ήδη από το 1867, είχε ιδρυθεί η Εθνική Επιτροπή, με πρωτεργάτη τον Αναστάσιο Πηχεώνα ή Πηχιώνα. Μάλιστα, η δυναμική την οποία απέκτησε η Εθνική Επιτροπή, με την μεταγενέστερη διεύρυνσή της, καθώς απέβλεπε στο να ξεσηκώσει τους Μακεδόνες κατά των Τούρκων, συνετέλεσε στο ν’ αποκληθεί Νέα Φιλική Εταιρεία. Αν και στην Πόλη της Καστοριάς ήταν αναμφισβήτητη η κυριαρχία του ελληνικού στοιχείου, σε αρκετά χωριά της υπαίθρου υπήρχε σταδιακή και αυξανόμενη βουλγαρική διείσδυση, μετά τη σύσταση της βουλγαρικής Εξαρχίας και ιδιαίτερα μετά τον ατυχή Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Φυσικό επακόλουθο ήταν να οργανωθεί και να ενταθεί, μετά την εξέγερση του Ίλιντεν, το 1903, η αντίσταση και να αναδειχθούν σημαντικές ιστορικές μορφές, όπως ο Παύλος Μελάς -του οποίου τα σεπτά οστά αναπαύονται στην Πόλη σας- ο Γερμανός Καραβαγγέλης και ο Ίων Δραγούμης. Σημαντικοί Καστοριανοί οπλαρχηγοί έδρασαν την περίοδο αυτή, όπως ο Αριστείδης Μαργαρίτης, ο Κωνσταντίνος Γκολογκίνας, ο Σπυρίδων και ο Χρήστος Δούκης, ο δάσκαλος Βασίλειος Μελεγκάνος κ.α.

VI. Ο Μακεδονικός Αγώνας, όπως είναι προφανές, υπήρξεν ο προάγγελος της τελικής απελευθέρωσης της Καστοριάς από τον τουρκικό ζυγό.

Α. Αυτό το χαρμόσυνο γεγονός έλαβε χώρα όταν, μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, στις 26 Οκτωβρίου 1912, και την απελευθέρωση της Φλώρινας, στις 7 Νοεμβρίου 1912, τμήμα του Συντάγματος Ιππικού του Ελληνικού Στρατού προχώρησε προς κατάληψη της Καστοριάς. Τότε αποστέλλεται η 1η ίλη, υπό τον Επίλαρχο Ιωάννη Άρτη, για αναγνώριση της επικρατούσας κατάστασης στην Καστοριά. Η εν λόγω ίλη διέθετε 30-35 ιππείς, μεταξύ των οποίων ο Υπίλαρχος Παναγιώτης Νικολαΐδης και ο Μακεδονομάχος Ανθυπίλαρχος Φιλόλαος Πηχεών, που ήταν Καστοριανός στην καταγωγή και γιός, όπως προανέφερα, του ιδρυτή της Νέας Φιλικής Εταιρείας Αναστασίου Πηχεώνος ή Πηχιώνος. Διατάσσεται, μάλιστα, ο Υπίλαρχος Νικολαΐδης να μπει κρυφά στην πόλη, μαζί με δύο ακόμη ιππείς, τον δεκανέα Μουστακλή και τον στρατιώτη Γούσια. Ο Νικολαΐδης καταφέρνει να συναντήσει τον Δήμαρχο Γούση κι εκείνος μεταφέρει στον Μεχμέτ Πασά, που ήταν επικεφαλής του τουρκικού στρατού στην Καστοριά, το ερώτημα του Νικολαΐδη αν θα πολεμήσει ή αν θα παραδώσει την πόλη, μαζί με την «πληροφορία» ότι 25000 άνδρες του ελληνικού στρατού είχαν ήδη περικυκλώσει την πόλη και ήταν έτοιμοι να την βομβαρδίσουν. Η αλήθεια είναι ότι εκείνη την στιγμή βρισκόταν στα πρόθυρα της Καστοριάς (Απόσκεπος) μόνον η ολιγομελής ομάδα του Άρτη (μετά από δύο ημέρες κατέφθασε εκεί ολόκληρο το 1ο Σύνταγμα Ιππικού από το Βατοχώρι και η ΙΙΙ Μεραρχία από το Σκλήθρο).

Β. Ο Μεχμέτ Πασάς δήλωσε ότι δεν πρόκειται να προβάλει αντίσταση. Συνεκάλεσε στρατιωτικό συμβούλιο των τούρκων αξιωματικών στον στρατώνα, όπου αποφασίστηκε η άμεση αποχώρηση όλων των στρατευμάτων τους προς την Βίγλιστα και την Κορυτσά. Μ’ αυτό τον τρόπο απέφυγε ο Μεχμέτ Πασάς την ταπείνωση να παραδώσει αυτοπροσώπως την Πόλη, επιλέγοντας να την εγκαταλείψει. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 11ης Νοεμβρίου, ο Ανθυπίλαρχος Πηχεών, εισήλθε πρώτος στη πόλη με λίγους ιππείς και κατευθύνθηκε στον Μητροπολίτη, προαναγγέλλοντας του την απελευθέρωση της Πόλης. Αργότερα, εισήλθε και επίσημα ο Επίλαρχος Άρτης με τους άνδρες του, οπότε χιλιάδες πολίτες ξεχύθηκαν στους δρόμους να τον προϋπαντήσουν. Οι καμπάνες σήμαναν χαρμόσυνα και Ελληνικές Σημαίες κυμάτιζαν στα μπαλκόνια”.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα