ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ 1000 ΛΕΞΕΙΣ

"Φωτογράφησε τους Έλληνες. Είναι δικό τους το σόου". Πριν από 70 ακριβώς χρόνια ο Τσόρτσιλ έκανε Χριστούγεννα στην Αθήνα και έδινε οδηγίες στον φωτογράφο του Life Dmitri Kessel

Ο Dmitri Kessel όταν ρωτήθηκε γιατί έθεσε τον εαυτό του σε κίνδυνο για να φωτογραφίσει τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο απάντησε αποστομωτικά “γιατί κάποιος έπρεπε”. Στον Ουκρανό φωτογράφο του Life χρωστάμε μερικές από τις ζωντανές φωτογραφίες από τα Δεκεμβριανά αλλά και όσα ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια στην χώρα μας. Ήταν από τους ελάχιστους τυχερούς που κάλυψε ακριβώς 70 χρόνια πριν, τα Χριστούγεννα του 1944 την άφιξη του Τσόρτσιλ στην Αθήνα που στόχο είχε να βάλει ένα τέλος στις εχθροπραξίες. Πριν από είκοσι χρόνια οι Εκδόσεις Άμμος – που πλέον δεν υφίστανται – συγκέντρωσαν όλο το φωτογραφικό του υλικό από εκείνη την περίοδο στο – εξαντλημένο πλέον – λεύκωμα “ Dmitri Kessel. Ελλάδα του ’44”. Από εκεί και η περιγραφή των στιγμών από τον φωτογράφο:

 

Την ίδια νύχτα μία εφοδιοπομπή με γύρισε πίσω στη Μεγάλη Βρετανία. Καθώς μπαίναμε στο αυτοκίνητο, οι αλεξιπτωτιστές άνοιξαν πυρ για να μας καλύψουν.

Οι Αμερικανοί ανταποκριτές στην Αθήνα είμασταν καλεσμένοι για το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο δείπνο από τους αξιωματικούς της αμερικανικής αεροπορικής διοίκησης. Το αρχηγείο τους βρισκόταν στο ξενοδοχείο Κοσμοπολίτ κοντά στην Ομόνοια, μια περιοχή ελεγχόμενη από τον ΕΛΑΣ. Στην επιστροφή, ανεβήκαμε στη σκεπασμένη με καραβόπανο καρότσα ενός στρατιωτικού φορτηγού. Ξαφνικά, κάποιοι έκαναν σήμα στον οδηγό και, πριν προφτάσει να σταματήσει, ακούστηκαν πυροβολισμοί. Όλοι πέσαμε στο πάτωμα. Το καραβόπανο τραβήχτηκε απότομα και μας έλουσε ένα δυνατό φως. Μας διέταξαν να βγούμε έξω. Εκνευρισμένοι Έλληνες αστυνομικοί και δύο Βρετανοί της στρατιωτικής αστυνομίας έλεγξαν τα χαρτιά μας. Ένας Έλληνας μας ρώτησε, μάλλον άγρια, τι γυρεύαμε στην περιοχή του ΕΛΑΣ. Ένας ανταποκριτής του είπε να μην ανακατεύεται σε πράγματα που δεν τον αφορούν. Οι άνθρωποι του Τύπου είχαμε το δικαίωμα να κυκλοφορούμε όπου θέλαμε. Ο Έλληνας αξιωματικός έγινε έξω φρενών, δεν μπορούσε όμως να κάνει τίποτα. Ο Βρετανός αξιωματικός, που ήταν κι αυτός θυμωμένος, μαλάκωσε και χαμογέλασε όταν του ευχηθήκαμε “Καλά Χριστούγεννα”.

Το επόμενο πρωί παρατήρησα μεγάλη κίνηση έξω από τη Μεγάλη Βρετανία. Μηχανικοί του στρατού κι εργάτες τραβούσαν από τους υπονόμους μεγάλους σάκους γεμάτους δυναμίτη και τους στοίβαζαν στο πεζοδρόμιο. Ο ΕΛΑΣ σχεδίαζε ν’ ανατινάξει το ξενοδοχείο – τον στρατηγό Σκόμπι και την ελληνική κυβέρνηση μαζί του. Οι Βρετανοί και οι Έλληνες ένοικοι μας θεώρησαν ύποπτους. Πώς έγινε κι όλοι οι Αμερικανοί ανταποκριτές λείπαμε από το ξενοδοχείο ακριβώς το βράδυ που θ’ ανατιναζόταν;

 

Την ίδια μέρα έφτασε στην Αθήνα ο πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ. Ήθελε να μαζέψει τους Έλληνες και των δύο πλευρών, αριστερούς και δεξιούς, γύρω από ένα τραπέζι. Αυτός θα ήταν ο διαιτητής και θα προσπαθούσε να δώσει ένα τέλος στον εμφύλιο πόλεμο.

Η διάθεση του Τσώρτσιλ δεν ήταν καλή. Δεχόταν επιθέσεις στην πατρίδα του και στις ΗΠΑ για τον ρόλο της Βρετανίας στον ελληνικό πόλεμο.

Ανέβηκε σ’ ένα θωρακισμένο αυτοκίνητο και οδηγήθηκε στη βρετανική πρεσβεία. Ο ακόλουθος Τύπου δεν ενημέρωσε τους δημοσιογράφους, είπε μόνο πως αργότερα θα δινόταν συνέντευξη Τύπου. Μετά, με πήρε καταμέρος και με ρώτησε αν μου έμεναν λάμπες για φλας. Απάντησε καταφατικά. “Καλά”, μου είπε. “Θα έρθω να σε πάρω σε λίγο”. Μου ζήτησε να μην πω τίποτα σε κανέναν. Όταν ξαναγύρισε, με οδήγησε στο υπουργείο Εξωτερικών. Φτάνοντας εκεί κατάλαβα γιατί με είχαν καλέσει. Θα γινόταν η συνάντηση της ελληνικής κυβέρνησης και του ΕΛΑΣ υπό την εποπτεία του Τσώρτσιλ και δεν υπήρχε ηλεκτρικό. Πάνω σ’ ένα τεράστιο τραπέζι είχαν τοποθετηθεί δώδεκα λάμπες θυέλλης που φώτιζαν τον χώρο. Ο στρατιωτικός φωτογράφος δεν είχε λάμπες για φλας. Εγώ, όμως, είχα και τις μοιράστηκα μαζί του.

 

Οι σύνεδροι μπήκαν στο δωμάτιο. Στη μια πλευρά κάθισε ο Τσώρτσιλ, ο Άντονι Ίντεν, ο σερ Χάρολντ Αλεξάντερ (διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στη Μεσόγειο), ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, ο συνταγματάρχης Ποπόφ και ο Αμερικανός πρέσβης Λίνκολν Μα Βο. Απέναντί τους κάθισαν μέλη της ελληνικής κυβέρνησης με τον Παπανδρέου επικεφαλής. Οι αντιπρόσωποι του ΕΛΑΣ δεν είχαν έρθει. Τράβηξα μια φωτογραφία με το φλας κι έδωσα τις δύο λάμπες που απέμεναν στον Βρετανό στρατιωτικό φωτογράφο. Συνέχισα, όμως, να φωτογραφίζω χρησιμοποιώντας τον δραματικό φωτισμό του δωματίου.

Φωτογράφιζα από την ελληνική πλευρά του τραπεζιού σημαδεύοντας με τον φακό τον Τσώρτσιλ. Μετά από μερικές λήψεις βρυχήθηκε: ” Φωτογράφισε τους Έλληνες. Είναι δικό τους το σόου“. Πήγα από την άλλη μεριά και τράβηξα μερικές φωτογραφίες. Μετά ξαναγύρισα στη θέση μου και συνέχισα να φωτογραφίζω τον Τσώρτσιλ. Είχα ακουμπήσει τους αγκώνες μου στους ώμους ενός Έλληνα που του είχα ζητήσει να μένει ακίνητος όσο φωτογράφιζα. Ο Τσώρτσιλ έδειξε τους Έλληνες και φώναξε: “Φωτογράφισέ τους!”. Με πλησίασε απότομα ένας γεροδεμένος Καναδός συνταγματάρχης. “Τον άκουσες”, ψιθύρισε. Φωτογράφισε τους Έλληνες”. Τράβηξα μερικές ακόμη φωτογραφίες κι έφυγα. Οι αντιπρόσωποι του ΕΛΑΣ δεν είχαν φτάσει ακόμη. Αργότερα, έμαθα πως, παρά την εγγύηση που είχε δώσει ο στρατηγός Σκόμπι για ασφαλή διέλευση, η αντιπροσωπεία του ΕΛΑΣ αντιμετώπισε προβλήματα και καθυστέρησε να περάσει τις γραμμές. Μερικές μέρες αργότερα ο στρατηγός Σκόμπι και οι εκπρόσωποι του ΕΛΑΣ υπόγραψαν ανακωχή. Η κατάπαυση του πυρός έγινε στις 15 Ιανουαρίου.

 

Πηγή: Dmitri Kessel. Ελλάδα του ’44. Εκδόσεις Άμμος

Ακολουθήστε το News24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα