Όταν αντί για μελάνι, ρέει αίμα. Δολοφονώντας την ελευθερία του λόγου

Όταν αντί για μελάνι, ρέει αίμα. Δολοφονώντας την ελευθερία του λόγου

Η μάχιμη έρευνα πολλές φορές ενοχλεί και στρέφει τα όπλα εναντίον των ρεπόρτερ που επιτελούν πραγματικό έργο. Πόσοι δημοσιογράφοι έχουν σκοτωθεί τα τελευταία 10 χρόνια, πόσοι έχασαν τη ζωή τους μέσα στο 2014 (Pics)

Υπάρχουν οι δημοσιογράφοι “παπαγαλάκια”, οι δημοσιογράφοι που εξυπηρετούν συμφέροντα και είναι πειθήνια όργανα των αφεντικών τους.

Υπάρχουν κι εκείνοι που επιλέγουν τον δρόμο της μάχης, της άρνησης και της κριτικής. Απέναντι τους θα βρουν νόμους, θα τους νικήσουν και μετά θα δουν να τους χτυπούν με σφαίρες. Θα πέσουν κάποιοι ματωμένοι στο έδαφος, θα τους τιμήσουν και θα τους μνημονεύουν μετά θάνατον εκείνοι που τους χλεύαζαν και τους κυνηγούσαν πριν.

Μα θα μείνουν κάποιοι άλλοι ζωντανοί πίσω τους να συνεχίσουν το έργο. Θα μείνουν και τα ίδια τα έργα των νεκρών, θα μείνουν οι δουλειές παρακαταθήκη στον χρόνο για να κρατάνε το πνεύμα ζωντανό. Των ζώντων αλλά και όσων δεν έχουν γεννηθεί ακόμα.

Κανείς δεν μπορεί να παρηγορήσει τον φίλο, τον συγγενή εκείνου που έφυγε. Μα αυτός που έφυγε μαχόμενος, δεν χάθηκε ποτέ. Δεν θα χαθεί ποτέ.

“Μπορεί να ακουστεί πομπώδες αυτό που λέω, αλλά θα προτιμούσα να πεθάνω παρά να ζω γονατιστός”. Ο Στεφάν Σαρμπονιέ διευθυντής του Charlie Hebdo, είχε πει την παραπάνω φράση σε συνέντευξή του στην γαλλική εφημερίδα Le Monde, πριν από περίπου δυο χρόνια. Είχε δηλώσει ότι πότε δεν θα κατέβαζε το “όπλο” του, που δεν ήταν άλλο από την πένα του. Δεν πίστευε ότι κάποιος θα έφθανε στο σημείο να τον σκοτώσει.

Το Charlei Hebdo δεν ήταν ποτέ αντιισλαμικό έντυπο. Ήταν και είναι ένα έντυπο που είχε στραφεί εναντίον όλων των θρησκειών καυτηριάζοντας όλα τα κακώς κείμενα.

Οι σκιτσογράφοι του θα καυτηρίαζαν με τον ίδιο τρόπο εκείνους που θα ήθελαν να πάρουν εκδίκηση χτυπώντας μουσουλμάνους στη μέση του Παρισιού, όπως είχαν πολλάκις στηλιτεύσει τη βία στο παρελθόν.

 

Το 2015 μπήκε με τον χειρότερο τρόπο για τον κόσμο της δημοσιογραφίας την ώρα που το 2014 βάφτηκε με κόκκινο για τους εκπρόσωπους του Τύπου.

Άλλοι δολοφονήθηκαν, άλλοι έπεσαν από πυρά στο πεδίο της μάχης όντας πολεμικοί ανταποκριτές, άλλοι έμπλεξαν σε υποθέσεις διαλεύκανσης “βρόμικων” υποθέσεων, και το πλήρωσαν με τη ζωή τους.

Το CPJ (Committee to Protect Journalists) αποτελεί μια παγκόσμια οργάνωση για την προστασία της ελευθερίας του Τύπου και καταγράφει όλες τις δολοφονίες και τους θανάτους δημοσιογράφων και ρεπόρτερ από πυρά ανά τον πλανήτη.

Σύμφωνα με την οργάνωση, η επίθεση στο Charlie Hebdo είναι η δεύτερη χειρότερη επίθεση εναντίον του Τύπου στην ιστορία, μετά την περίπτωση του Maguindanao.

Στις 23 Νοεμβρίου του 2009, 30 Φιλιππινέζοι δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι εκτελέστηκαν εν ψυχρώ την ώρα που ταξίδευαν στην περιοχή του Maguindanao για να καλύψουν τις διαδηλώσεις εναντίον της κυβέρνησης που είχε εμπλακεί σε υποθέσεις διαφθοράς.

Από το 1992 μέχρι σήμερα, έχουν δολοφονηθεί άλλωστε 354 δημοσιογράφοι και ρεπόρτερ πολιτικών, αποκλειστικά, ειδήσεων.

Συνολικά, από την έναρξη της σύγκρουσης στη Συρία το 2011 έχουν σκοτωθεί εβδομήντα εννέα δημοσιογράφοι σύμφωνα με την Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων.

Τα τρία τελευταία χρόνια είναι εκείνα με τα περισσότερα θύματα για τους δημοσιογράφους από το 1992, όταν η οργάνωση άρχισε να διατηρεί αρχείο, όπως διευκρινίζει η CPJ.

Σχεδόν το ένα τέταρτο των νεκρών δημοσιογράφων το 2014 εργάζονταν για διεθνή μέσα ενημέρωσης, ποσοστό που είναι περίπου διπλάσιο από το ποσοστό που η Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων έχει καταγράψει τα τελευταία χρόνια.

Σε ποσοστό 35% οι νεκροί ήταν τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί δημοσιογράφοι, ενώ το 27% ήταν είτε φωτογράφοι, είτε οπερατέρ.

Εξίσου απαισιόδοξα είναι τα στοιχεία της οργάνωσης Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα.

Εξήντα έξι δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν το 2014 -οι δύο αποκεφαλίσθηκαν σε μία μακάβρια σκηνοθεσία του Ισλαμικού Κράτους- λιγότεροι από το 2013, όμως οι απαγωγές αυξήθηκαν με 119 περιστατικά, την ώρα που 40 δημοσιογράφοι παραμένουν όμηροι σε ολόκληρο τον κόσμο, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της μη κυβερνητικής οργάνωσης.

Το 2014, η οργάνωση διαπιστώνει “μεταβολή της βίας, με την όλο και μεγαλύτερη χειραγώγηση των ακροτήτων κατά των δημοσιογράφων (αποκεφαλισμοί, σκηνοθεσίες, απειλές)”.

“Σπανίως ο θάνατος δημοσιογράφων συνοδεύεται από μία τόσο βάρβαρη χειραγώγηση της προπαγάνδας”, αναφέρεται στην έκθεση της οργάνωσης σε μία αναφορά στα βίντεο του αποκεφαλισμού των Αμερικανών δημοσιογράφων Τζέιμς Φόλεϊ και Στίβεν Σότλοφ.

Τα δύο τρίτα των δολοφονιών διαπράχθηκαν σε εμπόλεμες ζώνες:

Στη Συρία, που παραμένει η πλέον επικίνδυνη χώρα για τους δημοσιογράφους, με 15 δολοφονίες, στα παλαιστινιακά εδάφη, κυρίως στη Γάζα (7 νεκροί), στην ανατολική Ουκρανία (6), στο Ιράκ (4) και στη Λιβύη (4).

Οι δράστες των βιαιοτήτων κατά των δημοσιογράφων θέλουν “να εμποδίσουν την ανεξάρτητη πληροφόρηση και να αποτρέψουν τα ξένα βλέμματα. Οι εκφοβισμοί είναι τόσο διαδεδομένοι που διπλάσιοι δημοσιογράφοι πήραν το 2014 τον δρόμο της εξορίας” σε σχέση με το 2013.

Οι απαγωγές αυξήθηκαν κατά 37% σε σχέση με το 2013, και οι περισσότερες εντοπίζονται στην Ουκρανία (33), στη Λιβύη (29) και στη Συρία (27), καθώς και στο Ιράκ (20).

Μέχρι σήμερα, 40 δημοσιογράφοι και τρεις μπλόγκερς παραμένουν όμηροι ανά τον κόσμο. Πρόκειται στο 90% των περιπτώσεων για τοπικούς δημοσιογράφους:

Στη Συρία μεταξύ των 22 ομήρων ενόπλων ομάδων, οι 16 είναι Σύροι, ενώ στο Ιράκ και οι 8 όμηροι δημοσιογράφοι είναι Ιρακινοί.

Σε ό,τι αφορά τις συλλήψεις, δύο χώρες βρίσκονται επικεφαλής της κατάταξης:

Η Ουκρανία, όπου 47 δημοσιογράφοι συνελήφθησαν, είτε από τους αυτονομιστές αντάρτες είτε από τις αρχές, και η Αίγυπτος , όπου 46 δημοσιογράφοι συνελήφθησαν υπό το πρόσχημα των διασυνδέσεών τους με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και την κατηγορία της “επίθεσης κατά της εθνικής ενότητας”. Ακολουθούν το Ιράν (45 συλλήψεις), το Νεπάλ (45) και η Βενεζουέλα (34).

 

Η Ουκρανία έχει το ρεκόρ των επιθέσεων κατά δημοσιογράφων (215), κυρίως στοχευμένων αστυνομικών επιθέσεων κατά τις διαδηλώσεις στην Πλατεία Μαϊντάν. Ακολουθούν η Βενεζουέλα (134), η Τουρκία (117), η Λιβύη (97) και η Κίνα (84).

Στην Τουρκία, έναν χρόνο μετά τις διαδηλώσεις στο πάρκο Γκεζί, η ατιμωρησία των αστυνομικών βιαιοτήτων αποτελεί ενθάρρυνση για τη συνέχισή τους. Οι δημοσιογράφοι στην Τουρκία πληρώνουν βαρύ τίμημα της υπερβάλλουσας αστυνομικής βίας.

Η Κίνα βρίσκεται επίσης ψηλά στην κατάταξη:

Το Πεκίνο είναι υπεύθυνο για το 17% των περιπτώσεων φυλάκισης επαγγελματιών δημοσιογράφων και για το 44% των περιπτώσεων φυλάκισης μπλόγκερς. Η Ερυθραία, το Ιράν, η Συρία και η Αίγυπτος βρίσκονται επίσης στις πρώτες θέσεις της κατάταξης, αποτελώντας, όπως και το 2013, τις μεγαλύτερες φυλακές δημοσιογράφων παγκοσμίως. Μεγάλος αριθμός μπλόγκερς βρίσκεται επίσης στις φυλακές του Βιετνάμ.

Η οργάνωση διαπιστώνει μείωση των δολοφονιών δημοσιογράφων σε χώρες που βρίσκονται σε ειρήνη, όπως το Μεξικό, η Ινδία και οι Φιλιππίνες. Αντίθετα διαπιστώνεται ο διπλασιασμός των δολοφονιών γυναικών δημοσιογράφων (6 έναντι 3), στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, στο Ιράκ, την Αίγυπτο, το Αφγανιστάν και τις Φιλιππίνες.

Συνολικά 720 δημοσιογράφοι έχουν σκοτωθεί από το 2005. Το 2014, παρά τους αποκεφαλισμούς που συγκλόνισαν ολόκληρο τον κόσμο, ήταν μεταξύ των λιγότερο αιματηρών ετών εδώ και δέκα χρόνια.

Σε ό,τι αφορά την ελευθερία του Τύπου στον πλανήτη, σύμφωνα με την ίδια οργάνωση, η κατάσταση “παρουσιάζει προβλήματα” στη χώρα μας η οποία εντάσσεται στην τρίτη σχετική κλίμακα. “Καλή” είναι η κατάσταση λειτουργίας της δημοσιογραφίας σε ελάχιστα κράτη, ανάμεσα τους ο Καναδάς, οι Σκανδιναβικές χώρες, η Γερμανία, η Ολλανδία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, η Αυστρία, η Ελβετία, η Σλοβακία, η Εσθονία, η Τσεχία, η Ισλανδία, η Ιρλανδία αλλά και η Ναμίμπια.

Από το 2005 μέχρι σήμερα, 720 δημοσιογράφοι, ρεπόρτερ και εργαζόμενοι στα media (σε όλες τις κατηγορίες των ρεπορτάζ) έχουν χάσει τη ζωή τους από πυρά.

 

Οι δημοσιογράφοι που έχασαν τη ζωή τους μέσα στο 2014:

 

 

 

Η κεντρική φωτογραφία δόθηκε στη δημοσιότητα από την εφημερίδα Le Monde λίγο μετά την επίθεση στα γραφεία του Charlie Hebdo

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα