Τρία ενεργειακά αγκάθια στις συζητήσεις με την τρόικα

Τρία ενεργειακά αγκάθια στις συζητήσεις με την τρόικα

Το ποιές λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ θα πουληθούν, το σχέδιο της ΡΑΕ για τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας, και ο οδικός χάρτης για την απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου, είναι τα βασικά ζητήματα στον ενεργειακό χάρτη που θα τεθούν στο επίκεντρο τω συναντήσεων με την τρόικα

Τα τεχνικά κλιμάκια  καταφτάνουν στις 11 Σεπτεμβρίου, δηλαδή αμέσως μετά την ΔΕΘ, ενώ στις 18 Οκτωβρίου αναμένεται η άφιξη και των επικεφαλής του κουαρτέτου, με τα ενεργειακά να αποτελούν ξανά ένα από τα βασικά ζητήματα στο τραπέζι.

Στο θέμα των λιγνιτικών μονάδων, η ελληνική πλευρά παλεύει να κρατήσει ζωντανή – έστω με κάποιες παραμετρικές, όχι όμως δομικές, αλλαγές- την αρχική της πρόταση, δηλαδή την πώληση των δύο μονάδων του Αμυνταίου (550 MW), της Μελίτη Ι (330 MW), συν της άδειας για την Μελίτη ΙΙ (450 MW). Έως σήμερα έχουν ακουστεί πολλά, όπως για παράδειγμα ότι έχει προταθεί η πώληση ακόμη και μονάδων μεμονωμένα ή η δυνατότητα κατεδάφισης των παλαιών μονάδων του Αμυνταίου και η ανέγερση στη θέση τους καινούργιων με τις υφιστάμενες άδειες. 

Τίποτα απ’ αυτά δεν επιβεβαιώνεται ή διαψεύδεται. Το μόνο βέβαιο είναι ότι είχε προηγηθεί τις προηγούμενες εβδομάδες επιστολή των κοινοτικών προς το ΥΠΕΝ με κατάλογο ερωτημάτων – όπως ο ακριβής χρόνος υλοποίησης της αποεπένδυσης του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ- τα οποία και “απαντήθηκαν τεκμηριωμένα”, όπως μεταφέρουν πηγές της ελληνικής πλευράς. Τώρα αναμένεται η άποψη επ’ αυτών και της Κομισιόν, που σημαίνει ότι η ελληνική πρόταση βρίσκεται υπό την απόλυτη κρίση των δανειστών. Στην πράξη, η κυβέρνηση σε συνεργασία με την διοίκηση της ΔΕΗ καταβάλλουν μια τελευταία προσπάθεια προκειμένου να περάσει το μεγαλύτερο μέρος του αρχικού σχεδίου, αφού διαφορετικά θα χρειαστεί να περάσουμε σε Plan B, κάτι που ουδείς στην ελληνική πλευρά επιθυμεί για δύο λόγους. Τυχόν ακύρωση της πρότασης αφενός θα σήμαινε ότι θα συμπεριληφθεί στο μείγμα πιθανότατα ο σταθμός του Αγίου Δημητρίου (1.450 MW), αφετέρου θα έδινε πάτημα σε ερμηνείες ότι ανοίγει ο δρόμος για την πώληση και υδροηλεκτρικών, σενάριο που η κυβέρνηση ξορκίζει με κάθε ευκαιρία.

ΥΚΩ

Στο θέμα των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) ο φόβος των αντιδράσεων της τρόικας, αλλά κυρίως η δυσκολία στο να βρεθούν τα ισοδύναμα που θα αναπληρώσουν την απώλεια του κρατικού προϋπολογισμού, κάνει σύμφωνα με πληροφορίες το Υπουργείο Οικονομικών και συγκεκριμένα τον υφυπουργό Γιώργο Χουλιαράκη να αποφεύγει να δώσει το πράσινο φως για την υιοθέτηση της πρότασης της ΡΑΕ σχετικά με τον τρόπο ανάκτησης των «παλιών» ΥΚΩ από τη ΔΕΗ. Ο κορμός της πρότασης της ΡΑΕ είναι αφενός να ανακτήσει η ΔΕΗ το ποσό των 360 εκατ. ευρώ, προκειμένου να καλύψει το κόστος που κατέβαλε για τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) των παρελθόντων ετών, και αφετέρου, το ποσό αυτό να καλυφθεί μέσω του ΕΦΚ που εισπράττει κάθε χρόνο το Δημόσιο από το πετρέλαιο το οποίο χρησιμοποιούν, ώστε να δουλεύουν οι πανάκριβες μονάδες ντίζελ στα νησιά. Συγκεκριμένα προτείνεται να επιστρέφεται περίπου το 50% του ΕΦΚ του πετρελαίου των νησιών. Αν δεν περάσει η πρόταση, το κόστος θα το επωμιστούν οι καταναλωτές μέσω αυξήσεων στα τιμολόγια, που θα “σπάσουν” σε δόσεις σε βάθος πενταετίας.

ΔΕΠΑ

Ενώπιον κρίσιμων αποφάσεων βρίσκεται η κυβέρνηση – αλλά και η ίδια η ΔΕΠΑ – σχετικά με τη διάρθρωση που θα έχει από τον επόμενο χρόνο η αγορά του φυσικού αερίου, μια ακόμη ενεργειακή εκκρεμότητα. Η κυβέρνηση οφείλει να παρουσιάσει έως το τέλος του χρόνου έναν οδικό χάρτη στους δανειστές, οι οποίοι και έχουν ζητήσει (και έχει μπεί στο αναθεωρημένο μνημόνιο) να αρθούν, όπως αναγράφεται χαρακτηριστικά, καταστάσεις που δεν προωθούν τον ανταγωνισμό. Παρά τη γενικότητα με την οποία περιγράφεται η απαίτηση, στην πραγματικότητα οι θεσμοί πιέζουν για να μην είναι η ΔΕΠΑ, όπως λέει χαρακτηριστικά ανταγωνιστής της, “πανταχού παρούσα”: Χονδρέμπορος και προμηθευτής αερίου, μέτοχος των ΕΠΑ, μέτοχος των ΕΔΑ, αυτόνομος λιανοπωλητής αερίου. Το ίδιο έχουν ζητήσει επίσημα πλέον, με επιστολές τους στον κ. Σταθάκη, οι στρατηγικοί εταίροι των ΕΠΑ και ΕΔΑ στην Αττική και στη Θεσσαλία – Θεσσαλονίκη, δηλαδή η Shell και η ENI αντίστοιχα.

Η επικρατούσα άποψη στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΠΑ, με την οποία συμφωνεί και το υπουργείο, είναι η παραμονή της ΔΕΠΑ στην ΕΠΑ Αττικής και στην ΕΔΑ Αττικής με το σημερινό της ποσοστό. Ταυτόχρονα να αποχωρήσει η ΔΕΠΑ από την ΕΠΑ Θεσσαλίας – Θεσσαλονίκης ή να μειώσει δραστικά το ποσοστό της με αντίστοιχη αύξηση του ποσοστού της στην ΕΔΑ Θεσσαλίας – Θεσσαλονίκης.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα