Το στακόρυζο του Μάνου Κατράκη

Το στακόρυζο του Μάνου Κατράκη

Διαβάστε ένα άρθρο (συμμετοχή στις "Γνώμες" του NEWS 247) για μία βραδιά του 1981 στο τριαράκι του σπουδαίου Έλληνα ηθοποιού Μάνου Κατράκη, όπως την θυμάται με νοσταλγία και μας τη μεταφέρει ένας συνονόματος φίλος του

Έμενα στου Φιλοπάππου, σε ένα ήσυχο προπολεμικό σπίτι, με όμορφη εσωτερική αυλή με δύο λεμονιές, μία μουσμουλιά, μία ροδιά που αγωνιζόταν πάση θυσία να κάνει τα ωραιότερα ρόδια της Αττικής.

Μια Δευτέρα, τον Οκτώβρη του 1981, γύρω στα μεσάνυχτα χτύπησε το τηλέφωνο. Το σήκωσα ανήσυχος. Είχα πάντα την αγωνία μήπως συμβεί κάτι στα παιδιά, τον Αλέξανδρο και τον Αντώνη. Ευτυχώς, ήταν η φωνή του Μάνου Κατράκη.

«Μάνο», μου είπε -μ’ έλεγε κι εμένα Μάνο- «μου ‘στειλαν απ΄ την Κίσσαμο στάκα. Θα φτιάξω στακόρυζο. Έλα, είναι εδώ κι ο Νίκος ο Τζίμας». Ο Τζίμας ήταν ο σκηνοθέτης της ταινίας “Ο άνθρωπος με το γαρύφαλο”.

Την  πρόσκληση του Μάνου ήταν δύσκολο να την αρνηθεί κανείς. Ήξερα, βέβαια, ότι θα ξημερωνόμασταν συζητώντας και θα πήγαινα στη δουλειά παραπατώντας. Το ζεύγος Κατράκη-Λίντας Άλμα έμενε σε ένα τριαράκι απέναντι από τη Σχολή Ευελπίδων.

Το στακόρυζο βέβαια ήταν υπέροχο. Υποπτεύομαι ότι περισσότερο δούλεψε γι’ αυτό η Λίντα παρά ο Μάνος. Του είχαν στείλει και λαδότυρο και κόκκινο κρασί.

Πιάσαμε τη συζήτηση για την ταινία.

Ο άνθρωπος με το γαρύφαλο είχε μια πολύ καλή υποδοχή από τον κόσμο και από τον Τύπο. Ήταν πράγματι μια αντικειμενική μεταφορά των τραγικών γεγονότων της εποχής εκείνης, με την εκτέλεση του Μπελογιάννη, του Μπάτση και των συντρόφων τους, με κορύφωση του δράματος  την εκτέλεση του Πλουμπίδη. Ο Κατράκης υποδυόταν τον Πλαστήρα.

Αφού εξαντλήσαμε τη συζήτηση για την ταινία, ο Μάνος άρχισε, όπως το συνήθιζε, να διηγείται τις ιστορίες του από την εποχή που είχε φθάσει στην Αθήνα από την Κρήτη και έκανε διάφορες δουλειές του ποδαριού, για να επιβιώσει αυτός και η μητέρα του.

Με τρέλαινε ο τρόπος που ο Μάνος διηγόταν με ζωηρές, νεανικές κινήσεις τα γεγονότα εκείνης της εποχής.

« Έβαζα το πανέρι με τα ψάρια στο κεφάλι και γύριζα στα μαγαζιά. Κάποια στιγμή μπήκα σ’ ένα καφενείο, κάπου στην πλατεία Κάνιγγος και φώναξα: «Ψάριαα, ψάριαα, φρέσκα ψάρια».  Ένας τύπος από μια παρέα που βρισκόταν σε πλήρη ευθυμία, γύρισε προς το μέρος μου και δείχνοντάς με με το δάχτυλο, μου είπε: «Εσύ είσαι π……». Χωρίς δεύτερη κουβέντα τού άδειασα το καλάθι με τα ψάρια στο κεφάλι. Ήμουνα λιανός, αλλά είχα γερό σκαρί και ήμουνα πάντα έτοιμος για όλα. Πέντε μέρες δούλευα τζάμπα, για να ξεπληρώσω στο αφεντικό μου τη ζημιά».

Με τον Μάνο γνωριστήκαμε στις πρώτες δημοτικές εκλογές μετά την μεταπολίτευση, όταν κατέβηκε υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος της Αθήνας με τον συνδυασμό του Μίκη Θεοδωράκη. Από τότε ως τον θάνατό του, με τιμούσε με την ουσιαστική φιλία του.

Δυο τρεις φορές τον μήνα, πηγαίναμε και τον παίρναμε από το θέατρο και κατευθείαν στο υπόγειο ταβερνάκι του Στράτου, στα Άνω Πετράλωνα. Μαζί του πάντα η αχώριστη σύντροφος της ζωής του. Τη θυμάμαι με πόση τρυφερότητα τον βοηθούσε να ντυθεί στο καμαρίνι του.

Ο Στράτος ήταν -δεν ζει πια- ένας απλός, χαριτωμένος άνθρωπος που βάδιζε με ιδιαίτερο, χορευτικό βήμα. Ο Μάνος τον έβαζε να τραγουδά ένα παλιό τραγούδι που του άρεσε πολύ. Θυμάμαι λίγο το ρεφραίν του: «Όσα φτερά και πούπουλα έχει  ο πετεινός σας, τόσα κομμάτια να γινώ, αν δεν γινώ δικός σας».

Ο Στράτος είχε πάγκο στην ψαραγορά και κρατούσε για το μαγαζί του τα καλύτερα ψάρια. Του είχε κολλήσει ότι έμοιαζε με τον Κάρυ Γκράντ και όλοι τον φωνάζαμε Κάρυ. Του Μάνου, του άρεσαν τα μπαρμπούνια και τα άγρια χόρτα, το κρασί δε του Στράτου αχτύπητο. Τι όμορφα βράδια, Χριστέ μου, με την ατμόσφαιρα της παλιάς ταβέρνας και τους απλούς ανθρώπους της παλιάς γειτονιάς!

Έτσι, σιγά σιγά χτίστηκε μεταξύ μας μια ουσιαστική φιλία, το ίδιο και με την αγαπημένη του Λίντα. Κάποια φορά, δεν είμαι βέβαιος αν ήταν στου Στράτου ή στην άλλη επίσης καλή και παλιά ταβέρνα του Οικονόμου, μας μίλησε για τη «Φθινοπωρινή Ιστορία» του Αρμπούζωφ, που έπαιξε με την Έλλη Λαμπέτη. Η ερμηνεία της  καρδιακής προσβολής  που  απαιτούσε ο ρόλος του, τον κούραζε τόσο πολύ, που ένιωθε πως κάθε βράδυ θα πέθαινε πραγματικά.

Η άλλη υπέροχη σκηνή, στο ίδιο έργο, ήταν όταν ο Μάνος βρισκόταν με τη μοναδική Έλλη Λαμπέτη στο νεκροταφείο. Πάνω στο μνήμα της γυναίκας του υπήρχε κάθε μέρα ένα ολόφρεσκο τριαντάφυλλο. Η Λαμπέτη έσκυβε να το αγγίξει και ο Μάνος, μ’ εκείνη τη βαθιά, μοναδική φωνή του, της έλεγε:

«Μην αγγίζετε, παρακαλώ, αυτό το λουλούδι».

Τώρα, ο Μάνος ζει στο δικό του αστερισμό που ίδρυσε στη μέση του ουρανού, συμμετέχοντας ενεργά στα γεγονότα του σύμπαντος. Πιονιέρος του  διαστήματος, κόβει κλήσεις  στους απρόσεκτους κυβερνήτες των διαστημοπλοίων, που εμποδίζουν τους ανθρώπους να ονειρευτούν έναν καλύτερο κόσμο.

Τρεις μήνες ύστερα από την αναχώρηση του Μάνου για το τελευταίο ταξίδι του, ήρθε ένα μεσημέρι στο γραφείο μου η σύντροφος της ζωής του, Λίντα  Άλμα, η μεγάλη χορεύτρια, η μόνη Ελληνίδα που χόρευε στο πρόγραμμα της Εντίθ Πιάφ, στο Παρίσι. Η Λίντα μου μιλούσε συχνά για τις περιοδείες της με την Πιάφ. Ο κόσμος παραληρούσε ακούγοντας αυτή την υπέροχη φωνή. Όταν τέλειωνε το τραγούδι της, δεν έφευγε. Παρακολουθούσε από την κουΐντα τον χορό της.

«Μάνο, θ’ αδειάσω την αποθήκη της Καλλιθέας με τα σκηνικά που έχει ζωγραφίσει ο μπαρμπα-Σπύρος. Ο Μάνος, πολύ πριν φύγει, μου είχε πει ότι αυτά τα σκηνικά θα ήθελε να τα πάρεις εσύ», μου είπε η Λίντα.

Επρόκειτο για τις πέντε φιγούρες σε φυσικό μέγεθος, που είχε ζωγραφίσει σε πλέξιγκλας  ο Σπύρος Βασιλείου, για τις ανάγκες του έργου του Νικηφόρου Βρεττάκου “Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη”, που είχε ανεβάσει ο Κατράκης στο Ηρώδειο και πρωταγωνιστούσε ο ίδιος.

Βλέπω τα έργα αυτά στο καθιστικό του σπιτιού μας και θυμάμαι τη φωνή του Μάνου που με καλούσε τα μεσάνυχτα: «Έλα τώρα σπίτι, φτιάχνω στακόρυζο». Η παραγγελιά αυτή μου θυμίζει, σε άλλη διάσταση βέβαια, το τηλεγράφημα του Αλέξη Ζορμπά από τη Λουμπλιάνα της Γιουγκοσλαβίας στον Νίκο Καζαντζάκη, όταν μαίνονταν οι Βαλκανικοί πόλεμοι: «Αφεντικό, βρήκα πέτρα πράσινη, ελθών αμέσως».

Είχα τη χαρά πέρυσι, να παραχωρήσω ύστερα από γραπτή παράκληση στο Μουσείο Μπενάκη, για δύο μήνες, ένα από τα πέντε αυτά πρωτότυπα έργα “Τον στρατιώτη των Βαλκανικών Πολέμων” για την έκθεση του συνόλου της σκηνογραφικής δουλειάς  του Σπύρου Βασιλείου.

Επισκεπτόμουνα συχνά τον Μάνο στο νοσοκομείο. Όταν είχε πια βαρύνει, δεν ήθελε να βλέπει κανέναν, εκτός βέβαια από τη σύντροφο της ζωής του, τη μοναδική Λίντα.

Ο Μάνος, φίλος της καρδιάς, ένας έντιμος άνθρωπος και αγωνιστής, πιστός ως το τέλος της ζωής του στις ιδέες του, που δεν προσπάθησε ποτέ να τις επιβάλλει στους άλλους. Στις ρωγμές των αρχαίων θεάτρων, η  μοναδική φωνή του θα κρατάει ζωντανό πάντα τον λόγο των μεγάλων τραγικών. Στο Πεδίο του Άρεως, στο δικό του, το «Λαϊκό Θέατρο», ακούμε ακόμα το τραγούδι του από την παράσταση «Το Κορίτσι με το Κορδελάκι»:

                                     « Γκρεμισμένα σπίτια μέσα στο σκοτάδι

                                       έτσι είναι η ζωή μας μεσημέρι-βράδυ.

                                       Μη ζητάς κορίτσι μου ένα κορδελάκι

                                       από τα ερείπια φτιάχνω ένα σπιτάκι».

Γεια σου, λεβεντο-Μάνο.

* Το άρθρο του κ. Τσακίρη δημοσιεύτηκε πρώτη φορά, πριν λίγες ημέρες, στο protagon.gr

* Ο Μανόλης Τσακίρης είναι συγγραφέας έξι λογοτεχνικών βιβλίων, ενώ βρίσκεται υπό έκδοσιν το έβδομο ποιητικό βιβλίο του. Είναι μέλος της Ενώσεως Σεναριογράφων Ελλάδος, ενώ για 14 χρόνια υπήρξε στενός συνεργάτης του σκηνοθέτη Θεόδωρου Αγγελόπουλου. Υπήρξε σύμβουλος σε ζητήματα πολιτισμού στην ΓΣΕΕ και την ΟΤΟΕ και είναι πρόεδρος του ιστορικού υπερκομματικού Συλλόγου Οικολόγων Ύδρας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα