Υπόθεση Marfin: Oταν η επικοινωνία “σκοτώνει” την πολιτική και την αλήθεια

Υπόθεση Marfin: Oταν η επικοινωνία “σκοτώνει” την πολιτική και την αλήθεια
Φωτογραφία αρχείου Eurokinissi

Η επικοινωνία θριαμβεύει έναντι της πολιτικής σ' όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα παρακολουθήσαμε το φαινόμενο να ξεδιπλώνεται μπροστά στην υπόθεση της Marfin.

Στα χρόνια της τηλεοπτικής δημοκρατίας είναι φυσικά και επόμενο η επικοινωνία να παίζει κομβικό ρόλο στην πολιτική και ιδιαίτερα στο κομμάτι της διαχείρισης των κρίσεων, όποιον χαρακτήρα και αν έχουν αυτές.

Ακόμα και ο πλέον δύσπιστος θα έχει προφανώς καταλάβει ότι στο συγκεκριμένο τομέα η ελληνική κυβέρνηση τα καταφέρνει σχεδόν άψογα. Υπερτονίζει τα επιτεύγματά της, υποβαθμίζει τα λάθη και τις αστοχίες της, διαμορφώνει, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, την ατζέντα του δημοσίου διαλόγου όπως θέλει η ίδια.

Ολα αυτά βέβαια εκμεταλλευόμενη την τρομερή μιντιακή της υπεροπλία η οποία ήταν ένας από τους λόγους που της εξασφάλισε και τη σχετικά άνετη νίκη τον περασμένο Ιούλη.

Μέχρι εδώ, ας πούμε καλά. Εχει συμβεί και άλλες φορές στην μάλλον “ανάπηρη” δημοκρατία μας τα ΜΜΕ να σιγοντάρουν τις κυβερνητικές προσπάθειες και να επιχειρούν να απομονώσουν την αντιπολίτευση παρουσιάζοντας τις απόψεις της αποσπασματικά και πολύ συχνά χαρακτηρίζοντάς την, εμμέσως πλην όμως σαφώς, επικίνδυνη, ακόμα και γραφική. Στα χρόνια της παντοκρατορίας του Κώστα Σημίτη το βιώσαμε ξανά, στο ζόφο των μνημονίων το ίδιο.

Ομως, κάποια στιγμή ακόμα και στην ψωροκώσταινα η επικοινωνία τελειώνει και κάπου πρέπει να αρχίζει η πολιτική. Δηλαδή, η ουσία, τα πραγματικά πεπραγμένα, αυτό που πολύ πεζά αποκαλούμε αλήθεια (όπως την αντιλαμβάνεται ο καθένας τέλος πάντων).

Επιθυμεί η παρούσα κυβέρνηση να ακουστεί η αλήθεια; Στην πραγματικότητα μάλλον κάνει ότι μπορεί για να μας αποδείξει το αντίθετο. Και το κάνει φέρνοντας μετ’ επιτάσεως στην επικαιρότητα την υπόθεση της Marfin, 10 χρόνια μετά την αποτρόπαια δολοφονία των τριών εργαζόμενων της τράπεζας εκείνο τον κολασμένο Μάη του 2010.

Το πραγματοποιεί έχοντας μάλιστα έναν προφανή στόχο. Να χρεώσει πάση θυσία στην Αριστερά τους φόνους. Και το χειρότερο; Παρέσυρε στο επικίνδυνο αυτό μονοπάτι και την πρόεδρο της Δημοκρατίας η οποία είναι φανερό ότι δεν διαθέτει πολιτική πείρα για να ελιχθεί αναλόγως.

Μάλιστα, η κ. Σακελλαροπούλου έσπευσε να μιλήσει για ιδεολογική βία. Καταλαβαίνουμε προφανώς ότι η ιδεολογική βία ασκείται από τους οπαδούς μίας ιδεολογίας σε αυτούς μίας άλλης. Η όλη τελετή, από τη σύλληψη μέχρι την εκτέλεσή της, συνιστά μέγιστο πολιτικό ατόπημα.

Ομως, η αναμόχλευση του θέματος θεωρήθηκε ότι θα κάνει τόσο μεγάλο γκελ στην κοινή γνώμη, (βλέπε τηλεοπτικό, κυρίως, κοινό) που ακόμα και οι ηγέτες της Αριστεράς μπήκαν στο χορό για το ποιος θα τιμήσει καλύτερα τους αδικοχαμένους (οι οικογένειες των οποίων παρακολουθούν έκθαμβες τους αγαπημένους τους να γίνονται μέτρο πολιτικής επίδοσης και “ωριμότητας”). Οι κκ Τσίπρας, Κουτσούμπας και Βαρουφάκης σύρθηκαν πίσω από τις καθαρά επικοινωνιακές κυβερνητικές επιλογές με μία απίστευτη πολιτική αφέλεια.

Την ίδια ώρα η αλήθεια κείτεται βαριά τραυματισμένη. Στην πλατεία της Κυψέλης όπου άνθρωποι δέρνονται ανηλεώς επειδή…συνωστίζονται. Στη Βουλή όπου κατατίθεται και ψηφίζεται στο άψε σβήσε το “περιβαλλοντοκτόνο” περιβαλλοντικό νομοσχέδιο. Στους τόπους δουλειάς όπου η ανεργία θεριεύει και η ελαστική εργασία γίνεται ο απόλυτος κανόνας. Στα σχολεία που είναι έτοιμα να “υποδεχθούν” τακτικές big brother γιατί έτσι αντιλαμβάνεται η ελληνική δεξιά την εκπαίδευση στον 21ο αιώνα.

Οταν όμως η επικοινωνία θριαμβεύει, η αλήθεια δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο, μπορεί απλά να συνεχίζει να αιμορραγεί με την ησυχία της. Η επικοινωνία αντικαθιστά και την αλήθεια, και την ουσία, και στο τέλος της ημέρας την πολιτική την ίδια. Δεν έχει σημασία τι πραγματικά γίνεται αλλά τι η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι γίνεται. Και όπως έλεγαν παλιά στα δημοσιογραφικά γραφεία ποτέ μην αφήνεις ασήμαντες λεπτομέρειες να σου χαλούν μία ωραία ιστορία.

Πριν λοιπόν έρθει ο Αρμαγεδδώνας σε οικονομία και εργασία, η κυβερνητική πλειοψηφία πρέπει να πουλήσει την πραμάτεια της στο κοινό που την προτίμησε τον περασμένο Ιούλη. Στο πρακτικό κομμάτι δεν έχει να παρουσιάσει κάτι χειροπιαστό, εκτός ίσως από τη μικρή, οριζόντια όμως (ίδια για πλούσιους και φτωχούς) μείωση του ΕΝΦΙΑ. Οπότε αναγκαστικά στρέφεται στην όντως επιτυχή αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και σε εξελίξεις που χαϊδεύουν τα αυτιά του κυρ-Παντελή ο οποίος θέλει να έχει πάντα το κεφάλι του ήσυχο. “Κλειδωμένα σύνορα”, μηδενική ροές μεταναστών με το δόγμα “καμία ανοχή” και αστυνομία παντού να τσακίζει τους κάθε λογής “απείθαρχους” από την Αγία Παρασκευή μέχρι την Κυψέλη.

H Marfin ήταν απλώς το κερασάκι στην τούρτα. Μεταξύ μας αν το ελληνικό κράτος και η παρούσα κυβέρνηση ήθελαν πράγματι να τιμήσουν τη μνήμη αυτών των ανθρώπων θα είχαν σπεύσει ήδη, πριν γίνουν οι σχετικές δημοσιογραφικές αποκαλύψεις, να αποσύρουν την αναίρεση που είχε ασκήσει το δημόσιο για να εισπράξουν επιτέλους τα χρήματα της αποζημίωσης οι οικογένειες. Το έκαναν μόνο όταν πιάστηκαν με τη γίδα στην πλάτη και τα θαυματουργά στις ημέρες μας social media πίεσαν με τον αποτελεσματικό τρόπο που μπορούν: Ξεμπροστιάζοντας…

Απόδειξη ότι το φαίνεσθαι έχει πια την απόλυτη προτεραιότητα σε σχέση με το είναι. Πιο παλιά το φαινόμενο το αποκαλούσαμε προπαγάνδα. Σήμερα, που κάποιοι επιχειρούν να ξεχάσουμε τους όρους του παρελθόντος, προτιμούν τον όρο επικοινωνία. Περισσότερο εύηχος, λιγότερο πολιτικός, σαφώς ουδέτερος.

Την ίδια ώρα επιθυμούν να ποινικοποιήσουν πολιτικά την κάθε αντίδραση. Οι λέξεις σ’ αυτήν την προσπάθειά τους, λαμβάνουν νέα νοήματα ενώ πολύ χρήσιμοι φαίνονται και οι επιθετικοί προσδιορισμοί. Η κυβερνητική πλειοψηφία λατρεύει να χρησιμοποιεί, ας πούμε, το επίθετο διχαστικός για να προσδιορίζει πολιτικά την οποιαδήποτε αντίθεση στα σχέδιά της. Εχει αδυναμία επίσης στη λέξη παρελθόν γιατί πιστεύει ότι η ίδια αντιπροσωπεύει το μέλλον (χρησιμοποιώντας βέβαια χρεοκοπημένα και καταδικασμένα από την ιστορία πολιτικά εργαλεία). Σιχαίνεται, τέλος, τη βία για την οποία όμως θέλει να έχει το αποκλειστικό μονοπώλιο. Και στη σωματική και στην ψυχική.

Στην κολυμπήθρα λοιπόν της κυβερνητικής επικοινωνίας, που είναι άριστα δομημένη, οι λέξεις “αναβαπτίζονται” και οι νέες σημασίες χρησιμοποιούνται με τον τρόπο που βολεύουν το κυβερνητικό αφήγημα. Εφαρμόζονται, κοντολογίς, οι πιο μοντέρνες μέθοδοι χειραγώγησης έτσι ώστε το κουρασμένο παλιό να εμφανίζεται ως ανανεωμένο νέο, χωρίς όμως ιδεολογικά χαρακτηριστικά και περιττές σχετικές αναλύσεις. Με μία φράση: Νεοφιλελευθερισμός αλά ελληνικά. Και όποιος αντέξει.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα