Πιο επικίνδυνα από ποτέ- Greek Fatigue

Πιο επικίνδυνα από ποτέ- Greek Fatigue

Η Ελλάδα έχει κουράσει και έχει κουραστεί. Στον διεθνή τύπο χρησιμοποιείται ο όρος Greek Fatigue (ελληνική κόπωση). Ο κίνδυνος για ένα μη αναστρέψιμο ατύχημα είναι μεγαλύτερος από ποτέ

Δεν είναι λίγοι οι ζωηρά ανησυχούντες πολίτες, που εκτιμούν, ότι η εικόνα αδιεξόδου, που μοιάζει να δημιουργείται στην αέναη “διαπραγμάτευση” της ελληνικής κυβέρνησης με τους “θεσμούς” (εταίρους και λοιπούς πιστωτές του ελληνικού κράτους), τα στενά χρονικά περιθώρια που δημιουργούνται και η εν γένει ομηρεία της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας τείνουν να προσλάβουν χαρακτηριστικά που προσομοιάζουν επικίνδυνα με το δραματικό καλοκαίρι του 2015. Θα μπορούσα άνετα να συμπεριλάβω τον εαυτό μου στην ανωτέρω περιγραφείσα ομάδα πολιτών, αν δεν εκτιμούσα ότι η υπό διαμόρφωση κατάσταση είναι στην πραγματικότητα ακόμη πιο επικίνδυνη από εκείνη του προ διετίας θέρους.

Εξηγούμαι. Αν εξετάσει κανείς προσεκτικά τις παραμέτρους τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στον διεθνή περίγυρο, θα καταλήξει αβίαστα στο συμπέρασμα ότι οι συνθήκες έχουν επιδεινωθεί και οι -πάσης φύσεως- απειλές γιγαντωθεί.

Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ασυγκρίτως δεινότερη θέση, από τη δεινή -αλλά στοιχειωδώς σταθεροποιημένη και δειλά ανακάμπτουσα- κατάσταση που εβρίσκετο προ διετίας. Η οπερετική “διαπραγμάτευση” με “τα πουκάμισα έξω” και ο πολιτικός τυχοδιωκτισμός του διχαστικού -και πιθανότατα αντισυνταγματικού- δημοψηφίσματος οδήγησαν στην επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων και την “ταπεινωτική” συνθηκολόγηση της υπογραφής του τρίτου -και εντελώς αχρείαστου- μνημονίου, του οποίου η κυβερνητική εκδοχή εφαρμογής περιλαμβάνει την άρνηση, καθυστέρηση ή υπονόμευση  διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την άνευ ιστορικού προηγουμένου υπερφορολόγηση και πάσης φύσεως επιβάρυνση της εργασίας και της επιχειρηματικότητας. Αποκομμένη όλο αυτό το διάστημα από την ποσοτική χαλάρωση της Ε.Κ.Τ. η οικονομία που την είχε περισσότερο από κάθε άλλη ανάγκη, με τελείως πλέον αφελληνισμένες και παγιδευμένες στα κόκκινα δάνεια τράπεζες, με συνεχιζόμενη αποεπένδυση και διαρκή απαξίωση των περιουσιακών στοιχείων αδυνατεί να βρει σημείο -έστω και χαμηλής- ισορροπίας. Οι όποιες εφεδρείες της οικονομίας έχουν εξαντληθεί, νέα βάρη έχουν προστεθεί και η τυχόν επανάληψη της “προθανάτιας” εμπειρίας του καλοκαιριού του 2015 θα καταστεί μοιραία.

Κρισιμότερη όμως παράμετρος ίσως είναι η εξάντληση των ψυχικών αποθεμάτων μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας. Καλώς ή κακώς ένα σημαντικό τμήμα της αντιμετώπιζε την έλευση του παρόντος κυβερνητικού σχήματος στην εξουσία με άλογη και αστήρικτη ενδεχομένως ελπίδα, αλλά πάντως… ελπίδα (και όχι μόνο όσοι τους ψήφισαν πιθανότατα). Η οικτρή διάψευση των ανεδαφικών προσδοκιών μπορεί σε μια μειοψηφία να προκάλεσε αναστοχασμό, περίσκεψη και επώδυνη συνειδητοποίηση, αλλά στην πλειοψηφία επέτεινε την απόγνωση, την οργή, τον μηδενισμό, την απαξία, την ροπή προς τη συνωμοσιολογία και τον μανιχαϊσμό. Η κυβέρνηση μοιάζει να καταρρέει ως προς την εμπιστοσύνη των πολιτών, αλλά η λογική που την έφερε στην εξουσία δεν έχει ηττηθεί. Η προσέγγιση ότι το πρόβλημα της χώρας προκύπτει από την τιμωρητική διάθεση των δανειστών της και την υποχωρητικότητα του μειωμένου σθένους ή “ξεπουλημένου” πολιτικού της συστήματος εξακολουθεί να πλειοψηφεί στην ελληνική κοινωνία και ψάχνει τον νέο της πολιτικό εκφραστή. Αυτός είναι -δυστυχώς- ο περίφημος …Κανένας των δημοσκοπήσεων. Και είμαστε πραγματικά τυχεροί, που δεν έχει προκύψει -ακόμη- κάποιος χαρισματικός και λιγότερο λούμπεν ακροδεξιός, χωρίς τα χαρακτηριστικά υποκόσμου των νεοναζιστών της Χ.Α., για να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά όλο αυτό το ρεύμα -μη- σκέψης. Αν πάντως στην πρώτη φάση της κρίσης (έως το 2015) το κυρίαρχο πολιτικό αίτημα ήταν η απαλλαγή από το μνημόνιο με διασφάλιση της παραμονής στην Ευρωζώνη, πλέον όλο και περισσότεροι έλκονται από τον θανάσιμο ίλιγγο της βουτιάς στο κενό. Όλο και συχνότερα, και από όλο και περισσότερους ακούς πλέον τη διατύπωση:

“Αμάν πια, δεν πάει άλλο, να πάμε στη δραχμή να ησυχάσουμε, να δούμε τι θα κάνουμε…”.

Πολιτικά επίσης, η κατάσταση φαντάζει υπό προϋποθέσεις πιο επικίνδυνη από το 2015. Το καλοκαίρι του 2015 ο Πρωθυπουργός ήταν απόλυτος κυρίαρχος στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Έχαιρε τεράστιας δημοτικότητας (θυμίζω γίνονταν ακόμη και διαδηλώσεις …υποστήριξης της κυβέρνησης), είχε την ανοχή ακόμη και των σφοδρότερων πολεμίων του, αντιμετωπιζόταν με συμπάθεια ακόμη και από το Ευρωπαϊκό πολιτικό κατεστημένο και παρ’όλα αυτά, όταν νομοτελειακά βρέθηκε αντιμέτωπος με την ασυμβατότητα της δημαγωγικής του ρητορικής με την πραγματικότητα, δε δίστασε να σύρει την χώρα σε ένα τυχοδιωκτικό δημοψήφισμα και ακολούθως σε εκλογές για να να εκκαθαρίσει το εσωκομματικό του πεδίο. Αν κάτι έδειξαν τα δύο χρόνια διακυβέρνησης ΣΥ. ΡΙΖ.Α-ΑΝ.ΕΛ., είναι μια πρωτοφανής εξουσιολαγνεία και μια λίαν επικίνδυνη -για τη δημοκρατία- ροπή προς τον αυταρχισμό. Μακάρι να κάνω λάθος, αλλά η εκτίμησή μου είναι, ότι η βασική προτεραιότητα των ανθρώπων που μας κυβερνούν είναι η -με κάθε κόστος- παραμονή τους στην εξουσία. Αν το καλοκαίρι του 2015 και όντας πανίσχυροι πολιτικά δε δίστασαν να παίξουν την χώρα στα ζάρια, στριμωγμένοι τώρα “στα σκοινιά” είναι ακόμη πιο απρόβλεπτοι. Τίποτα δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας νέας απόπειρας “απόδρασης” από την πολιτική τους παγίδευση μέσω ενός δημοψηφισματικού χαρακτήρα διλήμματος, που θα επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά ένα υπαρκτό και πολύ ισχυρό αντι-ευρωπαϊκό ρεύμα με ψευδο-αντισυστημικά χαρακτηριστικά.

Τέλος, σε ότι αφορά τον διεθνή περίγυρο, η συνολική κατάσταση είναι εξωφθάλμως πιο ασταθής απ’ότι προ διετίας. “Αδιανόητα” το 2015 ενδεχόμενα, όπως η έξοδος της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε. ή η εκλογή Τραμπ, έχουν ήδη επισυμβεί. Η Ευρώπη -ενδεχομένως και η Δύση συνολικότερα- βυθίζεται σε μια άνευ προηγουμένου υπαρξιακή κρίση και η τύχη του ατέρμονα επανερχόμενου “ελληνικού ζητήματος” δείχνει να απασχολεί όλο και λιγότερους. Το 2017 είναι εκλογική χρονιά σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία και είναι σχετικά ασφαλής η πρόβλεψη, ότι το μετεκλογικό περιβάλλον και στις τρεις αυτές σημαντικές χώρες θα είναι πολύ δυσμενέστερο και με πολύ λιγότερη “κατανόηση” για τις ελληνικές θέσεις απ’ότι σήμερα. Η νέα αμερικανική διοίκηση τόσο σε επίπεδο εξαγγελιών, όσο και στα αρχικά δείγματα γραφής της, φαίνεται -στην καλύτερη περίπτωση- να προκρίνει μια λογική εσωστρέφειας και απομονωτισμού και πάντως το πάγιο μέχρι τούδε αμερικανικό δόγμα περί αρραγούς Ευρώπης και Ευρωζώνης φαίνεται να ανήκει στο παρελθόν. Σε κάθε περίπτωση η -όποια- ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να αναμένει παρεμβάσεις των Η.Π.Α. στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων υπέρ της -πάση θυσία- παραμονής της Ελλάδος στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθεί η ενδεχόμενη περαιτέρω όξυνση του προσφυγικού-μεταναστευτικού, και βεβαίως η, μετά το αποτυχημένο εναντίον του πραξικόπημα, “απασφαλισμένη” συμπεριφορά του συμπεριφερόμενου ως Σουλτάνου Ερντογάν.

Η Ελλάδα έχει κουράσει και έχει κουραστεί. Στον διεθνή τύπο χρησιμοποιείται ο όρος Greek Fatique (ελληνική κόπωση). Ο κίνδυνος για ένα μη αναστρέψιμο ατύχημα είναι μεγαλύτερος από ποτέ. Η επαγρύπνηση των πολιτών που πιστεύουν στη δημοκρατία και τα μεταπολιτευτικά κεκτημένα (ειρήνη, ασφάλεια, πολυφωνία, ευρωπαϊκός προσανατολισμός) είναι απολύτως αναγκαία. Οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι ιστορικές. Οφείλει, έστω και τώρα, να αναζητήσει την πολιτική συνεννόηση σε εθνικό επίπεδο. Ιστορικές όμως είναι και οι ευθύνες της αντιπολίτευσης του δημοκρατικού τόξου (μείζονος και ελάσσονος). Οφείλει -αυτή τη φορά- να αποτρέψει οποιοδήποτε παιχνίδι με τους θεσμούς ή ενδεχόμενα κυβερνητικά απενενοημένα διαβήματα διαμηνύοντας προς κάθε κατεύθυνση, ότι πλέον δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτά.

Υπάρχουν τρόποι.

* Ο Σταμάτης Κυρζόπουλος είναι ιατρός καρδιολόγος, στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο και συγγραφέας του βιβλίου  “Μονόδρομοι και αδιέξοδα: Πολιτών υπέρβαση”. Εκτός από το News247 αναλύει και εκφράζει τις σκέψεις του μέσα από το προσωπικό του blog sxoliopoliti.blogspot.gr.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα