Η εσωτερική υποτίμηση δεν έπιασε τόπο

Η εσωτερική υποτίμηση δεν έπιασε τόπο

Είναι ορατός ο κίνδυνος να έχουμε περαιτέρω εξυγίανση στους δημοσιονομικούς δείκτες και παράλληλα να σέρνεται η πραγματική οικονομία στον πάτο του βαρελιού, αν όχι να πάει παρακάτω

Για όποιον είχε την παραμικρή αμφιβολία, η έκθεση για την ανταγωνιστικότητα που δημοσιοποίησε το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (World Economic Forum – WEF) αρκεί για να την διασκεδάσει: Η εσωτερική υποτίμηση που αποτέλεσε τη βασική μεθοδολογία των προγραμμάτων προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας, έφερε μεν την… προβλεπόμενη (και λίγο παραπάνω) καταστροφή του κοινωνικού ιστού, όμως αυτή η καταστροφή δεν έπιασε τόπο. Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, αντί να βελτιωθεί επιδεινώθηκε.

Η χώρα μας κατατάσσεται στην 86η θέση μεταξύ 138 χωρών που εξετάζονται στην Έκθεση του WEF 2016/2017, υποχωρώντας μάλιστα κατά πέντε θέσεις σε σχέση με την περυσινή κατάταξη.

Τα capital controls και η αδράνεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος λειτούργησαν καταλυτικά, αλλά βασική αιτία της επιδείνωσης της ελληνικής ανταγωνιστικότητας υπήρξε η φορολογική επιδρομή. Η χώρα μας κατατάσσεται στην 136η θέση σε ό,τι αφορά την επίδραση της φορολογίας ως κίνητρο για επενδύσεις, αλλά και ως κίνητρο στην αγορά εργασίας (135η θέση). Οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές και η φορολογική νομοθεσία αποτελούν τον δεύτερο και πέμπτο κυριότερο ανασταλτικό παράγοντα, αντιστοίχως, για το επιχειρείν στην Ελλάδα.

Μόλις προ ολίγων ημερών δόθηκε στη δημοσιότητα μια άλλη έκθεση, εκείνη του ΟΟΣΑ για τη φορολογική πολιτική. Τι αποκαλύπτει; Ότι η Ελλάδα ήταν το 2015 η μοναδική χώρα μέλος του ΟΟΣΑ η οποία προχώρησε σε αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων, την ώρα που η γενικότερη τάση παγκοσμίως είναι να διέπεται η φορολόγηση από αναπτυξιακά χαρακτηριστικά.

Όταν η Ελλάδα βρέθηκε το 2010 σε ουσιαστική χρεοκοπία, αποκλεισμένη από τις αγορές, είχε στην πραγματικότητα να αντιμετωπίσει δύο βαρίδια που την παρέσυραν στο βυθό, λειτουργώντας παράλληλα και συνδυαστικά. Το ένα ήταν η δημοσιονομική εκτροπή και το άλλο η σαθρή παραγωγική βάση και η χαμηλή ανταγωνιστικότητα.

Η έλλειψη εθνικού σχεδίου, αλλά και η ουσιαστική ακηδία εταίρων και δανειστών, οδήγησε σε μνημόνια που μερίμνησαν μόνον για τη δημοσιονομική εξυγίανση και άφησαν, ουσιαστικά, εκτός πεδιάς την παραγωγική αναδιάρθρωση και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Το φάρμακο υπήρξε τοξικό. Ειδικά, δε, με την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου, η ακόμα μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση, οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, μέτρα που ήρθαν να επιβληθούν πάνω σε μια καθηλωμένη αγορά και μια καθημαγμένη επιχειρηματικότητα, στερούν από την ελληνική οικονομία κάθε δυνατότητα ανάταξης.

Είναι ορατός ο κίνδυνος να έχουμε περαιτέρω εξυγίανση στους δημοσιονομικούς δείκτες και παράλληλα να σέρνεται η πραγματική οικονομία στον πάτο του βαρελιού αν όχι να πάει παρακάτω.

Αυτό μπορεί να αρκεί στους εταίρους και δανειστές μας που έχουν άλλα να σκεφθούν ενόψει των εκλογικών αναμετρήσεων του 2017 στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, και συνεπώς επιδιώκουν απλώς να «τσουλάει» το πρόγραμμα χωρίς να χρειάζεται να απολογούνται στην εκλογική πελατεία τους, αλλά θα είναι ολική καταστροφή για την Ελλάδα. Και βέβαια για τους νέους επιστήμονες, μηχανικούς κ.λπ., τους οποίους, σύμφωνα πάντα με την έκθεση του WEF, διαθέτει εν αφθονία η χώρα μας (είναι από τους λίγους τομείς που πάει καλά) αλλά προσφέρουν αλλού τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους: Βρισκόμαστε στην 124η θέση σε ό,τι αφορά τη δυνατότητά μας να συγκρατούμε τα ταλέντα εντός συνόρων και στην 130ή θέση σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα προσέλκυσης ταλέντων στη χώρα!

*Ο Θοδωρής Παναγούλης είναι δημοσιογράφος.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα