Είμαστε μια πολύ ωραία ατμόσφαιρα…

Είμαστε μια πολύ ωραία ατμόσφαιρα…
Nick Paleologos / SOOC

Ο στρογγυλεμένος πολιτικός διάλογος και οι άνευ ουσίας εντάσεις της προεκλογικής περιόδου. Ο ΣΥΡΙΖΑ που θέλησε να αιφνιδιάσει αλλά αιφνιδιάστηκε, υποτιμώντας το λαϊκό αίσθημα και πηγαίνοντας τρίτη φορά σε κάλπες

Αν έρχονταν αναλυτές από άλλη χώρα χωρίς να γνωρίζουν τι είχε προηγηθεί και παρακολουθούσαν τη μέχρι σήμερα προεκλογική περίοδο, την όλη αντιπαράθεση και το δημόσιο διάλογο που αναπτύσσεται, θα πίστευαν ότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει και πολύ μεγάλα προβλήματα. Ότι δεν είναι η χώρα που το Κοινοβούλιό της ψήφισε πριν λίγες εβδομάδες τρίτο Μνημόνιο που περιλαμβάνει μέτρα ύψους 14 δις ευρώ και νέο δανεισμό ύψους περίπου 85 δις ευρώ. Ότι δεν είναι η χώρα που βρέθηκε στο χείλος του γκρεμού και που δεν έχει απαλλαγεί ακόμα οριστικά από τον κίνδυνο του GREXIT. Ότι δεν είναι η χώρα που οι πολίτες της θα καλεστούν να πληρώσουν 12,5 δις φόρους μέχρι το τέλος του χρόνου και αναμένεται να κλείσουν τους επόμενους μήνες 63.000 περίπου επιχειρήσεις με ότι αυτό σημαίνει για την παραπέρα εκτίναξη της ανεργίας. Αυτά δε θα έπρεπε να κουβεντιάζονται προεκλογικά; Λογικά ναι. Ε δεν κουβεντιάζονται αυτά…

Ο πολιτικός διάλογος είναι στρογγυλεμένος, οι εντάσεις είναι συνήθως άνευ ουσίας και οι πρωταγωνιστές δείχνουν να αποφεύγουν τα καυτά θέματα. Σα να μη θέλουν να μιλήσουν για την επομένη των εκλογών. Τίποτα από αυτά που ακούγονται δε συμβάλλει στην αφύπνιση μιας κοινωνίας που ζαλίστηκε πίνοντας από το κρασί των ψεύτικων υποσχέσεων, των επίγειων παραδείσων και των εύκολων λύσεων που θα επέβαλλε με μαγκιά η Κυβέρνηση της «πρώτης φορά Αριστερά». Τίποτα δε συμβάλλει στην ενεργοποίησή της, στην δημιουργία ενός μαζικού ανατρεπτικού, μεταρρυθμιστικού κινήματος με νέες ιδέες, νέες προτάσεις. Στην απόφαση να αφήσουν οριστικά πίσω τους μύθους, τις αρρωστημένες επικρατούσες νοοτροπίες, την υποκρισία, την ανειλικρίνεια και την προβολή ανέφικτων στόχων. Στη δημιουργία μιας νέας πεποίθησης: Ότι για να προχωρήσει η χώρα χρειάζονται βαθιές μεταρρυθμίσεις, ότι χρειάζεται δουλειά, κοινωνικές συμφωνίες, πόνο, κόπο.

Τον τόνο της προεκλογικής περιόδου ασφαλώς, έδωσε και δίνει το κόμμα που θριάμβευσε τον Ιανουάριο και μέσα σε επτά μήνες υπέστη μία οδυνηρή πολιτική, ιδεολογική, στρατηγικού χαρακτήρα ήττα, οδηγώντας τη χώρα στα άπατα. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήγε να αιφνιδιάσει και αιφνιδιάστηκε. Υποτίμησε το λαϊκό αίσθημα και πήγε για Τρίτη φορά σε κάλπες. Υποτίμησε το βάθος της ήττας του, της κοινωνικής κόπωσης και απογοήτευσης από την πορεία και τα πεπραγμένα του. Υποτίμησε τις δεκάδες ήττες που υφίστατο καθημερινά σε ότι μεγάλο ή μικρό καλέστηκε να διαχειριστεί. Δεν είναι τυχαίο που μία Υπηρεσιακή Κυβέρνηση κινείται πιο αποτελεσματικά από την παραιτηθείσα κυβέρνηση της χώρας (χειρισμοί για το μεταναστευτικό, πρωτοβουλίες Ν. Χριστοδουλάκη για capital controls κ.α.).

Προχωράει στις εκλογές αδυνατώντας να συσπειρώσει τις δυνάμεις που την στήριξαν όχι μόνο λόγω διάψευσης των προσδοκιών που καλλιέργησε, αλλά και λόγω ανειλικρίνειας και αντιφατικότητας ακόμα και τώρα του προεκλογικού του λόγου.

· Το κόμμα που με δική του διαπραγμάτευση έφερε το τρίτο Μνημόνιο, προσπαθεί τώρα να εμφανιστεί ολίγον αντιμνημονιακό!

· Το κόμμα που έκανε μία δήθεν διαπραγμάτευση, ζητά τώρα ψήφο γιατί αυτό μπορεί να βελτιώσει το μνημόνιο!

· Το κόμμα που όμηρο των ισορροπιών του και των ιδεοληψιών του έκανε μία απότομη κωλοτούμπα και αναγκάστηκε σε ένα επώδυνο συμβιβασμό, προσπαθεί να εμφανιστεί ασυμβίβαστο και «κλείνει το μάτι» για ένα δήθεν δεύτερο γύρο στην δήθεν μάχη που έδωσε.

· Το κόμμα που σέρνει τρίτη φορά στις κάλπες τους πολίτες προσπαθεί να ρίξει τις ευθύνες των πρόωρων εκλογών στα στελέχη της Λαϊκής Ενότητας και την ίδια ώρα ο Πρόεδρός του δηλώνει ότι τις είχε αποφασίσει έτσι κι αλλιώς από τις 12 Ιουλίου!

Ποιον να πείσει λοιπόν ο κ. Τσίπρας, αφού ο ίδιος δείχνει να μην ξέρει τι θέλει; Όταν η επικοινωνιακή τακτική του χαρακτηρίζεται από αντιφάσεις και μόνο; Ακόμα και στο κεντρικό θέμα της Κυβέρνησης της επόμενης μέρας έχει αλλάξει τη μία θέση μετά την άλλη. Ο λαός ανησυχεί για τη σταθερότητα της χώρας και αυτός δεν προτείνει κάτι σαφές. Αρχικά είδε τον Π. Καμμένο τον μόνο (!) πιθανό συνεργάτη του. Μετά απέκλεισε μόνο τη Ν.Δ.. Μετά είδε δυνατότητες και με ΠΑΣΟΚ και με ΠΟΤΑΜΙ, αν ειδικά το πρώτο «απαλλαγεί από τα βαρίδια του»! Βγάζει μήπως κανείς συμπέρασμα; Για ποιους λόγους, και για ποια προοπτική ζητάει την ψήφο των πολιτών; Κανείς δεν ξέρει. Κάτι ψελλίζει περί της ανάγκης «να πάει η χώρα μπροστά» και «να απομονωθεί το παλιό». Όμως γι αυτό δεν τον εμπιστεύτηκαν τον Ιανουάριο; Δεν αποκλείεται ασφαλώς τελευταία στιγμή να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Για πολλούς συνεχίζει να είναι το φαβορί λόγω εφεδρειών. Όμως θα έχει νικήσει, ηττώμενος επί της ουσίας. Και μάλιστα μπροστά του θα έχει να σχηματίσει γρήγορα σταθερή Κυβέρνηση και να υλοποιήσει ένα επαχθές μνημόνιο. Δύσκολα πράγματα… Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε ως «αριθμητικό θαύμα» οδεύοντας από το 4% στο 36,5% σε χρόνο ρεκόρ «κρύβοντας» εκρηκτικές αντιφάσεις στην προοπτική της εξουσίας. Δεν δικαιώνει πάντως ότι μπορεί να αποτελέσει και «πολιτικό θαύμα».

Η Ν.Δ. μπήκε ξαφνικά στα ίσα στον αγώνα και διεκδικεί την νίκη με ίσους όρους. Οφείλει πολλά πριν από όλα στην επτάμηνη  θητεία του κ. Τσίπρα, αλλά και στην αλλαγή Σαμαρά. Ο ένας της άνοιξε την πόρτα να μπει στο γήπεδο και ο άλλος – συνειδητά ή μη – συνέβαλε σε μια μερική αλλαγή image, αλλά και ευρύτητας της ηγεσίας της. Η ηγεσία του Β. Μεϊμαράκη της έδωσε νέα συσπείρωση και αυτοπεποίθηση. Οι είκοσι μονάδες προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ τον Μάρτιο, Απρίλιο ροκανίστηκαν και σε αρκετές δημοσκοπήσεις εμφανίζεται να προηγείται. Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό come back που δημιουργεί αντικειμενικά μια άλλη ψυχολογία. Επίσης, ο κ. Μεϊμαράκης κερδίζει μέχρι στιγμής και από την σαφήνεια της πρότασής του για την Κυβέρνηση της 21ης Σεπτεμβρίου όταν την ίδια ώρα ο ΣΥΡΙΖΑ «ψάχνεται» για να σταθεροποιήσει πιστευτή πρόταση.

Για να κερδίσει όμως δεν της αρκεί το ποσοστό του Ιανουαρίου. Νίκη της Ν.Δ. προϋποθέτει μείωση των ποσοστών του ΠΟΤΑΜΙΟΥ και του ΠΑΣΟΚ και επιστροφή παλιών ψηφοφόρων της Ν.Δ. , που τον Ιανουάριο ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ. Ας είμαστε όμως σαφείς. Είναι πολλές και σημαντικές οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που αντιλαμβάνονται ότι επί της ουσίας η Ν.Δ. δεν έχει αλλάξει, δεν έχει ανανεωθεί. Αυτές οι δυνάμεις δεν ξεχνούν ότι η Ν.Δ. ηγήθηκε του αντιμνημονιακού αγώνα όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ακόμα κόμμα του 4% και ότι η περίοδος της Κυβέρνησης Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ δεν ταυτίζεται και με μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Αυτό ακριβώς τις κάνει και επιφυλακτικές. Πολύ περισσότερο που δεν υπάρχει και ένα σαφές σχέδιο κόμμα, ένα πλαίσιο ανατρεπτικών αλλαγών, ένα οδικός χάρτης την ίδια στιγμή που όλοι γνωρίζουν ότι στο εσωτερικό της γίνεται μια πολύχρονη αδυσώπητη μάχη μεταξύ των εκφραστών μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς, των επιθυμούντων μιας «λαϊκής» δεξιάς ή όσων επιθυμούν μια επιστροφή στης αρχές και αξίες μιας αυθεντικής, καθαρής δεξιάς. Σε κάθε περίπτωση η Ν.Δ. δίνει την μάχη στα ίσα, πιάνοντας ήδη σχεδόν τα ποσοστά του Ιανουαρίου και «πιέζοντας» όλους τους άλλους γύρω της.

Ο μεγάλος ηττημένος αν και θα καλεστεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο θα είναι σε κάθε περίπτωση ο χώρος του κέντρου και της κεντροαριστεράς. Οι αλλεπάλληλες δυστοκίες, αλληλοτρικλοποδιές και η προσήλωση σε στερεότυπα του παρελθόντος μαζί με τις προσωπικές στρατηγικές σε όλα τα επίπεδα τον περιορίζουν σε ρόλο συμπαθητικού αλλά δεύτερου ρόλου στις εξελίξεις. Τα δύο κόμματα που θέλουν ή δε θέλουν εκφράζουν τον χώρο αυτόν είναι το ΠΑΣΟΚ και το ΠΟΤΑΜΙ. Και τα δύο σημειώνουν ποσοστά του επιπέδου του 5-6%, απ’ότι δείχνουν πάντα οι μέχρι σήμερα δημοσκοπήσεις. Το πάλαι ποτέ μεγάλο κόμμα κάνει μια προσπάθεια ποντάροντας στο «πιο ανθρώπινο πρόσωπο» της Φώφης Γεννηματά και ασφαλώς στη μη κάθοδο του ΚΙΔΗΣΟ του Γιώργου Παπανδρέου. Αρκούν αυτά για μια νέα αρχή; Ασφαλώς όχι. Λείπει το σχέδιο ανάταξης της χώρας, το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα. Γι αυτό και δε μιλάει γι αυτά τα θέματα. Η ικανοποίηση από τα ποσοστά των δημοσκοπήσεων ξενίζει. Δείχνουν ότι μπορεί να συγκεντρωθεί πάνω από το 4,68% του Ιανουαρίου, αλλά ακόμα είναι κάτω από το 7,15% (άθροισμα ΠΑΣΟΚ και ΚΙΔΗΣΟ).

Το ΠΟΤΑΜΙ είναι ένα ενδιαφέρον εγχείρημα που αντιμετώπισε τη γρήγορα ενοχοποίησή του και έκανε εμφανή την παρουσία του. Στηρίζεται σε δύο στοιχεία: Το πρόσωπο τους επικεφαλής του που δείχνει να «κάνει όλα μόνος» έχοντας το ατού ότι είναι ο μόνος αρχηγός που δεν είναι «προϊόν κομματικού σωλήνα», αλλά και τις ενδιαφέρουσες προτάσεις του για μια σειρά θέματα του δημόσιου βίου. Αρκούν αυτά; Ασφαλώς όχι, αφού τα δύο ανωτέρω στοιχεία είναι ατού, αλλά για πολλούς είναι και μειονεκτήματα. Ο προσωποκεντρικός χαρακτήρας του ΠΟΤΑΜΙΟΥ του αφαιρεί ταυτόχρονα τη δυνατότητά του να μετατραπεί σε ένα μαζικό μεταρρυθμιστικό ρεύμα. Ταυτόχρονα η εμφάνιση των προτάσεων με ένα τεχνοκρατικό προφίλ, δημιουργεί την εντύπωση ότι απευθύνεται σε ένα ευκατάστατο και εκλεπτυσμένο κοινό. Αυτό το κάνει εύκολο θύμα –μέχρι στιγμής- για τον Β.Μεϊμαράκη, αν και έχει δείξει την δυνατότητα να αναπληρώνει απώλειες με νέες δυνάμεις. Αν θα το καταφέρει τώρα είναι άλλη υπόθεση.

Σε κάθε περίπτωση τα δύο θα δεχτούν την πίεση του νέου ασθενικού δικομματισμού στην τελική ευθεία, σε συνθήκες οριακής πρωτιάς. Από την επομένη των εκλογών πάντως, φαίνεται ότι θα έχουν δύο υποχρεώσεις. Υποχρεώσεις από πολύ πιθανή συγκυβέρνηση, όποιος και αν επικρατήσει. Υποχρεώσεις απέναντι σε όσους ελπίζουν σε μία ριζικά, νέα, σύγχρονη παράταξη του κέντρου και της κεντροαριστεράς.

Οδεύουμε λοιπόν προς εκλογές δίχως ουσιαστικό διάλογο, δίχως ανάδειξη των προβλημάτων της χώρας και της κοινωνίας. Η ελπίδα έχει χαθεί, όλοι γνωρίζουν λίγο πολύ ότι έρχεται καταιγίδα και η κρισιμότητα του πολιτικού συστήματος αποδεικνύεται είδος εν ανεπαρκεία. Είμαστε μία ωραία ατμόσφαιρα.

* Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι πολιτικός Αναλυτής, στέλεχος της Εταιρείας δημοσκοπήσεων OPINION POLL. Έχει πλούσια αρθρογραφία για θέματα Αυτοδιοίκησης, Ανάπτυξης, ανανέωσης του πολιτικού συστήματος κ.λ.π. Είναι συγγραφέας δύο βιβλίων.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα