Πρόσφυγες και μετανάστες στο κενό του συστήματος περίθαλψης

Πρόσφυγες και μετανάστες στο κενό του συστήματος περίθαλψης

Χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας που ξεπερνούν τις κλασσικές περιπτώσεις, με αποτέλεσμα να πέφτουν στο κενό του συστήματος περίθαλψης. Ο Μουχαμάντ Σαμπάζ είναι μόλις ένας από τους ασθενείς που κατέφυγαν στους Γιατρούς του Κόσμου για να αντιμετωπίσει συνδυαστικά το πρόβλημα στην καρδιά του αλλά και αυτό της στέγασης.

Το 2017, ο 46χρονος Μουχαμάντ Σαμπάζ, αποφάσισε να φύγει από το Πακιστάν. Ο πατέρας του είχε μόλις πεθάνει, η μητέρα του είχε διαγνωστεί με καρκίνο και ελλείψει δημόσιων νοσοκομείων, ο εργάτης Σαμπάζ που συνήθιζε να δουλεύει σε οικοδομικές και άλλες χειρονακτικές εργασίες, δανείστηκε αρκετά χρήματα για να τους περιθάλψει. Όταν πλέον αδυνατούσε να εξοφλήσει τα χρήματα που δανείστηκε και μη έχοντας κάποιον να τον βοηθήσει, συζήτησε με τη γυναίκα του που εργάζεται ως μοδίστρα και αποφάσισαν ότι εκείνη θα παρέμενε στο Πακιστάν με τα έξι παιδιά τους και εκείνος θα έφευγε για να βρει δουλειά στην Ευρώπη. Πούλησαν το σπίτι τους και η σύζυγός του με τα παιδιά του μετακόμισαν σε ένα διαμέρισμα που νοίκιασαν. Ο Σαμπάζ ξεκίνησε το ταξίδι του για την Ευρώπη, ώστε να να βρει μια δουλειά που θα του επέτρεπε να ζει την οικογένειά του και να ξεπληρώσει τα χρέη του.

Στις 22 Μαΐου του 2017 πέρασε τα ελληνικά σύνορα στον Έβρο και έξι ημέρες αργότερα τον συνέλαβαν. Έμεινε για μια εβδομάδα στο κρατητήριο στην Κομοτηνή, μεταφέρθηκε για ένα μήνα στην Ορεστιάδα και κατέληξε στο camp στην Ξάνθη. Όσο παρέμενε εκεί όμως, διαπίστωσε ότι είχε έντονους πόνους στην καρδιά. Οι γιατροί μετά από εξετάσεις κατέληξαν πως είχε πρόβλημα στην βαλβίδα. Με δεδομένο πως ο Σαμπάζ δεν είχε έγγραφα και με τις δυνατότητες για νοσοκομειακή περίθαλψη να είναι περιορισμένες, οι υπεύθυνοι του camp, τον συμβούλευσαν να πάει στην Αθήνα «Μου έδωσαν ένα χαρτί που έγραφε να πάω στην Ομόνοια, στους Γιατρούς του Κόσμου. Έφτασα στην Πειραιώς και στη συνέχεια στο πολυιατρείο στην οδό Σαπφούς» εξηγεί στο News 24/7. «Είδαν τις εξετάσεις μου και κατέληξαν πως θα πρέπει να κάνω εγχείρηση».

Τις πρώτες 20 ημέρες στην Αθήνα, ο Σαμπάζ φιλοξενήθηκε από έναν γνωστό του στους Αγίους Αναργύρους, ο οποίος όμως στη συνέχεια του ζήτησε χρήματα για να συνεχίσει να τον φιλοξενεί. Μη έχοντας τη δυνατότητα, ο Πακιστανός απευθύνθηκε στους Γιατρούς του Κόσμου οι οποίοι μεσολάβησαν για να μείνει σε ένα διαμέρισμα στον Κολωνό, ενώ τον βοήθησαν να φτιάξει και το τρίπτυχο, ώστε να μπορεί να κυκλοφορεί.

Χιλιάδες ασθενείς πέφτουν στο κενό

«Ο Σαμπάζ είναι μια από τις χιλιάδες αντίστοιχες περιπτώσεις» λέει ο Κάρολος Πούχνερ, Ιατρικός Συντονιστής των Γιατρών του Κόσμου. «Μετανάστες και πρόσφυγες που αποτελούν πιο σύνθετες και ευάλωτες περιπτώσεις, φτάνουν στη χώρα και ουσιαστικά πέφτουν στο κενό του συστήματος ανθρωπιστικής βοήθειας, αφού τα προγράμματα, ιδίως τον πρώτο καιρό της ανθρωπιστικής κρίσης ήταν συνήθως εστιασμένα σε μια άμεση παροχή πρωτοβάθμιας περίθαλψης». Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, ο κ. Πούχνερ έχει ασχοληθεί με αρκετά ανάλογα περιστατικά ασθενών που ξεπερνούν τις κλασσικές περιπτώσεις ανθρώπων που έχριζαν πρωτοβάθμιας περίθαλψης και για τον λόγο αυτό εντάχθηκαν στο πρόγραμμα BRIDGES των Γιατρών του Κόσμου, το οποίο περιλαμβάνει παθολόγους, παιδίατρο, μαία, ψυχιάτρους, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς και εξελίχθηκε σε 2 φάσεις, από τον Ιούνιο του 2017 και θα διαρκέσει μέχρι τον Φεβρουάριο του 2019.

Η Έλλη Ξένου, γενική συντονίστρια του προγράμματος, που χρηματοδοτείται από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής προστασίας και Ανθρωπιστικής Βοήθειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (European Union Civil Protection and Humanitarian Aid Operations – ECHO), εξηγεί πως «Διαπιστώσαμε ότι δεν εξυπηρετούνταν περιπτώσεις ασθενών που είτε οι ασθένειές τους είχαν παραμεληθεί κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την Ευρώπη, είτε δεν είχαν καν διαγνωστεί στις πατρίδες τους, ενώ είχαν ταυτόχρονα αναπηρίες, σωματοποιημένα ψυχικά σύνδρομα και συχνά, προβλήματα στέγασης, ή πρόσβασης στο σύστημα υγείας. Παρατηρήσαμε ότι η παροχή βοήθειας ήταν ελλιπής, οπότε σχεδιάσαμε μια παρέμβαση με κεντρικό χώρο το πολυιατρείο στην οδό Σαπφούς, ώστε να ανταποκριθούμε στις περιπτώσεις που ξεπερνούν το επίπεδο της πρωτοβάθμιας παροχής βοήθειας. Έτσι, σε συνεννόηση με την υπηρεσία Ασύλου και άλλες οργανώσεις, γινόταν ένα φιλτράρισμα των πολύπλοκων περιπτώσεων. Φτάσαμε να δεχόμαστε περίπου 150 καινούριους ασθενείς κάθε μήνα». Μάλιστα, όπως υπογραμμίζει η ίδια, μετά τα πρώτα χρόνια της προσφυγικής κρίσης παρατηρείται αύξηση των ψυχικά ασθενών, αφού συνήθως τέτοιου είδους νοσήματα εκδηλώνονται μετά την ένταση και τις κακουχίες του ταξιδιού προς την Ευρώπη και αφού οι πρόσφυγες και οι μετανάστες έχουν καταφέρει να φτάσουν σε κάποιο από τα camps.

Φωτογραφία αρχείου - Γιατροί του Κόσμου

Οι περιπτώσεις που χρίζουν μιας ολιστικής αντιμετώπισης και συνήθως αποκλείονται από τα υπόλοιπα προγράμματα, είναι, κατά κύριο λόγο, άνδρες που φτάνουν στην Ελλάδα μόνοι τους, ακριβώς επειδή θεωρούνται οι λιγότερο ευάλωτοι από οποιαδήποτε άλλη ομάδα προσφύγων και μεταναστών, όπως για παράδειγμα οι οικογένειες ή τα ασυνόδευτα ανήλικα.

«Σε μια περίπτωση» θυμάται ο Κάρολος Πούχνερ, «ένας νεαρός άνδρας έπαθε έμφραγμα στη Μόρια και διακομίσθηκε στο Βοστάνειο, όπου έγινε η διάγνωση και παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες. Δεν μπορούσαν να του κάνουν κάτι παραπάνω στο νοσοκομείο, έγινε άρση του γεωγραφικού του περιορισμού και επτά ημέρες αργότερα μπήκε στο πλοίο και έφτασε στο ιατρείο μας στην Αθήνα με μόνη πληροφορία. Έπρεπε να χειριστούμε αυτό το περιστατικό από την αρχή, έχοντας απέναντί μας έναν ασθενή που χρειαζόταν αγγειοπλαστική και νοσηλεία, ενώ ταυτόχρονα δεν είχε στέγη και χρειαζόταν να ολοκληρώσει την αίτηση ασύλου. Αντίστοιχα όταν είχε χρειαστεί η αεροδιακομιδή νεογνού πάλι από τη Λέσβο, σε εντατική στην Αθήνα, δεν είχε υπάρξει καμία πρόνοια στέγασης για τους γονείς, οι οποίοι αναγκάζονταν να μένουν αρχικά στο νοσοκομείο, ενώ αδυνατούσαν να μάθουν την κατάσταση της υγείας του παιδιού, αφού δεν υπήρχε διερμηνέας».

Στην προσπάθεια παροχής βοήθειας, ανταποκρίθηκαν και τα δημόσια νοσοκομεία, με τα οποία υπάρχει διασύνδεση του προγράμματος BRIDGES, αλλά και ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα για περιστατικά που ήταν χρονικά κρίσιμα και δεν υπήρχαν άμεσα διαθέσιμα ραντεβού στο δημόσιο. «Από εκεί και πέρα» λέει η Έλλη Ξένου, «κοινωνικοί λειτουργοί που εργάζονται στο πρόγραμμα, αναλαμβάνουν να εξετάσουν κάθε περίπτωση ξεχωριστά και να λύσουν προβλήματα όπως η στέγαση, η φροντίδα των παιδιών των ασθενών ή η παροχή ΑΜΚΑ ώστε να υπάρξει πρόσβαση στο σύστημα υγείας και άλλες κοινωνικές ανάγκες».

Ο 46χρονος Μουχαμάντ Σαμπάζ, που στην Ξάνθη είχε διαπιστώσει απλώς τον πόνο στην καρδιά του, υποβλήθηκε τελικά σε εγχείρηση ανοικτής καρδιάς κατά τη διάρκεια της οποίας του τοποθετήθηκε μηχανική βαλβίδα, ενώ από τις εξετάσεις προέκυψε πως πάσχει και από ηπατίτιδα C. Πλέον, όπως λέει ο ίδιος «Με ενδιαφέρει μόνο να βρω έναν τρόπο να στέλνω χρήματα στην οικογένειά μου ή να μπορέσω να τους φέρω εδώ, αλλά μου είναι αδύνατον να δουλέψω για να αποκτήσω άδεια παραμονής».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα