15 μέρες εγκαταλελειμμένοι στη μέση της Μεσογείου

15 μέρες εγκαταλελειμμένοι στη μέση της Μεσογείου

Το μαρτυρικό ταξίδι 26 επιζώντων από ένα ακόμη τραγικό ναυάγιο.

Πέρασαν 15 μέρες αβοήθητοι στη θάλασσα, στη μέση του πουθενά. Οι 26 επιζώντες ναυαγίου στη Μεσόγειο, Σύροι και Αφγανοί στην καταγωγή, έφυγαν από τις ακτές της Τουρκίας στις 28 Αυγούστου με μια μικρή βάρκα. Όταν η μηχανή του σκάφους παρουσίασε βλάβη, παρασύρθηκαν στη θάλασσα και έμειναν εκεί εγκαταλελειμένοι επί δύο εβδομάδες. Οι προμήθειες τροφίμων και νερού σύντομα εξαντλήθηκαν και τις τελευταίες επτά ημέρες δεν είχαν τίποτα να φάνε ή να πιουν. Έξι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, σε εκείνο το τραγικό ναυάγιο συμπεριλαμβανομένων τριών παιδιών, μεταξύ των οποίων ένα 11χρονο που ταξίδευε μονο του, χωρίς γονείς.

Οι 26 επιζώντες έφτασαν καταρρακωμένοι και σοκαρισμένοι στο λιμάνι Pozzallo της Σικελίας στις 12 Σεπτεμβρίου αφού τους βοήθησε ένα μεγάλο εμπορικό πλοίο και έλαβαν ψυχολογική υποστήριξη από την ομάδα των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.


«Όταν φτάσαμε στο κέντρο υποδοχής στο Pozzallo, πολλοί από τους επιζώντες ήταν ακόμα σε κατάσταση σοκ και σύγχυσης και μερικοί δεν κατάλαβαν ότι βρίσκονταν στην ξηρά», λέει η ψυχολόγος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, Mara Tunno. «Το πρώτο πράγμα που κάναμε ήταν να τους πούμε ότι βρίσκονταν στην στεριά, ότι ήταν ασφαλείς και ότι ήταν ζωντανοί. Τους ζητήσαμε να επιλέξουν πέντε πράγματα που μπορούσαν να αγγίξουν, τέσσερα πράγματα που μπορούσαν να δουν, τρία πράγματα που μπορούσαν να αισθανθούν, δύο πράγματα που μπορούσαν να μυρίσουν και ένα πράγμα που μπορούσαν να γευτούν. Μας είπαν ότι μπορούσαν να νιώσουν στο στόμα τους μόνο το νερό από τη μηχανή του σκάφους».

«Ετοιμαζόμασταν να πεθάνουμε»

«Όταν είδαμε πολλούς ανθρώπους να πεθαίνουν στο πλοίο, όλοι αναρωτηθήκαμε πότε θα έρθει η δική μας σειρά», είπε ένας επιζών. «Αρχίσαμε να προσευχόμαστε και να προετοιμαζόμαστε για τον θάνατο. Ένας άνθρωπος κάλυψε το πρόσωπό του με ό,τι μπορούσε να βρει. Ετοιμαζόταν να πεθάνει. Μας έδωσε τα λίγα χρήματα που είχε στην τσέπη του, ζητώντας μας να τα δωρίσουμε σε όσους τα είχαν πραγματικά ανάγκη. Του είπαμε: “Θα ζήσεις, δεν θα πεθάνουμε”».

«Μαζί μας, υπήρχε ένας άνδρας με δύο πολύ μικρά παιδιά που κόντευαν να πεθάνουν από την πείνα», είπε ένας άλλος επιζών. «Τους έδωσα το φαγητό μου για να τα κρατήσω ζωντανά. Τα παιδιά, όμως, δεν τα κατάφεραν και πέθαναν. Κάποια στιγμή, η γυναίκα μου ένιωσε πολύ αδύναμη και πίστευα ότι θα πέθαινε. Σκέφτηκα το φαγητό που είχα δώσει σε αυτά τα παιδιά, το οποίο δεν τα είχε σώσει. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να το είχα δώσει στη γυναίκα μου. Δεν μετάνιωσα για την πράξη μου, αν και σκέφτηκα ότι ίσως θα μπορούσα να είχα σώσει τη γυναίκα μου με αυτό το φαγητό. Κάλυψα το πρόσωπό μου με ένα πουκάμισο για να μην με δει κανείς να κλαίω».

Το μηχανοκίνητο σκάφος παρασύρθηκε προς τη Λιβύη. Μετά τις πρώτες μέρες, οι προμήθειες τροφίμων και νερού εξαντλήθηκαν. «Κάποια στιγμή, ένας από εμάς βρήκε ένα αμύγδαλο στην τσέπη του. Αποφασίσαμε να το χωρίσουμε στη μέση, αλλά κόντεψα να πνιγώ με αυτό το μισό αμύγδαλο. Δεν μπορούσα να το καταπιώ», είπε ένας νεαρός Αφγανός.

«Από την απόγνωσή μας αρχίσαμε να πίνουμε θαλασσινό νερό, προσπαθώντας να το φιλτράρουμε με τα ρούχα μας», είπε ένας Σύρος, ο οποίος εργαζόταν ως μηχανικός στην Τουρκία πριν πάρει την απόφαση να φύγει για την Ευρώπη για χάρη της συζύγου και των παιδιών του. «Το ανακατέψαμε με οδοντόκρεμα για να το κάνουμε πιο γλυκό. Ήπιαμε το νερό της μηχανής από απελπισία. Ήξερα ότι θα μπορούσαμε να πεθάνουμε πίνοντας αυτό το νερό, αλλά δεν είχαμε άλλη επιλογή».


Μερικοί άνθρωποι στο πλοίο χρειάζονταν νερό για να καταπιούν τα φάρμακά τους. «Κοίτα πόσα χάπια είχα μαζί μου», είπε ένας άνδρας που υποφέρει από επιληψία. Δεν μπορούσα να τα πάρω γιατί ο λαιμός μου ήταν τόσο ξηρός που δεν μπορούσα να τα καταπιώ».

Ένας από αυτούς που πέθαναν ήταν μια ηλικιωμένη γυναίκα που έπασχε από υπέρταση. Δεν είναι γνωστό αν ο θάνατός της συνδεόταν με το ότι δεν μπορούσε να πάρει το φάρμακό της.

Μεταξύ των νεκρών ήταν και ένας άνδρας από τη Συρία που χρειαζόταν ιατρική περίθαλψη αλλά δεν μπόρεσε να δει γιατρό στην Τουρκία. Αυτό ώθησε τον ίδιο και την κόρη του να φύγουν μετά από αρκετά χρόνια από τη χώρα, όπου η κόρη του εργαζόταν ως διερμηνέας σε νοσοκομείο.

Τα σώματα όσων πέθαναν τα διαχειρίστηκαν σύμφωνα με τις θρησκευτικές παραδόσεις. «Μετά από τρεις ή τέσσερις ώρες τα πτώματα άρχισαν να μυρίζουν λόγω του ήλιου και της ζέστης», είπε ένας επιζών. «Προσευχόμασταν, πλέναμε τα σώματά τους με θαλασσινό νερό, προσπαθούσαμε να τους καλύψουμε με ό,τι είχαμε, σύμφωνα με τις θρησκευτικές παραδόσεις, και μετά τους αφήσαμε στη θάλασσα».

Ενώ βρίσκονταν αβοήθητοι μεσοπέλαγα διάφορα μεγαλύτερα σκάφη πέρασαν κοντά τους. Κάθε φορά που συνέβαινε αυτό, αναπτερώνονταν οι ελπίδες τους ότι θα διασωθούν, αλλά αντ’ αυτού όλοι τους αγνόησαν. «Η ελπίδα μας εξαφανιζόταν κάθε φορά που άνθρωποι με νερό και φαγητό στη διάθεσή τους αποφάσιζαν να μην μας βοηθήσουν», δήλωσε ένας επιζών. Μόνο ένα πλοίο πλησίασε το μικρό σκάφος. Το πλήρωμα πέταξε μερικά τρόφιμα και μπουκάλια νερό προς την κατεύθυνσή τους, αλλά οι προμήθειες έπεσαν πολύ μακριά και χάθηκαν κάτω από τα κύματα». Έτσι, για πολλοστή φορά, οι ελπίδες μας να μπορέσουμε να επιβιώσουμε διαψεύστηκαν», δήλωσε ένας επιζών.

Διασώθηκαν μετά από 15 ημέρες

Μετά από 15 ημέρες στη θάλασσα, όσοι επέζησαν στο μικρό σκάφος διασώθηκαν τελικά από ένα εμπορικό πλοίο και στη συνέχεια μεταφέρθηκαν σε ένα σκάφος της ιταλικής ακτοφυλακής, το οποίο τους μετέφερε στο Pozzallo.

«Όταν το εμπορικό πλοίο ήταν αρκετά κοντά μας, πήδηξα στο νερό», είπε ένας επιζών. «Δεν ξέρω πού βρήκα τη δύναμη, αλλά πήδηξα για να προσπαθήσω να φτάσω σε αυτό το σκάφος. Το πλοίο τελικά αυτό μας βοήθησε. Μας έδωσαν αυγά, πατάτες, λαχανικά και νερό. Τελικά σωθήκαμε».

Παρά το γεγονός ότι επέζησαν από όλη αυτή τη δοκιμασία, μερικοί συνέχιζαν να νιώθουν φόβο παρά ανακούφιση. «Μετά από όλη αυτή τη φρίκη, φοβάμαι ότι θα με στείλουν πίσω και ότι όλα τα δεινά που πέρασα στο ταξίδι θα είναι άσκοπα», είπε ένα 17χρονο αγόρι.

Από τις αρχές του έτους, περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους ή αγνοούνται στη Μεσόγειο και περισσότεροι από 15.000 άνθρωποι σε μικρές βάρκες έχουν αναχαιτιστεί από την ακτοφυλακή και έχουν επιστρέψει στη Λιβύη, αν και οι πραγματικοί αριθμοί είναι πιθανώς πολύ υψηλότεροι.

Αυτή η τραγωδία στο κατώφλι της Ευρώπης αποτελεί συνέπεια των ευρωπαϊκών πολιτικών αποφάσεων που προστατεύουν τα σύνορα και όχι τους ανθρώπους και αυτό είναι βαθιά απαράδεκτο, τονίζουν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, καλώντας τα ευρωπαϊκά κράτη να σταματήσουν να αγνοούν τις ευθύνες τους και να δημιουργήσουν ένα σύστημα έρευνας και διάσωσης στη θάλασσα.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα
Exit mobile version