Η Αργεντινή, το ΔΝΤ και το τέλος της εποχής των περονιστών

default image

Πώς η ανάμειξη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αλλά και η σιγουριά των κατεστημένων πολιτικών δυνάμεων πως θα βρίσκονται εσαεί στην εξουσία προκάλεσε αλλαγή πολιτικού σκηνικού στην Αργεντινή. Ποια η επόμενη μέρα στη χώρα;

Ο δεύτερος γύρος εκλογών στην Αργεντινή σηματοδοτεί το τέλος ενός μεγάλου πολιτικού κεφαλαίου στην ιστορία της Αργεντινής. Η νίκη του κεντροδεξιού Μαουρίτσιο Μάκρι, κόντρα σε κάθε δημοσκόπηση πριν τις εκλογές, είναι ίσως ο επόλογος μιας ταραχώδους περιόδου για τη χώρα της λατινικής Αμερικής, που ξεκίνησε στις αρχές του ’90 και ολοκληρώθηκε την περασμένη Κυριακή. Οι “στενές επαφές” με το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα, ο ρόλος των ΗΠΑ, η οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση και ο φλεγόμενος Δεκέμβρης του 2001 που έφερε σαρωτικές αλλαγές στην πολιτική ηγεσία και τα χρόνια μετά την πτώχευση στην Κίρχνερ εποχή που έφεραν τη χώρα κοντά στη Βενεζουέλα με την είσοδο στην Mercosur.

Από το κίνημα του Περονισμού στο χάος

Το 1983 η χώρα βγαίνει από την περίοδο του “βρόμικου πολέμου” και από μια δικτατορία και επιστρέφει στη δημοκρατία με πρώτο εκλεγμένο πρόεδρο τον Ραούλ Αλφονσίν, από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Η οικονομία της χώρας είναι σε κρίσιμη κατάσταση, με τον πληθωρισμό να αγγίζει το 900%.

 

Τον Αλφονσίν διαδέχεται το 1989, ο περονιστής Κάρλος Μένεμ, ο οποίος επιβάλει ένα αυστηρό πρόγραμμα λιτότητας και το 1992 εισάγει νέο νόμισμα για τη χώρα το πέζο, το οποίο και “κλειδώνει” με το δολάριο. Πρόκειται για μια κίνηση, που συνοδεύεται από ένα ολόκληρο πλάνο αποκρατικοποιήσεων και φιλελευθεροποίησης η οποία οδηγεί σε έντονες κοινωνικές αντιδράσεις, αφού οι ιδιωτικές πλέον επιχειρήσεις (ηλεκτρικού, νερού κα.) απολύουν σωρηδόν εργαζόμενους με αποτέλεσμα η ανεργία να ξεπεράσει το 10%. Επιπλέον, με αυτό τον τρόπο η χώρα χάνει τον έλεγχο της νομισματικής της πολιτικής η οποία “δένει” στο άρμα της αμερικανικής οικονομίας.

Ο Μένεμ επανεκλέγεται το 1995, όταν ακόμη τα αποτελέσματα της “δολαροποίησης” του νομίσματος δεν είχαν γίνει εμφανή. Ήδη από το 1996, τα μέτρα λιτότητας οδηγούν σε μαζικές απεργίες και την παραίτηση του τότε υπουργού Οικονομικών Ντομίνγκο Καβάλο. Το 1997, μια απότομη άνοδος στην τιμή του αμερικανικού νομίσματος πλήττει καίρια τις εξαγωγές της Αργεντινής, οι οποίες και αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων της.

Το κίνημα της κατσαρόλας

Οι αναταράξεις από την πολιτική Μένεμ, οδηγούν τον σοσιαλδημοκράτη Φερνάντο Ντε Λα Ρούα στην εξουσία μετά από τις εκλογές του 1999. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος κληρονομεί ένα δυσθεόρατο κρατικό χρέος που αγγίζει τα 114 δισ. δολάρια. Όπως είναι φυσικό οι κοινωνικές αναταραχές και οι αντιδράσεις θα συνεχιστούν και το 2000, με γενικές απεργίες και διαμαρτυρίες επί της επιβολής φόρων στα καύσιμα. Την ίδια ώρα οι εξαγωγές βοδινού και σόγια βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση, εντείνοντας την οικονομική δυσπραγία του κράτους.

 

Σας αποτέλεσμα, ο Ντε Λα Ρούα συστήνει το 2001 Οικουμενική κυβέρνηση, εναλλάσσοντας τον έναν μετά τον άλλο τους υπουργούς οικονομικών που παραιτούνται υπό το βάρος των κοινωνικών αναταραχών και μπροστά στα βαριά μέτρα λιτότητας που σκοπεύει να επιβάλει η κυβέρνηση, σε συνεννόηση με το ΔΝΤ που εκπονεί σχέδιο διάσωσης. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους η γενική απεργία κυριολεκτικά παραλύει το κράτος, εν όψει επιπλέον περικοπών στις δαπάνες, τις οποίες σχεδιάζει η κυβέρνηση. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια, ο Ντε Λα Ρούα συναντά τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζ. Μπους, προκειμένου να εξευρεθεί μια λύση στο πρόβλημα.

 

Ο τελευταίος μήνας του 2001, αποδεικνύεται και ο αποφασιστικός για την ριζική αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Οι έλεγχοι κεφαλαίων που επιβάλλονται στις τράπεζες και η άρνηση του ΔΝΤ να χορηγήσει το 1.3 δις βοήθειας πυροδοτούν ραγδαίες εξελίξεις. Εξοργισμένοι πολίτες βγαίνουν στους δρόμους της πρωτεύουσας και άλλων μεγάλων πόλεων και συγκρούονται με τις δυνάμεις της αστυνομίας. Οι γυναίκες της Αργεντινής κατεβαίνουν στο δρόμο κραδαίνοντας κατσαρόλες και προτρέποντας τούς κατοίκους των γειτονιών να ενωθούν και να ενώσουν τις διαμαρτυρίες τους. Οι οδομαχίες με την αστυνομία έχουν τραγικό απολογισμό 25 νεκρούς, γεγονός που οδηγεί τον πρόεδρο της Αργεντινής σε παραίτηση.

Η πολιτική αστάθεια και η άνοδος των Κίρχνερ στην εξουσία

Μεταβατικός πρόεδρος ορίζεται ο περονιστής Γερουσιαστής Εντουάρντο Ντουχάλντε, ο οποίος προχωρά στην υποτίμηση του νομίσματος, σπάζοντας την ισοτιμία με το δολάριο. Ως τον Απρίλιο του 2002, το τραπεζικό σύστημα καταρρέει, ενώ ο αιματηρός απολογισμός από τις αντιδράσεις αυξάνεται με δύο διαδηλωτές να πέφτουν νεκροί σε διαδηλώσεις ενάντια στην κυβέρνηση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Ο Ντουχάλντε προκαλεί προκηρύσσει πρόωρες εκλογές για το Μάρτιο του 2003, ενώ στο μεσοδιάστημα η Αργεντινή αδυνατεί να αποπληρώσει δόση προς την Παγκόσμια Τράπεζα ύψους 800 εκατ. ευρώ, αδυνατώντας να εξασφαλίσει και πάλι μέρος του πακέτου βοήθειας από το ΔΝΤ. Κάπως έτσι, το 2003, ανέρχεται στην εξουσία ο Νέστωρ Κίρχνερ, προερχόμενος επίσης από το κόμμα των Περονιστών. Ενδιαφέρον προκαλεί πως ο πρώην πρόεδρος Μένεμ, είχε λάβει στον πρώτο γύρο των εκλογών υψηλότερο ποσοστό από τον Κίρχνερ, όμως αποσύρθηκε από την επαναληπτική, προβλέποντας σαρωτική ήττα στο δεύτερο γύρο.

Το πείραμα της Αργεντινής που απεδείχθη επιτυχές

Ο Κίρχνερ έκανε προσπάθειες να προσεγγίσει τα αριστερά κόμματα της χώρας, ενώ διαχώρισε σαφώς τη θέση του από τους “συντρόφους” του στο κόμμα των περονιστών, ένας εκ των οποίων ήταν και ο Μένεμ που οδήγησε τη χώρα στην κατάσταση στην οποία την παρέλαβε. Παρόλα αυτά, διατήρησε στο οικονομικό επιτελείο του τον υπουργό της διακυβέρνησης Ντουχάλντε.

 

Ο Κίρχνερ κατόρθωσε να κάνει το τεράστιο χρέος της χώρας του δυνατό διαπραγματευτικό όπλο έναντι του ΔΝΤ και πέτυχε αρχικά αναδιάρθρωση των οφειλών της Αργεντινής σε διεθνείς οργανισμούς για τα τρία πρώτα χρόνια, ενώ συνέχισε την ίδια πολιτική με ανταλλαγή ομολόγων από το 2005. και έπειτα. Το Δεκέμβριο του 2005, ο Κίρχνερ ανακοίνωσε την ακύρωση του χρέους της χώρας προς το ΔΝΤ στο σύνολό του, προσφέροντας μία και μοναδική αποπληρωμή. Το αποτέλεσμα της πολιτικής Κίρχνερ ήταν να κερδίσει τεράστια αποδοχή των πολιτών, ενώ δεν είναι λίγοι οι οικονομολόγοι ανά τον κόσμο που παραθέτουν το παράδειγμα της Αργεντινής και του τρόπου που κατάφερε να ανακάμψει από την χρεοκοπία.

Στις εκλογές του 2007 και με εκπεφρασμένη τη θέση του προέδρου να μην θέσει και πάλι υποψηφιότητα για τον προεδρικό θώκο, στις εκλογές θα κατέλθει η σύζυγός του Κιρστίνα Φερνάντεζ η οποία ουσιαστικά εξακολούθησε την πολιτική του συζύγου της. Ενδιαφέρον της στροφής στην πολιτική Κίρχνερ παρουσιάζει και η σύσφιξη των σχέσεων της Αργεντινής με τη Βενεζουάλα του Τσάβες, καθώς και την επανασύσταση της Mercosur, κοινής αγοράς μεταξύ Αργεντινής, Βολιβίας, Βραζιλίας, Παραγουάης, Ουρουγουάης και Βενεζουέλας.

 

Η Κριστίνα Φερέρα εκμεταλλεύεται την οικονομική ανάπτυξη που παρατηρείται επί των ημερών της και επανεκλέγεται θριαμβευτικά κερδίζοντας το 54% των ψήφων. Το παράδειγμα της Αργεντινής και του τρόπου που χειρίστηκαν μια χρεοκοπημένη χώρα οι άνθρωποι του Κίρχνερ οδήγησε σε ένα ψήφισμα σταθμό στην ιστορία των Ηνωμένων Εθνών το Σεπτέμβρη του 2015, σύμφωνα με το οποίο ένα ανεξάρτητο κράτος έχει το δικαίωμα να χαράσσει τη μακροοικονομική του πολιτική, συμπεριλαμβανομένης και της αναδιάρθρωσης του χρέους της.

Η Φερνάντεζ βρέθηκε στο στόχαστρο της δικαιοσύνης και των αντιπολιτευτικών μέσω σχετικά με την πολύνεκρη τρομοκρατική επίθεση σε εβραϊκό κέντρο του Μπουένος Άιρες το 1994. Τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο περίπλοκα όταν ο εισαγγελέας που αναμενόταν να προχωρήσει την υπόθεση βρέθηκε νεκρός, πριν καταθέσει τα ευρήματα της έρευνάς του στο Κογκρέσο. Η δημοτικότητα της απελθούσας προέδρου παρέμενε υψηλή, με το Σύνταγμα της χώρας να απαγορεύει την τρίτη εκλογή στο αξίωμα του προέδρου όμως, η Φερνάντεζ έπρεπε να αναζητήσει άλλο υποψήφιο.

Το νέο στην πολιτική σκηνή και οι αναταράξεις σε όλη τη Λατινική Αμερική

Με καταμετρημένο το 98,87% των ψήφων, ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της ποδοσφαιρικής ομάδας Μπόκα Τζούνιορς κερδίζει το 51,44%, σχεδόν τρεις ποσοστιαίες μονάδες μπροστά από τον αντίπαλό του, τον περονιστή Ντανιέλ Σιόλι, ο οποίος βρίσκεται στο 48,56%.

Το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στην Αργεντινή είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει αντιδράσεις σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική Ο Μαουρίτσιο Μάκρι, 56 ετών γιος ενός ιταλικής καταγωγής μεγιστάνα των κατασκευών, είναι μόλις ο τρίτος μη περονιστής ηγέτης που θα αναλάβει τα ηνία της χώρας μετά το τέλος της χούντας το 1983. Οι άλλοι δύο δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν τις θητείες τους, κάτι που θα μπορούσε να συμβεί και σε αυτόν αν δεν καταφέρει να επανεκκινήσει γρήγορα την οικονομία της χώρας.

 

Στη νικητήρια ομιλία του ο Μάκρι δεσμεύθηκε να ενισχύσει την οικονομία της Αργεντινής, να καταπολεμήσει το εμπόριο ναρκωτικών και να υπερασπιστεί τη δημοκρατία. «Είναι μια ιστορική ημέρα», είπε ο Μάκρι, ο οποίος στις 10 Δεκεμβρίου θα αναλάβει τα καθήκοντα του προέδρου, αντικαθιστώντας την Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρχνερ. «Τι αίσθηση, τι ευτυχία, τι ελπίδα!», πρόσθεσε.

Χιλιάδες υποστηρικτές του επευφημούσαν και χόρευαν στο κεντρικό εκλογικό του κέντρο καθώς γίνονταν γνωστά τα αποτελέσματα. Στους δρόμους του Μπουένος Άιρες πολύς κόσμος χτυπούσε τύμπανα και κόρναρε από χαρά. Οι σκηνές αυτές φάνταζαν αδιανόητες μόλις δύο μήνες νωρίτερα, όταν ο Σιόλι εμφανιζόταν από τις δημοσκοπήσεις να έχει τόσο μεγάλο προβάδισμα από τον αντίπαλό του που θα μπορούσε να κερδίσει τις εκλογές ήδη από τον πρώτο γύρο.

Όμως ο Μάκρι παρουσίασε τον εαυτό του ως τον υποψήφιο της αλλαγής σε μια περίοδο που πολλοί ψηφοφόροι ανησυχούν για τον πληθωρισμό, την ασθενική ανάπτυξη της οικονομίας και το έγκλημα. «Χαίρομαι γιατί ανακτήσαμε την ελπίδα», δήλωσε η Τζάκι Φοξ, μια ψυχολόγος που ήταν παρούσα στο εκλογικό κέντρο του Μάκρι. «Είναι η αρχή μιας νέας εποχής. Είναι το τέλος της διαφθοράς. Έχουμε κάποιον που δεν χρειάζεται να γίνει πιο πλούσιος απ’ όσο είναι τώρα», πρόσθεσε.

Αναθέρμανση των σχέσεων με τις ΗΠΑ

Οι επιπτώσεις των αλλαγών που έχει υποσχεθεί ο Μάκρι θα μπορούσαν να είναι τεράστιες. Έχει δεσμευθεί να ενισχύσει τους θεσμούς, να υιοθετήσει πολιτικές πιο φιλικές προς τις επιχειρήσεις χωρίς να πλήξει τους πιο φτωχούς, να καταλήξει σε συμφωνίες με τους ξένους πιστωτές και να οδηγήσει την εξωτερική πολιτική της Αργεντινής μακριά από τη Βενεζουέλα και το Ιράν και πιο κοντά στις ΗΠΑ.

«Από τη Γη του Πυρός στον νότο ως το Χουχούι στον βορρά λέγαμε ότι πρέπει να χτίσουμε μια Αργεντινή με μηδενική φτώχεια, και αυτό θα κάνουμε μαζί», τόνισε ο Μάκρι χθες το βράδυ απευθυνόμενος στους υποστηρικτές του.

Εξάλλου έχει δεσμευθεί να άρει τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων και το εμπόριο που μέχρι τώρα απέτρεπαν τους επενδυτές και βάρυναν την οικονομία της Αργεντινής, ενώ πολιτικές όπως η κατάργηση της υψηλής φορολογίας στις εξαγωγές σιτηρών γρήγορα θα υπογραμμίσουν την επιθυμία του να φέρει την αλλαγή.

Το στοίχημα της άρσης των capital controls

Σε άλλους τομείς όμως ο Μάκρι θα πρέπει να κινηθεί προσεκτικά. Η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, κάτι που έχει περιορίσει την πρόσβαση σε δολάρια, ενδέχεται να προκαλέσει μεγάλη υποτίμηση, ενώ η αποκατάσταση της εμπορικής ανταγωνιστικότητας ίσως να αυξήσει τις καταναλωτικές τιμές.

Παράλληλα ήδη από τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησής του αναμένεται να περιορίσει τις επιδοτήσεις στην ενέργεια και στα μέσα μεταφοράς. Οικονομολόγοι εκτιμούν ότι περίπου το 20% των κρατικών δαπανών πηγαίνει στις επιδοτήσεις αυτές, όμως ο περιορισμός τους ενδέχεται να αποδειχθεί ένα αντιδημοφιλές μέτρο μεταξύ των Αργεντίνων.

Καθώς δεν διαθέτει την πλειοψηφία στο Κογκρέσο, ο Μάκρι μάλλον θα προτιμήσει να κινηθεί γρήγορα σε μια προσπάθεια να εκμεταλλευτεί την πρώτη περίοδο του μέλιτος στην εξουσία και να κερδίσει την υποστήριξη και από άλλα κόμματα.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ/ BBC

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα