Γιατί η επιστημονική επιτροπή της Βουλής αδειάζει την κυβέρνηση για το νόμο περί φορολογίας ακινήτων

Γιατί η επιστημονική επιτροπή της Βουλής αδειάζει την κυβέρνηση για το νόμο περί φορολογίας ακινήτων
ΑΘΗΝΑ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ (EUROKINISSI/ ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ) Eurokinissi

Ποιες είναι οι ενστάσεις των μελών της και σε ποια άρθρα ζητούν διορθώσεις από τη κυβέρνηση

Δεν είναι η πρώτη φορά και λογικά δεν θα είναι και η τελευταία. Ενστάσεις λάθη και αστοχίες επισημαίνει η επιστημονική επιτροπή επί  του φόρου ακινήτων που εισήχθη στη προς συζήτηση στη Βουλή και θα τεθεί προς ψήφιση τις επόμενες ημέρες.

Οι ενστάσεις των μελών της επιστημονική επιτροπής, αφορά κυρίως  το συμπληρωματικό φόρο ανά τετραγωνικό και στα οικόπεδα,  την απαλλαγή από το φόρο, το ότι ο φόρος δεν συνδέεται με το εισόδημα, τον όρο για τη μη ύπαρξης χρεών προκειμένου να λάβει ο φορολογούμενος την έκπτωση και άλλες διατάξεις.

Πάντως τα μέλη της επιστημονικής επιτροπής της Βουλής, αποφεύγουν χαρακτηρισμούς όπως αντισυνταγματικές διατάξεις και απλά επισημαίνουν λάθη και αστοχίες.  

Πιο συγκεκριμένα στη ν έκθεση της επιτροπής, μεταξύ άλλων, σημειώνεται:

Συμπληρωματικός φόρος και φόρος ανά τετραγωνικό

Ως προς την παράλληλη επιβολή δύο φόρων επί του ίδιου αντικειμένου, αλλά με διαφορετική βάση υπολογισμού, παρατηρείται ότι η ως άνω διπλή φορολόγηση δεν φαίνεται να παραβιάζει τις ανωτέρω συνταγματικές αρχές, διότι το Σύνταγμα δεν απαγορεύει καταρχήν τη διπλή φορολόγηση. Είναι, όμως, προφανές ότι η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας με κριτήριο τη συνολική αξία της περιουσίας του υποκειμένου στον φόρο, αντί της αυτοτελούς επιβολής φόρου ανά ακίνητο, βρίσκεται εγγύτερα στο πνεύμα του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, λαμβανομένου υπόψη ότι η φοροδοτική ικανότητα κρίνεται εν τέλει στο επίπεδο του υποκειμένου σε φόρο, και δεν εξαντλείται στο επίπεδο του αντικειμένου του φόρου.

Φόρος επικαρπωτή

Οι προτεινόμενες διατάξεις ρυθμίζουν μόνο περιπτώσεις ισόβιας επικαρπίας, και όχι επικαρπίας ορισμένου χρόνου.

Συμπληρωματικός φόρος στα οικόπεδα

Από τη διατύπωση στο νομοσχέδιο συνάγεται ότι για τον προσδιορισμό του συμπληρωματικού φόρου των φυσικών προσώπων εξαιρείται η αξία όλων των γηπέδων, και όχι μόνο αυτών που βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως ή οικισμού, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση.

Για την απαλλαγή από το φόρο

«Έκπτωση» δικαιούται ο φορολογούμενος εφόσον: (α) «το συνολικό φορολογητέο οικογενειακό εισόδημα του προηγούμενου φορολογικού έτους σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Φ.Ε δεν υπερβαίνει τις εννέα χιλιάδες ευρώ (€9.000), προσαυξημένο κατά χίλια ευρώ (€1.000) για τον ή την σύζυγο και κάθε εξαρτώμενο μέλος» και (β) «το σύνολο της επιφάνειας των κτισμάτων στα οποία κατέχουν δικαιώματα της παραγράφου 2 του άρθρου 1, ο υπόχρεος δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ο ή η σύζυγος και τα εξαρτώμενα τέκνα της οικογένειάς του, λαμβανομένου υπόψη του ποσοστού συνιδιοκτησίας, δεν υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα τετραγωνικά μέτρα».

Επισημαίνεται, καταρχάς, ότι η θέσπιση του πρώτου ως άνω εισοδηματικού κριτηρίου φαίνεται να μειώνει την αποτελεσματικότητα του δεύτερου κριτηρίου που συναρτάται με το αντικείμενο του φόρου (κτίσματα επιφανείας έως 150 τ.μ.), δεδομένου ότι, επί παραδείγματι, η ύπαρξη ιδιόκτητης οικογενειακής κατοικίας (κτίσματος) επιφανείας κυρίων χώρων 120 τ.μ., μολονότι πληροί το β΄ ως άνω κριτήριο (διότι δεν υπερβαίνει τα 150 τ.μ.), δημιουργεί (τεκμαρτό) οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα της τάξης των 10.800 ευρώ (άρθρο 31 παρ. 1 περ. α΄ και θ΄ του ν.4172/2013), το οποίο αποκλείει την εφαρμογή της «έκπτωσης» από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α., διότι υπερβαίνει το α΄ ως άνω εισοδηματικό κριτήριο.

Για το ότι ο φόρος δεν συνδέεται με το εισόδημα

Το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο (Conseil Constitutionnel) έκρινε, με την 98405 DC απόφασή του της 29.12.1998 επί του φόρου αλληλεγγύης επί της (κινητής και ακίνητης) περιουσίας (Impôt de Solidarité sur la Fortune), ότι ο ως άνω φόρος κατοχής της περιουσίας πρέπει να μπορεί να καταβάλλεται διά των εισοδημάτων που παράγει αυτή και, συνεπώς, για να είναι η φορολόγηση της περιουσίας συνταγματικώς ανεκτή, πρέπει η κατοχή της να συνδέεται και με παραγωγή εισοδήματος (βλ., σχετ., Ευ. Μπακάλη, Φορολογικοί Περιορισμοί της Ιδιοκτησίας, Αθήνα, 2008).

Για τον όρο μη ύπαρξης χρεών

Για την αναγνώριση της ως άνω «έκπτωσης» από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. τίθεται ως πρόσθετη προϋπόθεση «ο φορολογούμενος, ή ο/η σύζυγος και τα εξαρτώμενα τέκνα της οικογένειάς του να μην έχουν ή να μην ευθύνονται με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία».

Παρατηρείται ότι η ως άνω πρόσθετη προϋπόθεση παρίσταται αντίθετη με τον σκοπό της προτεινόμενης ρύθμισης, ο οποίος, κατά την προτεινόμενη διάταξη, είναι η μείωση ή απαλλαγή από τον φόρο προσώπων που βρίσκονται σε «οικονομική αδυναμία πληρωμής» του, δεδομένου ότι η ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών συνιστά τεκμήριο έλλειψης χρηματικών πόρων από πλευράς του οφειλέτη, και όχι ένδειξη οικονομικής του δυνατότητας για την καταβολή του ΕΝ.Φ.Ι.Α., λαμβανομένων υπόψη και των διοικητικών και ποινικών κυρώσεων που αντιμετωπίζουν τα πρόσωπα που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και των προβλεπόμενων από τον Κ.Ε.Δ.Ε. μέτρων διοικητικής εκτέλεσης σε βάρος της περιουσίας τους.

Επί των αγοραίων τιμών να επιβάλλεται ο φόρος μεταβίβασης

Μειώνεται ο συντελεστής του φόρου μεταβίβασης ακινήτων από 8% και 10%, σε 3%. Σημειώνεται ότι, επειδή ο όρος «φορολογητέα αξία» δεν απαντάται στη νομοθεσία του φόρου μεταβίβασης ακινήτων, θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθεί από τον όρο «αγοραία αξία».

Που οδηγεί η κατάργηση όλων των εγκυκλίων του παλαιού ΚΦΕ

Επισημαίνεται, επίσης, ότι η νομοθετική κατάργηση του συνόλου των κανονιστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 2238/1994, ανεξαρτήτως του περιεχομένου τους, είναι πιθανόν να δημιουργήσει πρακτικά προβλήματα κατά την πρώτη περίοδο εφαρμογής του ΚΦΕ, κυρίως ως προς ζητήματα τεχνικού και διαδικαστικού χαρακτήρα, υποβολής δηλώσεων κ.λπ.  Περαιτέρω, δεν είναι αντιληπτή η σκοπιμότητα κατάργησης εγκυκλίων (οι οποίες, εξ άλλου, ως μη έχουσες κανονιστικό περιεχόμενο, δεν εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση νόμου) στο μέτρο που οι ερμηνευόμενες με αυτές διατάξεις είναι ομοίου περιεχομένου με αυτές του ν.2238/1994 (στον οποίον έχουν κωδικοποιηθεί οι ρυθμίσεις του ν.δ. 3323/1955 και του ν.δ. 3843/1958).

Η έφοδος χωρίς εισαγγελέα στις κατοικίες-επαγγελματικές έδρες  φορολογούμενων

Ορίζεται ότι «η είσοδος στην κατοικία του φορολογούμενου επιτρέπεται μόνο με εντολή του αρμόδιου Εισαγγελέα, εκτός εάν αυτή έχει δηλωθεί από το φορολογούμενο και ως χώρος άσκησης επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας. Στην τελευταία περίπτωση η πρόσβαση αφορά μόνο τους χώρους, στους οποίους ασκείται η επαγγελματική δραστηριότητα».

Επισημαίνεται συναφώς ότι, συμφώνως προς το άρθρο 9 παρ. 1 του Συντάγματος, «Η κατοικία … καθενός είναι άσυλο. H ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη. Καμία έρευνα δεν γίνεται σε κατοικία, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος και πάντοτε με την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας».

Διαβάστε αναλυτικά την έκθεσης της επιστημονικής επιτροπής της Βουλής για το φόρο ακινήτων.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα