Μηδενική ανάπτυξη προβλέπει για φέτος η ΤτΕ λογω κορονοϊού

Μηδενική ανάπτυξη προβλέπει για φέτος η ΤτΕ λογω κορονοϊού
Ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας Eurokinissi

Στη δημοσιότητα η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2020. Πρόβλεψη για μηδενική ανάπτυξη, λογω κορονοϊού. Αποφεύγονται οι εκτιμήσεις για το πρώτογενές πλεόνασμα.

Μηδενική ανάπτυξη , βραδύτερη πορεία αποκλιμάκωσης των κόκκινων δανείων αλλά και περιορισμένη αύξηση των τιμών των ακινήτων λόγω της επιδημίας του κορονοϊού προβλέπει για το 2020 η έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννη Στουρνάρα.

Στην έκθεση του ο διοικητής της ΤτΕ σημειώνει ότι  η εξάπλωση του κορονοϊού που προκαλεί τη νόσο Covid-19 και η όξυνση του προσφυγικού-μεταναστευτικού προβλήματος επηρεάζουν καταλυτικά τις βραχυπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές και θέτουν, προσωρινά, μεγάλα εμπόδια στην πορεία προς την κανονικότητα.

Η πανδημία του κορονοϊού δοκιμάζει τις κοινωνικές και οικονομικές αντοχές όλου του πλανήτη και απαιτεί άλλο επίπεδο διεθνούς επιστημονικής, κοινωνικής και οικονομικής συνεργασίας από αυτό που ίσχυε μέχρι σήμερα. Οι αγορές ομολόγων και κεφαλαίων έχουν ήδη υποστεί μεγάλες απώλειες, με τις πιο αδύναμες οικονομίες να πλήττονται περισσότερο.

Ή έκθεση του διοικητή τα θυμίζει ότι 2019 η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας διατηρήθηκε, παρά την επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ σε σταθερές τιμές διαμορφώθηκε σε 1,9%, όπως και το 2018, ενώ ο αντίστοιχος ρυθμός της οικονομίας της ζώνης του ευρώ επιβραδύνθηκε σε 1,2% από 1,9% το 2018.

Σημειώνει ακόμη ότι το 2020 η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από τις επιπτώσεις της εξάπλωσης του κορωνοϊού στην παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία. Ειδικότερα, σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα είναι μηδενικός το 2020, αντί 2,4% που ήταν η πιο πρόσφατη πρόβλεψη μετά την ενσωμάτωση των στοιχείων των Εθνικών Λογαριασμών για το δ΄ τρίμηνο του 2019 (6 Μαρτίου 2020).

Η προς τα κάτω αναθεώρηση της πρόβλεψης του ρυθμού ανάπτυξης κατά επιπλέον 2,4 ποσοστιαίες μονάδες οφείλεται στην ενσωμάτωση των επιπτώσεων από την εξάπλωση του κορωνοϊού. Με βάση τα τελευταία στοιχεία για την εξέλιξη της πανδημίας, η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι θα υπάρξει σημαντική αρνητική επίπτωση στην οικονομία τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2020, η οποία θα αντισταθμιστεί μερικώς τα δύο τελευταία τρίμηνα. Η επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης θα προέλθει κυρίως από διαταραχές στην πλευρά της ζήτησης, με μείωση της εξωτερικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών και της εγχώριας ζήτησης, αφού πλήττονται ιδιαιτέρως τομείς όπως οι μεταφορές, ο τουρισμός, το εμπόριο, η εστίαση και η ψυχαγωγία.

Ουδείς σήμερα μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια την εξέλιξη της πανδημίας, ενώ οι επιπτώσεις της στις εθνικές οικονομίες θα εξαρτηθούν και από τα εθνικά και διεθνή δημοσιονομικά και νομισματικά μέτρα που λαμβάνονται. Το βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος ενσωματώνει υποθέσεις για τα αντισταθμιστικά μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί.

Η έκθεση του κ. Στουρνάνα σημειώνει ότι σύμφωνα με τα διαθέσιμα ταμειακά στοιχεία της γενικής κυβέρνησης για το 2019 υπήρξε, για πέμπτο συνεχές έτος, υπέρβαση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος, το οποίο εκτιμάται, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία, ότι έκλεισε κοντά στο 4% του ΑΕΠ.

Σημαντικά χαμηλότερο του 3,5% του ΑΕΠ το πρωτογενές πλεόνασμα

Για το 2020, μέχρι προσφάτως η πρόβλεψη ήταν ότι θα επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής ενός αναπτυξιακού και δημοσιονομικά ουδέτερου μίγματος πολιτικής με κύρια χαρακτηριστικά την ελάφρυνση του φορολογικού βάρους και την ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.

Όμως, η εξάπλωση της πανδημίας του κορονοϊού αφενός δημιουργεί νέες υψηλές δαπάνες για την αντιμετώπιση της νόσου, τη στήριξη των επιχειρήσεων και τη διαφύλαξη της απασχόλησης και αφετέρου έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης και, κατά συνέπεια, στα κρατικά έσοδα. Με αυτά τα δεδομένα, το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να διαμορφωθεί αρκετές ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ κάτω από τον αρχικό στόχο 3,5% του ΑΕΠ, αν και αυτή τη στιγμή είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθεί με ακρίβεια. Λόγω όμως της ευελιξίας που ενσωματώνεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης για έκτακτες συνθήκες, η διαμόρφωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος σε χαμηλότερα επίπεδα δεν μπορεί να θεωρηθεί σε καμία περίπτωση ως παραβίαση του στόχου.

Η μεγαλύτερη πρόκληση για τη δημοσιονομική πολιτική σήμερα, που μεταβάλλει ριζικά όλα τα μέχρι τώρα δεδομένα, είναι να αξιοποιήσει όλες τις δυνατότητες που προσφέρονται ώστε να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση των δαπανών για την αντιμετώπιση της νόσου του κορωνοϊού και να ελαχιστοποιήσει τις αρνητικές επιδράσεις στην πραγματική οικονομία, με τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρξει η μικρότερη δυνατή επίπτωση στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.

Το στοίχημα όπως τονίζει ο διοικητής της ΤτΕ για τη ζώνη του ευρώ σήμερα, που θέτει σε δεύτερη μοίρα όλα τα προηγούμενα, είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής και η διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής, καθώς και η έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων στην οικονομία και κοινωνία από την εξάπλωση του κορωνοϊού. Αν και η μέχρι τώρα αντίδραση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), της Ευρωομάδας (Eurogroup) και ιδιαιτέρως των ίδιων των κρατών-μελών μπορεί να χαρακτηριστεί θετική, είναι σαφές ότι απαιτείται ακόμη μεγαλύτερη συνεργασία και συντονισμός σε επιστημονικό αλλά και σε δημοσιονομικό/νομισματικό επίπεδο, όπου η ευελιξία και ο ρεαλισμός πρέπει να υπερισχύσουν.

Επειδή οι δυνατότητες των κρατών-μελών δεν είναι οι ίδιες, η επίδειξη συνοχής, αλληλεγγύης και ευελιξίας στην αντιμετώπιση της πανδημίας και η παροχή διευκολύνσεων στα κράτη-μέλη που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη ή έχουν δημοσιονομικές δυσκολίες είναι καταλυτικής σημασίας για την καταξίωση της διακυβέρνησης της ζώνης του ευρώ στη συνείδηση των πολιτών αυτή την κρίσιμη περίοδο.

Οι προτεραιότητες

Για την καταγραφή ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης μεσομακροπρόθεσμα, αφού ξεπεραστεί η τρέχουσα κρίση, η ελληνική οικονομία καλείται να αντιμετωπίσει, εκτός των δύο πολύ σοβαρών εξωγενών κλυδωνισμών, που προφανώς αποτελούν εθνικές προτεραιότητες, και μια σειρά από μεσοπρόθεσμες προκλήσεις. Αυτές είναι: το μεγάλο επενδυτικό κενό, η υψηλή ανεργία, το μεγάλο απόθεμα των ΜΕΔ, το υψηλό δημόσιο χρέος και ο αργός ψηφιακός μετασχηματισμός.

Στην κατεύθυνση ης επιτάχυνσης θα πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις οι θα αφορούν τις ακόλουθες προτεραιότητες:

− Αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ).

− Άσκηση συνετής δημοσιονομικής πολιτικής.

− Αύξηση των ιδιωτικών παραγωγικών επενδύσεων.

− Μείωση της ανεργίας.

Εφαρμογή του εθνικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων.

− Ιδιωτικοποιήσεις, αποτελεσματικότερη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας και επέκταση του θεσμού των συνεργασιών και συμπράξεων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ).

− Εφαρμογή στοχευμένων παρεμβάσεων πολιτικής για την αναστροφή της προβλεπόμενης πτωτικής τάσης του οικονομικά ενεργού πληθυσμού εξαιτίας των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων.

− Ενδυνάμωση του “τριγώνου της γνώσης” και ανάπτυξη του αποθέματος του ανθρώπινου κεφαλαίου.

− Αξιοποίηση των ευκαιριών από τη μετάβαση στην πράσινη οικονομία.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα