“Το έλλειμμα σε μονοψήφιο αριθμό το 2010”

Δεσμεύσεις Παπακωνσταντίνου, τελεσίγραφο Αλμούνια και συστάσεις Προβόπουλου για την άμεση μείωση του δημοσίου ελλείμματος
- 20 Οκτωβρίου 2009 08:58
Ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα το οποίο αφενός θα βοηθήσει την ελληνική οικονομία να βγει από την κρίση, αφετέρου θα βάζει τα δημόσια οικονομικά της χώρας σε βιώσιμη βάση είναι η προτεραιότητα της ελληνικής κυβέρνησης, δήλωσε από το Λουξεμβούργο όπου συνεδρίαζε το Συμβούλιο Ecofin, ο υπουργός οικονομίας, Γιώργος Παπακωσταντίνου.
Συγκεκριμένα, ο Γ. Παπακωσταντίνου τόνισε ότι χθες, μετά τις κατ’ ιδίαν συναντήσεις που είχε με τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ζαν Κλοντ Τρισέ και με τον Επίτροπο, αρμόδιο για θέματα οικονομίας, Χοακίν Αλμούνια, ενημέρωσε το Συμβούλιο των χωρών της ευρωζώνης για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Ειδικότερα, ο Γ. Παπακωνσταντίνου αναφέρθηκε στη σημαντική επιδείνωση που σημείωσαν πολλοί τομείς της ελληνικής οικονομίας και κυρίως στη μεγαλύτερη, από την αναμενόμενη, ύφεση που αντιμετωπίζει, με πτώση του ΑΕΠ κατά 1,5%. Ανέφερε, ακόμη ότι καταγράφηκε πτώση των επενδύσεων κατά 20%, πτώση στον τουρισμό κατά 15% και στη ναυτιλία κατά 20%.
Επιπλέον, ο Γ. Παπακωνσταντίνου ενημέρωσε τους ομολόγους του ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας είναι το διπλάσιο από αυτό που παρουσίασε η προηγούμενη κυβέρνηση και εκτιμάται στο 12,5% του ΑΕΠ για το 2009. Όπως διευκρίνισε ο Γ. Παπακωνσταντίνου η μεγάλη απόκλιση των δημοσιονομικών στοιχείων οφείλεται σε τρεις λόγους:
Πρώτον στην αρνητική οικονομική συγκυρία, δεύτερον στην υπερεκτίμηση των εσόδων, στην ανεξέλεγκτη αύξηση των δαπανών και στην κατάρρευση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και τρίτον, στην απόκρυψη σημαντικών στοιχείων.
Σύμφωνα με τον Γ. Παπακωνσταντίνου, η Ελλάδα τόσο στο χθεσινό Συμβούλιο Eurogroup, όσο και στο σημερινό Συμβούλιο Ecofin, προσπάθησε να παρουσιάσει με πειστικό τρόπο ένα μακρόπνοο πρόγραμμα εξυγίανσης της οικονομίας και μείωσης του ελλείμματος μέσα σε τρία ή τέσσερα χρόνια. Δεσμεύτηκε, ακόμη, ότι με τη λήψη των κατάλληλων μέτρων, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας θα μειωθεί το 2010 σε μονοψήφιο αριθμό, δηλαδή, τουλάχιστον κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Εξάλλου, ο υπουργός οικονομίας ενημέρωσε το Συμβούλιο ότι μέλημα της κυβέρνησης είναι η στήριξη των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, η στήριξη της εργασίας για τους νέους και η εξασφάλιση πόρων για επενδύσεις στην παιδεία και στην πράσινη ανάπτυξη που θα δώσουν ώθηση στην οικονομία. Όπως τόνισε ο Γ. Παπαθανασίου, η στήριξη της ελληνικής οικονομίας με αυτούς τους τρόπους είναι αναγκαία και απολύτως συμβατή με το πρόγραμμα εξυγίανσης που θα καταθέσει τις επόμενες μέρες η κυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σε ό,τι αφορά την εξασφάλιση πόρων, ο Γ. Παπακωνσταντίνου τόνισε ότι ένας πρόσθετος δανεισμός με προσεκτικούς όρους, θεωρείται απαραίτητος, προκειμένου να καλυφθούν, μέχρι τα τέλη του χρόνου, ορισμένες συγκεκριμένες ανάγκες όπως για παράδειγμα, η καταβολή συντάξεων και οι μισθοί απλήρωτων καθηγητών.
Καταλήγοντας, ο υπουργός οικονομίας ανέφερε ότι οι ελληνικές αρχές θα καταθέσουν στις αρμόδιες κοινοτικές υπηρεσίες το τριετές πρόγραμμα σταθερότητας και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας τον Ιανουάριο.
Τέλος, ο Γ. Παπακωνσταντίνου δεσμεύτηκε ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση θα κάνει ό,τι είναι δυνατό για να επανακατασταθεί και να κατοχυρωθεί η αξιοπιστία της Ελλάδας σε ό,τι αφορά τα στατιστικά δεδομένα. Προς το σκοπό αυτό, ανέφερε ο υπουργός, η ανεξαρτητοποίηση και ο εκσυγχρονισμός της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας αποτελεί προτεραιότητα.
Bαρύ κλίμα στην ΕΕ
Με αφορμή την συνάντησή του με τον υπουργό Οικονομίας κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, ο επίτροπος Χουακίν Αλμούνια εξέδωσε γραπτή ανακοίνωση, στην οποία εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του και τόνισε ότι η χώρα μας θα πρέπει να αποδείξει την αποφασιστικότητά της στην προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του κ. Αλμούνια:
“Συναντήθηκα για πρώτη φορά με τον κ. Παπακωνσταντίνου, τον συνεχάρη για τον διορισμό του και του ευχήθηκα καλή επιτυχία για τις δύσκολες υποχρεώσεις του. Τον Απρίλιο το συμβούλιο ζήτησε από την Ελλάδα να υιοθετήσει μέτρα για την μείωση του ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ το 2010.
Σήμερα αυτός ο στόχος είναι ξεκάθαρα ανέφικτος. Το δημοσιονομικό έλλειμμα φέτος θα είναι υψηλότερο από το στόχο τον οποίο είχε δεσμευτεί η προηγούμενη κυβέρνηση (3,7%) μία εξέλιξη η οποία μόνο εν μέρει μπορεί να αποδοθεί στην χειρότερη από την αναμενόμενη εξέλιξη της οικονομίας. Είμαι επίσης βαθύτατα ανήσυχος για τις σημαντικές νέες στατιστικές αποκλίσεις.
Η υιοθέτηση ενός φιλόδοξου δημοσιονομικού προγράμματος σταθεροποίησης για τα επόμενα χρόνια που να συνοδεύεται από ένα συνολικό πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα για την Ελλάδα. Ελπίζω πραγματικά ότι η προετοιμασία του προϋπολογισμού του 2010, θα αποδεικνύει αυτή την αποφασιστικότητα για την αποκατάσταση των δημοσίων οικονομικών σε βιώσιμο δρόμο”.
Προβόπουλος: Ανάγκη περιορισμού της σπατάλης
Μείωση του ελλείμματος και επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών προτείνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλος στην ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική που κατέθεσε σήμερα στη Βουλή.
Η Τράπεζα της Ελλάδος προτείνει μία ρεαλιστική πολιτική, για την επαναφορά της χώρας στη δημοσιονομική πειθαρχία, με μείωση του διαρθρωτικού δημοσιονομικού της ελλείμματος σωρευτικά κατά 5% την προσεχή διετία 2010 – 2011 και στη συνέχεια αποκλιμάκωση του κατά 1,5% με 2% ετησίως. Υποστηρίζει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή θα πρέπει να στηριχθεί κατά κύριο λόγο στον περιορισμό των δαπανών και την περιστολή της δαπάνης παρά στην αύξηση των εσόδων.
Συγκεκριμένα, η δημοσιονομική προσαρμογή θα πρέπει να αφορά κατά τα 2/3 τις δαπάνες και μόνο κατά το 1/3 στα έσοδα. Στο επίκεντρο κάθε προσπάθειας περιορισμού της φοροδιαφυγής εκτιμάται ότι θα πρέπει να βρίσκεται η ανασυγκρότηση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού. Στο βαθμό που αυτά θα επιτευχθούν, θα καταστεί δυνατή η μείωση των φορολογικών συντελεστών, ώστε να αντιμετωπιστεί και ο έντονος φορολογικός ανταγωνισμός από άλλες χώρες
Επιπροσθέτως, ο διοικητής της ΤτΕ επισημαίνει ότι με την εξάλειψη της σπατάλης το Δημόσιο θα μπορέσει να εξοικονομήσει 1,2% με 2,2% ετησίως ή περισσότερα από 30 δισ. ευρώ στην προοπτική μίας δεκαετίας.
Εκφράζει δε την ανησυχία του για τα υψηλά “δίδυμα” ελλείμματα που αντιμετωπίζει η χώρα (δημοσιονομικό και στο εξωτερικό ισοζύγιο πληρωμών) καθώς, όπως επισημαίνει, οι χώρες εκείνες που χαρακτηρίζονται από το συνδυασμό αυτό, των ελλειμμάτων και των χρεών, αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο να είναι πολύ δυσχερέστερη και πιο αργή η έξοδος τους από την κρίση και να υπάρξει έτσι μια παρατεταμένη περίοδος χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης. Για το λόγο αυτό, επείγει η άμεση εφαρμογή ενός μεσοπρόθεσμου σχεδίου που θα περιλαμβάνει τολμηρές αλλά αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Συρρίκνωση του ΑΕΠ και ανεργία
Αναφορικά με την πορεία της οικονομίας, η ΤτΕ προβλέπει ότι το ΑΕΠ της χώρας θα συρρικνωθεί φέτος κατά 1% ή και περισσότερο. Η υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας θα έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της απασχόλησης κατά 1,5% και την εκτίναξη της ανεργίας στο 9%. Ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο 1% με 1,3% και το έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών θα περιοριστεί στο 11% του ΑΕΠ.
Στο μέτωπο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, η ΤτΕ συστήνει την ταχεία εφαρμογή τους, για να ενισχυθούν οι παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας και η απασχόληση. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να έχουν κεντρική επιδίωξη τη σταθερή βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης, καθώς και τη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη μόνιμη και οριστική εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, την παγίωση συνθηκών που θα ευνοούν τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, την ενδυνάμωση των εξαγωγών, την εισροή ξένων άμεσων επενδύσεων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Επιπλέον, οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να στηρίζουν αποτελεσματικά μια μακροπρόθεσμα βιώσιμη ανάπτυξη που σέβεται και προστατεύει το περιβάλλον και ενισχύει την κοινωνική συνοχή.
Οι κυριότερες κατευθύνσεις διαρθρωτικής πολιτικής αφορούν στην εξυγίανση του δημόσιου τομέα και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του, και την ενίσχυση της παραγωγικής βάσης μέσω των επενδύσεων. Όπως υπογραμμίζεται στην Έκθεση χαρακτηριστικά, η αντίληψη ότι στο κράτος ανήκει ο ρόλος του “διασώστη” και τα συχνά παραδείγματα μη τήρησης των νόμων που θεσπίζονται (λόγω πιέσεων από ομάδες συμφερόντων) υποδηλώνουν ότι δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη η επιτυχία ορισμένων μέτρων απλώς και μόνο επειδή νομοθετήθηκαν.
Η θεμελίωση συνθηκών που ευνοούν τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων ή την επέκταση ήδη υπαρχουσών, θα διευκολύνει τις επιβαλλόμενες από τις εξελίξεις αλλαγές στη σύνθεση της οικονομικής δραστηριότητας.
Τέλος συστήνεται ότι η αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος πρέπει επίσης, να προχωρήσει με τολμηρά βήματα, δεδομένου ότι μακροπρόθεσμα οι δημοσιονομικές επιπτώσεις από τη γήρανση του πληθυσμού αποτελούν ένα οξύτατο διαρθρωτικό πρόβλημα.