Στα έδρανα της Βουλής, διαδραματίστηκε άλλο ένα σήριαλ ισχυρισμών από υπουργούς και βουλευτές ότι εξαιτίας των διαδικασιών περιβαλλοντικής αδειοδότησης καθυστερούν οι εγκρίσεις σε επενδυτικά σχέδια και υστερεί σε ανάπτυξη η οικονομία. Ακούσαμε ότι επενδυτές περιμένουν ακόμα και επτά χρόνια για να λάβουν μια περιβαλλοντική έγκριση.
Πριν γράψω αυτό το άρθρο, έκανα μια τυχαία δειγματοληπτική έρευνα στη Διαύγεια: επέλεξα τελείως τυχαία τέσσερις αποφάσεις έγκρισης περιβαλλοντικών όρων της τελευταίας χρονιάς. Το αποτέλεσμα ήταν και για μένα απρόσμενο. Και οι τέσσερις ΑΕΠΟ εκδόθηκαν μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο από την ημερομηνία κατάθεσης του φακέλου μελετών στις αρμόδιες υπηρεσίες. Δείτε κι εσείς:
Τα παραπάνω παραδείγματα είναι προφανώς τυχαία και καθόλου δεν αποκλείεται έργα μικρής περιβαλλοντικής επιβάρυνσης όντως να βρίσκουν προσκόμματα σε γραφειοκρατικές διαδικασίες. Όμως η πραγματικότητα είναι πως πολλά επενδυτικά σχέδια εγκρίνονται με βάση την περιβαλλοντική νομοθεσία, παρά το γεγονός ότι αυτή έχει ήδη υποστεί σαρωτικές, δυσνόητες και συχνά κρυπτικές μεταβολές που εύκολα “μπουρδουκλώνουν” ακόμα και τον πιο έμπειρο ειδικό.
Το 2013 πραγματοποιήθηκε αξιολόγηση από τον ΟΟΣΑ των διοικητικών βαρών που προκύπτουν από την τότε ισχύουσα νομοθεσία σε 13 τομείς. 1 Ως συνολική εκτίμηση, η έκθεση του ΟΟΣΑ συμπύκνωσε σημαντική πληροφορία για τις διαδικασίες αδειοδότησης κυρίως επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και εντόπισε μια σειρά από αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, μερικές από τις οποίες θα ενισχύσουν τη διαφάνεια. Η έκθεση, που προλογίζει ο τότε υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κυριάκος Μητσοτάκης, μας λέει πως το μεγαλύτερο διοικητικό βάρος προκύπτει από τους τομείς της φορολογίας-ΦΠΑ (47% επί του συνολικού), του εταιρικού δικαίου (18%), των δημοσίων συμβάσεων (12%), και της γεωργίας (9%), του εργασιακού περιβάλλοντος (5%), ενώ το περιβάλλον είναι μόνο το 4,24%.
Όμως και από τα ίδια τα στοιχεία του ΥΠΕΝ προκύπτει ότι πολλές περιβαλλοντικές άδειες εκδίδονται, είτε εντός είτε εκτός περιοχών Natura.
Συγκεκριμένα, κατά την τελευταία τριετία (1 Ιανουαρίου 2017 – 1 Απριλίου 2020) εκδόθηκαν 3.782 αποφάσεις έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για έργα και δραστηριότητες που κατηγοριοποιούνται σε 12 κατηγορίες με βάση τη σχετική υπουργική απόφαση κατάταξης. Η κατανομή των εγκρίσεων ανά κατηγορίες φαίνεται στον παρακάτω πίνακα.
Δεν προκύπτει λοιπόν καθόλου ξεκάθαρα πώς ακριβώς χωλαίνει η ανάπτυξη εξαιτίας της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
Ο θεσμός της περιβαλλοντικής αδειοδότησης πρέπει να τιμάται. Η διαδικασία εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων είναι η καρδιά της εφαρμογής «των αρχών της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης, της επανόρθωσης των καταστροφών του περιβάλλοντος, κατά προτεραιότητα στην πηγή, καθώς και στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Οι επιπτώσεις στο περιβάλλον όλων των τεχνικών διαδικασιών σχεδιασμού και λήψης αποφάσεων θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όσο το δυνατό πιο έγκαιρα». 2 Η επιστημονική εκτίμηση των πιθανών επιπτώσεων και η διαδικασία έκδοσης περιβαλλοντικών εγκρίσεων για ιδιωτικά και δημόσια έργα και δραστηριότητες είναι το βασικό εργαλείο επίτευξης υψηλού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος, ως κρίσιμης σημασίας δημόσιου αγαθού.
Ειδικά όταν πρόκειται για έργα εντός των πολύτιμης οικολογικής αξίας περιοχών Natura, η αδειοδοτική διαδικασία οφείλει εύλογα να είναι ενισχυμένη και πολύ αυστηρή. Έτσι, η κοινοτική νομοθεσία προβλέπει «δέουσα εκτίμηση», δηλαδή μια διευρυμένη ανάλυση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που μπορεί να έχει ένα έργο στους προστατευόμενους οικοτόπους και τα είδη της περιοχής, με βάση το άρθρο 6, παρ. 3 και 4 της οδηγίας για τους φυσικούς οικοτόπους 92/43/ΕΟΚ. Το ενωσιακό δίκαιο μας λέει ξεκάθαρα ότι με τις περιοχές Natura δεν παίζουμε και δεν μπορεί να εγκρίνονται παρεμβάσεις όπως-όπως.
Η περιβαλλοντική νομοθεσία, και ειδικά το πλαίσιο αδειοδότησης, θα έπρεπε λογικά να τιμάται ως θεμέλιο για την προστασίας της υγείας πλανήτη και ανθρώπων. Παράλληλα, για τη διευκόλυνση της ανάπτυξης των καλών επενδυτικών σχεδίων και της οικονομικής δραστηριότητας που χρειάζεταιη χώρα, θα έπρεπε λογικά να υπάρχει σταθερότητα στη νομοθεσία, ασφάλεια δικαίου, δημόσια διαθέσιμα περιβαλλοντικά δεδομένα, και χάρτες. Εξυπακούεται βέβαια ότι και οι ίδιοι οι επιχειρηματίες θα επενδύουν ώστε οι μελέτες και οι φάκελοι που υποβάλλουν να είναι άρτια τεκμηρωμένοι, να στηρίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές τεχνικές. Εξυπακούεται επίσης ότι τα έργα είναι σωστά σχεδιασμένα, ώστε να μην καταστρέφουν το περιβάλλον.
Αυτός όμως ο περιβαλλοντικά και θεσμικά ιδεατός κόσμος δεν βρίσκεται στην Ελλάδα.
Στο WWF, έχουμε αμέτρητες φορές δεχθεί ερωτήματα από συμβούλους επενδυτών, αλλά και επιχειρηματίες αυτοπροσώπως για την ερμηνεία διαφόρων νομικών διατάξεων, κυρίως της καταταλαίπωρης δασικής νομοθεσίας και για ζητήματα πολεοδομικού δικαίου. Η νομοθεσία είναι απλά ακατανόητη σε πολλά σημεία, ενώ οι συνεχείς μεταβολές της με, κυρίως, φωτογραφικού χαρακτήρα ειδικές ρυθμίσεις κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την παρακολούθησή της. Ακόμα και ο επενδυτής με τις καλύτερες περιβαλλοντικές προθέσεις και ευαισθησίες αδυνατεί να καταλάβει τι εννοεί ο νομοθέτης και πώς θα εξασφαλιστεί ώστε να μη βρεθεί έκθετος.
Άλλο παράλογο χαρακτηριστικό της ελληνικής περιβαλλοντικής πραγματικότητας είναι ότι οι παρανομίες συνέχεια ‘βολεύονται’. Δείτε στον παραπάνω πίνακα πόση φαιά ουσία έχει αφιερώσει η νομοθετική εξουσία τα τελευταία χρόνια για να νομιμοποιεί αυθαιρεσίες. Και πείτε με το χέρι στην καρδιά: πόσο εύκολα θα έρθει ένας καλοπροαίρετος, νομοταγής και περιβαλλοντικά ευαίσθητος επιχειρηματίας να εφαρμόσει τους νόμους, όταν γνωρίζει πως ο παράνομος ζει και βασιλεύει, με τη Βουλή να νομοθετεί συνεχώς υπέρ του;
Τα προβλήματα αυτά όχι απλώς δεν τα λύνει ο νέος νόμος 4685/2020, αλλά αντίθετα τα επιδεινώνει. Για παράδειγμα:
Το εμβληματικά χειρότερο σημείο επιδείνωσης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας που εισάγει ο νέος νομός είναι ότι στις περιοχές Natura που έχουν παραχωρηθεί σε πετρελαϊκές για εξόρυξη υδρογονανθράκων με βεβαιότητα δεν θα οριστούν από τα προεδρικά τους διατάγματα ζώνες απόλυτης προστασίας της φύσης και ζώνες προστασίας της φύσης, καθώς σε αυτές δεν επιτρέπεται αυτή η περιβαλλοντικά καταστροφική δραστηριότητα. Έτσι, για παράδειγμα, σε τμήματα ή στο σύνολο των περιοχών Natura«Εσωτερικό αρχιπέλαγος Ιονίου», «Οροπέδιο Φολόης», «Λίμνες Τριχωνίδα και Λυσιμαχεία», «Κοιλάδα Αχελώου», «Όρος Τσέρεκας», «Άγραφα», «Όρη Παραμυθιάς», «Αθαμανικά Όρη», «Θαλάσσια περιοχή Νότιας Μεσσηνίας» θα δούμε κατά πάσα πιθανότητα διατάγματα που καθορίζουν ζώνες εκμετάλλευσης που δεν θα λαβάνουν υπόψη τις οικολογικές ανάγκες προστασίας των οικοτόπων και ειδών.
Η κρίση της πανδημίας θα έπρεπε να μας δείχνει ότι ο δρόμος του μέλλοντος για δημόσιες πολιτικές που προστατεύουν το περιβάλλον και τους ανθρώπους είναι μέσα από τον σεβασμό στις επιστημονικές υποδείξεις. Η πολιτική αντίληψη ότι η φύση αποτελεί πόρο για υπερκμετάλλευση είναι οπισθοδρομική και ξεπερασμένη. Πλέον, η προστασία του περιβάλλοντος είναι θέμα ζωής και θανάτου.
της Θεοδότας Νάντσου, επικεφαλής πολιτικής στο WWF Ελλάς