Η ελπίδα… έφυγε;

Η ελπίδα… έφυγε;

Η θητεία και τα πεπραγμένα του κυβερνητικού σχηματισμού υπολείπονται -στην καλύτερη περίπτωση- των ανεδαφικών, αλλά υπαρκτών προσδοκιών που είχαν καλλιεργηθεί

Η συμπλήρωση, τις ημέρες αυτές, ενός χρόνου της διακυβέρνησης της χώρας από το φαινομενικά παράταιρο κυβερνητικό σχήμα των ΣΥ.ΡΙΖ.Α.- ΑΝ.ΕΛ. αποτέλεσε την αφορμή για τη συγγραφή εκατοντάδων, επετειακών τρόπον τινά, άρθρων και αναλύσεων που, ανεξάρτητα από τις επιμέρους οπτικές γωνίες και την εν γένει πολιτική τοποθέτηση του εκάστοτε συντάκτη τους, κατατείνουν σε μια κοινή συνισταμένη: η θητεία και τα πεπραγμένα του εν λόγω κυβερνητικού σχηματισμού υπολείπονται -στην καλύτερη περίπτωση- των ανεδαφικών, ενδεχομένως, αλλά υπαρκτών προσδοκιών που είχαν καλλιεργηθεί σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης -και όχι μόνο στους ψηφοφόρους της κυβερνητικής πλειοψηφίας- για την έλευση “για πρώτη φορά” της “Αριστεράς” στην εξουσία.

Οι σχετικά τακτικότεροι αναγνώστες της διαδικτυακής αυτής γωνιάς, γνωρίζουν ότι ο γράφων ουδέποτε  συμπεριλήφθηκε σε αυτούς που έτρεφαν έστω και μετριοπαθείς ελπίδες για τις προθέσεις αλλά και τις ικανότητες των κυβερνώντων. Εδώ, αλλά και αλλού, είχαν εγκαίρως και πλειστάκις επισημανθεί οι προφανείς αντιφάσεις της κραυγαλέα δημαγωγικής ρητορικής, η εξωφθάλμως αφελής ανάγνωση των ευρωπαϊκών και διεθνών συσχετισμών και συγκυριών, η απειρία και η καταφανής έλλειψη στοιχειώδους επάρκειας και στελεχιακού βάθους των τότε επιδόξων ακόμη, και νυν κυβερνώντων. Είχε επίσης γίνει εκτενής μνεία στους κινδύνους που εγκυμονούσε για τους πολίτες η απατηλή σαγήνη της βουλησιαρχίας, η επικράτηση του θυμικού επί της ψύχραιμης στάθμισης των δεδομένων, η ελλιπής εν τέλει ατομική και συλλογική αυτογνωσία. Όλα αυτά βέβαια ελάχιστη -ίσως- σημασία έχουν πλέον, ούτε έχει κάποιο νόημα να υποδύεται κανείς τον προ ή μετά Χριστόν προφήτη, επιχαίροντας μικρόψυχα. H συντελεσθείσα ζημιά σε μια ήδη καθημαγμένη από την πολυετή ύφεση οικονομία -τη στιγμή μάλιστα που έδειχνε κάποια σημάδια σταθεροποίησης και αναιμικής ίσως ανάκαμψης, η εκ νέου δραματική υποχώρηση της διεθνούς θέσης και του όποιου εναπομείναντος  κύρους της χώρας, η πρωτοφανής οπισθοδρόμηση -στα όρια της αποδόμησης- κρισίμων τομέων της καθημερινότητας και της ζωής των πολιτών -παιδεία, υγεία, ασφάλεια, κοινωνική ασφάλιση-, η ανάδυση νέων διεθνών και τοπικών γεωπολιτικών κινδύνων σε ένα περιβάλλον πρωτοφανούς εδώ και δεκαετίες αστάθειας, η επίσης πρωτόφαντη όξυνση του προσφυγικού-μεταναστευτικού που απειλεί με διάρρηξη τους -έτσι κι αλλιώς- ασθενείς αρμούς του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και κυρίως η ογκούμενη κοινωνική απόγνωση από τη διάψευση και των τελευταίων φρούδων ελπίδων συνθέτουν ένα εξαιρετικά επικίνδυνο μείγμα που μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε νέες ήττες, νέες διαψεύσεις, στο τέλμα και τον μηδενισμό.

Η χώρα έχει κουραστεί και έχει κουράσει. Σε εσωτερικό και εξωτερικό.

Μπορεί η κυβέρνηση να αναγκάσθηκε ατάκτως να συρθεί στην υπογραφή -και την ψήφισή του με συντριπτική κοινοβουλευτική πλειοψηφία- του επαχθέστερου έως τώρα μνημονίου μετά από μήνες οπερετικής “διαπραγμάτευσης” μετατρέποντας εν μία νυκτί το αποτέλεσμα ενός αχρείαστου και διχαστικού δημοψηφίσματος από “εθνικά υπερήφανο” ΌΧΙ σε “ταπεινωτικό” ΝΑΙ, αλλά αρνείται να αναλάβει την πολιτική του ιδιοκτησία εκπέμποντας διαρκώς αντιφατικά μηνύματα, διγλωσσία και εμφανή ψυχική κόπωση. Μπορεί η επιλογή της αυτή να επικυρώθηκε θεωρητικά από τις εσπευσμένες εκλογές του Σεπτεμβρίου, αλλά η παραζαλισμένη κοινή γνώμη τώρα φαίνεται σιγά-σιγά να συνειδητοποιεί ποιες δεσμεύσεις αναλήφθηκαν και τι αυτό σημαίνει απτά -και όχι θεωρητικά- για τη ζωή του κάθε πολίτη. Μπορεί η εκλογή νέας ηγεσίας στην ουσιωδώς ακέφαλη επί ένα έτος αξιωματική αντιπολίτευση να φαίνεται να επαναφέρει την ευστάθεια και τη στοιχειώδη ισορροπία που έχει ανάγκη κάθε πολιτικό σύστημα, αλλά η αντιπολίτευση συνολικά φαίνεται να απέχει ακόμη από το σημείο εκείνο όπου θα προβάλει ως έτοιμη και αξιόπιστη εναλλακτική διακυβέρνησης στα μάτια της πλειοψηφίας των πολιτών. Μπορεί να διεφάνη μετά την πανικόβλητη μεταστροφή του Πρωθυπουργού “στον δρόμο προς τη Δαμασκό” και την υπογραφή του τρίτου μνημονίου να κλείνει κάθε συζήτηση για έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη, αλλά οι πιέσεις για πιστή τήρηση των συμφωνηθέντων και η κυβερνητική δυστοκία και οι καθυστερήσεις συντηρούν μια παραλυτική για την -ευρισκόμενη ακόμη σε καθεστώς περιορισμού στις κινήσεις κεφαλαίων- οικονομία και την κοινωνία αβεβαιότητα. Μπορεί η κυβέρνηση να ρητορεύει ότι οι πολίτες γνώριζαν τι ψήφισαν και τι ενέκριναν στις τελευταίες εκλογές, αλλά η πρωτοφανής για την ιστορία των πολιτισμένων κρατών φορολογική επίθεση στην εργασία (γιατί και το νέο “ασφαλιστικό” στην πραγματικότητα μια απηνής φορολογική δίωξη της εργασίας είναι) διαμορφώνει συνθήκες οιωνεί κοινωνικής εξέγερσης όλου του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας (και όχι μόνο). Μπορεί, τέλος, οι πολίτες -και αυτό είναι νομίζω το σημαντικότερο- να συνειδητοποιούν επώδυνα ότι δεν υπάρχουν μαγικές ανώδυνες  συνταγές και μεσσίες, αλλά οι απλουστεύσεις, τα στερεότυπα, η συνωμοσιολογία, ο μανιχαϊσμός, η παιδαριώδης θυματοτοποίηση, η δημαγωγία και ο λαϊκισμός δεν έχουν ηττηθεί και συνεχίζουν να δηλητηριάζουν διάνοιες και θυμικά. Ελλοχεύει δε ο κίνδυνος ρηγμάτωσης του κοινωνικού σώματος από νέους υπαρκτούς ή τεχνητούς-πολιτικά υποβολιμαίους και κομματικά υστερόβουλους διχασμούς (δημόσιος-ιδιωτικός τομέας, νέοι-συνταξιούχοι, γηγενείς-μετανάστες, “παλαιό”-“νέο” κατεστημένο).

Εντούτοις, η χώρα, η κοινωνία και η οικονομία έχουν και δυνάμεις, και καταπιεσμένες δυνατότητες, και συγκριτικά πλεονεκτήματα. Το κυριότερο όλων είναι η παρουσία μιας εξαιρετικά μορφωμένης, πολύγλωσσης και απροκατάληπτης νεολαίας που διεκδικεί μάταια την ευκαιρία της να δημιουργήσει, να προκόψει και να προσφέρει. Είναι η μοναδική -ρεαλιστική όμως- ελπίδα αυτού του τόπου για να ξεκολλήσει από το τέλμα και την υπανάπτυξη και να πορευθεί επίπονα μεν, αλλά μπροστά. Χωρίς την εμπέδωση όμως ενός κλίματος στοιχειώδους ειλικρίνειας, σοβαρότητας και πραγματισμού, χωρίς την επίτευξη στοιχειωδών πολιτικών συνεννοήσεων και συγκλίσεων και μίνιμουμ πολιτικής σταθερότητας, χωρίς την εγκατάλειψη των γραφειοκρατικών μεταπολιτευτικών αγκυλώσεων σε παιδεία, ασφαλιστικό, δικαιοσύνη, δημόσια διοίκηση και κυρίως χωρίς τη δημιουργία ενός ελκυστικού περιβάλλοντος για προσέλκυση σοβαρών επενδύσεων, είναι από εξαιρετικά αμφίβολο έως αδύνατο να απελευθερωθεί η τεράστια δημιουργική δυναμική των νέων ανθρώπων και να σταματήσει η αιμορραγία της αναγκαστικής τους μετανάστευσης.

Αυτό είναι το κρίσιμο εθνικό χρέος.

Και είναι το μόνο που έχει σημασία.

Υ.Γ. (Για την επέτειο ενός χρόνου της “πρώτη φορά Αριστεράς” -….με ολίγη από εθνικολαϊκιστική ακροδεξιά-):

Κάποτε στη χώρα αυτή υπήρχε μια αριστερά με ήθος, παιδεία, αρχές, πατριωτισμό. Ήταν η αριστερά της αυτοθυσίας και ΟΧΙ του βολέματος, ήταν η αριστερά του αγώνα και ΟΧΙ του μπάχαλου, ήταν η αριστερά του φτωχού λαού και ΟΧΙ του χυδαίου λαϊκισμού, ήταν η αριστερά της γνώσης και ΟΧΙ του εξυπνακισμού, ήταν η αριστερά των επιχειρημάτων και ΟΧΙ της στρεψοδικίας, ήταν η αριστερά του πολιτισμού και της πνευματικότητας και ΟΧΙ της ευτέλειας και των άναρθρων κραυγών, ήταν η αριστερά της παλικαριάς και ΟΧΙ του κουτσαβακισμού, ήταν η αριστερά της γενναιότητας και ΟΧΙ του ελληναράδικου τσαμπουκά, ήταν η αριστερά της σεμνότητας και ΟΧΙ της ναρκισσευόμενης αλαζονείας, ήταν η αριστερά της πραγματικής αξιοπρέπειας και ΟΧΙ της επιθετικής επαιτείας, ήταν η αριστερά της ουτοπίας (ίσως) αλλά ΟΧΙ της φενάκης και της απάτης. Ήταν η αριστερά του Μπελογιάννη και του Πλουμπίδη, του Ηλιού και του Κύρκου, του Παπαγιαννάκη, του Ρίτσου και  του Τσίρκα, του Πουλαντζά και του Ελεφάντη και ΟΧΙ…

* Ο Σταμάτης Κυρζόπουλος είναι ιατρός καρδιολόγος, στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο και συγγραφέας του βιβλίου  “Μονόδρομοι και αδιέξοδα: Πολιτών υπέρβαση”. Εκτός από το News247 αναλύει και εκφράζει τις σκέψεις του μέσα από το προσωπικό του blog sxoliopoliti.blogspot.gr

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα