Πότε συγκαλείται το συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών βάσει Συντάγματος

Πότε συγκαλείται το συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών βάσει Συντάγματος

Σύγκληση συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή τον πρωθυπουργό; Πόσο συχνά μπορεί να συγκαλείται; Μία "βουτιά" στο τι προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα

Την ώρα που οι διαπραγματεύσεις των Βρυξελλών συνεχίζουν να βρίσκονται σε αδιέξοδο, επικεφαλής κομμάτων όπως ο Στ. Θεοδωράκης από το Ποτάμι, η Φώφη Γεννηματά ως η νέα πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αλλά και σημαντικός αριθμός βουλευτών, όπως οι Κυρ. Μητσοτάκης και Ντόρα Μπακογιάννη ζητούν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τη σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών, προκειμένου να υπάρξει συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων για τα επόμενα στρατηγικά βήματα, ώστε η χώρα μας να καταλήξει άμεσα σε συμφωνία με τους δανειστές.

Πότε όμως δίνεται η δυνατότητα βάσει Συντάγματος να συγκληθεί συμβούλιο Αρχηγών Κομμάτων και πότε οι πολιτικοί έχουν τη δυνατότητα να κάνουν χρήση του δικαιώματος αυτού;

Ας ρίξουμε μία πρόχειρη ματιά στο τι ακριβώς προβλέπεται θεσμικά για την περίσταση.

Από το 1975 στο σήμερα

Η τελευταία σχετική αναφορά για τη δυνατότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας να συγκαλεί τους πολιτικούς αρχηγούς περιλαμβανόταν στο Σύνταγμα του 1975 και συγκεκριμένα στο άρθρο 39. Το προβλεπόμενο, τότε, Συμβούλιο της Δημοκρατίας (σ.σ. κατά το προδικτατορικό Συμβούλιο του Στέμματος) δεν είχε τη μορφή της κοινής σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών του Κοινοβουλίου, που γνωρίζουμε στην Ελλάδα από το 1992 και μετά. Προέβλεπε ότι συμμετείχαν οι διατελέσαντες Πρόεδροι της Δημοκρατίας και Πρωθυπουργοί, ο Πρόεδρος της Βουλής και, προφανώς, ο Πρωθυπουργός και ο Αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Το άρθρο 39 καταργήθηκε στην αναθεώρηση του 1986 (σ.σ. όπως μπορεί καθένας να δει στην έκδοση του Συντάγματος στην ιστοσελίδα της Βουλής) και έκτοτε ουδεμία τέτοια πρόβλεψη υπάρχει.

Ως αποτέλεσμα, την περίοδο της κρίσης με τα Σκόπια όταν και συγκλήθηκαν διαδοχικές συσκέψεις των πολιτικών αρχηγών, αυτές πραγματοποιήθηκαν σε νομικό και συνταγματικό κενό. Η σύγκλησή τους τότε, έγινε κατόπιν πρότασης του τότε Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη την οποία απεδέχθη ο τότε Πρόεδρος Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Όπως σημειώνουν πηγές από το Προεδρικό Μέγαρο, τα Συμβούλια του 1992 δημιούργησαν, κατά τους συνταγματολόγους, τις “συνθήκες του πολιτεύματος”, που δεν αποτελούν και δεν παράγουν “εθιμικό δίκαιο” αλλά συνιστούν μία πρακτική που τηρούν τα κρατικά όργανα. Όλα τα υπόλοιπα Συμβούλια Πολιτικών Αρχηγών (επί Κώστα Καραμανλή για το Σχέδιο Ανάν ή επί Γιώργου Παπανδρέου για την τρόικα) ακολούθησαν την ίδια πρακτική: συγκαλούνταν κατόπιν πρωτοβουλίας του Πρωθυπουργού, δεδομένου ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει σχετική ευχέρεια.

Οι “συνθήκες του πολιτεύματος” βέβαια, δεν απέτρεψαν διαχρονικά στους πολιτικούς αρχηγούς, κυρίως της αντιπολίτευσης, να ζητούν επανειλημμένα τη σύγκληση του Συμβουλίου, είτε για να αναζητηθεί κοινός τόπος είτε, όπως έπραξε ο κ. Τσίπρας προεκλογικά, προκειμένου να ζητήσει την παραίτηση του κ. Σαμαρά και να συμφωνηθεί ο χρόνος των εκλογών.

Πέραν της ακολουθούμενης πρακτικής έναντι των Συμβουλίων Πολιτικών Αρχηγών και των ερωτημάτων εάν αυτή μπορεί να μεταβληθεί (σ.σ. εάν π.χ. το σύνολο των πολιτικών αρχηγών της αντιπολίτευσης υπέβαλλαν σχετικό ή ακόμη και κοινό αίτημα προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας), στοιχείο προβληματισμού είναι και το αποτέλεσμα που θα μπορούσε να έχει μία τέτοια πρωτοβουλία. Με άλλα λόγια, όπως σημείωναν όχι μόνον συνταγματολόγοι αλλά και βουλευτές (πχ. Μιλτ. Βαρβιτσιώτης), η σύγκληση του Συμβουλίου έχει έννοια μόνον εφόσον υπάρξει προεργασία που θα κατατείνει στη σύμπτωση απόψεων τουλάχιστον μεταξύ των κυρίαρχων πολιτικών συνιστωσών.

Σε διαφορετική περίπτωση (σ.σ. άλλωστε πλην των θέσεων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για έξοδο από το ευρώ, δύο ακόμη κόμματα του Κοινοβουλίου έχουν σαφή θέση ενάντια στην Ευρωζώνη),  ένα Συμβούλιο θα μπορούσε να καταστεί πεδίο αντιπαράθεσης και όχι συνεννόησης, ενισχύοντας τελικά την εικόνα διχασμού.

Πηγή: hellenicparliament.gr, kathimerini.gr

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα