Ο σκηνοθέτης που ‘είδε’ στην Άνδρο τη Μικρά Αγγλία

default image

Χρησιμοποιεί το παρελθόν της Ελλάδας για να αφηγηθεί το παρόν της και βάζει το ακούραστο μεράκι του για να δώσει στην 7η τέχνη τον ανθρωποκεντρισμό που μιλά στις ψυχές μας. Το πραγματικό πρόσωπο του Παντελή Βούλγαρη

Της Νάγιας Κωστιάνη

Αν ρωτήσεις κάποιον να σου πει τους τρεις πιο σημαντικούς Έλληνες σκηνοθέτες στην ιστορία του εγχώριου κινηματογράφου, το όνομα του θα εμφανιστεί σίγουρα μέσα στο τοπ 3 όλων των ερωτηθέντων. Ο λόγος δεν είναι μόνο πως ο Παντελής Βούλγαρης αξίζει περίτρανα αυτόν τον τίτλο αλλά και το ότι ο μεγάλος αυτός σκηνοθέτης έχει καταφέρει μέσα από τη δουλειά του να «μιλήσει» στη ψυχή των Ελλήνων πιο άμεσα και πιο ειλικρινά από τους περισσότερους συναδέλφους του – και σύγχρονους Έλληνες δημιουργούς εν γένει.

Ο Παντελής Βούλγαρης γεννήθηκε στα Πατήσια το 1940, υπό το σκηνικό του Εμφυλίου πολέμου και της Κατοχής στην Ελλάδα. Οι εικόνες που διαδραματίζονταν γύρω του αποτέλεσαν την μεγαλύτερη έμπνευση αλλά και κινητήριο δύναμη για τις ταινίες που δημιούργησε στο μέλλον. Ο κινηματογράφος τον μάγευε από μικρό παιδί, όχι όμως με τον ίδιο τρόπο που συνάρπαζε τους συνομήλικούς του. Και αυτό γιατί, όταν όλοι θαμπώνονταν από τους διάσημους ηθοποιούς, ο Βούλγαρης «κολλούσε» με τη σκηνοθεσία των ταινιών. Το 1960 γράφεται στη Σχολή Σταυράκου για να σπουδάσει την τέχνη που τον μάγευε τόσο, υπό τη καθοδήγηση μεγάλων δασκάλων όπως ο Γρηγόρης Γρηγορίου και ο Ντίνος Δημόπουλος και με συμμαθητές σπουδαίους μελλοντικούς Έλληνες σκηνοθέτες, όπως ο Θόδωρος Αγγελόπουλος.

Το 1961, γίνεται μέλος της Φίνος Φιλμ, ξεκινώντας από «παιδί για όλες τις δουλειές» και β’ βοηθός σκηνοθέτη για να καταλήξει ο ίδιος σκηνοθέτης αξιώσεων με ταινίες – υποδείγματα του ελληνικού κινηματογράφου. Και κάπως έτσι, από την αρχή κιόλας της καριέρας του, ο Παντελής Βούλγαρης σου δίνει έναν πολύ σημαντικό λόγο για να τον θαυμάζεις: κυνήγησε το όνειρό του μέχρι να το εκπληρώσει, έμαθε την τέχνη του κινηματογράφου δίπλα στους καλύτερους του είδους και κατάφερε να εργαστεί στην πλέον θρυλική εταιρεία παραγωγής ταινιών της χώρας, ξεκινώντας από τα χαμηλά και δουλεύοντας σκληρά για να φτάσει στην κορυφή.

 

Από το 1965, όπου παρουσίασε την πρώτη μικρού μήκους ταινία του, «Ο Κλέφτης» μέχρι το 1973, όπου ο Μάνος Χατζιδάκις του προτείνει να συνεργαστούν για να μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη το σπουδαίο δίσκο του, τον «Μεγάλο Ερωτικό», ο Παντελής Βούλγαρης έχει ήδη καταφέρει να ξεχωρίσει.

Εκτός από την απεικόνιση της ελληνικής κοινωνίας κατά τη διάρκεια και το τέλος της Χούντας στις ταινίες του και την λεπτομερή μελέτη του πάνω στις ανακατατάξεις και αναδιαρθρώσεις της κοινωνίας εκείνη την περίοδο, τις εξουσιαστικές σχέσεις, τις νεοταξικές διαφορές και την κατάφωρη αδικία, ο Βούλγαρης έζησε την Χούντα στο πετσί του. Το 1973 βρισκόταν μέσα στο Πολυτεχνείο. Μέρες αργότερα από τα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα εκεί, τον συνέλαβαν και τον εξόρισαν στη Γυάρο, όπου και έμεινε για οκτώ μήνες. Επιστρέφοντας από την εξορία το 1975, συνέχισε τη δημιουργία πιο δυναμικά από ποτέ με την ταινία «Χάππη Νταίη» η οποία και ήταν άμεσα εμπνευσμένη από την εμπειρία του ως εξόριστος.

Μετά από μια σειρά ντοκιμαντέρ και μια ταινία που δίχασε κοινό και κριτικούς («Ελευθέριος Βενιζέλος»), ο Βούλγαρης αποσύρθηκε προσωρινά από τον κινηματογράφο για να ασχοληθεί αποκλειστικά με την τηλεόραση και με το θέατρο, καθώς και ευκαιριακά με τη διαφήμιση.

Το 1985 επανήλθε στην 7η τέχνη με μια από τις πλέον αναγνωρισμένες ταινίες του, τα «Πέτρινα Χρόνια», που αποτέλεσε τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία. Μέσα από την ιστορία ενός ζευγαριού που κυνηγιέται και φυλακίζεται εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων, ο Βούλγαρης παρουσιάζει το δράμα ενός ολόκληρου λαού και το πώς αυτός δεν λύγισε σε πείσμα των δυσχερειών. Κι εδώ επιστρέφουμε στον πρώτο και βασικότερο λόγο που ο ίδιος αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους δημιουργούς που θαυμάζεται από πλήθος κόσμου, εντός και εκτός ελληνικών συνόρων. Η συνεχής ανάγκη του να επιστρέφει στο παρελθόν και την ιστορία του τόπου του και να χρησιμοποιεί τα κομμάτια του τότε για να μιλήσει κάθε φορά για την τρέχουσα κατάσταση της Ελλάδας και την ψυχοσύνθεση του λαού της, πάντα με αψεγάδιαστη αισθητική και έντονο συναίσθημα, είναι και ο λόγος που το έργο του είναι τόσο σημαντικό, όχι μόνο για τον ελληνικό κινηματογράφο, αλλά για ολόκληρη την πολιτιστική μας παρακαταθήκη ως έθνος.

Τα επόμενα χρόνια ακολουθούν μερικές από τις πιο γνωστές ταινίες του, όπως το εμβληματικό «Όλα είναι δρόμος» του 1998, μέχρι που φτάνουμε στο 2004 και την ταινία που συντέλεσε καθοριστικά στην άνοδο και την καθιέρωσή του στο παγκόσμιο κινηματογραφικό στερέωμα. Οι «Νύφες», μια ταινία που ο Βούλγαρης προετοίμαζε από το 1999 και πέρασε από πολλές περιπέτειες μέχρι να ολοκληρωθεί, είναι μια φιλόδοξη διεθνής παραγωγή που κερδίζει τις καρδιές κοινού και κριτικών. Σειρά έχει η «Ψυχή Βαθιά» το 2009 που πραγματεύεται την ιδέα της εθνικής συμφιλίωσης – γνώριμο θέμα στις ταινίες του Βούλγαρη – και έπειτα, το 2013, ο σκηνοθέτης επιστρέφει με τη δωδέκατη ταινία του και ίσως την πιο αγαπημένη του κοινού μέχρι σήμερα. Η «Μικρά Αγγλία», βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα της συζύγου του, Ιωάννας Καρυστιάνη, είναι μια ταινία έργο – τέχνης με μια ιστορία που φωλιάζει μέσα σου και σε ακολουθεί για πολύ καιρό.

Η αγάπη που τρέφει ο ίδιος τόσα χρόνια για τον τόπο του και τον πολιτισμό της Ελλάδας, οι συναρπαστικές ιδέες του και το ακόρεστο μεράκι του για την τέχνη του κινηματογράφου, της μυθοπλασίας και της αφήγησης ιστοριών, βγαλμένων μέσα από τη ζωή που ζούμε, πρωτίστως, όλοι μας, που κάνουν τον Παντελή Βούλγαρη έναν από τους σπουδαιότερους δημιουργούς που έχουμε να επιδείξουμε ως χώρα.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα