Είδαμε τον “Ματωμένο Γάμο” σε σκηνοθεσία Μαρίας Μαγκανάρη – Και χαθήκαμε στη… μεταφραση

Είδαμε τον “Ματωμένο Γάμο” σε σκηνοθεσία Μαρίας Μαγκανάρη – Και χαθήκαμε στη… μεταφραση
Ο Νικόλας Παπαγιάννης και η Δήμητρα Βλαγκοπούλου είναι το "ανόσιο" ζευγάρι του Λόρκα Ανδρέας Σιμόπουλος

Είδαμε την παράσταση που σκηνοθετεί η Μαρία Μαγκανάρη στο Εθνικό Θέατρο και σας μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας.

Ο “Ματωμένος Γάμος” είναι ένα από τα διεθνώς πιο αναγνωρισμένα και καταξιωμένα θεατρικά δράματα του 20ου αιώνα. Πρόκειται για ένα έργο- μνημείο ερωτικού πάθους και εκδίκησης που παίζεται αδιάκοπα από το 1932 οπότε γράφτηκε έως σήμερα. Εμπνευσμένος από ένα πραγματικό έγκλημα της εποχής του και στο κατώφλι ενός βίαιου Εμφυλίου, ο “Ματωμένος Γάμος” του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα είναι η συγκλονιστική ιστορία ενός πάθους και ταυτόχρονα ένα παράφορο τραγούδι που μιλά με τρόπο σπαρακτικό για την ελευθερία, τον έρωτα και τον θάνατο.

Διαδραματίζεται σε μία κοινωνία καθαρά πατριαρχική, στην οποία η γυναίκα είναι πειθήνιο όργανο των ανδρών. Μία κοινωνία με ακλόνητους δεσμούς οικογενειακούς και κοινωνικούς. Αφορμή του έργου είναι η ματαίωση του γάμου των δύο κεντρικών ηρώων, του Γαμπρού και της Νύφης, καθώς η Νύφη συναντιέται την ημέρα του γάμου της με τον παλιό της αγαπημένο, τον Λεονάρντο (ο μοναδικός χαρακτήρας του έργου που έχει όνομα), την οικογένεια του οποίου χωρίζει αίμα με την οικογένεια του γαμπρού. Ένας πατημένος όρκος, λοιπόν, κι ένα άλογο που καλπάζει βαθιά μέσα στο σκοτεινό δάσος. Όσο κι αν τρέξει όμως κανείς, μπορεί να ξεφύγει από το αίμα που κυλάει μέσα του; Μπορεί να αποδράσει ποτέ κανείς, από τον εαυτό του;

Η Νόνη Ιωαννίδου, η Μαρία Σκουλά και η Ευσταθία Λαγιόκαπα

Η Μαρία Μαγκανάρη σκηνοθετεί στη σκηνή Νίκος Κούρκουλος του Εθνικού Θέατρου ένα έργο εμβληματικό και εξόχως γνωστό και αγαπητό στο ευρύ κοινό που βρίθει από λυρισμό, ρομαντισμό, αισθησιασμό, αλλά και πολλαπλούς συμβολισμούς. Πατά πάνω στη νέα μετάφραση της Έφης Γιαννοπούλου και επιχειρεί -όπως η ίδια λέει στο πρόγραμμα της παράστασης- να “πατήσει πάνω σε άλλες νότες που προσπαθούν να «μιλήσουν» στο σήμερα, με τη δική μας φωνή”. Χτίζει λοιπόν μία παράσταση διαφορετική, που ξεκινά αέρινα μέσα σε ένα ονειρικό σκηνό της Κλειώς Μπομποτή, με υφάσματα να έχουν απλωθεί κατά στρώματα κάθετα πάνω στη σκηνή. Οι ηθοποιοί (όμορφα ντυμένοι από τον Άγγελο Μέντη) δημιουργούν δωμάτια ανάμεσα στα υφάσματα αυτά και ακολούθως σταδιακά τα μαζεύουν. Έτσι, σιγά σιγά η σκηνή αδειάζει και γίνεται μία μεγάλη αρένα περιτριγυρισμένη από απόκρημνα γκρίζα βράχια, που θα φιλοξενήσει και όλη την τραγική κατάληξη του ανθρωποκυνηγητού του ανόσιου ζευγαριού.

Ωστόσο, παρόλο που η παράσταση ξεκινά ρομαντικά και λυρικά, με τη Μαρία Κεχαγιόγλου, τη Μαρία Σκουλά, τη Σύρμω Κεκέ να μαγεύουν με τις ερμηνείες τους, στον αφηγηματικό άξονα όλο και κάτι χαλαρώνει. Όσο η σκηνή αδειάζει, ο σκηνοθετικός “χειρισμός” του ολοένα και μεγαλύτερου χώρου γίνεται αμήχανος, μέχρι που τίποτα δεν ελέγχεται. Το ίδιο ασταθής είναι και η οπτική του έργου, χαρακτηριστικό είναι πως σπουδαίες σκηνές χάνονται τελείως, ενώ ελάχιστοι είναι οι συμβολισμοί που “λειτουργούν”. Δεν είναι λίγες οι στιγμές που το κείμενο μετά βίας “ακούγεται”, ενώ η μετάφραση παραπαίει ανάμεσα στον άκρατο λυρισμό και σε άστοχες φράσεις, που, χωρίς καμία μουσικότητα ακούγονται δίχως να βγάζουν νόημα.

Ο Γιώργος Σαμσιάρης, ο Βαγγέλης Αμπαζής και η Μαρία Κεχαγιόγλου


Οι ηθοποιοί με τη σειρά τους δείχνουν, επίσης, να χαώνονται στους πολλαπλούς τους ρόλους με αποτέλεσμα και οι θεατές να μην μπορούν να πουν με σιγουριά ποιος χαρακτήρας είναι κάθε φορά επί σκηνής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Νόνη Ιωαννίδου και η Μαρία Σκουλά, που ενώ δίνουν αξιοπρεπείς ερμηνείες, ιδιαίτερα προς το τέλος του έργου δεν καταλαβαίνουμε ποιον ρόλο υποδύονται (είναι ο Ξυλοκόπος, είναι η Μοίρα ή μια απλή κοπέλα;). Η Δήμητρα Βλαγκοπούλου στον ρόλο της Νύφης και ο Νικόλας Παπαγιάννης ως Λεονάρντο, χαρίζουν κάποιες όμορφες σκηνές, όμως στη συνολική εικόνα, δίνουν την εντύπωση πως ενδύονται τις περσόνες τους και εγκλωβίζονται μέσα σε αυτές. Ο Βαγγέλης Αμπατζής μοιάζει αμήχανος και είναι στιγμές που νιώθεις ότι απλώς απαγγέλει λέξεις, χωρίς να τις εννοεί. Ο Πέτρος Μάλαμας όταν ερμηνεύει τους ρόλους του Θανάτου και του Λόρκα βρίσκεται σε μία πολύ αβολη στιγμή. Δεν τονίζει καν τις λέξεις στα σωστά σημεία με αποτέλεσμα το κείμενο να είναι δυσνόητο. Ο Γιάννης Σιαμσιάρης πάλι “πνίγεται” λόγω της σκηνοθετικής του καθοδήγησης και ενώ είναι καλός στον ρόλο του πατέρα της Νύφης, ξαφνιάζει δυσάρεστα όταν ερμηνεύει το Φεγγάρι φορώντας ρούχα γυναικεία.

Συμπέρασμα: Μία λανθασμένη σκηνοθετική προσέγγιση του κλασικού αγαπημένου έργου του Λόρκα που “χάθηκε” στην πορεία και μαζί της παρέσυρε και τους ηθοποιούς σε άστοχες ερμηνείες.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα