ΜΑΛΑΜΑΤΙΝΑ: ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΜΙΑ ΡΕΤΣΙΝΑ

Ξεκλειδώνοντας το μυστικό της επιτυχίας της 120χρόνης που αγαπάει φανατικά η νεολαία (ΠΑΟΚτζίδες και μη)

Από τον Λεωνίδα Λιάμη

Την έχουν πει το κρασί της παρέας. Έχει τη δροσιά του ελληνικού αμπελιού. Το χρώμα του μεσογειακού ήλιου. Και πιπεράτο άρωμα, με στυφή γεύση, από τη ρητίνη του πεύκου. Με την παρέα της έχουν συντροφευτεί μοναχικές βραδιές ερωτικών απογοητεύσεων στα ΚΨΜ στρατώνων και σε καπηλειά. Έχουν ποτίσει μνήμες από αξέχαστα φοιτητικά πάρτι μέχρι… τελικής πτώσεως κι έχουν αρχίσει ατελείωτα γλέντια σε ταβέρνες στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό, γλυκαίνοντας την αίσθηση του νόστου στους ομογενείς μετανάστες.

Ρετσίνα λοιπόν. Αυτό το ποτό με την «ταπεινή» μεν καταγωγή, αλλά με πλούσιες αναφορές στην καθημερινότητα της ελληνικής κοινωνίας, που έχει συνδεθεί κυρίως με τη νεολαία και με τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, καθώς συνδυάζει την προσιτή τιμή με την ποιότητα. Με την παραγωγή της, είναι αλήθεια ότι, έχουν ασχοληθεί πολλοί και θα βρει κανείς σήμερα στην αγορά να κυκλοφορούν αρκετά σήματα. Μηδέ εξαιρουμένων και κάποιων προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, για λογαριασμό μεγάλων λιανεμπορικών αλυσίδων.

Ρετσίνα ίσον… Μαλαματίνα

Πλην, όμως, το καθημερινό crash test για την προσέλκυση της προτίμηση του πελάτη και η σκληρή (στο επίπεδο του ανταγωνισμού) πραγματικότητα, θέλει τη ρετσίνα να έχει σχεδόν ταυτιστεί στο υποσυνείδητο της συντριπτικής πλειονότητας των Ελλήνων καταναλωτών με την επωνυμία «Μαλαματίνα». Της οινοποιίας, δηλαδή, που έχει συμπληρώσει 120 χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας στη ζωή του τόπου και επιμένει να παραμένει οικογενειακή, παρά τις τρικυμίες και ενδεχομένως τις… σειρήνες που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει στην πορεία της. Σταθερά προσηλωμένη στις αρχές του σεβασμού προς τον πελάτη και στην ποιότητα του προϊόντος της, όπως άλλωστε παραμένουν αναλλοίωτα στο χρόνο η κίτρινη φιγούρα με το κλειδί που αποτυπώνεται στην ετικέτα της ή το τσίγκινο καπάκι του μπουκαλιού της, υπενθυμίζοντας πως το παραδοσιακό μπορεί κάλλιστα να συνυπάρχει με το σύγχρονο.

Το WE του News247.gr, αποφάσισε να πιάσει αυτό το… κλειδί που φέρει στην κοιλιά του το κίτρινο ανθρωπάκι της ρετσίνας Μαλαματίνα, να το στρίψει και να ξεκλειδώσει τα μυστικά της υπεραιωνόβιας διαδρομής της, πάππου προς πάππου, οικογενειακής επιχείρησης, που διατηρεί ένα από τα πιο ισχυρά ελληνικά brand στην κρύα αγορά του χώρου της εστίασης. Να βρει τί είναι αυτό που κάνει τη Μαλαματίνα ξεχωριστή επιχειρηματική περίπτωση και γιατί αυτή η ρετσίνα έχει τόσους πολλούς και κυρίως πιστούς οπαδούς.

Με τέσσερα οινοποιεία κι ένα κεντρικό εμφιαλωτήριο, η Μαλαματίνα έχει μια παραγωγική δυναμικότητα της τάξης των περίπου 50 εκατομμυρίων φιαλών το χρόνο, αγοράζει περίπου 30-40.000 τόνους σταφύλια, από πάνω από 5.000 οικογένειες αμπελουργών κυρίως στην περιοχή της Αττικο-βοιωτίας, ενώ στις καλές εποχές υπολογίζεται η ημερήσια κατανάλωση προσεγγιζε τις 300.000 φιάλες. Σήμερα, ωστόσο λόγω των ειδικών συνθηκών της κρίσης, εκτιμάται ότι κατά μέσο όρο εμφιαλώνονται 110-120.000 φιάλες τη μέρα, σε συσκευασία των 250 ml, τη λεγόμενη και «φοιτητική», την κλασσική των 500 ml, που αντικατέστησε πριν από δεκαετίες το παλιό «μπομπέ» (με φαρδύ πάτο) μπουκάλι και την επαγγελματική των 2 lt. Από τις αρχές του 2004, επίσης, παράγεται και το αρετσίνωτο κρασί «Μάλαμα», που κυκλοφορεί σε λευκό, ροζέ και κόκκινο, σε συσκευασία ασκού.

Το προϊόν διατίθεται σε όλη την επικράτεια, αλλά ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα μιλάμε για μια μοναδική αποδοχή, που φτάνει τα όρια της ηγεμονικής κυριαρχίας για τη Μαλαματίνα. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα, αν θέλει κάποιος να πιει ρετσίνα, αρκεί να απευθυνθεί στο σερβιτόρο λέγοντας «πιάσε μια… Μαλαματίνα» και θα εξυπηρετηθεί χωρίς άλλες διευκρινίσεις, διότι, εν προκειμένω τα ευκόλως εννοούμενα… παραλείπονται. Είπαμε: Στη νύμφη του Βορρά, ρετσίνα, ίσον, Μαλαματίνα. Και όχι μόνο. Όπως αναφέρεται στον ιστότοπο της οινοποιίας (σ. σ. επιχειρήσαμε να μιλήσουμε και με στέλεχός της, αλλά δεν κατέστη δυνατό παρά τις επίμονες προσπάθειές μας), πάνω από 2.500 φανατικοί φίλοι της, με δική τους πρωτοβουλία φέρονται να έχουν ξεκινήσει μια διαδικτυακή καμπάνια με τίτλο «απαιτούμε να σερβίρεται η ρετσίνα Μαλαματίνα σε όλα τα μπαρ και τα καφέ», ενώ τέσσερα άτομα, κατά την ίδια πηγή, έχουν κάνει τατουάζ το σήμα της εταιρείας.

Παοκ, ρετσίνα, μαλαματίνα και… Τούμπα Libre

Τα ίδια και… χειρότερα όταν μιλάμε για τους οπαδούς της ποδοσφαιρικής ομάδας του ΠΑΟΚ, στην οποία η οινοποιία Μαλαματίνα είναι και χορηγός. Μπετόν… αρμέ. Μονοκούκι, που λένε. Οι φίλοι του Δικεφάλου του Βορρά, κυρίως οι σκληροπυρηνικοί των πετάλων που δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους όταν πρόκειται για την ομάδα τους, πριν από κάθε ματς, όταν αυτό διεξάγεται στη θρυλική Τούμπα, μαζεύονται, σχεδόν σαν να ακολουθούν ιεροτελεστία, στα μαγαζιά, αλλά και στις καντίνες που βρίσκονται πέριξ του γηπέδου και συζητούν, αρκετές ώρες πριν από την έναρξη του αγώνα, για τον αγαπημένο τους ΠΑΟΚ, πίνοντας μεγάλες ποσότητες ρετσίνα Μαλαματίνα. Εξ ου, άλλωστε και το σύνθημα «ΠΑΟΚ, ρετσίνα, Μαλαματίνα», ως φόρος τιμής στην παραδοσιακή βορειοελλαδική οινοποιία, το οποίο, ωστόσο, ενίοτε υιοθετείται και από αντιπάλους οπαδούς, οι οποίοι θέλουν έτσι να τους περιπαίξουν και να τους πικάρουν.

Μια ακόμη έκφανση της στενής σχέσης μεταξύ Παοκτσήδων και της οινοποιίας είναι και η εφεύρεση του δημοφιλούς κοκτέιλ… Τούμπα Libre –παραφράζοντας το γνωστό κοκτειλ με ρούμι, Cuba Libre- που κάνει θραύση στα στέκια των οπαδών και θέλει στη διαδικασία παρασκευής του να αναμιγνύονται δύο μέρη από ρετσίνα «Μαλαματίνα» και ένα μέρος cola. Ο αστικός μύθος δε, λέει ακόμη, ότι κάποια στιγμή στο πρόσφατο παρελθόν και πλαίσιο της ήδη υπάρχουσας χορηγικής συνεργασίας της ΠΑΕ ΠΑΟΚ και της οινοποιίας Μαλαματίνα έπεσε στο τραπέζι και η ιδέα να παραχθεί ένα κοινό προϊόν, αλλά τελικώς επικράτησαν δεύτερες σκέψεις και το εμπορικό project απορρίφθηκε.

Παίζει μπάλα μόνης της από Λάρισα και πάνω

Πέραν της Θεσσαλονίκης, όμως, αν επιχειρούσε κανείς να προσδιορίσει γεωγραφικά τα σημεία της επικράτειας, στα οποία η Μαλαματίνα παίζει… μπάλα σχεδόν μόνη της, θα έλεγε πως από τη Λάρισα και πάνω το μερίδιο αγοράς της, παραδοσιακά, κινείται σε ποσοστό που υπερβαίνει το 80% σήμερα και πάνω από 90% παλαιότερα, όπως ανέφερε στο WE πηγή που είναι σε θέση να γνωρίζει για την παρουσία της οινοποιίας στην εγχώρια αγορά. Ο ίδιος, όμως, έσπευσε να προσθέσει ότι σημαντικά βήματα, επίσης, έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια και προς την κατεύθυνση της Νοτίου Ελλάδος, όπου η διείσδυση δεν υπήρξε ανάλογα επιτυχής κατά το παρελθόν, με την προσοχή της εμπορικής στρατηγικής της οινοποιίας, που έχει λάβει πλέον υπόψη της τους λόγους της περιορισμένης αυτής παρουσίας, να επικεντρώνεται κυρίως στην Αττική και στα νησιά του Αιγαίου.

Η ρετσίνα θέλει παρέα…

Η αγορά, ωστόσο, όπως παραδέχονται γνώστες του κλάδου είναι ήδη δύσκολη, ένεκα του αυξανόμενου ανταγωνισμού και γίνεται ακόμη δυσκολότερη λόγω της οικονομικής κρίσης που έχει χτυπήσει τη χώρα. «Η ρετσίνα θέλει παρέα και ο κόσμος από τότε που είδε το διαθέσιμο εισόδημά τους να περικόπτεται ξανά και ξανά, έχει πάψει πλέον να βγαίνει στις ταβέρνες με το ρυθμό που το έκανε στο παρελθόν, με συνέπεια να έχει περιοριστεί και η κατανάλωση της ρετσίνας», εξηγούν χαρακτηριστικά οι συνομιλητές μας. Εκτιμούν δε, πως από τη σμίκρυνση που έχει υποστεί η πίτα της αγοράς δεν έμεινε αλώβητος ούτε και ο «ηγέτης», προσδιορίζοντας την πτώση των πωλήσεών του, για το 2014, κατά τουλάχιστον 15%, έναντι της αμέσως προηγούμενης χρονιάς, που επίσης είχε σημειώσει πτωτική τάση.

Εξαγωγές σε γνώριμα… λημέρια

Τη μείωση στις πωλήσεις, η διοίκηση της οινοποιίας επιχειρεί να τις καλύψει –αν και ακόμη μάλλον απέχει από το να το κάνει αυτό ικανοποιητικά- από την εξαγωγική της δράση, η οποία ήδη, αναπτύσσεται σε πάνω από 37 χώρες του κόσμου με προοπτική να διευρυνθεί έτι περαιτέρω. Συγκεκριμένα, το focus γίνεται κυρίως σε αγορές όπου υπάρχει ομογενειακό στοιχείο ή το καταναλωτικό κοινό τους είναι, ήδη, εξοικειωμένο με την ελληνική ρετσίνα, είτε γιατί οι άνθρωποι αυτοί έχουν επισκεφτεί τη χώρα μας για τουριστικούς λόγους, είτε γιατί υπήρξαν οικονομικοί μετανάστες στην Ελλάδα.

«Η Γερμανία είναι η καλύτερη αγορά για τη ρετσίνα Μαλαματίνα και ακολουθούν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Γαλλία, η Ιταλία, το Βέλγιο κλπ, ενώ πρόσφατα προστέθηκαν η Αλβανία, η Σερβία, αλλά και άλλες γειτονικές βαλκανικές χώρες που γνωρίζουν το προϊόν» τονίζεται αρμοδίως και υπενθυμίζεται ότι βάσει ανακοινώσεων από την επιχείρηση οι εξαγωγές της ναι μεν προς το παρόν αντιπροσωπεύουν μονοψήφιο ποσοστό, όμως στόχος είναι να αυξηθούν στο επόμενο διάστημα, προκειμένου να αποτελέσουν αντίβαρο στις απώλειες από την κρίση στην εσωτερική αγορά.

Τα πρώτα σημάδια πάντως από το… τσούγκρισμα της «Μαλαματίνα» με τις επιπτώσεις της κρίσης, είχαν γίνει ορατά και αποτυπωθεί στον ισολογισμό του 2012, όταν η οινοποιία για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, διαρκούς παρουσίας στη λίστα με τους «πρωταθλητές» κερδών του κλάδου, κατέγραψε μείωση τζίρου και ζημίες στο αποτέλεσμά της, κάτι που συνεχίστηκε και το 2013.

Χωρίς απολύσεις και περικοπές μισθών

Παρά την αρνητική αυτή εξέλιξη, όμως, τα μέλη της 5 γενιάς της οικογένειας, που έχουν στα χέρια τους πλέον την επιχείρηση, δεν παρέκκλιναν από τη… γραμμή που είχαν πάρει από το παράδειγμα των προγόνων τους, σε ό,τι αφορά στις αγαστές –αν εξαιρέσεις κάποιες μικρές αψιμαχίες κατά καιρούς- σχέσεις τους με το προσωπικό και απέφυγαν τον πειρασμό του να κάνουν απολύσεις ή να μειώσουν μισθούς για περιορίσουν τις ζημίες. Κάτι που έχει εκτιμηθεί δεόντως από τους εργαζόμενους, οι οποίοι κυρίως καλά λόγια έχουν να πουν.

Στην πραγματικότητα αυτό που έχει γίνει στην οινοποιία, μετά από 6 χρόνια βαθιάς κρίσης στην ελληνική οικονομία, είναι να σταματήσουν, από το 2008 και εντεύθεν, να δίδονται αυξήσεις στους (έτσι κι αλλιώς πολύ υψηλότερους από τη συλλογική σύμβαση του κλάδου) μισθούς και να κοπούν και ορισμένα από τα extra που ελάμβανε το προσωπικό. Ούτε απολύσεις, ούτε ψαλίδι στις αποδοχές. Για να καταλάβουμε περί τίνος ακριβώς μιλάμε, οι περικοπές που έγιναν αφορούσαν στις δωροεπιταγές των Χριστουγέννων και του Πάσχα, με το προσωπικό αντί να λαμβάνει το ποσό των 500 ευρώ, που παραδοσιακά έπαιρνε, αποφασίστηκε να του χορηγείται το ποσό των 60 ευρώ. Στην ίδια λογική, επιβλήθηκε πλέον οι εργαζόμενοι να λαμβάνουν μόνο 200 ευρώ ετησίως, για να αγοράζουν ρούχα και παπούτσια για την εργασία τους, αντί των συνολικά 540 ευρώ (σ. σ. από 200 ευρώ κάθε χειμώνα και καλοκαίρι για ρούχα και από άλλα 70 ευρώ, δις το χρόνο για υποδήματα) που έπαιρναν στο παρελθόν. Επίσης παρέμεινε σε ισχύ το μέτρο της χορήγησης δύο εισιτηρίων αστικής συγκοινωνίας καθημερινώς στο δυναμικό της επιχείρησης που απασχολείται στο εμφιαλωτήριο της Θεσσαλονίκης, προκειμένου να μετακινούνται δωρεάν στο εργοστάσιο, ενώ εξακολουθεί και καλύπτεται με ένα σεβαστό ποσό, σημαντικό μέρος από το κόστος διενέργειας του ετήσιου χορού των εργαζομένων, μέσω της παροχής δωρεάν ρετσίνας, των δώρων που μοιράζονται στους τυχερούς της βραδιάς κ.λπ. Και σε αυτά προσθέστε ότι η πενταετία ωρίμανσης έχει διατηρηθεί κανονικά για τους εργαζόμενους, μέσω πρόβλεψης στις επιχειρησιακές συμβάσεις, που σημαίνει ότι με τη συμπλήρωσή της αυξάνει ο μισθός του δικαιούχου περίπου 20-30 ευρώ το μήνα, ανάλογα με την προϋπηρεσία του.

Η απόφαση για αυτό το «ψαλίδισμα» των έξτρα αποδοχών, πάντως, δεν είχε περάσει χωρίς γκρίνιες, αφού οι εργαζόμενοι, όταν επιβλήθηκαν κι ενόψει της υπογραφής επιχειρησιακής σύμβασης, απέστειλαν εξώδικο στη διοίκηση με μια σειρά από αιτήματα, ενώ έκαναν και στάση εργασίας. Γεγονός πρωτόγνωρο για τα δεδομένα και την ιστορία της Μαλαματινα.

Η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων, βέβαια, πίνει… νερό στο όνομα της εταιρείας και παραδέχεται πως «ως εργοδότης τηρεί τις δεσμεύσεις και δεν υπάρχουν ουσιαστικά προβλήματα, δεδομένου ότι, αν εξαιρεθεί ότι όσοι εργαζόμενοι συνταξιοδοτήθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια, δεν αναπληρώθηκε το κενό τους με νέες προσλήψεις, δεν έχει γίνει καμία απόλυση ή μείωση μισθού». Η πηγή του WE έρχεται να επιβεβαιώσει το συναινετικό κλίμα που ανέκαθεν χαρακτήριζε τις σχέσεις διοίκησης και προσωπικού, επισημαίνοντας ότι «ειδικά πριν την κρίση, κλείναμε την επιχειρησιακή σύμβαση σε πέντε λεπτά και μετά πηγαίναμε όλοι μαζί για ρετσίνα».

Το εσωτερικό ρήγμα, η Δουμπιά και το Ξινό νερό

Στην υπεραιωνόβια διαδρομή της οικογενειακής επιχείρησης Μαλαματίνα πάντως υπήρξαν και στιγμές ταραχώδεις που απείλησαν να κλονίσουν το οικοδόμημα. Όπως όταν στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ανάμεσα στους φυσικούς διαδόχους του Ευάγγελου Μαλαματίνα (σ. σ. είχε αποβιώσει το 1989), τον Κωσταντίνο και τη Μυρτώ Μαλαματίνα, επήλθε ρήξη, η οποία συνοδεύτηκε και με την εκχώρηση, μόλις δύο ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα του 2003, του ποσοστού 38,9% της τελευταίας στην εταιρεία ΕΛΓΕΚΑ, έναντι ποσού 6.697.000 Ευρώ. Τρία χρόνια αργότερα (2006) η κόρη του Ευάγγελου Μαλαματίνα κυκλοφόρησε την ρετσίνα «Μυρτώ Μαλαματίνα», με το εγχείρημα, όμως, να μην «περπατά» και η ίδια να χάνει τη ζωή της σε μικρή ηλικία. Στο μεταξύ το 38,9% της ΕΛΓΕΚΑ επαναγοράστηκε, έναντι ποσού 10 εκατ. ευρώ, από τον Κώστα Μαλαματίνα, το Δεκέμβριο του 2005 μέσω της «Κ. Μαλαματίνας ΑΕΒΕ Εμφιαλώσεως», ενώ την ίδια περίοδο προωθείται και η μετατροπή της οικογενειακής επιχείρησης σε Όμιλο Εταιριών. Κάτω από το σχήμα «ομπρέλα» μεταξύ άλλων τοποθετούνται και ΑΕ Δουμπιά Μαλαματίνα Εμφιαλώσεως Φυσικού Μεταλλικού Νερού, που δημιουργήθηκε το 2006, ενώ 3 χρόνια αργότερα επιχειρείται η επιχειρηματική συνεργασία με το Ξινό Νερό Φλώρινας, όμως το project τελικά δεν προχώρησε.

Μέχρι και το 2007, όταν τα κέρδη της οινοποιίας ανήλθαν στο ποσό των 6,4 εκατ. ευρώ, η Μαλαματίνα θεωρείται «πρωταθλητής κερδών» του κλάδου της οινοποίησης, αλλά από το χρονικό εκείνο σημείο κι εντεύθεν, η κερδοφορία και ο τζίρος της συρρικνωνόταν. Το 2012, μάλιστα, ήταν η πρώτη φορά –έπειτα από δεκαετίες- που η Μαλαματίνα κατέγραψε ζημία στο αποτέλεσμα και αυτό συνεχίστηκε και το 2013.

Δεν είναι λίγοι, μάλιστα, αυτοί που λένε πως εκτός από την κρίση, στην επιδείνωση των οικονομικών της μεγεθών, ρόλο έπαιξαν και τα διάφορα επιχειρηματικά ανοίγματα, στα οποία η οινοποιητική ήταν η «αγελάδα» που χρηματοδότησε τις άλλες επενδύσεις, με συνέπεια οι υποχρεώσεις να αυξηθούν και σε επίπεδο ομίλου να εκτιμάται ότι κινούνται πλέον στα 70 εκατ. ευρώ, με τον τζίρο να μειώνεται χρόνο με το χρόνο και το αποτέλεσμα να παραμένει αρνητικό.

Με ρίζες στην Τένεδο

Οι ρίζες της Ρετσίνας Μαλαματίνα απλώνονται πίσω στο χρόνο στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στα αμπέλια που καλλιεργούσε το 1860 ο Ευστράτιος Μαλαματίνας στην Τένεδο, παράγοντας λευκό κρασί. Το 1895 ο υιός του Ευστράτιου, Κωνσταντίνος Μαλαματίνας, θα βάλει τα θεμέλια δημιουργίας του σημερινού επιχειρηματικού οικοδομήματος, ιδρύοντας το πρώτο οινοποιείο στην Αλεξανδρούπολη, με την επωνυμία «Η Τένεδος». Το 1922 η οικογένεια χάνει τη γη της στην Τένεδο και μετακομίζει στην Ελλάδα και παρασκευάζει τη ρετσίνα, προσθέτοντας σταγόνες ρητίνης στο άσπρο κρασί, ενώ θα αποκτήσει «στέκι» στο Πόρτο Λάγος και στην Βοιωτία και θα ιδρύσει και οινοποιητική μονάδα στην Αυλίδα, στην οποία θα αξιοποιήσει την τοπική παραγωγή σταφυλιών της ποικιλίας Σαββατιανό, η οποία μέχρι και σήμερα αποτελεί βάση για την παραγωγή της ρετσίνας Μαλαματίνα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 τα ηνία της οινοποιίας τα παίρνει ο Ευάγγελος Μαλαματίνας και μεταξύ άλλων προχωρά στην εμφιάλωση της ρετσίνας, τον εκσυγχρονισμό του οινοποιείου του Φάρου Αυλίδας, τη δημιουργία του οινοποιείου Ριτσώνας και του εμφιαλωτηρίου στη Θεσσαλονίκης. Το 1989 με το θάνατο του Ευάγγελου Μαλαματίνα, αναλαμβάνουν οι δύο φυσικοί διάδοχοι της οικογένειας, ο Κωνσταντίνος και η Μυρτώ Μαλαματίνα. Ακολουθεί η ρήξη στις σχέσεις τους και από το 2005 επικεφαλής αναλαμβάνει ο Κώστας Μαλαματίνας μαζί με τη σύζυγό του Αικατερίνη και τις δύο κόρες τους.

Ακολουθήστε το News24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα