ΟΙ “ΠΑΝΘΕΟΙ” ΤΟΥ 1977 ΑΡΕΣΑΝ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Με αφορμή την αναβίωση των “Πανθέων” στην τηλεόραση, μετά από 46 χρόνια, το NEWS 24/7 θυμάται την μυθική σειρά της ΕΡΤ που καθήλωσε για τρία χρόνια την Ελλάδα και ενθουσίασε ακόμα και τον συγγραφέα τους, Τάσο Αθανασιάδη.
Και ξαφνικά μέσα από τη μικρή οθόνη ξεπήδησαν ξανά οι ήρωες με τα περίεργα ονόματα, Μάρμω και Κίτσος, από μια σχεδόν ξεχασμένη παιδική ηλικία. Η αναβίωση των «Πανθέων» της μυθιστορηματικής τριλογίας του ακαδημαϊκού Τάσου Αθανασιάδη, φέρνει ξανά στο νου μια άλλη εποχή.
Τότε, που η τηλεόραση γινόταν σταδιακά η καθημερινή διασκέδαση -για πολλούς και η μοναδική- ακόμα σε ασπρόμαυρο φόντο, καθώς η επανάσταση της έγχρωμης εικόνας θα αργούσε δυο-τρία χρόνια.
Σωτήριον έτος 1977, κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή, η ελληνική τηλεόραση των δυο κρατικών συχνοτήτων (η ΕΡΤ στον δίαυλο 11) και η ΥΕΝΕΔ (στο κανάλι 5), έχοντας ξεφύγει από το σφιχταγκάλιασμα με την χούντα, προσπαθεί να δώσει στο κοινό κάτι περισσότερο από το απλοϊκό και «εύκολο» θέαμα του «Λούνα Παρκ» και της «Γειτονιάς».
Με όπλο την ελληνική πεζογραφία, από την ελληνική τηλεόραση, παρελαύνουν ο Νίκος Καζαντζάκης με το θρυλικό «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται», ο Μιχάλης Καραγάτσης με τον «Γιούγκερμαν», ο Γρηγόριος Ξενόπουλος με την «Αναδυομένη», ο Αλέξανδρος Ραγκαβής με τον «Συμβολαιογράφο».
Λίγο πριν από το Πάσχα του ’77, για την ακρίβεια τη Μεγάλη Παρασκευή 15/4, κάνουν πρεμιέρα και οι «Πανθέοι» τους τρεις τόμους των οποίων, ο Τάσος Αθανασιάδης, ολοκλήρωσε μετά από 16 χρόνια επίπονης συγγραφικής τελετουργίας.
Σε διασκευή και σενάριο του Τάκη Χατζηαναγνώστου, σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη και τηλεσκηνοθέτη τον Βασίλη Βλαχοδημητρόπουλο η σειρά έμελλε να εξελιχθεί σε τηλεοπτικό blockbuster.
Ο ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ΤΗΣ ΜΑΡΜΩΣ
Οι περιπέτειες της μεγαλοαστικής οικογένειας των Πανθέων, που ξεκινούν παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθήλωναν κάθε Παρασκευή χιλιάδες ανθρώπους, με την τηλεθέαση να αγγίζει το 70%.
Η Ελλάδα σχεδόν διχάστηκε είτε για να δικαιολογήσει, είτε για να κατηγορήσει τον παράνομο έρωτα Μάρμως και Κίτσου, με θύμα τον … συνταγματάρχη Βαρτάνη, δηλαδή τον Άγγελο Αντωνόπουλο, που προερχόταν από τον Άγνωστο Πόλεμο και στη σειρά υποδυόταν τον γιατρό Ανδρέα Πανθέο.
Έχει δίκιο η Κάτια Δανδουλάκη που δήλωνε ότι κάθε Παρασκευή βράδυ (στις 9:30μμ) νέκρωνε η Ελλάδα για να δει ένα από τα 100 επεισόδια της θρυλικής σειράς, η οποία κράτησε τρία χρόνια.
Ο ρόλος της Μάρμως, της νεαρής συζύγου του Ανδρέα Πανθέου, εκτόξευσε τη δημοφιλία της στα ύψη. Όμορφη όσο και εύθραυστη, ξεχώρισε από την αρχή με το τηλεοπτικό κοινό να παρακολουθεί τον τρόπου που σαγηνεύτηκε από τον ανιψιό του γιατρού, τον ζωγράφο Κίτσο Γαλάτη, ρόλος που καθιέρωσε τον «ζεν πρεμιέ» Στέλιο Καλογερόπουλο.
Σχεδόν μισό αιώνα μετά η Κάτια Δανδουλάκη πρωταγωνιστεί και στην αναβίωση των «Πανθέων» από την τηλεόραση του ΣΚΑΙ. Όχι φυσικά στο ρόλο της Μάρμως, αλλά σε εκείνο της Χρυσοστόμης, της μεγαλύτερης κόρης του πατριάρχη της οικογένειας Βλάση Πανθέου (Θάνος Κωτσόπουλος στην σειρά του 1977, ο Γιώργος Κωνσταντίνου στο ριμέικ του ΣΚΑΪ) o θάνατος του οποίου, αποτελεί και την αφετηρία της αφήγησης του Αθανασιάδη.
Η Χρυσοστόμη γνωρίζει όλα τα μυστικά και ο ρόλος της είναι κομβικός στην εξέλιξη της ιστορίας. Η Αλέκα Παΐζη πρωταγωνιστούσε το 1977 και είχε δώσει ρεσιτάλ ερμηνείας, όπως και οι δυο αδερφοί της Ισίδωρος (Λυκούργος Καλέργης) και Φάνης Πανθέος (Γιάννης Αργύρης), αλλά κι ο Φαίδων Γεωργίτσης που υποδυόταν τον Στάθη Μονογιό, γιο της Μερόπης (Ντόρα Βολανάκη), η οποία δεν καταδέχεται τη βοήθεια της οικογένειας, ακόμα κι όταν λόγω χρεών κινδυνεύει να χάσει το σπίτι της.
Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΜΕΡΕΣ
Η σειρά γυρίστηκε στο στούντιο ΑΤΑ, απ’ όπου πέρασαν όλοι οι σταρ των εμβληματικών ελληνικών σίριαλ και ίδρυσαν ο Γιώργος και η Ελβίρα Ράλλη.
Την σκηνοθεσία ανέλαβε ο Βασίλης Γεωργιάδης, που ταυτόχρονα, εκείνη την εποχή, δούλευε και στην ΥΕΝΕΔ υπογράφοντας τον Γιούγκερμαν του Μιχάλη Καραγάτση, με πρωταγωνιστή τον Αλέκο Αλεξανδράκη.
Μεταπηδώντας στην τηλεόραση, μετά από μια σπουδαία κινηματογραφική διαδρομή, ο γεννημένος στα Δαρδανέλια σκηνοθέτης, είχε ήδη κάνει μια πολύ μεγάλη επιτυχία με τον «Χριστό Ξανασταυρώνεται».
Επιτυχία ήταν και ο «Γιούγκερμαν», αλλά και ο «Συνταγματάρχης Λιάπκιν» (με τον Πέτρο Φυσσούν). Η καριέρα του είχε ξεκινήσει στο σινεμά με τους «Άσους των Γηπέδων», μια ιστορία με πρωταγωνιστές τους μεγάλους ποδοσφαιριστές της δεκαετίας του 50.
Αργότερα έφτασε μέχρι την επιλογή για όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας δυο φορές για «Τα Κόκκινα Φανάρια» και «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο».
Τα «Κορίτσια στον Ήλιο» έγραψαν ιστορία με τον Γιάννη Βόγλη να κυνηγάει την Αν Λόμπεργκ, φωνάζοντας «στάσου μύγδαλα».
Οι «Πανθέοι» ήταν το απόλυτο τηλεοπτικό χιτ. Δυστυχώς στο αρχείο της ΕΡΤ σώθηκαν μόλις δυο επεισόδια (το πρώτο και το τελευταίο). Όπως είχε πει κάποτε στη Σεμίνα Διγενή, ο ίδιος ο σκηνοθέτης «οι κασέτες καταστράφηκαν, γιατί απλά είχαμε περάσει στην εποχή, που δεν γυρίζαμε για ασπρόμαυρη εικόνα». Δεν ισχύει, δηλαδή, ο αστικός μύθος ότι πάνω στους «Πανθέους» γράφτηκαν ποδοσφαιρικά παιχνίδια ή άλλες εκπομπές της ΕΡΤ;
Και τότε, πως διασώθηκε ολόκληρος ο « Χριστός Ξανασταυρώνεται» που είναι επίσης ασπρόμαυρος;
Ο Β.Γεωργιάδης είχε δώσει την απάντηση: «Γιατί οι περισσότεροι από τους τεχνικούς ήταν από την Κρήτη, κάθε φορά που έπρεπε να «καταστρέψουν» τις κασέτες, το ανέβαλλαν και έτσι παρέμεινε στην ΕΡΤ σαν αρχειακό υλικό».
Δεν χρειάστηκαν παρά δυο-τρία επεισόδια για να αρχίσουν οι «Πανθέοι» την πορεία τους προς τα απόλυτα νούμερα τηλεθέασης.
Βοήθησε σε αυτό και η προώθηση της σειράς από την «Ραδιοτηλεόαση» το περιοδικό της ΕΡΤ, που είχε την ιδέα να φιλοξενεί την υπόθεση κάθε επεισοδίου εν είδει φωτορομάντζου.
Η ΚΑΤΙΑ ΔΑΝΔΟΥΛΑΚΗ ΞΕΧΩΡΙΖΕΙ
Η ΕΡΤ πόνταρε στους «Πανθέους» θέλοντας να απαντήσει στην ΥΕΝΕΔ που πρόβαλλε τον «Γιούγκερμαν». Σύντομα η Μάρμω έγινε κεντρικό σημείο αναφοράς και η Κάτια Δανδουλάκη μιλώντας για το ρόλο της θα πει: «Μου φαίνεται ότι είναι ο πιο σύνθετος και ο πιο ενδιαφέρων ρόλος μου στην τηλεόραση. Με ερεθίζει η περίεργη ψυχοσύνθεση της Μάρμως και γενικότερα ο ρόλος και δουλεύω με πάρα πολύ μεράκι. Επίσης θέλω να προσθέσω πως είναι η πρώτη φορά που ξεφεύγω από ρόλους ξέγνοιαστού κοριτσόπουλου, ρόλους «ενζενί» και ερμηνεύω ρόλο ντάμας»
Ο «Ταχυδρόμος» και ο Ζάχος Χατζηφωτίου αφιερώνουν ένα δισέλιδο με «παρασκήνια» από τα γυρίσματα. Στο θρυλικό περιοδικό του συγκροτήματος Λαμπράκη, όπου ο αείμνηστος δημοσιογράφος διέπρεψε και σαν «Ίακχος», γράφει για την επιτυχημένη δουλειά, το χωριό που έχει στήσει η εταιρεία παραγωγής «Αστήρ TV» δίπλα στο στούντιο αλλά και το … πρόβλημα που δημιουργεί το χτένισμα της Κάτιας Δανδουλάκη με ένα κότσο-ρετρό του μεσοπολέμου. Η λυγερόκορμη ηθοποιός ήταν … ψηλότερη απ’ όλους τους συναδέλφους της!
Το σχετικό απόσπασμα, σαν να έχει βγει από το … πεντάλεπτο του Ζάχου Χατζηφωτίου
«Κι εντούτοις καμιά φορά λέμε πως το ύψος σε μια ηθοποιό είναι μειονέκτημα. Κακώς. Διότι οι λίγες ψηλές θεατρίνες που διαθέτει η πτωχή Ελλάς, είναι όλες ψηλές πρωταγωνίστριες. Ενόχλησε ποτέ το ύψος της Βούλας Ζουμπουλάκη, ή της Μελίνας;
Και τώρα από τη νέα γενιά, η Κάτια Δανδουλάκη έρχεται για να επιβεβαιώσει τον κανόνα. Άριστη και σαν ηθοποιός και σαν άνθρωπος. Και κυρίως σεμνή. Και με ανοδική πορεία στο θέατρο, όσο και στην τηλεόραση».
ΤΑΣΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ: “ΣΤΟ ΣΑΡΚΙΟΝ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ”
Σε αυτό το αφιέρωμα, ωστόσο, ο Ταχυδρόμος ζητάει τη γνώμη του ίδιου του συγγραφέα. Ο Τάσος Αθανασιάδης ήταν τότε 63 ετών και δέχθηκε να μιλήσει για τη μεταφορά του μυθιστορήματος που ξεκίνησε να γράφει το 1944 και ολοκλήρωσε το 1961.
«Ο κ.Αθανασιάδης, λοιπόν, διαφωνεί με τους άλλους τους ολιγότερον αξιόλογους συγγραφείς του τύπου «όρθια διανόηση», ότι η τηλεόραση μειώνει το έργον ενός συγγραφέως. Λέγει ότι το κίνητρον κάθε συγγραφέως είναι κάθε τι που θα συνέβαλε να διαβαστεί περισσότερον το βιβλίον του. Και η τηλεόραση είναι ένα άριστο μέσον για να μαθευτεί η ύπαρξη ενός βιβλίου» σημείωνε ο Χατζηφωτίου. Είχε δίκιο. Η προβολή της σειράς, οδήγησε τον εκδοτικό οίκο που είχε τα δικαιώματα των Πανθέων σε τρεις διαδοχικές εκδόσεις.
Σύμφωνα με τον μικρασιάτη λογοτέχνη και ακαδημαϊκό, ο Βασίλης Γεωργιάδης ήταν μια άριστη επιλογή και το βιβλίο «δεν θα χάσει το ύφος στα χέρια του», ενώ για τον παραγωγό Γιώργο Ράλλη υπογράμμιζε πως «είναι ο καλύτερος του είδους και δουλεύει με πολύ μεράκι, αφοσιωμένος στη δουλειά του».
Όσο για τους ηθοποιούς; «Την Δανδουλάκη την εξετίμησα φοβρεά. Είδα πόσο διαβασμένη ήταν στο ρόλο που ανελάμβανε. Δεν είναι όμως αρκετό μια ηθοποιός να είναι μόνο ταλαντούχος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ρόλος είναι «νταμ» (γυναίκα δηλαδή) κι όταν λέμε γυναίκα στο θέατρο, δεν αποκλείουμε ακόμη και μια ηθοποιό να παίζει ρόλο «νταμ».
Για τον Άγγελο Αντωνόπουλο πιστεύω πως έχει την ικανότητα να μπαίνει στο σαρκίον των ρόλων».
Η σειρά, πάντως, έγινε μύθος και ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Τη σεζόν 1978-79 ανακηρύσσεται το δημοφιλέστερο τηλεοπτικό πρόγραμμα. Η επιτυχία είναι τεράστια και οι ηθοποιοί, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, αντιμετωπίζονται από τον κόσμο λες και είναι αυτοί καθαυτοί οι ρόλοι τους.
Ο Άγγελος Αντωνόπουλος, χρόνια αργότερα, διηγήθηκε ένα ευτράπελο κάπου στην Κω, όταν μια γυναίκα από τον απέναντι κήπο του δωματίου του … «καταχέριαζε» την «Μάρμω»-Κάτια Δανδουλάκη με τα χειρότερα λόγια!
ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΟΛΦΕΖ ΣΤΗΝ ΕΟΚ
Οι «Πανθέοι» ξεκίνησαν να προβάλλονται το Πάσχα του 1977, τις ημέρες που η Ελλάδα προετοιμαζόταν για τη Γιουροβίζιον με το ιστορικό τραγούδι «Μάθημα Σολφέζ» και ολοκληρώθηκαν στο επεισόδιο νο 100, την 1η Ιουνίου 1979. Μια μέρα μετά την … επίσημη ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ και την πανηγυρική εκδήλωση στο Ζάππειο.
Το πλάτιασμα της σειράς ενόχλησε Μηνά Χρηστίδη, που σε άρθρο του στον «Ταχυδρόμο» σημειώνει ότι μετά από «τις πρώτες επιτυχημένες εβδομάδες, άρχισαν οι τηλεοπτικές παραμορφώσεις. Κυρίως, άρχισε το τσίτωμα και το τέντωμα των επεισοδίων, που λες με εκατό λόγια ό,τι μπορείς να πεις με πέντε. Η αρχαία αρρώστια της ελληνικής τηλεόρασης ο «πλατιασμός» και η «κοιλιά» χτύπησε και τους «Πανθέους». Ήταν σχεδόν φυσικό…»
Κατά τη γνώμη του τηλεκριτικού και ηθοποιού οι συντελεστές της σειράς ξεκίνησαν να δώσουν μια σπουδαία μάχη, αλλά την έχασαν λόγω της φθοράς του χρόνου, κέρδισαν όμως αρκετές άλλες.
«Είχαν-υπογραμμίζει- μια πολύ καλή διανομή ρόλων και είχαν την τύχη, οι περισσότεροι από τους ηθοποιούς, να κάνουν αληθινές δημιουργίες. Χωρίς τη Χρυσοστόμη της Αλέκας Παϊζη, χωρίς τον Στάθη του Φαίδωνα Γεωργίτση, οι «Πανθέοι» θα ήταν πολύ πιο φτωχοί. Ακόμα και χωρίς την Κάτια Δανδουλάκη θα ήταν κάτι άλλο…»
Ο απόηχος από τους «Πανθέους» στην εποχή, που κάθε εκπομπή της τηλεόρασης περνούσε από «κρησάρα» αποδεικνύει και το μέγεθος της επιτυχίας. Τρία χρόνια, με συνεχόμενα γυρίσματα και προβολές κάθε Παρασκευή (χειμώνα, καλοκαίρι) έκαναν τη Μάρμω και τον Κίτσο ένα από τα πιο διάσημα ζευγάρια της ελληνικής τηλεόρασης κι ας ξεπήδησε μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου.
Αν θα έχουν την ίδια επιτυχία οι «Πανθέοι» του ΣΚΑΪ; Δύσκολο. Αλλά για όλους, όσοι προλάβαμε εκείνα τα ιστορικά ασπρόμαυρα επεισόδια, είναι μια επιστροφή στην αθωότητα…