Τράπεζες: Υψηλή κερδοφορία στο πρώτο τρίμηνο του 2025
Διαβάζεται σε 4'
Εβδομάδα δημοσίευσης οικονομικών αποτελεσμάτων η τρέχουσα. Ελεγχόμενη η κάμψη των εσόδων από Τόκους και Προμήθειες. Το υψηλό, σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες, spread διατηρεί σταθερά υψηλά τα κέρδη.
- 05 Μαΐου 2025 06:27
Ανοίγει σήμερα, Δευτέρα (5/5), και ολοκληρώνεται την Παρασκευή (9/5) ο κύκλος δημοσίευσης των οικονομικών αποτελεσμάτων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών για το πρώτο τρίμηνο του 2025, με τις διοικήσεις να ενημερώνουν την διεθνή επενδυτική κοινότητα για τους βασικούς άξονες του στρατηγικού τους σχεδιασμού.
Την αρχή των ανακοινώσεων θα κάνει σήμερα η Τράπεζα Πειραιώς, θα ακολουθήσουν την Πέμπτη 8 Μαΐου η Eurobank και η Εθνική Τράπεζα και ο κύκλος θα κλείσει την Παρασκευή στις 9 Μαΐου με την Alpha Bank.
Το μεγάλο ερώτημα που αναζητά απάντηση είναι το πόσο θα «πλήξουν» οι συνεχιζόμενες μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ τα οικονομικά αποτελέσματα και συγκεκριμένα το κατά πόσο η συνεπακόλουθη πτώση που θα καταγράψουν τα επιτοκιακά έσοδα θα πιέσουν την καθαρά κερδοφορία του εγχώριου πιστωτικού συστήματος.
Η επενδυτική κοινότητα δεν περιμένει κάποια αρνητική έκπληξη καθώς τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου θα επηρεαστούν αναπόφευκτα από τις μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ, πιέζοντας τα επιτοκιακά έσοδα και τα έσοδα από προμήθειες. Ωστόσο υπάρχουν και μια σειρά από δεδομένα που θα ενισχύσουν τα έσοδα όπως η συγκράτηση των λειτουργικών εξόδων, η περαιτέρω πτώση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και συνακόλουθα των δεσμευμένων προβλέψεων για επισφάλειες, διατηρώντας υψηλό το τελικό αποτέλεσμα.
Οι εκτιμήσεις των αναλυτών τοποθετούν την κερδοφορία των τεσσάρων συστιμικών τραπεζών για το πρώτο τρίμηνο του 2025 στο 1 δις. ευρώ.
Το υψηλό spread
Ο βασικός δείκτης που θα μονοπωλήσει το ενδιαφέρον των αναλυτών είναι τα έσοδα από τόκους και προμήθειες, τα οποία για τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες ανήλθαν το 2024 σε 8,667 δισ. ευρώ και 2,148 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Σε ό,τι αφορά τα έσοδα από τόκους, στο σύνολό τους οι διεθνείς οίκοι, επισημαίνουν μέσω των εκθέσεών τους ότι θα παραμείνουν σχετικά ανθεκτικά και φέτος, καθώς οι ελληνικές τράπεζες έχουν το πλεονέκτημα να διατηρούν το επιτοκιακό τους περιθώριο σε διπλάσια σχεδόν επίπεδα σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Πρακτικά τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα πέρασαν αυτόματα την υποχώρηση των επιτοκίων μετά τις μειώσεις της ΕΚΤ, στις ανατιμολογήσεις δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο, ενώ την ίδια στιγμή δεν έπραξαν αντίστοιχα στα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων όπου η πτώση δεν ξεπέρασε το 0,10 της μονάδας.
Υπενθυμίζεται ότι στο α΄ τρίμηνο του 2024 το καθαρό εισόδημα των συστημικών ομίλων από τοκοφόρες δραστηριότητες είχε διαμορφωθεί σε 2,11 δισ. ευρώ. Αναλυτές εκτιμούν ότι η μείωσή τους την αντίστοιχη εφετινή περίοδο θα είναι περιορισμένη, προβλέποντας ότι τα σχετικά μεγέθη θα κινηθούν κοντά στα 2 δισ. ευρώ.
Πίεση και στις προμήθειες
Πέρα από την αναμενόμενη μείωση των επιτοκιακών εσόδων, οι τράπεζες θα καταγράψουν στο α΄ τρίμηνο 2025 και χαμηλότερα έσοδα από προμήθειες για τρεις κυρίως λόγους:
- πρώτον το α΄ τρίμηνο, παραδοσιακά, δεν έχει τα υψηλά έσοδα προμηθειών του γ΄ τριμήνου λόγω του τουρισμού
- δεύτερον δεν παρουσιάζει αύξηση των νέων δανείων καθώς παραδοσιακά το δίμηνο Ιανουάριου – Φεβρουάριο χαρακτηρίζονται ως «νεκροί» μήνες και
- τρίτον οι τράπεζες θα δουν την πρώτη επιβάρυνση στα έσοδα προμηθειών από την κατάργηση ή μεγάλη μείωση των χρεώσεων στις συνηθέστερες συναλλαγές λιανικής, την οποία νομοθέτησε η κυβέρνηση και ενεργοποιήθηκε τον Φεβρουάριο. Από τον μηδενισμό ή μείωση στο μισό των προμηθειών αυτών, η καθεμία από τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες υπολογίζει ότι θα έχει απώλεια εσόδων 25 εκατ. ευρώ ετησίως.
Σημαντικό πάντως ρόλο για την εν μέρη αναπλήρωση των απωλειών από το έντοκο εισόδημα εκτιμάται πως θα παίξουν οι πολύ καλές επιδόσεις σε bancassurance και asset management.