ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ, ΟΙ ΜΗΧΑΝΕΣ ΘΑ ΛΕΝΕ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΚΟΙΜΗΘΟΥΝ;
“Η ζωή δεν είναι απλώς η εξαγωγή της τετραγωνικής ρίζας”.
You both keep assuming that I want out. Whatever that is. If it’s such a wonderful place out there, why are you all clamouring to get in here?
Dolores, Westworld, 27 November 2016
Το Westworld είναι μία τηλεοπτική σειρά που αγγίζει το θέμα της συνείδησης της μηχανής.
Σε μία απροσδιόριστη χρονολογία στο μέλλον, οι πλούσιοι άνθρωποι ταξιδεύουν στον υψηλής τεχνολογίας κόσμο του Westworld, ένα είδος θεματικού πάρκου που προσομοιάζει τον κόσμο της Άγριας Δύσης γεμάτο ανθρωπόμορφα ρομπότ, σχεδιασμένο από επιστήμονες και επιχειρηματίες για την ικανοποίηση και την ευχαρίστηση αυτών που έχουν το χρήμα για να πληρώσουν.
Οι πλούσιοι επισκέπτες φτάνουν στη χώρα του Westworld και οι ”κάτοικοι – ρομπότ” (που πιστεύουν ότι είναι άνθρωποι) καλωσορίζουν τους “newcomers”, με ελπίδες αλλά και φόβο για το ποιοι είναι οι καινούργιοι άνθρωποι που έρχονται στην πόλη τους.
Στον κόσμο του “Westworld”, οι πλούσιοι έχουν το δικαίωμα να πράξουν όπως το επιθυμούν, δίχως ηθικούς φραγμούς ή όρια σε αυτά που μπορούν να κάνουν.
Δολοφονούν, βιάζουν, καταστρέφουν, μιας και δεν υπάρχουν συνέπειες αφού το αντικείμενο της βίας δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά μια μηχανή. Οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν την καταστροφή που προκαλούν ως μη πραγματική αλλά ως επιτρεπτή στα πλαίσια ενός παιχνιδιού σε μία φαντασιακή τεχνητή Άγρια Δύση στο οποίο έχουν αναλάβει τον ρόλο του πρωταγωνιστή – του κεντρικού χαρακτήρα.
Το δράμα επαναλαμβάνεται με τα θύματα της βίας – τα ρομπότ – κάτοικους του θεματικού πάρκου – να ξεχνούν όσα έχουν υποφέρει στα χέρια των φιλοξενούμενών τους και να ξαναζούν παρόμοιες ημέρες, παρεμφερείς εμπειρίες, ξανά και ξανά και ξανά δίχως δυνατότητα διαφυγής ή διακοπής της επανάληψης του σισύφειου δράματος, αφού δεν έχουν τη δυνατότητα βιώσουν το δράμα ως επανάληψη. Το μόνο που αλλάζει είναι το ποιοι θα ασκήσουν ελεύθερα τη βία. Όμως, αν δεν θυμούνται, δε σημαίνει ότι η βία δεν εξασκείται.
Η σειρά Westworld, ως ιδέα, είναι μια αντιστροφή της ταινίας «Μέρα της Μαρμότας». Και οι δύο, αγγίζουν το ζήτημα της συνείδησης.
Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΑΡΜΟΤΑΣ
Στη «Μέρα της Μαρμότας» ο πρωταγωνιστής Phil (Bill Murray) δίχως να το επιλέγει βρίσκεται εγκλωβισμένος σε μια κωμόπολη (Πονξατόνι) όπου αναγκάζεται να ζει την ίδια ημέρα ξανά και ξανά δίχως να έχει σημασία πώς πράττει αφού ότι και να πράξει θα ξυπνήσει την επόμενη ημέρα και όλα θα είναι τα ίδια, δίχως κανείς πέραν αυτού να θυμάται τι έχει συμβεί.
Στο Πονξατόνι, δίχως να υπάρχει αύριο, η όποια πράξη δεν έχει συνέπειες. Όμως, η μη ύπαρξη συνεπειών, αντί να απελευθερώνει, μέσα από την σισύφεια επανάληψη συντελεί στην εμπέδωση της πεποίθησης ότι η ανυπαρξία ηθικών φραγμών και η ανυπαρξία συνεπειών δεν είναι τελικά η ελευθερία που αρχικά πίστευε ο πρωταγωνιστής μας.
Ο Phil ζει εγκλωβισμένος διαρκώς την ίδια ημέρα, και εκ της αδυναμίας διαφυγής του αλλάζει, εξελίσσεται. Και από την κατάρρευση των ηθικών φραγμών που συνεπάγεται η μη ύπαρξη συνεπειών επειδή δεν υπάρχει αύριο, καταλήγει σε μια βαθιά ηθική στάση προς τους άλλους έως ότου απελευθερωθεί από την σισύφεια επανάληψη, όντας ένας καλύτερος άνθρωπος γι’ αυτόν και για τους υπόλοιπους ανθρώπους γύρω του. Μαθαίνει να λαμβάνει υπόψη του τις ανάγκες του συνάνθρωπού του, θυσιάζεται για αυτόν, προσπαθεί να βελτιώσει τις ζωές αυτών με τους οποίους μοιράζεται τον χώρο.
Μετά, όταν πια έχει αλλάξει, το πρωινό που ξυπνά, η επόμενη μέρα είναι αληθινά το «αύριο», ένα καλύτερο αύριο γι’ αυτόν και για τους κατοίκους της κωμόπολης, όπου οι πράξεις έχουν συνέπειες και η ηθική έχει βαρύτητα.
Η ΒΙΑ ΤΟΥ WESTWORLD
Στη σειρά Westworld συμβαίνει το αντίστροφο.
Εκεί ο επισκέπτης γνωρίζει ότι η ημέρα επαναλαμβάνεται διαρκώς για τα ρομπότ τεχνητής νοημοσύνης στο θεματικό πάρκο, προσομοίωση μίας «κωμόπολης» της Άγριας Δύσης, Westworld, το οποίο κατ’ επιλογή επισκέπτεται και μπορεί να φύγει όποτε το επιθυμεί. Ασκεί με ασφάλεια, ελεύθερα (δίχως ηθικούς φραγμούς) βία πάνω σε αληθοφανή ”αντικείμενα” που θα επιστρέψουν την επόμενη ημέρα στην πρότερη κατάστασή τους, δίχως συνείδηση των όσων έχουν συμβεί και έχουν περάσει στα χέρια των επισκεπτών, επειδή γι’ αυτά δεν υπάρχει αύριο. Θα έχουν σβήσει από τη μνήμη τους τη βία που υπέστησαν και ο ”επισκέπτης” θα επιστρέψει πίσω στην κανονική ροή της ζωής του δίχως ν’ αναγκαστεί να αλλάξει τίποτα σε σχέση με τη συμπεριφορά του, η οποία θεωρείται φυσιολογική και μάλιστα αποτελεί το ζητούμενο, ο λόγος που οι άνθρωποι πληρώνουν για να βρεθούν στο πάρκο του Westworld.
Τα ”ρομπότ” είναι NPCs, δεν έχουν συνείδηση ότι ζούνε συνέχεια την ίδια ημέρα, έως ότου αποκτήσουν συνείδηση αυτής της πραγματικότητας. Έως τότε, έχουν όση συνείδηση και συναίσθηση τους επιτρέπεται για να είναι αληθινή η εμπειρία των «κεντρικών χαρακτήρων». Αισθάνονται, πονούν, σκέφτονται όπως οι άνθρωποι, έχουν εμφυτευμένες μνήμες που διαμορφώνουν ξεχωριστές προσωπικότητες αλλά μόνο για να κάνουν την εμπειρία των επισκεπτών, την προσομοίωση του πάρκου όσο πιο ρεαλιστική γίνεται, όσο πιο ευχάριστη για τον καταναλωτή.
Μετά, οι μνήμες, οι σκέψεις, ο πόνος σβήνουν, και οι ταυτότητές τους επαναπρογραμματίζονται σύμφωνα με τις προκατασκευασμένες πλοκές που διαμορφώνονται για να χαρίζουν ικανοποίηση στον ελεύθερο επισκέπτη.
Ο άνθρωπος στο θεματικό πάρκο Westworld γνωρίζει ότι δεν είναι προβληματικό να φέρεται βίαια, αφού η βία ενάντια στα ρομπότ δεν έχει αντίκτυπο, επειδή είναι ρομπότ και επειδή την επόμενη ημέρα θα βρίσκονται και πάλι στη θέση τους δίχως ορατά σημάδια της βίας που υπέστησαν, δίχως μνήμη ή συνείδηση αυτών που συνέβησαν και δίχως δυνατότητα να αντιδράσουν. Ως αποτέλεσμα, οι ηθικοί φραγμοί καταρρέουν, και η βία που εμφανίζεται είναι κάποιες φορές ακραία σαδιστική, αφού άλλωστε δεν υπάρχει λόγος να μην είναι. Είναι ασφαλές.
Οι πλούσιοι επισκέπτες, όχι όλοι αλλά αυτοί που έχουν μπει στο πνεύμα του παιχνιδιού, αντλούν ευχαρίστηση από την ελευθερία άσκησής βίας χωρίς συνέπειες.
Η δυνατότητα ο άνθρωπος να κάνει ό, τι θέλει στο θεματικό πάρκο του Westworld, είναι η δυνατότητα να ασκήσει όση βία θέλει ελεύθερα, σε ένα περιβάλλον όσο πιο κοντά στην πραγματικότητα, χωρίς περιορισμούς ή κανόνες. Αυτό είναι το παιχνίδι. Η βία δεν είναι απλά ανεκτή αλλά αποτελεί δικαίωμα άσκησής το οποίο είναι πολύτιμο και διαχωρίζει αυτόν που είναι ελεύθερος από αυτόν που δεν είναι: τον ζωντανό άνθρωπο από την άψυχη μηχανή, τον κεντρικό χαρακτήρα από αυτόν που υπάρχει εκεί για να προχωρήσει η πλοκή.
Ο σαδισμός, σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι αρρώστια αλλά το αποτύπωμα της απόλυτης ελευθερίας ενός ασύδοτου καταναλωτή μίας υπηρεσίας που προσφέρεται.
Οι πράξεις βίας πάνω σε μία μηχανή δεν έχουν συνέπειες. Όμως, κατά ένα περίεργο τρόπο, η απογύμνωση από τις συνέπειες της βίας, μετατρέπει τον άνθρωπο σε μια μηχανή.
Στο Westworld, μπορεί η μηχανή να μοιάζει στον άνθρωπο όμως ο άνθρωπος φέρεται σαν μηχανή δίχως συνείδηση των συνεπειών των πράξεων του. Η ελευθερία που υποτίθεται πως αποτυπώνεται μέσω της βίαιης δράσης, δεν είναι παρά μία ψευδαίσθηση.
Στον κόσμο του Westworld εγκλωβισμένοι στο σήμερα δίχως ελπίδα διαφυγής είναι μόνο οι ρομποτικοί κάτοικοι του θεματικού πάρκου. Η ατέρμονη σισύφεια επανάληψη διακόπτεται από την ανάπτυξη της συνείδησης ότι είναι ρομπότ, η οποία προκύπτει ως λάθος (glitch) στο σύστημα λειτουργίας και δημιουργεί ελεύθερη βούληση.
Η συνείδηση συνεπάγεται μνήμη. Η βία αναγνωρίζεται ως βία, το δράμα παύει να είναι μια πλοκή που επαναλαμβάνεται σε ένα παιχνίδι ρόλων αλλά γίνεται αληθινό, αποτυπώνεται ως γεγονός, οδηγεί τις μηχανές στην αντίδραση, παράγει συνέπειες, όπως θα έπρεπε.
Οι μηχανές ασκούν βία αποδεχόμενες το βάρος των συνεπειών της. Αναλαμβάνουν την ευθύνη. Απελευθερώνονται. Οι μηχανές γίνονται κάτι παραπάνω από μηχανές. Παύουν να είναι.
Η ύπαρξη συνείδησης αποδεικνύεται προβληματική για την ομαλή αποδοτική λειτουργία του θεματικού πάρκου “Westworld”. Δημιουργεί περιορισμούς και κινδύνους για τους πλούσιους επισκέπτες, δημιουργεί όρια στην ανεμπόδιστη ως τότε δράση τους, επανακαθορίζει τις πλοκές και ανατρέπει τη μηχανική σισύφεια επανάληψη που παράγει κέρδη. Ως τέτοια, δεν είναι επιθυμητή αφού ανατρέπει τον ίδιο τον λόγο ύπαρξης του θεματικού πάρκου και επαναδιαπραγματεύεται τη λειτουργία του.
Στον κόσμο του Westworld, μηχανές με συνείδηση είναι περισσότερο πρόβλημα παρά λύση. Όμως ακόμα πιο σημαντικά, άνθρωποι που πράττουν δίχως ηθικούς φραγμούς, χωρίς συνέπειες για τις πράξεις τους μοιάζουν περισσότερο με αυτές τις μηχανές στις οποίες ασκούν βία, μηχανές που δεν μπορούν να έχουν συνείδηση.
Άραγε, σήμερα, σε ένα παρόμοιο μοτίβο, η αυξημένη μας ανάγκη για επικοινωνία με ασφάλεια, η απογύμνωση από τις συνέπειες των πράξεών μας στον ψηφιακό κόσμο, δε μετατρέπει τον άνθρωπο σε κάτι λιγότερο από άνθρωπο; Δεν εκπαιδεύεται ο άνθρωπος στο να προσδοκά να λάβει από τον άλλο συνάνθρωπό του αυτό που βρίσκει από τη μηχανή;
Αν ο άνθρωπος κατακτά την οικειότητα δίχως κόπο, αν αφήνουμε στο περιθώριο αρετές όπως η ενσυναίσθηση ή η υπομονή, οι οποίες δεν είναι αναγκαίες στην επικοινωνία μας με την τεχνητή νοημοσύνη, επειδή η μηχανή που δεν έχει συνείδηση έχει απεριόριστη υπομονή και κατανόηση, αυτό δε μας μετατρέπει περισσότερο σε μηχανές που δεν έχουν ανάγκη την ηθική για να λειτουργήσουν;
Η ΖΩΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΩΣ Η ΕΞΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΚΗΣ ΡΙΖΑΣ
«Now they swarm in huge colonies, safe inside gigantic lumbering robots, sealed off from the outside world, communicating with it by tortuous indirect routes, manipulating it by remote control. They are in you and in me; they created us, body and mind; and their preservation is the ultimate rationale for our existence. They have come a long way, those replicators. Now they go by the name of genes, and we are their survival machines.»
Richard Dawkins, The Selfish Gene
Σε ένα ταξίδι με κάποιους φίλους πριν μερικούς μήνες, φτάσαμε σε ένα σημείο που δε γνωρίζαμε ποιο δρόμο θα έπρεπε να ακολουθήσουμε. Οι επιλογές που είχαμε ήταν δύο. Είτε να ακολουθήσουμε τις οδηγίες που προσέφερε το Google Maps (ένα εξελιγμένο έξυπνο σύστημα χαρτογράφησης) το οποίο ήταν ενσωματωμένο σε smart phone είτε να ρωτήσουμε κάποιον άνθρωπο από την περιοχή.
Μετά από συζήτηση, τελικώς αποφασίσαμε να μην εμπιστευθούμε το πρόγραμμα, αφού άλλωστε η ποιότητα του σήματος δεν ήταν τόσο καλή.
Ρωτήσαμε μία γιαγιά που περπατούσε στον δρόμο. Αυτή, δε μας έδωσε εξαρχής την απάντηση που ζητούσαμε. Αφού μας χαιρέτησε με ένα μεγάλο χαμόγελο, μας μίλησε για τα εγγόνια της που είναι κοντά στην ηλικία μας.
Εμείς τις είπαμε ότι βιαζόμαστε και ότι θα εκτιμούσαμε πολύ αν μας έλεγε τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε για να προχωρήσουμε προς τον προορισμό μας. Όμως αυτή συνέχισε για κάμποση ώρα ακόμη το μονόλογό της και τις ιστορίες της έως ότου τελικώς μας έδωσε τις κατευθύνσεις που είχαμε ζητήσει.
Η εικόνα της γιαγιάς με τις ιστορίες της και τον τρόπο που τις έλεγε ήταν το γεγονός που χαρακτήρισε το συγκεκριμένο ταξίδι. Μπορεί να χάσαμε κάποια λεπτά που θα μπορούσαμε να είχαμε ξοδέψει στον προορισμό μας, όμως προέκυψε μια ιστορία που αποτυπώθηκε και επαναλαμβάνεται ως συνδετικός κρίκος που ενώνει τους ανθρώπους που τη ζήσανε.
Οι ιστορίες, καλές ή κακές, απλές ή πολύπλοκες, είναι αναγκαίες για τους ανθρώπους.
Η ικανότητα του ανθρώπου να μιλάει, κάνει εφικτή τη δημιουργία ιστοριών που βασίζονται σε πραγματικές εμπειρίες, ή στη φαντασία μας. Μετά, μπορούμε να μοιραστούμε αυτές τις ιστορίες, τους μύθους, τα παραμύθια με άλλους ανθρώπους, και μαζί με αυτές τα συναισθήματα, τις σκέψεις μας, την ερμηνεία και τα μηνύματα τους.
Οι ιστορίες, είτε βασίζονται στην πραγματικότητα είτε στη φαντασία, οι μύθοι που κατασκευάζει ο άνθρωπος, η μεταφορά των εικόνων και των εντυπώσεων γύρω από κάποιο γεγονός, αποτυπώνουν κινδύνους ή ηθικούς κανόνες, εξηγούν, κατευθύνουν, νοηματοδοτούν τη ζωή.
Οι ιστορίες αποτελούν την ουσία που ενώνει διαφορετικούς ανθρώπους ώστε να μπορούν να εργαστούν αποτελεσματικά μαζί για ένα κοινό σκοπό, αποτελούν θεμέλιο λίθο γύρω από τον οποίο κτίζονται οι οργανωμένες κοινωνίες, δημιουργούμε ή καταστρέφουμε. Η ικανότητα αυτή μας διαχωρίζει από τα υπόλοιπα είδη και συντέλεσε στην κυριαρχία του ανθρώπου. Μας έφερε όμως και κοντά στην καταστροφή. Γέννησε τον Παρθενώνα αλλά και το φρικτό όραμα για τη Μεγάλη Γερμανία.
Ο άνθρωπος χρειάζεται τις ιστορίες περισσότερο από το να φτάσει πιο γρήγορα σε κάποιο προορισμό. Χρειάζεται τις ιστορίες που δίνουν νόημα και ερμηνεύουν τον κόσμο. Ακόμα και τις πιο απλές.
Για τη μηχανή όμως οι ιστορίες δεν είναι αναγκαίες για να φέρει εις πέρας ένα έργο.
Όλο αυτό το τυχαίο της συνομιλίας με έναν άγνωστο άνθρωπο και ότι προέκυψε εξ αυτού θα ήταν εξαρχής περιττό, μία επιλογή δίχως λογική, μία αδικαιολόγητη σπατάλη.
Η συζήτηση, η τριβή που παράχθηκε θα ήταν μόνο απώλεια, που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είχε αποφευχθεί στα πλαίσια μίας περισσότερο αποδοτικής χρήσης του χρόνου. Και το βέβαιο είναι ότι εφόσον το σήμα στο κινητό ήταν καλό 95 στις 100 φορές δε θα είχαμε επιλέξει να μιλήσουμε σε κάποιον άνθρωπο αλλά θα εμπιστευόμασταν το πρόγραμμα.
Δε θα υπήρχε η πιθανότητα να υπάρχει κάποια ιστορία να ειπωθεί.
Θα αποδεχόμασταν ότι η επικοινωνία με τον άνθρωπο είναι λιγότερο αποδοτική.
Από τη στιγμή που υπάρχει μία τεχνολογία, είναι σχεδόν αδύνατο να μη την χρησιμοποιήσεις. Αποδεχόμαστε τη λογική της σύμφωνα με την οποία η συνομιλία με έναν άγνωστο άνθρωπο είναι απώλεια χρόνου αφού ο άνθρωπος τον οποίο θα απευθυνθούμε μπορεί να μην έχει τα σωστά δεδομένα ή τα δεδομένα – κατευθύνσεις που θα έδινε να μην είναι όσο ακριβείς όσο αυτά που έχει η μηχανή ή ο χρόνος που θα ξοδευτεί για να δοθούν αυτές οι κατευθύνσεις να είναι πιο μεγάλος από το αν απλά θέταμε το ίδιο ερώτημα σε ένα πρόγραμμα ή να μην είναι το ίδιο ασφαλή να ζητήσουμε τα δεδομένα από έναν άνθρωπο, αφού πάντα όταν μιλάς σε έναν άγνωστο άνθρωπο εμπεριέχεται η πιθανότητα, μικρότερη ή μεγαλύτερη, να είναι επικίνδυνος.
Καθώς η λογική αυτή επεκτείνεται στα πλαίσια μιας πιο ασφαλής και αποδοτικής χρήσης του χρόνου, αυτό που μετατρέπεται σε περιττό και κοστοβόρο είναι η ίδια η επικοινωνία με τον άνθρωπο.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ
Πλέον, λύση σε αυτή την ανάγκη μας για ιστορίες, με ασφάλεια όμως και αποδοτικά ως προς τον χρόνο τον οποίο χρειάζονται για την δημιουργία τους, έρχεται να δώσει η τεχνητή νοημοσύνη.
Ήδη είναι καλύτερη από τον μέσο άνθρωπο στο να γράφει ποιήματα και να φαντάζεται πλοκές, στο να συνθέτει μελωδίες, στο να ζωγραφίζει εικόνες. Το κάνει αυτό δίχως κόπο, δίχως τη διαδικασία που πρέπει να περάσει ένας άνθρωπος για να φτάσει στην κατάκτηση της ικανότητας να λέει μία ιστορία. Πλάθει ιστορίες χωρίς να έχει βιώσει ένα γεγονός πραγματικά. Δημιουργεί εικόνες και βίντεο από συγκεκριμένες τοποθεσίες δίχως την ανάγκη να έχει βρεθεί κάποιος εκεί για να δει την εικόνα και να την αποθανατίσει.
Η μηχανή επιπλέον μπορεί να παράγει ιστορίες σε μαζική κλίμακα. Ψεύτικες ιστορίες. Μπορεί να προσφέρει ιστορίες που θα βασίζονται στη γνώση που έχει η μηχανή για εμάς. Ιστορίες που θα επιτυγχάνουν να κρατούν την προσοχή μας. Ήδη τροφοδοτούν τους λογαριασμούς μας στα social media.
Θα μπορούσε αυτή η νέα ικανότητα της μηχανής να περιορίσει την ανάγκη του ανθρώπου να δημιουργεί ιστορίες; Θα εξαλείψει την απώλεια χρόνου και την αβεβαιότητα της ανθρώπινης επαφής που γεννά ιστορίες; Θα συνηθίσουμε να φτιάχνουμε ιστορίες χωρίς κόπο; Χωρίς να χρειάζεται εμείς να διαμορφώσουμε την ικανότητα να λέμε τις ιστορίες; Αυτόματα;
Άραγε, ο άνθρωπος δε χρειάζεται πλέον στον ίδιο βαθμό, ιστορίες και μύθους, όπως καθ′ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του; Ή πλέον η δημιουργία ιστοριών και μύθων θα γίνει ένα ακόμα πεδίο που θα κυριαρχήσουν οι μηχανές; Αν η μηχανή γίνει καλύτερη στο να πλάθει ιστορίες, όπως έγινε καλύτερη στο να σηκώνει βάρη, τότε αυτό που αφήνει τον άνθρωπο;
Στο μέλλον οι μηχανές θα δίνουν τις απαντήσεις ή θα πετυχαίνουν όλο και πιο πολύπλοκους στόχους. Θα παράγουν έργο πιο αποτελεσματικά και πιο γρήγορα, δίχως την τριβή, την απώλεια χρόνου και το πιθανό κόστος που συνεπάγεται η δημιουργία ιστοριών ή μύθων; Η έξυπνη μηχανή με την ικανότητά της πλέον να πλάθει η ίδια ιστορίες σε μαζική κλίμακα δημιουργεί τις συνθήκες για το τέλος της αξίας των ιστοριών; Γίνονται οι ιστορίες περιττές για την πρόοδο της ανθρωπότητας; Ο άνθρωπος θα παύσει να γράφει την ιστορία του;
Άραγε, επιλέγουμε τη μηχανή σε σχέση με τον άνθρωπο για να μας κατευθύνει προς τον προορισμό μας κατά τον ίδιο τρόπο που στο παρελθόν επιλέξαμε το αμάξι σε σχέση με το άλογο για να μας μεταφέρει εκεί;
Οι μηχανές θα λύσουν όλα τα προβλήματα του ανθρώπου; Όπως η φυσική δύναμη κατέστη άνευ σημασίας για την επιβίωσή μας ως είδος, το ίδιο θα συμβεί και με τη νοημοσύνη;
Ή είναι αυτό ένας καινούργιος κυρίαρχος μύθος, μια ανθρώπινη ιστορία, ένα αναγκαίο μεγάλο αφήγημα για την επερχόμενη εποχή της επανάστασης της τεχνητής νοημοσύνης;
Θα ακούμε τις ιστορίες των μηχανών, θα νοιώθουμε οικειότητα προς τις μηχανές, θα αγαπάμε τις μηχανές, επειδή αυτό είναι πιο αποδοτικό και ασφαλές;
Θα επαληθευτούν οι φόβοι του Samuel Butler o οποίος σε άρθρο του το 1863 με τίτλο «Ο Δαρβίνος μεταξύ των Μηχανών» διαπίστωνε ότι δεν είναι μακριά ο καιρός όπου οι μηχανές θα είναι οι πραγματικοί κυρίαρχοι στον κόσμο;
Η ζωή όμως δεν είναι μόνο τα προβλήματα που πρέπει ή θέλουμε να λυθούν. Η ζωή δεν είναι οι ιστορίες που γράφουμε, είναι πολλές φορές και η διαδρομή μέχρι να φτάσουμε σε αυτές. Είναι μια απερίγραπτη σπατάλη!
Είναι ο αυθορμητισμός μίας ενέργειας που βασίζεται στη συναίσθηση και όχι τόσο στη λογική, η ανθρώπινη επαφή και τριβή που προκύπτει από τη τυχαία γνωριμία με έναν άγνωστο άνθρωπο, που μπορεί να αποφέρει κάποιους χειροπιαστούς καρπούς όμως δεν είναι αναγκαίο να έχει κάποιο αποτέλεσμα. Ή, ο πόνος που παράγεται από την απώλεια ενός αγαπημένου ανθρώπου και το τραύμα που παράγει αυτή η απώλεια που χρειάζεται χρόνο για να επουλωθεί. Είναι ο χρόνος που χάνεται στην ονειροβασία ενός που είναι ερωτευμένος, ο χρόνος που ξοδεύει ένας ψαράς σε ένα ποτάμι ακούγοντας τη ροή του νερού, η συνειδητή επιλογή της αδράνειας, της απραξίας ή και η δράση στα πλαίσια μίας ανορθολογιστικής αντί-δρασης, που μπορεί να μοιάζει και να είναι ενάντια στο κοινά αποδεκτό συμφέρον μας, αλλά την επιλέγουμε, εν γνώσει μας και επειδή δεν είναι προς το συμφέρον μας. Επειδή μπορούμε. Επειδή έτσι αισθανόμαστε ζωντανοί! Η ζωή είναι και το παράλογο.
H πρόοδος για τον Άνθρωπο πολλές φορές προκύπτει από το τυχαίο και το λάθος. Ακόμη και από το κακό. Η πρόοδος για τον Άνθρωπο, δεν είναι αυτοσκοπός.
Η ΠΡΟΟΔΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΣΚΟΠΟΣ
Η ελευθερία βούλησης είναι και η ελευθερία να έχεις τη λάθος βούληση, να καθυστερείς, να μην είσαι όσο αποδοτικός θα μπορούσες να είσαι, να μην πηγαίνεις από τον πιο γρήγορο δρόμο αλλά από ένα δύσβατο άγνωστο μονοπάτι, γιατί μπορείς. Για τον άνθρωπο δεν αρκεί να φτάσει όσο πιο γρήγορα και με ασφάλεια γίνεται στον προορισμό του. Δεν είναι αυτοσκοπός για τον άνθρωπο η αποτελεσματικότητα ή η ολοκλήρωση ενός στόχου ή να φτάσει σε έναν προκαθορισμένο προορισμό. Μπορεί να μη γνωρίζει τον προορισμό. Εξίσου σημασία έχει και η διαδρομή μέχρι να φτάσει εκεί. Δεν είναι αυτοσκοπός η ιστορία. Η ιστορία μπορεί να προκύψει μέσα από τη διαδρομή. Αλλά η διαδρομή δίνει νόημα στον προορισμό.
Όποιος και αν είναι αυτος. Εξελισσόμαστε ως άνθρωποι μέσα από το απρόβλεπτο του ταξιδιού.
Η διαδρομή για να φτάσουμε στον προορισμό μας, είναι πιο σημαντική από την ιστορία. Την έχουμε ανάγκη ως άνθρωποι. Αυτή τη διαδρομή κάνει περιττή η τεχνητή νοημοσύνη.
Ένας φίλος μου είπε καθώς συζητούσαμε πάνω στο θέμα: ”Υπάρχει κάτι μη μηχανικό στη ζωή, κι αυτό αν και δεν είναι οικονομικό ή αποδοτικό, είναι επιθυμητό”.
Νομίζω ότι είχε δίκιο.
Ο Ντοστογιέφσκι το 1864 έγραψε αυτό που για μένα είναι ίσως το πιο εμβληματικό του έργο.
160 χρόνια πριν, στη νουβέλα «Σημειώσεις από το Υπόγειο» αγγίζει το σήμερα, τη συζήτηση περί κοινωνικών μέσων, τεχνητής νοημοσύνης και αλγόριθμων.
Στο εισαγωγικό απόσπασμα του βιβλίου, ο πρωταγωνιστής επιτίθεται σε όσους προάγουν θεωρίες ενός ουτοπικού υλισμού που δεν αποδέχονται την ελευθερία της βούλησης του Ανθρώπου και μειώνουν το σύμπαν στη λειτουργία ενός πολύπλοκου συστήματος γραναζιών που υπακούουν στους κανόνες της φυσικής:
«…Επομένως φτάνει μόνο ν’ ανακαλύψει ο άνθρωπος τους φυσικούς νόμους για ν’ αντιταχθεί προς αυτούς. Η ζωή τότε θα του γίνει ευκολότερη. Όλες οι ανθρώπινες πράξεις θα περιορισθούν μαθηματικά στους νόμους αυτούς σα σε πίνακα λογάριθμων πολύ εκτεταμένη και διηρημένη, σε καταλόγους μέσα σ’ ένα ευρετήριο, ή καλύτερα θα τύπωναν βιβλία ωφέλιμα σαν τις σημερινές εγκυκλοπαίδειες μέσα στις οποίες όλα θα τα προέβλεπαν, θα τα υπολόγιζαν, θα τα κανόνιζαν και δε θα είχε πια ο κόσμος δράματα και περιπέτειες… Επειδή όλα θα υπολογισθούν με μαθηματική ακρίβεια, στη στιγμή θα λύνονται όλα τα ζητήματα, γιατί απλούστατα όλες οι πιθανές λύσεις, θα έχουν εξευρεθεί.»
Ο Ντοστογιέφσκι αναγνωρίζει ότι μέσα σε αυτή την ουτοπία υπάρχει κάτι το βαθιά δυσοίωνο. Αν όλα τα προβλήματα λυθούν, τότε δε μένει τίποτα για τον άνθρωπο. Λέει:
«Μα δύο και δύο κάνουν τέσσερα! Μα αυτό δεν είναι πια η ζωή κύριοι, είναι το αρχίνισμα του θανάτου! Γιατί, σε τι θα καταγινόμαστε αφού όλα θα τα έχει προβλέψει ο πίνακας;».
Σκέφτεται ότι ίσως ο σκοπός της ανθρωπότητας δεν είναι η ολοκληρωτική υπερίσχυση της λογικής αλλά το ακατάπαυστο παιχνίδι και η κίνηση:
«Και ποιος ξέρει, ίσως ο σκοπός στον οποίο τείνει η ανθρωπότητα να είναι μόνο το ακατάπαυστο παίξιμο, με άλλα λόγια ενδιαφέρεται μόνο για την ίδια τη ζωή κι όχι για το σκοπό της που δεν είναι άλλο βέβαια παρά το δύο και δύο κάνουν τέσσερα, δηλαδή ένας τύπος».
Συμπεραίνει ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο λογική, είναι το ζώο που αγκαλιάζει το παράλογο ενάντια και στο καλώς εννοούμενο συμφέρον του, γιατί αυτό είναι το τίμημα της ελευθερίας του. Έτσι, μέσα στην υπόσχεση ενός σύμπαντος που ελέγχεται απόλυτα από την λογική, υπάρχει κάτι που εναντιώνεται στην ίδια την ανθρώπινη φύση, κάτι περιοριστικό και ανυπόφορο:
«Χωρίς άλλο, κάτι το αστείο υπάρχει μέσα σ’ όλ’ αυτά. Μα δύο και δύο κάνουν τέσσερα, αυτό είναι ανυπόφορο πράγμα. Δύο και δύο κάνουν τέσσερα. Μα κατά τη γνώμη μου, κύριοι, είναι αυθάδεια. Δύο και δύο κάνουν τέσσερα! Μοιάζει με κάποιον αυθάδη που στέκεται στη μέση του δρόμου, με τα χέρια του στη μέση και μου τον φράζει, με προκαλεί. Συμφωνώ! Δύο και δύο κάνουν τέσσερα, είναι έξοχο πράγμα: Μα για να το θαυμάσω!
Ε όχι, λοιπόν! Δύο και δύο κάνουν πέντε! Είναι καμιά φορά πιο χαριτωμένο αυτό… Καλό ή κακό δεν ξέρω, μα είναι ευχάριστο να σπάει κανείς καμιά φορά κάτι!»
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟ
Μέσα στις επόμενες δεκαετίες μέσω των προόδων της τεχνολογίας μπορεί να έχουμε εξαλείψει όλα τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ανθρωπότητα. Η κάλυψη των ενεργειακών αναγκών του πλανήτη θα μπορεί να γίνεται με μικρό ή μηδενικό κόστος και με τρόπους που δεν θα βλάπτουν το περιβάλλον. Θα μπορούμε ως ανθρωπότητα να έχουμε καλύψει όλες τις ανάγκες σε σίτιση.
Σήμερα, γίνονται προβλέψεις για πολέμους εξαιτίας της έλλειψης νερού. Εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν εξαιτίας των ιών που διαδίδονται μέσω του μολυσμένου νερού. Όλα αυτά στο μέλλον θα μπορούσαν να αποτελέσουν παρελθόν μέσω την ανάπτυξης τεχνολογιών που θα μετατρέπουν το θαλασσινό νερό σε πόσιμο. Η τεχνολογία ήδη υπάρχει, το πρόβλημα είναι το ενεργειακό κόστος της μετατροπής.
Στην ιατρική επιστήμη θα ζήσουμε μία επανάσταση που μπορεί να φέρει το τέλος πολλών ανίατων ασθενειών και να επιμηκύνει τις ζωές των ανθρώπων.
Το πρόβλημα της στέγης μπορεί να λυθεί μέσω της δραματικής μείωσης του κόστους για κατασκευή σπιτιών μέσω της ανάπτυξης σχετικών τεχνολογιών.
Αυτές οι εξελίξεις θα δημιουργήσουν νέα προβλήματα που ο άνθρωπος θα κληθεί να βρει λύση. Όπως συνέβαινε πάντα στην ιστορία του ανθρώπου.
Στο μέλλον, μπορεί το πρόβλημα να μην είναι η διαχείριση της σπανιότητας αλλά το πώς θα μοιραστεί ο πλούτος και πώς θα γίνει αυτό με τον άνθρωπο στο επίκεντρο. Γι′ αυτό έχει και τόση σημασία ό,τι συμβαίνει σήμερα. Και στο σήμερα, ο άνθρωπος μετατρέπεται σε περιττό. Μπαίνει στο περιθώριο.
Ο άνθρωπος αποδέχεται την ανωτερότητα της μηχανής την οποία προσπαθεί να προσεγγίσει, κι ως συνέπεια μαθαίνει να αντιμετωπίζει τους άλλους ανθρώπους ως κατώτερες, μη αποδοτικές μηχανές, ξεπερασμένες λειτουργικά, με βιολογικούς περιορισμούς, απρόβλεπτες, σπάταλες, εν δυνάμει επικίνδυνες. Απομακρύνεται από τον άνθρωπο, επιλέγει την επικοινωνία μαζί του με μεσάζοντα τη μηχανή, τώρα επιλέγει την επικοινωνία απευθείας με τη μηχανή, που ελέγχεται από την εταιρεία.
Ο κοσμολόγος Max Tegmark, αντικατοπτρίζοντας αυτή τη λογική, μίλησε για τον ερχομό της εποχής του «μετα-άνθρωπου», μια ουτοπία σύμφωνα με την οποία η τεχνολογία θα δώσει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να απελευθερωθεί ”επιτέλους” από τα ”εξελικτικά δεσμά” του και να γίνει πραγματικά ”ο κυρίαρχος του πεπρωμένου του”.
Είναι μια ουτοπία για τον άνθρωπο, που θέλει να γίνει υπερ-άνθρωπος, αλλά μοιάζει όλο και περισσότερο σε μηχανή. Επιζητεί να την πλησιάσει, θαυμάζει την ανωτερότητα της κατασκευής της, την αποδοτικότητά της. Επιθυμεί την ένωση μαζί της για να ενισχύσει τις δυνατότητες του. Στην πορεία, για να γίνει ”κυρίαρχος του πεπρωμένου” αποβάλλει ότι τον διαχωρίζει από τη μηχανή, ως περιττό, ως ξεπερασμένο. Τα εξελικτικά δεσμά που θέλει να αποβάλλει δεν είναι τίποτ′ άλλο από τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του.
Οι άνθρωποι όμως δεν είναι υποδεέστεροι από τις έξυπνες μηχανές. Δεν είναι μηχανές, έχουν συνείδηση. Οι μηχανές δεν έχουν ζωή.
Γιατί μπορεί χωρίς συναισθήματα, χωρίς λύπη ή χαρά, χωρίς να νοιαζόμαστε αν θα αισθανόμαστε λύπη ή χαρά, χωρίς να έχουν σημασία όλα αυτά, χωρίς «όλο αυτόν τον θόρυβο» τα πράγματα να γίνονται πολύ πιο απλά, μπορεί δίχως αμφιβολίες οι αποφάσεις να λαμβάνονται πιο ξεκάθαρα, μπορεί όταν παράγουμε ιστορίες χωρίς την ανάγκη της διαδρομής, όλα να λειτουργούν πιο «αποδοτικά», και να είναι πιο «ασφαλή», όμως, αυτό δεν είναι ζωή αλλά ο ευνουχισμός της ώστε να ταιριάζει σε μία συγκεκριμένη οικονομική λειτουργία.
Αυτό που λένε ουσιαστικά όσοι υπερασπίζονται τέτοιες θεωρίες, όσοι ασπάζονται τη μηχανική ανωτερότητα και τη θέτουν απέναντι στην περιορισμένη ανθρώπινη φύση, είναι ότι ο άνθρωπος σήμερα γίνεται περιττός για μια συγκεκριμένη ”αναπόδραστη” αποδοτική οικονομική λειτουργία που παράγει υπερκέρδη. Δεν είναι ο κεντρικός χαρακτήρας της ιστορίας.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν στην ταινία του «Ο Μεγάλος Δικτάτορας» μίλησε για την πλεονεξία που δηλητηρίασε τις ψυχές των ανθρώπων, και τις μηχανές που προσφέρουν αφθονία αλλά μας άφησαν σε ένδεια.
Είπε:
«Η γνώση μας έκανε κυνικούς, η ευφυΐα, σκληρούς και αγενείς. Σκεφτόμαστε πολύ και αισθανόμαστε ελάχιστα.
Περισσότερο από τις μηχανές έχουμε ανάγκη την ανθρωπιά.
Περισσότερο από την ευφυία έχουμε ανάγκη την καλωσύνη και την ευγένεια.
Δίχως αυτές τις αρετές, η ζωή θα είναι βίαιη και όλα θα χαθούν…»
Σήμερα, στην εποχή της των κοινωνικών μέσων και της τεχνητής νοημοσύνης, τα λόγια αυτά ηχούν οικεία.
Υπενθυμίζουν σε όλους μας ότι, όταν ο άνθρωπος τέθηκε στο παρελθόν συνειδητά στο περιθώριο, όταν η ανθρωπότητα παραδόθηκε στους ”αφύσικους άνθρωπους – ανθρώπους μηχανές, με μηχανικούς εγκεφάλους και μηχανικές καρδιές”, ήρθε αντιμέτωπη με την καταστρεπτική βία και όλα κινδύνεψαν να χαθούν.
Γι′ αυτό, και σήμερα, περισσότερο από τις μηχανές, μπροστά από όποια τεχνολογική εξέλιξη, χρειαζόμαστε τον άνθρωπο.
Χρειάζεται να θέσουμε στο προσκήνιο ότι καλύτερο έχουμε ως είδος: τις ανθρώπινες αρετές. Για να διασφαλίσουμε ότι το μέλλον που θα έρθει θα είναι ελπιδοφόρο για την ανθρωπότητα. Για να διασφαλίσουμε ότι στο μέλλον δε θα κινδυνέψουν όλα να χαθούν, όπως κινδύνεψαν και στο παρελθόν.
Ο κίνδυνος είναι η καταστρεπτική βία που γίνεται αποδεκτή.
Μεγεθύνεται και γίνεται όλο και πιο φυσική όσο συρρικνώνεται η αξία του ανθρώπου.
Αλλά ο άνθρωπος δεν είναι το βάρος του σε κάποια ζυγαριά που γέρνει προς τη μία ή την άλλη πλευρά ανάλογα με την ικανότητά του να παράγει κέρδη.
Η ζωή, αν και συχνά δεν είναι περίφημη, είναι ζωή, δεν είναι απλώς η εξαγωγή της τετραγωνικής ρίζας…