“ΟΤΑΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΑ ΤΟΝ ΠΕΠΕ”
Με αφορμή ένα roadtrip στη Λατινική Αμερική, η Εύη, ο Dídac και ο Ιάσονας είχαν τη χαρά να φιλοξενηθούν στο αγρόκτημα του Πέπε Μουχίκα και μοιράζονται στο NEWS 24/7 όσα συζήτησαν μαζί του
Το φθινόπωρο του 2019, η Εύη και ο Dídac έφτασαν στο Σαντιάγο της Χιλής, όπου συνάντησαν τη Vanilla, ένα παλιό, λευκό βαν μάρκας Citroën που είχε ανάγκη από μερικές επισκευές, πριν γίνει το όχημα εκείνο με το οποίο θα διέσχιζαν τη Λατινική Αμερική.
Την περίοδο εκείνη, η Χιλή χόρευε στους ρυθμούς της εξέγερσης, μετά από πολλά, πολλά χρόνια. Αφορμή ήταν η αύξηση της τιμής του εισιτηρίου στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς στο Σαντιάγο, αλλά γρήγορα οι κινητοποιήσεις – που δέχθηκαν ακραία καταστολή – επεκτάθηκαν σε ένα ευρύτερο αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη και αλλαγές στο σύνταγμα της χώρας, που προερχόταν από την εποχή του δικτάτορα Πινοσέτ.
“Η Χιλή ξύπνησε” θα αφηγούταν αργότερα ο Χοσέ “Πέπε” Μουχίκα, ο πρώην πρόεδρος της Ουρουγουάης που το μοναδικό παράδειγμα ζωής και αντίληψής του για την πολιτική αποτελεί φάρο ελπίδας για έναν πιο δίκαιο κόσμο.
Με τη Χιλή να έχει παραλύσει λόγω των εμβληματικών διαδηλώσεων, η Εύη και ο Dídac περνούν στη Μεντόσα της Αργεντινής, επισκευάζουν εκεί τη Vanilla και η συνέχεια τους βρίσκει στην Παταγονία. Λίγο αργότερα, τον Φλεβάρη του 2020, θα συναντήσουν στο Μπουένος Άιρες τον τρίτο της παρέας, τον Ιάσονα, ο οποίος είναι και εκείνος που θα αφηγηθεί την ιστορία τους στο NEWS 24/7.
Η Vanilla φαίνεται πως «ζορίστηκε» στην Παταγονία και είχε ανάγκη από μερικές ακόμα επισκευές. Έτσι, οι τρεις τους πλέον, θα περάσουν περίπου μια εβδομάδα στην αργεντίνικη πρωτεύουσα. Εκεί θα συναντήσουν ξανά μαζικές διαδηλώσεις, αυτή τη φορά των γυναικών με τα πράσινα μαντίλια που διεκδικούν το δικαίωμα στην άμβλωση, η οποία μέχρι τότε ήταν παράνομη. Και θα τα καταφέρουν. Πέρα όμως από τον κινηματικό αναβρασμό, αυτό που κυριαρχεί στη χώρα είναι μια κατάσταση “οικονομικής τρέλας” λόγω του υπερπληθωρισμού. Οι ανισότητες ήταν κάτι παραπάνω από εμφανείς, όπως και οι φαβέλες που απλώνονταν σε μια σειρά από περιοχές. Κάπου εκεί, αποφασίζουν να επισκεφθούν την Ουρουγουάη και στη συνέχεια Βραζιλία. Ακόμη δεν γνώριζαν για την ύπαρξη του COVID, παρόλο που βρισκόμαστε ακριβώς πριν ξεσπάσει η πανδημία.
Το Μπουένος Άιρες και το Μοντεβιδέο, η πρωτεύουσα της Ουρουγουάης, είναι κυριολεκτικά δίπλα. Χωρίζονται από τον Ρίο ντε λα Πλάτα, έναν από τους μεγαλύτερους ποταμούς της Νότιας Αμερικής. «Είναι οι ίδιοι άνθρωποι. Ο λόγος που υπάρχει η Ουρουγουάη είναι κυρίως πολιτικός, για να μην έχει υπό τον έλεγχό της μια χώρα και τις δύο μεριές του ποταμιού» εξηγεί στο NEWS 24/7 o Ιάσονας.
«Περνάμε στο Μοντεβιδέο και ξαφνικά, από εκεί που συναντούσαμε ανισότητες, νομίζαμε πως βρισκόμαστε σε μια πόλη που μας θύμισε ευρωπαϊκή. Οι άνθρωποι δεν ήταν παρίες, ήταν πολύ πιο ελεύθεροι, έβλεπες μια ηρεμία. Μείναμε λίγο στο λιμάνι και αποφασίσαμε να πάμε να βρούμε τον Πέπε.»
Άλλοτε αντάρτης των Τουπαμάρος που πέρασε 12 χρόνια της ζωής του στη φυλακή και μετέπειτα πρόεδρος της Ουρουγουάης με εμβληματικές μεταρρυθμίσεις στο ενεργητικό του, ήταν πάνω από όλα ένας αγρότης. Ο Μουχίκα δεν έμεινε ποτέ στο προεδρικό Μέγαρο αλλά στο αγροτόσπιτο όπου, μαζί με τη γυναίκα του, Λουσία, καλλιεργούσαν καθημερινά τη γη.
ΣΤΟ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΠΕ
«Ξέραμε ότι δέχεται κόσμο, ότι είναι πολύ απλός, ξέραμε βέβαια ότι υπάρχει και ένα ρίσκο, ότι μπορεί να μην είναι εκεί. Αλλά λέμε πάμε να το δοκιμάσουμε. Καταφέραμε να εντοπίσουμε το αγρόκτημα στην περιφέρεια του Μοντεβιδέο, μάς άνοιξε ένας άνδρας και μας είπε πως ο Πέπε δουλεύει, περάστε μέσα αν θέλετε να τον περιμένετε και θα σας βρει μόλις τελειώσει» θυμάται ο Ιάσονας.
Ο χώρος του αγροκτήματος είναι ιδιαίτερα απλός, έχει μόνο όσα είναι απαραίτητα για τις αγροτικές εργασίες. Σε ένα σημείο υπάρχει μόνο ένα κιόσκι και κάποιες στοιβαγμένες καρέκλες.
«Αφού περιμέναμε αρκετή ώρα, εμφανίζεται από το βάθος ένα μικρό τρακτεράκι, και πάνω του χαμογελαστός ο Πέπε να μας χαιρετάει. Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο μικροσκοπικός είναι! Κατεβαίνει από το τρακτέρ, μας χαιρετάει και από κοντά και ρωτάει από πού είμαστε. Με το που άκουσε ότι ερχόμαστε από τόσο μακριά, βγάζει δύο θερμός, ένα με μάτε και ένα με καφέ, τραβάει και δύο καρέκλες και αρχίσαμε να τα λέμε».
Το πρώτο πράγμα που ρώτησαν τον Πέπε ήταν πώς γίνεται η Ουρουγουάη να είναι τόσο διαφορετική από τις γειτονικές της χώρες. Αφού έκανε μια αναφορά στο παρελθόν της Χιλής, μιλώντας με πόνο για όσα πέρασαν οι άνθρωποι της προηγούμενης γενιάς, την καταπίεση που κουβαλά στις πλάτες της από την περίοδο της δικτατορίας και το πόσο δύσκολο ήταν για τον κόσμο να εκφραστεί, χαιρέτησε τις διαδηλώσεις της νέας γενιάς, της επόμενης γενιάς που «βρήκε το θάρρος να μιλήσει».
Τόσο στην Αργεντινή αλλά και στη Βραζιλία θα συναντήσεις μεγάλες ανισότητες στον πληθυσμό, με αποκορύφωμα τις φαβέλες σχεδόν δίπλα σε περιοχές με ουρανοξύστες και πολυτελείς βίλες. Στην Ουρουγουάη, όσο τη διέσχισαν με τη Vanilla, δεν υπήρχε η εικόνα αυτή. Τον ρώτησαν επίσης πώς σε μια γωνιά του χάρτη με γείτονες που δεν τολμούν καν να σκεφτούν τόσο ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις, εκείνος κατάφερε να νομιμοποιήσει τον γάμο μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, τις αμβλώσεις και την κάνναβη – μάλιστα σε παγκόσμια πρώτη. Ποια ήταν η απάντηση;
«Δεν τους πέρασα εγώ αυτούς τους νόμους, αλλά ο λαός. Δεν έκανα τίποτα παραπάνω από αυτό που εκλέχτηκα να κάνω. Αντιπροσωπεύω την κοινωνία και η κοινωνία ήταν έτοιμη για αυτές τις αλλαγές, πίεζε τα τελευταία χρόνια. Απλά τις εφάρμοσα».
Σχετικά με την καταπολέμηση της φτώχειας, η οποία έπεσε από περίπου 30% το 2006 σε περίπου 9-10% το 2014-2015, είπε πως ο ίδιος δεν έκανε κάτι φοβερό, αλλά πως ήταν μια συνολική προσπάθεια που ξεκινούσε από την προηγούμενη κυβέρνηση, του αριστερού κόμματος επίσης, με πρόεδρο τον Ταμπάρες Βάσκες. Οπότε ο ίδιος συνέχισε στην ίδια πολιτική κατεύθυνση. Όπως είπε, εκεί που επικεντρώθηκε κατά την θητεία του ήταν να βελτιώσει τη ζωή των πιο ευάλωτων στρωμάτων, να δώσει αξιοπρέπεια, να επενδύσει στην εκπαίδευση και το μέλλον αυτών των ανθρώπων που ζούσαν πιο υποβαθμισμένα. Δεν προχώρησε σε μέτρα και σε πολιτικές υπερβολικής φορολόγησης, ενώ αυτό που υπογράμμισε είναι ότι το παράδειγμα ζωής εκείνου και των συντρόφων του, ήταν διαφορετικό από αυτά που έχουμε συνηθίσει, έδιναν το “καλό παράδειγμα”. Όπως εξηγούσε, δεν είναι εύκολο να ζητήσεις εσύ από τους ανθρώπους να ζουν με λιγότερα όταν εσύ ζεις με τα πολλά, όταν είστε ίσοι, μπορούν να σε ακούσουν καλύτερα. Ο ίδιος άλλωστε έδινε το 90% του μισθού που έπαιρνε ως πρόεδρος και η ζωή που έκανε ήταν τόσο απλή, που θαρρείς πως ήταν ένας άνθρωπος χωρίς καμία εξάρτηση από υλικά αγαθά.
Ο Μουχίκα δεν ξέχασε να αναφερθεί και στην κλιματική κρίση, την οποία χαρακτήριζε τη μεγαλύτερη τραγωδία που βιώνουμε. Διερωτήθηκε πώς γίνεται να γίνονται όλα για το κέρδος, να υπάρχει τόση απληστία, ενώ τόνισε πως οι μεγάλες δυνάμεις είναι αυτές που οφείλουν να δίνουν το καλό παράδειγμα στις μικρότερες.
Σε μια γενική τοποθέτησή του για την πολιτική, έκρινε ως τη μεγαλύτερη επιτυχία ενός ηγέτη πολιτικού να έχει αφήσει πίσω του άλλους να συνεχίσουν το έργο σου, οι οποίοι ίσως να είναι καλύτεροι από εσένα.
Κάπου εκεί, με τη συζήτηση να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, στην παρέα προστέθηκαν επιπλέον άτομα, περίπου στην ηλικία του Πέπε, οι οποίοι ήταν σύντροφοί του από την εποχή των Τουπαμάρος. Μοιραία, λοιπόν, η κουβέντα είχε και μια σειρά από παρεμβολές στα ισπανικά, ιστορίες, αναφορές σε πιο προσωπικές καταστάσεις.
Για την εποχή των Τουπαμάρος και του αντάρτικου, ο Ιάσονας θυμάται να τούς λέει: «”Τότε ήταν μια εποχή αλλαγών. Τώρα είναι μια αλλαγή εποχής”. Ήθελε μάλλον να πει ότι τότε πίστευαν σε αυτές τις ιδέες και πάλευαν για να αλλάξει κάτι, ενώ τώρα είμαστε σε μια περίοδο που συντελλούνται αλλαγές».
ΑΠΟ ΤΗ MERCOSUR, ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η συζήτηση συνεχίστηκε γύρω από τη Mercosur, την τελωνειακή ένωση της Νοτίου Αμερικής, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα. Η Mercosur για τον Μουχίκα αντικατοπτρίζει την προσπάθεια δημιουργίας μιας οντότητας και μιας κουλτούρας συνεργασίας, καθώς κάθε χώρα ήταν δύσκολο να πετύχει πράγματα μόνη της. Έβλεπε μάλιστα την Ευρωπαϊκή Ένωση ως μοντέλο, όχι βέβαια σε όλα. Είπε για παράδειγμα πως η Ευρώπη από την δημιουργία της Ένωσης δεν είχε ζήσει πόλεμο, κατάκτηση που λίγο καιρό αργότερα ανετράπη.
«Το θέμα είναι μια ένωση να γίνεται με όρους αλληλεγγύης και όχι με τον ισχυρότερο να πατάει τον άλλο» είπε χαρακτηριστικά, και κάπως έτσι, η κουβέντα έφτασε στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η θητεία της οποίας είχε λήξει το προηγούμενο καλοκαίρι, με τον Μουχίκα να χαρακτηρίζει απαράδεκτη τη στάση των Ευρωπαίων απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, να συνεχίζει λέγοντας πως πιέστηκε πολύ για να εφαρμόσει μέτρα λιτότητας τα οποία όμως χτυπούσαν τους αδύναμους.
Αυτό που όμως του έκανε τη μεγαλύτερη αρνητική εντύπωση για την Ελλάδα ήταν το ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις παραχώρησαν το λιμάνι του Πειραιά στην κινεζική COSCO. «Το Μοντεβιδέο είναι και αυτό λιμάνι οπότε και ο Πέπε έχει πολλή σχέση με τη θάλασσα και τη ναυτιλία. Τον θυμάμαι να λέει: “Δεν μπορώ να καταλάβω, πώς ο Πειραιάς, το σύμβολο της Μεσογείου, δόθηκε στους Κινέζους δεν μπορώ να δεχτώ πως τόσο στρατηγικές υποδομές, που από αυτές εξαρτώνται οι μικρές χώρες, δίνονται σε υπερδυνάμεις”. Μου έκανε εντύπωση πως ένας άνθρωπος από την άλλη άκρη της γης βλέπει την Ελλάδα. Έβγαζε μια συμπόνοια για τους λαούς που περνάνε δύσκολα. Μας είπε πως τα μέτρα γενικά είναι άσχημος τρόπος για οποιοδήποτε λόγο και αν εφαρμόζονται, είτε για κυρώσεις είτε για λιτότητα, γιατί χτυπάνε τους αδύναμους. Δεν είναι αυτός ο σωστός τρόπος για να μπορέσεις να φτιάξεις κάτι, το να επιτεθείς στις κατώτερες τάξεις» μάς αφηγείται ο Ιάσονας.
Στην Ελλάδα αναφέρθηκε και στη συνέχεια της κουβέντας όταν επικαλέστηκε τον Αριστοτέλη, για να δανειστεί τα λόγια του ότι «ο άνθρωπος είναι ον φύσει κοινωνικό και πολιτικό». Όπως έλεγε, ο άνθρωπος είναι κοινωνικός από τη φύση του, γι’ αυτό και δεν αποτελεί για εκείνον επιλογή ο ατομικός δρόμος.
ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΔΕΝ ΣΟΥ ΑΓΟΡΑΖΟΥΝ ΠΙΣΩ ΤΗ ΖΩΗ
Έπειτα η κουβέντα πέρασε σε πιο «φιλοσοφικά» μονοπάτια, σε εκείνα τα θέματα που κάνουν τον Χοσέ Μουχίκα αυτό το μοναδικό παράδειγμα ανθρώπου που ενώ βρέθηκε στην εξουσία, δεν άλλαξε ως άνθρωπος. Είναι άλλωστε και ζητήματα που σκέφτηκε και ξανασκέφτηκε όλα αυτά τα χρόνια που έζησε στη φυλακή, πόσο μάλλον στην περίοδο της απομόνωσης. Ένα από αυτά που μοιράστηκε μαζί τους, ήταν το εξής: «Η ζωή είναι ένα δώρο. Η ζωή είναι ο χρόνος τον οποίο ζεις. Όταν αγοράζεις κάτι, δίνεις ένα κομμάτι αυτού του χρόνου σου για να αγοράσεις κάτι υλικό. Αυτό είναι μια παγίδα, γιατί όσα υλικά αγαθά και να έχεις, οποιοδήποτε υλικό αγαθό, δεν μπορεί να σου αγοράσει πίσω τον χρόνο, δεν μπορεί να σου αγοράσει πίσω τη ζωή σου. Και τελικά σε έχει αυτό, δεν το έχεις εσύ. Οπότε πρέπει να είσαι προσεκτικός και να μην πέφτεις στην παγίδα να σπαταλάς τη ζωή σου στα υλικά αγαθά.»
Ένα ακόμη σημείο όπου στάθηκε είναι πως «οι εποχές που είχαμε βασιλιάδες έχει πια παρέλθει» άρα «ο άνθρωπος που θα ασχοληθεί με την πολιτική θα πρέπει να μην είναι προνομιούχος σε σχέση με το μέσο όρο και με το λαό».
Μίλησε ακόμη και για την εμπειρία της φυλακής, η οποία όπως έχει πει, προσπαθούσε να του στερήσει κάθε μορφή πνευματικής ελευθερίας. Του απαγόρευσαν ακόμα και να διαβάζει βιβλία, γιατί ήξεραν πως το διάβασμα ήταν ο δικός του τρόπος να κρατήσει ζωντανή την ελπίδα και το μυαλό του ελεύθερο. Ακόμα και εκεί, όπως αφηγήθηκε, βρήκε μια θετική πλευρά. «Μάς είπε ότι αυτή η απαγόρευση του έδωσε τη δυνατότητα να επεξεργαστεί σε βάθος όλα αυτά που είχε διαβάσει και δεν είχε χρόνο να τα σκεφτεί, να βρει το νόημα σε όλα αυτά όπως έλεγε. Κατάφερε ακόμα και στην πιο σκοτεινή περίοδο της ζωής του να δει το φως, γι’ αυτόν τον άνθρωπο μιλάμε» είπε ο Ιάσονας.
«Αυτό που μάς έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν ότι συνέχεια μιλούσε για το πόσο όμορφη είναι η ζωή, πόσο σημαντική είναι, γιατί να τη χαιρόμαστε και μάς προέτρεπε να ακολουθούμε τις ιδέες μας και να μην απογοητευόμαστε από τις ήττες. Και να μην πετύχεις κάτι ξαναδοκιμάζεις, συνεχίζεις, γιατί αυτό σου δίνει ευχαρίστηση, το να προσπαθείς. Αυτή η απλή και μαχητική ζωή ήταν τόσο απελευθερωτική για εκείνον».