Η ΜΕΛΙΝΑ ΒΛΑΧΟΥ ΑΝΑΣΤΑΤΩΝΕΙ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ. ΩΡΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Λίγο πριν ανοίξει τη συναυλία της Μαρίνας Σάττι στη Θεσσαλονίκη στις 2 Ιουλίου, η Μελίνα Βλάχου συστήνεται στο ελληνικό κοινό. Οι ελληνογαλλικές ρίζες, το πρώτο EP και το ενδεχόμενο της Eurovision.
Μεγαλωμένη στο Παρίσι μέσα σε μια ελληνογαλλική οικογένεια με μουσικές ρίζες, η Μελίνα Βλάχου αποτελεί μια φωνή που ενώνει παραδοσιακούς ήχους με σύγχρονες μουσικές τάσεις του κόσμου. Τραγουδίστρια, συνθέτρια και δεξιοτέχνισσα στο ούτι, η Μελίνα κινείται με φυσικότητα ανάμεσα σε διαφορετικούς πολιτισμούς, ανακατεύοντας ήχους από την Ανατολή, τα Βαλκάνια και τη σύγχρονη ποπ σκηνή.
Η πορεία της, με σπουδές σε ανατολίτικο τραγούδι και συνεργασίες με καταξιωμένους μουσικούς, είναι ένα ταξίδι γεμάτο αντιθέσεις, γλωσσικά παιχνίδια και προσωπικές αναζητήσεις. Τα τραγούδια της, όπως το viral “Κάνω Τράκα” και το πολύγλωσσο “Μίλα μου νορμάλ”, μαρτυρούν έναν καλλιτεχνικό κόσμο που πατά στις ρίζες και κοιτά μπροστά, με πειραματική διάθεση και δημιουργική ελευθερία.
Λίγο πριν ανοίξει τη συναυλία της Μαρίνας Σάττι στη Θεσσαλονίκη στις 2 Ιουλίου, η Μελίνα Βλάχου συστήνεται στο ελληνικό κοινό. Μέσα από τη μουσική πορεία της, την εμβάθυνση στην παράδοση, τις μουσικές επιρροές και τα όνειρά της, η ίδια αποκαλύπτει πώς η τέχνη της γεννιέται σε μια εποχή όπου τα όρια -όταν υπάρχουν- μετατρέπονται σε γέφυρες δημιουργίας και έκφρασης.
Μελίνα, έχεις γεννηθεί και ζήσει στη Γαλλία, μεγαλώνοντας μέσα σε μια ελληνογαλλική οικογένεια με έντονη μουσική παράδοση. Πώς επηρέασε αυτή η διπλή καταγωγή τη μουσική σου ταυτότητα;
Από την οικογένειά μου πήρα την αγάπη για τη μουσική, και ιδιαίτερα για τη μουσική της Ελλάδας. Μεγάλωσα με μικρασιάτικους ήχους, ρεμπέτικα. Ο πατέρας μου, Έλληνας με ρίζες από Μικρά Ασία και Αίγυπτο, και μουσικός· η μητέρα μου, Γαλλίδα από τη Γκρενόμπλ -μια πόλη στο κέντρο της Γαλλίας. Ήρθε στο Παρίσι, όπου γνώρισε τον πατέρα μου, ερωτεύτηκε την ελληνική παράδοση και άρχισαν να κάνουν μουσική μαζί.
Πέρα από την οικογένεια, ήταν και το Παρίσι που άνοιξε το αυτί μου σε διαφορετικούς μουσικούς ορίζοντες.
Είναι μια πόλη βαθιά πολυπολιτισμική, όπου οι ήχοι μπλέκονται.
Aραβικά μακάμια, γαλλική ποπ, βαλκανικοί ρυθμοί, τζαζ αυτοσχεδιασμοί. Όλα υπάρχουν και όλα συνυπάρχουν. Αυτό με εμπνέει να ψάχνω τον δικό μου δρόμο μέσα στη μουσική.
Στο πρώτο σου EP συνυπάρχουν ο ανατολίτικος, ο βαλκανικός και ο σύγχρονος ήχος. Πώς συνομιλούν αυτοί οι πολιτισμοί στα τραγούδια σου; Είναι αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής ή σε οδηγεί κυρίως το ένστικτο;
Αυτά τα στοιχεία συνυπάρχουν όντως μέσα στη μουσική που φτιάχνω. Φυσικά είναι μια επιλογή να δώσω χώρο σε ήχους που αγαπώ, αλλά δεν σκέφτομαι πολύ πώς θα τα συνδυάσω. Δεν λέω, ας πούμε, «εδώ θα βάλω κάτι που να ακούγεται ανατολίτικο». Προσπαθώ να ακολουθώ το ένστικτό μου. Ελπίζω απλώς πως όλα αυτά δένουν με έναν φυσικό τρόπο, και ότι όταν κάποιος ακούει το EP, κάτι από αυτή την ισορροπία μπορεί να ακουστεί.
Έχεις σπουδάσει ανατολίτικο τραγούδι και ούτι στο CRD Gennevilliers, δίπλα σε σημαντικούς δασκάλους. Ποιες στιγμές ή μαθήματα αυτής της περιόδου κουβαλάς πιο έντονα μέσα σου σήμερα;
Η πορεία μου στη μουσική δεν ήταν μία και ενιαία. Πέρασα από διάφορες σχολές, σεμινάρια, εμπειρίες… Στο ωδείο του Gennevilliers πήρα το δίπλωμα στο ανατολίτικο τραγούδι με τον Rachid Brahim Djelloul, με εξειδίκευση κυρίως στην αραβοανδαλουσιανή μουσική. Εκεί, μελετούσαμε μουσικές από πολλές παραδόσεις -υπήρχε, φυσικά, και ελληνική μουσική, τουρκική, συριακή… Μπορούσε κανείς να εμβαθύνει σε κάτι συγκεκριμένο, αλλά ταυτόχρονα άκουγες και μάθαινες διαρκώς και από άλλες κατευθύνσεις.
Για μένα ήταν μια περίοδος γεμάτη χρώματα, ήχους, ανταλλαγές. Μου άρεσε πολύ να μελετάω τη φωνή, τις τεχνικές με τα μελίσματα, τα μακάμια. Παράλληλα, έμαθα πάρα πολλά και έξω από το ωδείο -από σεμινάρια παραδοσιακής μουσικής στην Ελλάδα και στη Γαλλία. Και φυσικά, ακούγοντας με τις ώρες στο YouTube.
Το “Κάνω Τράκα” έγινε πρόσφατα viral στα social media. Περίμενες αυτή την ανταπόκριση; Ποια είναι η ιστορία ή η αφορμή πίσω από το συγκεκριμένο κομμάτι;
Δεν περίμενα να γίνει viral! Είμαι, όμως, πολύ χαρούμενη που αρέσει το κομμάτι, γιατί είναι το πρώτο που κυκλοφόρησα και είχε για μένα ιδιαίτερη σημασία. Όσο για την ιστορία το, γράφω συχνά, μου έρχονται ιδέες- ειδικά όταν περπατάω τη νύχτα. Μου αρέσει πολύ αυτό: να περπατάω μόνη μου το βράδυ στο Παρίσι. Θυμάμαι μια φορά που ήμουν λίγο χαμένη, δεν ήξερα πού πάω, δεν ήξερα τι κάνω, και κάπου εκεί μου ήρθε αυτή η ιδέα, το «Κάνω Τράκα». Μια φράση, ένας ρυθμός, κάτι. Και από εκεί άρχισε να χτίζεται το τραγούδι.
Στο “Μίλα μου νορμάλ” (Κάτσε Καλά) παίζεις με τις γλώσσες, τις ταυτότητες, το χιούμορ. Θεωρείς πως σε επηρεάζει η εμπειρία σου ως Ελληνογαλλίδα στο πώς αντιλαμβάνεσαι ή σπας τα όρια μεταξύ των πολιτισμών;
Αυτές οι δύο πλευρές -η ελληνική και η γαλλική- με εμπνέουν βαθιά. Κάποιες φορές είμαι κι εγώ λίγο μπερδεμένη, αλλά δεν πειράζει…
Το “Μίλα μου νορμάλ” (Κάτσε Καλά) είναι ένα τραγούδι που το έγραψα νωρίτερα, σε αντίθεση με το “Κάνω Τράκα” που γράφτηκε λίγο πριν κυκλοφορήσει το EP. Γι’ αυτό και το έπαιζα ήδη στις συναυλίες μου στη Γαλλία, και κάθε φορά που έλεγα «κάτσε καλά» στη σκηνή, οι Γάλλοι γελούσαν, τους άρεσε -χωρίς να ξέρουν ακριβώς τι σημαίνει.
Επειδή δεν είχα πάντα κοινό που καταλάβαινε τη γλώσσα, με ενδιέφερε ο ήχος των λέξεων, το συναίσθημα που δημιουργούν. Στο “Μίλα Μου Νορμάλ”, τραγουδάω και λίγο στα γαλλικά, μ’ αρέσει αυτό το μείγμα γλωσσών, και είναι κάτι με το οποίο πειραματίζομαι τώρα και θα ήθελα να κάνω περισσότερο στο μέλλον.
Το έργο “Ρόζα”, όπου συνέθεσες τη μουσική για ένα σόου που συνδυάζει τσίρκο και ήχο, σου χάρισε το βραβείο Forte για νέα ταλέντα. Τι σε ελκύει στις συνεργασίες με άλλες τέχνες πέρα από τη μουσική;
Στην παράσταση “Ρόζα”, που έγινε με το γαλλικό τσίρκο PPCM, υπήρχε χορός, τσίρκο, μουσική, και το πιο ωραίο ήταν ότι και οι μουσικοί έπαιρναν ενεργά μέρος στη σκηνή: κινούνταν, χόρευαν, συμμετείχαν και στις ακροβατικές σκηνές. Τη μουσική την είχα συνθέσει μαζί με τους υπόλοιπους μουσικούς της ομάδας.
Μου αρέσουν τέτοιου τύπου πρότζεκτ, που δεν έχουν μόνο έναν δρόμο, αλλά σμίγουν διάφορες μορφές τέχνης. Παίξαμε αυτό το πρότζεκτ στη Γαλλία, στη Ρουμανία και στην Ελλάδα -στην Ελευσίνα το 2023, όταν η πόλη διατέλεσε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης.
Η παρουσία σου στη σκηνή είναι πολυδιάστατη -τραγουδάς, παίζεις ούτι, χορεύεις, αυτοσχεδιάζεις. Τι σημαίνει για σένα μια «ζωντανή performance»; Τι θέλεις να νιώθει το κοινό όταν σε βλέπει επί σκηνής;
Για μένα μια live performance είναι μια στιγμή όπου δίνεις… Πρέπει λίγο να αφεθείς, να εκτεθείς, να μοιραστείς κάτι. Μου αρέσει πολύ να κινούμαι, να χορεύω, να παίζω ούτι -ό,τι νιώθω, προσπαθώ να το περάσω στο σώμα και στη φωνή μου.
Ξέρω πως ίσως ακούγεται λίγο κλισέ, αλλά αυτό που με νοιάζει πιο πολύ στη σκηνή είναι να αγγίξω.
Κι ας μην είναι όλα τέλεια· αν ο κόσμος συγκινηθεί, τότε νιώθω ότι το live λειτούργησε.
Ελπίζω η μουσική να μπορεί να κάνει καλό, να απαλύνει κάτι. Μια ωραία συναυλία είναι αυτή που σε πάει κάπου, σε κάνει να περάσεις από διάφορα συναισθήματα -να συγκινηθείς, να γελάσεις, να νιώσεις. Και στο τέλος, να φεύγεις λίγο καλύτερα απ’ ό,τι ήρθες.
Στη μουσική σου εντοπίζεται ένας δημιουργικός διάλογος ανάμεσα στο παραδοσιακό και το σύγχρονο -κάτι που θυμίζει το καλλιτεχνικό αποτύπωμα της Μαρίνας Σάττι. Σε εκφράζει αυτός ο παραλληλισμός; Αποτελεί για εσένα πηγή έμπνευσης το δικό της παράδειγμα;
Η Μαρίνα Σάττι σίγουρα με έχει εμπνεύσει -για τη στάση της και τη δημιουργική της πορεία. Καλλιτέχνιδες σαν αυτή, ή και άλλες που τολμούν να μπλέξουν στοιχεία με τρόπο ελεύθερο, χωρίς φόρμες και ταμπέλες, είναι πηγή δύναμης για μένα. Μου δίνουν το θάρρος να ακολουθήσω αυτό που αγαπάω, να πειραματιστώ και να εκφραστώ ελεύθερα. Είμαι, μάλιστα, πολύ χαρούμενη που σύντομα θα κάνω το opening act στη συναυλία της στη Θεσσαλονίκη στις 2 Ιουλίου, στο Γήπεδο του Απόλλωνα Καλαμαριάς.
Η Eurovision είναι ένας θεσμός που τα τελευταία χρόνια βλέπει όλο και περισσότερους καλλιτέχνες με ιδιαίτερη ταυτότητα και εναλλακτικό ήχο να ξεχωρίζουν. Η Ελλάδα έχει επιστρέψει σε εθνικό τελικό. Θα σε ενδιέφερε να καταθέσεις τραγούδι για τον διαγωνισμό του 2026; Θα μπορούσες να φανταστείς τη μουσική σου σε αυτή τη σκηνή;
Είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια βλέπω κι εγώ με μεγάλο ενδιαφέρον ότι η Eurovision ανοίγεται ολοένα και περισσότερο σε διαφορετικούς ήχους και καλλιτέχνες. Δεν μπορώ να το φανταστώ ακριβώς -πώς θα ήταν να σταθώ εγώ εκεί- αλλά την ίδια στιγμή νιώθω πως θα ήταν και τιμή και πρόκληση.
Αν ερχόταν η κατάλληλη στιγμή, κι αν μπορούσα να κρατήσω τον ήχο μου, θα με ενδιέφερε πολύ.
Φέτος, όπως και πέρσι, υπήρχαν συμμετοχές που μου άρεσαν πολύ. Λίγο παλιότερα, έχω μια αδυναμία στη νικητήρια συμμετοχή της Πορτογαλίας με τον Salvador Sobral το 2017, με το “Amar pelos dois”. Είχε μια ευαισθησία που με άγγιξε βαθιά. Μου είχε αρέσει επίσης πολύ και η Ουκρανία το 2021 με τους Go_A και το τραγούδι “Shum”.
Αν κοιτάξεις μπροστά, τι θα ήθελες να φέρεις στον μουσικό χάρτη μέσα στα επόμενα χρόνια; Πού ελπίζεις να σε/μας ταξιδέψει αυτή η πορεία;
Αν κοιτάξω μπροστά, συνειδητοποιώ τώρα, απαντώντας στην ερώτησή σου, ότι μιλάω αρκετά για την ελευθερία. Και είναι αλήθεια -είναι κάτι που με νοιάζει πολύ. Θα ήθελα να είμαι πάντα ελεύθερη σε ό,τι κάνω.
Να συνεχίσω να πειραματίζομαι, να δοκιμάζω, να ανακαλύπτω καινούριες αισθητικές -τόσο στη μουσική όσο και μέσα μου. Να συνεχίσω να παίζω με τις γλώσσες, και ίσως να αφήσω τον εαυτό μου πιο ελεύθερο και με τη γαλλική γλώσσα.
Πάνω απ’ όλα, θέλω να προσφέρω κάτι στους ανθρώπους που με ακούνε. Αυτή είναι η βαθύτερη επιθυμία μου -να μπορεί η μουσική μου να φέρνει κάτι καλό. Νιώθω πως αυτό είναι το πιο ουσιαστικό που έχω να δώσω.