Αποδίδει ή καταρρέει η πολιτική δασμών του Τραμπ;

Διαβάζεται σε 7'
Αποδίδει ή καταρρέει η πολιτική δασμών του Τραμπ;
AP Bryan Woolston

Παρά τις δεσμεύσεις του για επαναδιαπραγμάτευση των εμπορικών σχέσεων των ΗΠΑ, οι πολιτική δασμών του Τραμπ τον φέρνουν αντιμέτωπο με αυξανόμενη αμφισβήτηση εντός της ίδιας του της εκλογικής βάσης.

Αν και ο Ντόναλντ Τραμπ είχε παρουσιάσει τους δασμούς ως εργαλείο για την επίτευξη πιο ευνοϊκών εμπορικών συμφωνιών, η εφαρμογή τους φαίνεται να υπηρετεί περισσότερο έναν τιμωρητικό και μονομερή στόχο, παρά μια στρατηγική διαπραγμάτευσης. Τρεις μήνες μετά την επιβολή καθολικών δασμών, ελάχιστες συμφωνίες έχουν συναφθεί, ενώ η δασμολογική του πολιτική αρχίζει να αποσταθεροποιεί την ίδια του τη βάση. Σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση του Politico και της Public First, ένα ανησυχητικό ποσοστό των ψηφοφόρων του εκφράζει επιφυλάξεις ή και αντίθεση στην πολιτική των δασμών.

Η διαφαινόμενη αποστασιοποίηση μέρους του εκλογικού του ακροατηρίου αποτελεί προειδοποιητικό σήμα για τους Ρεπουμπλικανούς, υπονομεύοντας την αφηγηματική βάση της «εμπορικής σκληρότητας» που ο ίδιος ο Τραμπ έχει οικοδομήσει. Μετά την ανακοίνωση των καθολικών δασμών τον Απρίλιο, πολλοί αναλυτές και υποστηρικτές του παρουσιάζονταν καθησυχαστικοί λέγοντας πως πρόκειται για τακτική πίεσης με στόχο το άνοιγμα των αγορών και την ενίσχυση των αμερικανικών εξαγωγών.

Ωστόσο, έως τώρα, μόνο δύο προκαταρκτικά deals έχουν γνωστοποιηθεί – με το Ηνωμένο Βασίλειο και το Βιετνάμ – ενώ το δεύτερο φαίνεται ήδη να αμφισβητείται. Παρά τις υποσχέσεις για δεκάδες εμπορικές συμφωνίες, η κυβέρνηση Τραμπ συνεχίζει να διατηρεί υψηλούς δασμούς, ακόμη και όταν προχωρά σε συζητήσεις με εταίρους όπως η Ε.Ε., η Ινδία, η Ταϊβάν και άλλες χώρες.

Αυτή την εβδομάδα, ο Τραμπ έχει στείλει δεκάδες επίσημες επιστολές σε χώρες που βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ, ενημερώνοντάς τες ότι από 1η Αυγούστου θα ισχύσουν υψηλοί δασμοί αν δεν έχει προηγηθεί εμπορική συμφωνία.

Ανάμεσα σε αυτές βρίσκεται και το μπλοκ των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως σημειώνεται, το αμερικανικό επιτελείο πιθανόν να μην προλάβει να κλείσει ουσιαστικές συμφωνίες με όλες αυτές τις χώρες.

Παρά τη δυσκολία στις διαπραγματεύσεις, ο Τραμπ δεν δείχνει να ενοχλείται. Αντιθέτως, φαίνεται να υπερηφανεύεται για το μέγεθος των δασμών, υποστηρίζοντας ότι αποτελούν μια μορφή εσόδου και πίεσης: «Όλοι πρέπει να πληρώσουν για να έχουν πρόσβαση στην αμερικανική αγορά», δήλωσε σε κυβερνητική σύσκεψη.

Σύμφωνα με τους New York Times, αναλυτές, όπως ο οικονομολόγος Έρνι Τεντέσκι, επισημαίνουν ότι το πραγματικό μέσο επίπεδο δασμών στις ΗΠΑ έχει εκτοξευθεί στο 18,7%, το υψηλότερο από το 1933 – γεγονός που ενισχύει την άποψη πως πρόκειται για μια ξεκάθαρα προστατευτική πολιτική. Παράλληλα, η κυβέρνηση παραδέχεται ότι δεν μπορεί να συνάψει συμφωνίες με όλες τις χώρες και ο Τραμπ φτάνει στο σημείο να δηλώσει ότι «μια επιστολή ισοδυναμεί με συμφωνία».

Ακόμα και σύμμαχοί του στον Ρεπουμπλικανικό χώρο εκφράζουν ανησυχία. Γερουσιαστές από αγροτικές πολιτείες που εξαρτώνται από τις εξαγωγές ζητούν διαφάνεια και εκφράζουν την ελπίδα ότι οι δασμοί αποτελούν μέσο και όχι αυτοσκοπό.

Παρά τις δυσκολίες, η αμερικανική κυβέρνηση επιμένει πως οι δασμοί και οι συμφωνίες δεν είναι αντικρουόμενα. Ορισμένες συμφωνίες, όπως αυτή με τη Βρετανία, συνδυάζουν παραχωρήσεις με υψηλούς δασμούς. Ωστόσο, επιχειρήσεις και οργανώσεις εμπορίου προειδοποιούν ότι η τακτική αυτή δυσκολεύει το διεθνές εμπόριο αντί να το διευκολύνει.

Δημοσκοπικό καμπανάκι για Τραμπ – Οι δασμοί δοκιμάζουν την υπομονή των ψηφοφόρων του

Όλα αυτά λαμβάνουν χώρα την στιγμή που οι αποδιοργανωτικές εμπορικές πολιτικές του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να απειλούν να απομακρύνουν ένα σημαντικό τμήμα των δικών του ψηφοφόρων.

Μια νέα δημοσκόπηση του POLITICO σε συνεργασία με το Public First, που διεξήχθη τον περασμένο μήνα, διαπίστωσε ότι από το ένα τέταρτο έως και σχεδόν οι μισοί από όσους ψήφισαν τον Τραμπ το 2024 εκφράζουν επιφυλάξεις για διάφορες πτυχές της πολιτικής του σε σχέση με τους δασμούς — ιδιαίτερα όσον αφορά την προσέγγισή του απέναντι στην Κίνα.

Μόνο οι μισοί από τους ψηφοφόρους του Τραμπ που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση πιστεύουν ότι οι δασμοί του απέναντι στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου (την Κίνα) θα ωφελήσουν τις αμερικανικές επιχειρήσεις — μια βασική υπόθεση της προστατευτικής εμπορικής του ατζέντας.

Η δημοσκόπηση αποτελεί προειδοποιητικό σημάδι για τους Ρεπουμπλικανούς, δεδομένου του πόσο έχει επικεντρωθεί ο πρόεδρος στο εμπόριο και των υποσχέσεων που έχει δώσει για την επαναφορά της βιομηχανίας στις ΗΠΑ.

Ακόμη και πριν την αναζωπύρωση των εμπορικών εντάσεων, η δημοσκόπηση στα μέσα Ιουνίου δείχνει ότι ο Τραμπ διέτρεχε τον κίνδυνο να χάσει υποστηρικτές εξαιτίας των πολιτικών του στους δασμούς.

Περίπου 1 στους 4 ψηφοφόρους που αυτοπροσδιορίζονται ως υποστηρικτές του Τραμπ το 2024 δήλωσαν τον περασμένο μήνα ότι οι δασμοί του προέδρου βλάπτουν την ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να διαπραγματευτούν καλύτερες εμπορικές συμφωνίες με άλλες χώρες.

Οι ψηφοφόροι είναι επίσης διχασμένοι ως προς το αν ο Τραμπ θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να επιβάλλει μονομερώς δασμούς σε άλλες χώρες: το 45% δηλώνει ότι θα πρέπει να έχει αυτό το δικαίωμα, ενώ το 44% πιστεύει ότι πρέπει να παίρνει έγκριση από το Κογκρέσο.

Λιγότεροι από τους μισούς ψηφοφόρους του Τραμπ, το 46%, δήλωσαν ότι υποστηρίζουν τους δασμούς στην Κίνα «ακόμα κι αν αυξάνουν τις τιμές στο εσωτερικό». Το ένα τρίτο των ψηφοφόρων του, 32%, τους υποστηρίζει μόνο αν δεν αυξάνουν τις τιμές, ενώ το 9% δηλώνει ότι αντιτίθεται στους δασμούς στην Κίνα και το 13% δηλώνει ότι δεν είναι σίγουρο.

Ο Τραμπ έχει επικεντρώσει την πολιτική του στην Κίνα ως τον κορυφαίο οικονομικό αντίπαλο των ΗΠΑ, και οι Αμερικανοί όλων των πολιτικών αποχρώσεων θεωρούν τη χώρα έναν από τους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών. Στη δημοσκόπηση, το 34% των ερωτηθέντων — συμπεριλαμβανομένου του 30% των ψηφοφόρων που δήλωσαν υποστηρικτές του Τραμπ το 2024 — ανέφεραν την Κίνα ως τη χώρα «υψηλότερης προτεραιότητας» για την οικοδόμηση καλών εμπορικών σχέσεων με τις ΗΠΑ.

Ωστόσο, οι ψηφοφόροι του Τραμπ είναι διχασμένοι όσον αφορά τους δασμούς του στην Κίνα και την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα.

Παρόλο που περίπου οι μισοί ψηφοφόροι του Τραμπ δήλωσαν ότι οι δασμοί του στην Κίνα ωφελούν τις αμερικανικές επιχειρήσεις, ένα σημαντικό ποσοστό — το 25% — απάντησε ότι οι δασμοί του Τραμπ στην Κίνα βλάπτουν τις αμερικανικές επιχειρήσεις. Οι υπόλοιποι δήλωσαν ότι η πολιτική δεν έχει αντίκτυπο ή ότι δεν είναι σίγουροι.

Παρόλο που πολλοί οικονομολόγοι έχουν προειδοποιήσει ότι ο εμπορικός πόλεμος θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών για τους Αμερικανούς καταναλωτές, οι περισσότεροι πολίτες δεν έχουν ακόμη νιώσει σημαντικές επιπτώσεις στο πορτοφόλι τους — κάτι που η κυβέρνηση Τραμπ έχει υποστηρίξει ως απόδειξη ότι οι δασμοί τελικά είναι ευεργετικοί. Ωστόσο, οι τιμές ορισμένων αγαθών έχουν αυξηθεί λόγω των δασμών.

Το κόστος βασικών ηλεκτρικών συσκευών, πολλές από τις οποίες εισάγονται από την Κίνα, αυξήθηκε κατά 4% μεταξύ Απριλίου και Μαΐου κατά τον πρώτο γύρο δασμών που επέβαλε ο Τραμπ, ενώ ορισμένα καταστήματα έχουν αναφέρει ότι οι δασμοί ήταν η αιτία αυξήσεων στις τιμές προϊόντων όπως τα υποδήματα και τα παιχνίδια.

Ωστόσο, οι ψηφοφόροι του Τραμπ εξακολουθούν να τον εμπιστεύονται ότι τελικά θα καταφέρει να πετύχει μια συμφωνία με την Κίνα.

Το 55% των ψηφοφόρων του Τραμπ για το 2024 δήλωσε ότι «θα είναι δύσκολο» να επιτευχθεί συμφωνία με την Κίνα, αλλά περιμένουν ότι «ο Τραμπ θα το καταφέρει», ενώ το 18% πιστεύει ότι δεν θα είναι δύσκολο να γίνει συμφωνία. Μόνο το 12% των υποστηρικτών του για το 2024 δήλωσε ότι δεν θα τα καταφέρει — σε αντίθεση με το 47% των ψηφοφόρων της πρώην Αντιπροέδρου Καμάλα Χάρις, που δήλωσαν το ίδιο.

Οι Δημοκρατικοί ψηφοφόροι είναι πολύ πιο ομοιόμορφα αντίθετοι στο καθεστώς των δασμών του Τραμπ. Στη δημοσκόπηση, το 86% όσων δήλωσαν ότι ψήφισαν τη Χάρις πέρυσι είπαν ότι οι δασμοί του Τραμπ βλάπτουν τις προσπάθειες των ΗΠΑ να διαπραγματευτούν καλύτερες εμπορικές συμφωνίες με άλλες χώρες.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα