Τράπεζες: Κέρδη από το “φρένο” της ΕΚΤ στις μειώσεις επιτοκίων
Διαβάζεται σε 4'
Τα κέρδη των τραπεζών μετά την απόφαση της ΕΚΤ να βάλει φρένο στις μειώσεις των επιτοκίων μετά από τις 8 διαδοχικές περικοπές. Τα οφέλη για τις τράπεζες αλλά και τους καταναλωτές.
- 15 Σεπτεμβρίου 2025 06:35
Βαθιά ανακούφιση και πολλά χαμόγελα επικρατούσαν στα τραπεζικά επιτελεία την περασμένη Παρασκευή έπειτα από την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να διατηρήσει αμετάβλητο το επιτόκιο που έχει σαν αποτέλεσμα την σταθεροποίηση των εσόδων από τόκους με την ταυτόχρονη αύξηση της ζήτησης για νέα δάνεια.
Μάλιστα η εξέλιξη αυτή έρχεται σε μια συγκυρία όπου τα τραπεζικά επιτελεία ετοιμάζονται πυρετωδώς για την δημοσίευση των οικονομικών αποτελεσμάτων του 9μήνου και των νέων γύρων επαφών με τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.
Την περασμένη Πέμπτη η ΕΚΤ διατήρησε, όπως αναμένονταν, σταθερά τα επιτόκια, μετά από τις 8 διαδοχικές περικοπές τους κατά την περίοδο Σεπτεμβρίου 2024 – Ιουνίου 2025. Πλέον όλες οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι δεν θα υπάρξει άλλη απόφαση χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής και το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνει στο 2%, προτού αυξηθεί εκ νέου. Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι σε αυτά τα επίπεδα θα διατηρηθεί έως και το Δεκέμβριο του 2026, για να αναπροσαρμοστεί υψηλότερα ακολούθως, ενώ κάποιοι εκτιμούν ότι θα έχουμε τις πρώτες αυξήσεις πριν το β΄ εξάμηνο του 2026.
Τρία οφέλη για τις τράπεζες
Οι εκτιμήσεις αυτές προκαλούν κύμα ικανοποίησης στα τραπεζικά επιτελεία καθώς όχι μόνο δεν θα υποστούν άλλες απώλειες στα επιτοκιακά τους έσοδα από το υφιστάμενο απόθεμα χορηγήσεων, αλλά διευκολύνεται και η η στρατηγική τους για ενίσχυση της επιβράβευσης των μετόχων, η οποία βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας των επενδυτών για την επόμενη τριετία.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές τρεις είναι οι θετικές επιπτώσεις από την διατήρηση των δεικτών της ΕΚΤ στα τρέχοντα επίπεδα κατ΄ ελάχιστον μέχρι το τέλος της επόμενης χρονιάς.
Πρώτον με την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων των τραπεζών για το α΄ εξάμηνο του 2025, τα καθαρά έσοδα από τόκους και για τους τέσσερις συστημικούς ομίλους ήταν μειωμένα κατά περίπου 2,5% σε ετήσια βάση. Πρόκειται για μία εξέλιξη φυσιολογική, μιας και η πλειονότητα του υφιστάμενου στοκ δανείων είναι κυμαινόμενου επιτοκίου. Έτσι, κάθε μείωση των διατραπεζικών δεικτών euibor έχει άμεση αρνητική επίπτωση στο έντοκο εισόδημα. Πλέον εκτιμάται ότι θα παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα για αρκετούς μήνες ακόμη με αποτέλεσμα να μην αναμένονται νέες απώλειες στα έσοδα από τόκους, προερχόμενους από τα παλαιά δάνεια από εδώ και στο εξής.
Δεύτερον θετική αναμένεται να είναι η επίδραση της σταθροποίησης των ευρωπαϊκών επιτοκίων στους ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης. Με τα euribor γύρω από τη ζώνη του 2%, οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν ελκυστικούς όρους δανειοδότησης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Με τον τρόπο αυτό οι διοικήσεις τους θεωρούν ότι θα αυξηθεί η ζήτηση για χρηματοδοτήσεις, ενώ διευρύνονται τα περιθώρια δανεισμού, δεδομένων των εισοδημάτων των πελατών τους, λόγω της μείωσης των δόσεων.
Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα business plans που έχουν δημοσιοποιήσει οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι, η καθαρή αύξηση των δανειακών τους υπολοίπων θα προσεγγίσει εφέτος τα 12 δισ. ευρώ. Δεν αποκλείεται ωστόσο οι εκτιμήσεις αυτές να αποδειχθούν συντηρητικές, ενώ ευοίωνες θα είναι οι προοπτικές και για το 2026, εφόσον το μακροοικονομικό περιβάλλον παραμείνει υποστηρικτικό.
Η τρίτη θετική επίπτωση των σταθερών επιτοκίων του ευρώ στα τρέχοντα επίπεδα έχει να κάνει με την αύξηση των πωλήσεων επενδυτικών προϊόντων, στηρίζοντας τα έσοδα των τραπεζών από προμήθειες. Και αυτό διότι οι αποδόσεις των προϊόντων σταθερού εισοδήματος, κυρίως των προθεσμιακών καταθέσεων και των εντόκων γραμματίων, δεν αποτελούν τις πρώτες επιλογές των καταθετών με αποτέλεσμα να έχουν υποχωρήσει κατά τουλάχιστον 50% σε σχέση με τα υψηλά που καταγράφηκαν το 2024, μην αποτελώντας μία αποταμιευτική εναλλακτική που μπορεί να αποφέρει ικανοποιητικές αποδόσεις. Ως εκ τούτου ανοίγει ο δρόμος στις τράπεζες να προωθήσουν με ακόμη πιο μεγάλη ένταση επενδυτικά προγράμματα, εφάπαξ ή συστηματικής αποταμίευσης με καλύτερους όρους για όσους τα επιλέξουν.