Η MAKE UP ARTIST ΠΟΥ ΠΕΤΑΞΕ ΤΟ HIJAB ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ
“Εγώ να αγαπώ με όλη μου την καρδιά αυτή τη χώρα κι εκείνη να κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να με πληγώνει”. Η ιστορία της Σαμίν από το Ιράν.
Ένα από τα θεμελιώδη προβλήματα στην επικοινωνία του προσφυγικού και της μετανάστευσης στη δημόσια σφαίρα αφορά στις εικόνες, στις στάσεις και στις αντιλήψεις που έχουμε διαμορφώσει βαθιά μέσα μας, όλοι εμείς που συγκροτούμε το ακροατήριο των γεγονότων. Συχνά – πυκνά, όταν ακούμε ή διαβάζουμε για έναν άνθρωπο που φέρει την ιδιότητα του πρόσφυγα ή του μετανάστη, αντιδρούμε με έναν μορφασμό, νιώθουμε κάποιο συναίσθημα. Αρνητικό ή συγκαταβατικό, είναι δύο από τις κυρίαρχες αντιδράσεις. Εστιάζουμε στο στοιχείο της ταυτότητας αυτό καθαυτό. Και κάπως έτσι χάνεται η απομειώνεται η περιέργειά μας για τον άνθρωπο δίπλα μας.
Αυτές οι αναπαραστάσεις που έχουν εντυπωθεί στη συλλογική μας συνείδηση, μας εμποδίζουν από το να ακούσουμε και να διαβάσουμε την ανθρώπινη ιστορία.
Ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα είναι η επανεδιέγερση του ενδιαφέροντος μας.
Ποιά είναι η ιστορία ενός ανθρώπου πίσω από την ανάγκη της μετακίνησης του από ένα σημείο μακρινό, προς ένα σημείο εγγύτερο μας;
Και πόσο πολύ διαφέρουμε, τελοσπάντων, ως προς τα πάθη και τις επιθυμίες μας;
Αφήγηση
«Το όνομά μου είναι Σαμίν. Το όνειρό μου είναι να γίνω η καλύτερη makeup artist. Μεγάλωσα στο Ιράν, στην Τεχεράνη. Θυμάμαι απ’ όταν πήγαινα σχολείο μάθαινα για την Ελλάδα, για την ιστορία της, την πολιτιστική της κληρονομιά. Τότε μου φαινόταν μία χώρα μακρινή. Δεν είχα ιδέα ότι σήμερα θα βρισκόμουν εδώ και θα ζούσα ελεύθερα τη ζωή μου. Η Ελλάδα είναι μία υπέροχη χώρα και σε αρκετά πράγματα μου θυμίζει όλα όσα αγάπησα στο Ιράν. Από τον πρώτο μήνα παραμονής μου εδώ, συνειδητοποίησα πόσο μεγάλη εγγύτητα είχαμε στην κουλτούρα, στη συμπεριφορά των ανθρώπων, στο φαγητό, ακόμα και στον καιρό. Γνωρίζοντας τους Έλληνες, ένιωθα σαν να αλληλεπιδρούσα με τους δικούς μου ανθρώπους, με τους γονείς, τους συγγενείς, τους φίλους μου. Αν με χαροποιεί κάτι είναι το ότι ζώντας εδώ, δε νιώθω ως ξένη, ως πρόσφυγας, ως ένας άνθρωπος που ζει εδώ με το χαρακτήρα του προσωρινού. Βλέπεις αυτός η ιδιότητα του πρόσφυγα δεν ήταν κάτι που επιδίωξα στη ζωή μου και δεν επιθυμώ να με χαρακτηρίζει.
Στο Ιράν σπούδασα την τέχνη του επαγγελματικού makeup για έξι χρόνια συνολικά. Τα πρώτα δύο χρόνια έκανα την εξειδίκευσή μου και μετά πήγα σε πανεπιστήμιο όπου έμεινα για τέσσερα χρόνια, προκειμένου να γίνω επαγγελματίας. Ήταν το όνειρό μου. Ξεκίνησα να το ασκώ επαγγελματικά από τα δεκαπέντε μου, είχα μεγάλη τρέλα με αυτό.
Πειραματιζόμουν στη μητέρα μου, στους συγγενείς μου, στους φίλους μου. Τους έκανα το makeup, το hair – styling, την επιλογή και το σχεδιασμό των ρούχων, είχα τρέλα με αυτό. Κατέληξα να το κάνω για όλη την περιοχή μου. Το makeup και η μόδα είναι το όνειρό μου, είναι ο κόσμος μου όλος.
Στο Ιράν δεν υπάρχει αυτός ο κόσμος, τουλάχιστον στα φανερά. Ξέρεις, με το hijab επικρατεί μία άλλη αντίληψη, εάν θέλεις να κάνεις κάτι τέτοιο όπως εγώ, δεν μπορείς να το κάνεις νόμιμα. Πώς θα μπορούσα να κυνηγήσω το όνειρό μου σε ένα τέτοιο πλαίσιο; Με τι ελευθερία;
Λατρεύω τα ρούχα, το makeup. Όταν τα νεαρά κορίτσια παίζανε με τις κούκλες, εγώ λάτρευα να τους κάνω το makeup και τα μαλλιά. Δε μπορώ να το εξηγήσω, απλά μου άρεσε πολύ να εστιάζω σε αυτό το κομμάτι. Στην ομορφιά. Μου αρέσουν τα όμορφα πράγματα, το όμορφο στυλ, η ανάδειξη της ομορφιάς των ανθρώπων.
Θυμάμαι πριν τις δικές μου δουλειές, πριν από τα ραντεβού μου, έμπαινα και χάζευα κορυφαία ονόματα όπως η Dior και ο λογισμός μου έτρεχε. Πόση ομορφιά… Για το στυλ, για τα ρούχα. Και ξέρεις, δεν είναι too much, είναι απλά classy».
Ο ΕΡΧΟΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ, ΑΡΧΙΚΑ, ΜΗ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ
«Όταν έφυγα από το Ιράν, βρέθηκα στη Σερβία και ύστερα στην Κροατία όπου μας επέστρεψαν πάλι πίσω. Ψάχναμε με αγωνία έναν τρόπο να φτάσουμε στην Ευρώπη.
Παραμονή Χριστουγέννων του 2018 βρισκόμαστε σε ένα μέρος άγνωστοι μεταξύ αγνώστων. Είμαστε στην Αθήνα, χωρίς να γνωρίζουμε κάποιον, χωρίς να ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει η μοίρα. Το κυρίαρχο συναίσθημά μας ήταν ο φόβος. Η Ελλάδα δεν ήταν ο προορισμός μας, αλλά με όσα είχαμε τραβήξει, τι επιλογές να είχαμε; Βρεθήκαμε σε ένα δωμάτιο στην Κυψέλη μαζί με άλλους οκτώ ανθρώπους που δε γνωρίζαμε. Ήμουν με το γιο μου και αγωνιούσαμε πως δε θα τα καταφέρουμε… Δε μπορείς να καταλάβεις πώς νιώθαμε. Ψάχναμε με κάθε τρόπο να φύγουμε από τι χώρα, αλλά δεν είχαμε, πλέον, ούτε τη δυνατότητα και έτσι, ούτε επιλογές.
Δεν ήξερα λέξη στα ελληνικά, αλλά δε μπορούσα να μείνω και με σταυρωμένα τα χέρια. Βρήκα ένα δικηγόρο για να συμβουλευτώ και αφότου πήρα το άσυλο, ξεκίνησα να δουλεύω για να φτιάξουμε τη ζωή μας εδώ. Στην αρχή όλα ήταν ασύλληπτα δύσκολα. Δεν είχαμε χρήματα, φαγητό, σπίτι. Τον πρώτο καιρό μου έστελνε η μητέρα μου από το Ιράν για να τα φέρνουμε κάπως βόλτα. Ζούσαμε μία πολύ δύσκολη ζωή και ένιωθα ότι δεν υπάρχει κανένας για εμάς.
Το πρώτα μας σπίτι, ο πρώτος δικός μας χώρος ήταν στην Αχαρνών, ένα μικρό στούντιο 24 τ.μ. Έπρεπε να έχουμε ένα δικό μας χώρο για να ξεκινήσουμε με ασφάλεια, με ηρεμία, με χρόνο μπροστά μας για να τα καταφέρουμε.
Αμέσως μόλις ένιωσα καλύτερα ξεκίνησα να ψάχνω εντατικά για δουλειά. Η πρώτη μου δουλειά ήταν σε ένα beauty salon στην Αχαρνών. Δεν ήταν μία εύκολη δουλειά σε καμία περίπτωση. Εκεί εργάστηκα για ένα μικρό διάστημα. Σχεδόν, παράλληλα, ξεκίνησα να δουλεύω και ως tattoo artist – πέραν του ότι χρειαζόμουν τα χρήματα, ήταν και κάτι που ήξερα να κάνω. Μόλις κατάφερα να αποταμιεύσω λίγα χρήματα, φύγαμε από το σπίτι. Ήταν, σίγουρα, μία δύσκολη περιοχή.
Το επόμενο σπίτι μας ήταν στο Γκύζη. Εκεί βρήκα ένα μεγαλύτερο σπίτι, με δύο ξεχωριστά δωμάτια κιόλας, για εμένα και τον Αμίν. Ξεκίνησα να δουλεύω σε οργανώσεις που εργάζονταν στην υποστήριξη των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων. Ο γιος μου ήταν αφοσιωμένος στο σχολείο και εγώ έπρεπε να διασφαλίζω ότι θα μπορώ να τον υποστηρίζω.
Αμέσως αφότου τελείωσε το σχολείο, εκείνος πήγε για σπουδές στην Ολλανδία, στο graphic design. Είναι ένα εξαιρετικό παιδί, φοβερά εργατικό και δεν ήθελε να με επιβαρύνει ποτέ. Είμαι πολύ περήφανη για εκείνον γιατί κυνηγάει τα όνειρά του με πάθος, με αγάπη, με αφοσίωση. Είμαστε χαρούμενοι, ξέρεις πόσο δύσκολο είναι αυτό; Άλλωστε, μαζί μεγαλώσαμε.
Δούλεψα για δύο χρόνια ως διερμηνέας και μετά γνώρισα έναν ομοεθνή μου που είχε ένα εστιατόριο υψηλών προδιαγραφών στα Νότια Προάστια, ο οποίος μου πρότεινε να αναλάβω το management του εστιατορίου – εκεί δούλεψα για περίπου 1,5 χρόνο».
ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΔΑΡΙΟΥ ΚΑΙ ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΟ ΕΝ ΑΝΑΜΟΝΗ…
«Ήμουν ικανοποιημένη από τα χρήματα που έβγαζα, αλλά ένιωθα μέσα μου ένα κενό. Δεν κυνηγούσα τα όνειρά μου. Οκ, είχα μία καλή δουλειά. Αλλά δεν αρκεί αυτό για την ευτυχία…
Στην Ελλάδα έχω πληρώσει πάρα πολλά χρήματα για να αποκτήσω τις απαραίτητες πιστοποιήσεις. Είναι, όμως, τόσο δύσκολο να βρεις μία σταθερή δουλειά εδώ. Έχω δουλέψει, βέβαια, σε αρκετά projects για τα οποία είμαι χαρούμενη. Αλλά θέλω να το κάνω σταθερά, όχι σποραδικά.
Την περίοδο της πανδημίας, δε ξέρω εάν το θυμάσαι, αλλά στο Καλλιμάρμαρο είχε γίνει ένα μεγάλο event της Dior. Ένα επαγγελματικό show. Το «Freddy Make Up Stage» ήταν εκεί και εγώ έκλαιγα γιατί δεν κατάφερα να είμαι μέλος αυτής της ομάδας. Αυτό είναι το όνειρό μου. Να γίνω επαγγελματίας. Όταν μίλησα με τον ίδιο (σ.σ. Freddy Kalobratso), εκείνος μου σύστησε να αναπτύξω το δικό μου brand, τη δική μου επιχείρηση. Εγώ, βέβαια, θα πέθαινα να είμαι βοηθός του.
Δεν είναι εύκολο να δημιουργήσεις την επιχείρησή σου. Χρειάζεσαι κεφάλαιο, για τα λειτουργικά κόστη, για τα υλικά, για να χτίσεις μεθοδικά το πελατολόγιό σου. Είναι εξαιρετικά απαιτητικό. Δεν έχουμε και τόσο μεγάλη αγορά στην οποία μπορείς να απευθυνθείς ως makeup artist νομίζω.
Η Ελλάδα είναι το μεγάλο κίνητρό μου. Όταν βρέθηκα στην Φρανκφούρτη με μία φίλη μου για να κάνουμε ένα test για τη δουλειά μου, όλα έδειχναν ιδανικά για να μείνω εκεί. Ωστόσο, ακόμη και για το σύντομο διάστημα που ήμουν εκεί, μου έλειπαν τα πάντα από την Ελλάδα. Μου έλειπε ο καιρός της, η ζεστασιά των ανθρώπων της, η αισθητική της, οι πλούσιες εικόνες της. Νιώθω ότι είναι κομμάτι της καρδιάς μου πλέον.
Εδώ ένιωσα ότι απελευθερώνομαι. Δεν μου επιβάλλεται το hijab, δεν νιώθω ότι βρίσκομαι σε μία δικτατορία. Είναι δύσκολα, ναι. Αλλά, εδώ οι γυναίκες είναι ελεύθεροι άνθρωποι. Στο Ιράν, η ζωή σου ορίζεται από τον άνδρα σου. Δεν ήθελα να ζω έτσι. Ήθελα να έχω το δικαίωμα των δικών μου επιλογών, ήθελα να αναπνεύσω ελευθερία. Μία ανάρτηση στο Instagram, ένα λοξό κοίταγμα σε άλλον άνδρα, μπορούν να κοστίσουν τη ζωή σου. Ο άνδρας υπογράφει για εσένα, για να έχεις τη δυνατότητα να κάνεις το οτιδήποτε. Δεν ήθελα να ζω έτσι.
Μεγάλωσα το γιο μου μόνη μου, με περηφάνεια, με αγάπη, με αφοσίωση. Και είμαι χαρούμενη για αυτό.
Φύγαμε από το Ιράν με το γιό μου για να ξεκινήσουμε μία νέα ζωή, μία ελεύθερη ζωή. Με τον Αμίν είμαστε μητέρα και γιος, ναι, αλλά μεγαλώσαμε μαζί, περνώντας μέσα από πολλές δυσκολίες. Σήμερα είμαστε σαν φίλοι. Σκέψου μάθαμε μαζί αγγλικά, μάθαμε μαζί να χειριζόμαστε υπολογιστές και οι δύο έχουμε μία φυσική ροπή στα καλλιτεχνικά, εντάξει εκείνος, βέβαια, μιλάει τώρα ελληνικά άπταιστα, σαν να γεννήθηκε εδώ. Είναι ένα χαρισματικό παιδί, με πολλούς προβληματισμούς, φυσικά, όπως κάθε νέος άνθρωπος σήμερα».
Κατακλείδα
Κλείνοντας, η Σαμίν μοιράζεται μαζί μου το ότι δεν της αρέσει η «ταμπέλα» του πρόσφυγα. Είναι ένα στοιχείο της ταυτότητας της που δεν το επέλεξε η ίδια και το βρίσκει και ως τροχοπέδη, πολλές φορές, στην καθημερινότητά της. Ως παράδειγμα παραθέτει την προσπάθειά της να εκδώσει μία χρεωστική κάρτα εδώ και περίπου επτά χρόνια, όσο, δηλαδή, βρίσκεται στη χώρα. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει είναι πως δεν αναγνωρίζεται ως πολίτης αυτής της χώρας. «Είναι τόσο παράλογο», λέει με παράπονο. «Εγώ να αγαπώ με όλη μου την καρδιά αυτή τη χώρα κι εκείνη να κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να με πληγώνει».
Website: samrazbeauty.com
Instagram page: instagram.com/samraz_beauty