51ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή: Η ομιλία Κουτσούμπα για τον Σταύρο Κουγιουμτζή

Διαβάζεται σε 8'
51ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή: Η ομιλία Κουτσούμπα για τον Σταύρο Κουγιουμτζή

“Τα τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή μιλάνε για όλα τα μεγάλα τα ανθρώπινα αισθήματα της ζωής” σημείωσε ο Δημήτρης Κουτσούμπας κατά την ομιλία του στη συναυλία για τον συνθέτη στο 51ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή.

Χαιρετισμό στη συναυλία – αφιέρωμα του 51ου Φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή στον συνθέτη Σταύρο Κουγιουμτζή απηύθυνε το βράδυ της Πέμπτη (25/09), ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας.

“Μπορεί να μην είναι ο δημιουργός των χιλιάδων τραγουδιών, 198 τραγούδια είχε γράψει, όμως κυριολεκτικά είναι όλα, ένα κι ένα. Τραγούδια σε στίχους ποιητών, μεγάλων στιχουργών, όπως του Μάνου Ελευθερίου, του Λευτέρη Παπαδόπουλου, του Μιχάλη Μπουρμπούλη, του Λάκη Τεάζη, της Σώτιας Τσώτου, του Άκου Δασκαλόπουλου, του Κώστα Κινδύνη, αλλά και του ίδιου σε 48 από τα τραγούδια του“, ανέφερε μεταξύ άλλων, τονίζοντας πως “τα τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή μιλάνε για όλα τα μεγάλα τα ανθρώπινα αισθήματα της ζωής. Για αυτό και ο λαός μας τα αναγνωρίζει ως δικά του”.

Ο χαιρετισμός του Δημήτρη Κουτσούμπα

Στον χαιρετισμό του ο Δημήτρης Κουτσούμπας ανέφερε:

“Φίλες και φίλοι

Εδώ, από την Κεντρική Σκηνή του 51ου Φεστιβάλ ΚΝΕ – «Οδηγητή» τιμάμε έναν ξεχωριστό δημιουργό, τον αγαπημένο όλων μας, Σταύρο Κουγιουμτζή.

Χαιρόμαστε που φιλοξενούμε τούτο το αφιέρωμα, γιατί θέλουμε τα έργα μεγάλων δημιουργών να περνάνε και στις νεότερες γενιές. Είναι μια συνειδητή προσπάθεια και αυτό φαίνεται τόσο στις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ της ΚΝΕ, όσο και από τις κεντρικές πρωτοβουλίες που παίρνει το Κόμμα μας.

Άλλωστε, για το ΚΚΕ, η αληθινή Τέχνη είναι συστατικό στοιχείο της πολιτικής και ιδεολογικής του δράσης, στοιχείο ακόμα πιο απαραίτητο στις απαιτητικές και κρίσιμες σύγχρονες συνθήκες. Έτσι και σήμερα, πραγματοποιούμε αυτό το αφιέρωμα στον Σταύρο Κουγιουμτζή.

Θέλουμε να ευχαριστήσουμε όλους τους τραγουδιστές, τους μουσικούς που θα ζωντανέψουν το αξέχαστο έργο του, έργο που το κρατάμε σαν «φυλαχτό».

Είμαστε σίγουροι ότι θα απολαύσουμε ένα μοναδικό πρόγραμμα, με πολλά αγαπημένα τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή, που με το μοναδικό του μουσικό ήθος, κατάφερε στα πάνω από 40 χρόνια δημιουργίας, να μας χαρίσει τραγούδια σπάνιας ομορφιάς, τραγούδια που τον καθιέρωσαν σαν έναν σημαντικό συνθέτη στη νεότερη ιστορία του ελληνικού μας τραγουδιού.

Μπορεί να μην είναι ο δημιουργός των χιλιάδων τραγουδιών, 198 τραγούδια είχε γράψει, όμως κυριολεκτικά είναι όλα, ένα κι ένα. Τραγούδια σε στίχους ποιητών, μεγάλων στιχουργών, όπως του Μάνου Ελευθερίου, του Λευτέρη Παπαδόπουλου, του Μιχάλη Μπουρμπούλη, του Λάκη Τεάζη, της Σώτιας Τσώτου, του Άκου Δασκαλόπουλου, του Κώστα Κινδύνη, αλλά και του ίδιου σε 48 από τα τραγούδια του.

Τραγούδια που ευτύχησε να ερμηνευθούν από τις μεγάλες φωνές του τραγουδιού μας. Από το πρώτο του τραγούδι με την Ζωή Κουρούκλη το 1961, μέχρι το τελευταίο του από την κόρη του Μαρία το 2007, οι μελωδίες του μπήκαν στο στόμα τραγουδιστών, όπως ο Γιάννης Καλατζής, η Χαρούλα Αλεξίου, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Δημήτρης Μητροπάνος, η Αιμιλία Κουγιουμτζή, ο Κώστας Σμοκοβίτης, ο Γιάννης Πάριος, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο Γιάννης Πουλόπουλος, η Ελευθερία Αρβανιτάκη και πολλοί άλλοι.

Άφησα τελευταίο τον Γιώργο Νταλάρα. Τον «ιδανικότερο ερμηνευτή των τραγουδιών» του, όπως τον αποκάλεσε ο ίδιος ο Σταύρος Κουγιουμτζής. 65 τραγούδια του ερμήνευσε ο Γ. Νταλάρας από το 1968 έως το 2000.

Τα τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή μιλάνε για όλα τα μεγάλα τα ανθρώπινα αισθήματα της ζωής. Για αυτό και ο λαός μας τα αναγνωρίζει ως δικά του.

«Άσε με πάλι να σου πω για χρόνια περασμένα, για τα τραγούδια π’ αγαπώ τα παραπονεμένα» τραγουδάμε στο «Ένας κόμπος η χαρά μου».

Και πράγματι στα τραγούδια του βρίσκει έκφραση ο καημός και ο πόνος του λαού μας.

«Σε καρτερούν μαστιγωτές και συμπληγάδες» γράφει ο Μάνος Ελευθερίου, μελοποιεί ο Σταύρος Κουγιουμτζής και ερμηνεύει ο Γιώργος Νταλάρας…

Και εμείς αναρωτιόμαστε, αν υπάρχει καλύτερος τρόπος να μιλήσει κανείς για τις δυσκολίες της σημερινής ζωής ή για να δανειστούμε τους στίχους του ίδιου του συνθέτη:

«Σ ‘αυτό τον κόσμο είμαστε ξένοι
το κάθε σπίτι μια φυλακή
και η ζωή μας συννεφιασμένη
σαν του Τσιτσάνη την Κυριακή».

Ο Κουγιουμτζής, όμως, χωρίς να «φωνάζει», κατορθώνει και σκορπίζει απλόχερα με το έργο του, κουράγιο και αντοχή σε αυτή τη ζωή, που είναι ζυμωμένη «μ’ αγρύπνια και μαράζι»…Γιατί μας κάνει να συνειδητοποιούμε ότι χρειάζεται να ‘ρθει «μια μέρα πιο καλή / σαν άνθρωπος να ζήσω».

Τραγούδια μελωδικά, λυρικά, εξομολογητικά, γεμάτα με την ευαισθησία που τον διακρίνει. Τραγούδια που μας συνοδεύουν στη χαρά, στη λύπη, στις προσωπικές, αλλά και στις συλλογικές κοινωνικές μας στιγμές.

Με το έργο του μιλά για τον έρωτα, την αγάπη και την ομορφιά, εκφράζει την πίκρα, τις δυσκολίες, αλλά και την περηφάνια των απλών και ταπεινών. Όλου του εργατόκοσμου, δηλαδή.

Από αυτόν τον κόσμο άλλωστε προερχόταν και ο ίδιος ο Σταύρος Κουγιουμτζής. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του ο Στ. Κουγιουμτζής τα περνά σε έναν προσφυγικό συνοικισμό κοντά στο Γεντί Κουλέ.

Εκεί διαμορφώνονται και τα πρώτα του ακούσματα.

«Τραγούδια άκουγα κάθε βράδυ στη γειτονιά μας, γιατί αυτοί οι ξεριζωμένοι, τα μόνα πράγματα που μπόρεσαν να φέρουν από τις πατρίδες τους ήταν τα τραγούδια τους και οι ψυχές τους», θα γράψει χρόνια αργότερα.

Οι πολύβουοι, όμως, προσφυγικοί συνοικισμοί εκείνων των χρόνων, «κουβαλούν» και τον απόηχο των μεγάλων εργατικών λαϊκών αγώνων. Σε αυτούς τους αγώνες, στον ξεσηκωμό του Μάη του ’36, είχε συμμετάσχει και η καπνεργάτρια μητέρα του, η οποία είχε τραυματιστεί και από χτύπημα αστυνομικού.

Η απόκτηση ενός γραμμοφώνου, παρά τις οικονομικές δυσκολίες , και μερικές πλάκες με σμυρναίικα τραγούδια που του χάρισε η μητέρα του, το άκουσμα ενός πιάνου, από ένα σπίτι «με ανοιχτά παράθυρα και κλειστά πατζούρια» στην Παύλου Μελά, τον οδηγούν στις πόρτες του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης.

Είναι 15 χρονών, σχετικά μεγάλος για να ξεκινήσει εκμάθηση στο πιάνο. Επιμένει και τα καταφέρνει. Αργότερα στην Αθήνα θα συμπληρώσει τις σπουδές του με μαθήματα σύγχρονης μουσικής. Παράλληλα δουλεύει για βιοποριστικούς λόγους. Ο Σταύρος Κουγιουμτζής συνειδητοποιεί, μέσα από την ίδια του τη ζωή, πως ωραίο είναι ό,τι υπερνικά τις δυσκολίες.

Το ντεμπούτο του στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού γίνεται το 1961, με το «Περιστεράκι», στο Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού. Το τραγούδι του διαγωνίζεται πλάι σε αυτά των Μίκη Θεοδωράκη και Μάνου Χατζιδάκι. Διακρίνεται και παίρνει έπαινο. Ο Σταύρος Κουγιουμτζής, όμως, δεν είναι παρών. Βλέπετε, δεν είχε χρήματα για να μπορέσει να αγοράσει το «μαύρο επίσημο ένδυμα» που αναγραφόταν στις οδηγίες της πρόσκλησης.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, ξεκινά η συνεργασία του Σταύρου Κουγιουμτζή με τον Γιώργο Νταλάρα. Η «χημεία» που είχαν μεταξύ τους, δημιούργησε ένα νέο, ξεχωριστό είδος τραγουδιού, που ήταν και λαϊκό και έντεχνο, με στοιχεία από την παράδοση αλλά και την κλασική μουσική.

Ήταν όλα αυτά, αλλά και τίποτα από αυτά… Ήταν «ο Γιώργος Νταλάρας στα τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή». Ένα σχετικά «αυτόνομο», θα λέγαμε, ξεχωριστό είδος της ελληνικής μουσικής. Μια «χημεία» και μια σύμπραξη ανάλογη αυτής του Μίκη Θεοδωράκη με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τηρουμένων των αναλογιών…

Το 1970 θα κυκλοφορήσουν παρέα έναν θρυλικό πια δίσκο της ελληνικής δισκογραφίας, το «Να ‘τανε το ’21». Μια σχέση ζωής, μια συνεργασία που μετρά 65 τραγούδια, καθώς και το έργο «Ύμνοι αγγέλων σε ρυθμούς ανθρώπων», με την μελοποίηση των ύμνων της Μεγάλης Εβδομάδας.

Όπως, άλλωστε, δήλωσε κάποτε ο Γιώργος Νταλάρας: «Ο Σταύρος Κουγιουμτζής μου έδωσε μία μουσική ταυτότητα. Είναι αυτός που μου άνοιξε την “πόρτα του Παράδεισου” με τα τραγούδια του…»

Στην περίπτωση του Σταύρου Κουγιουμτζή, το ποσοστό των επιτυχιών του είναι πολύ μεγάλο σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των τραγουδιών. Δεν είναι λίγα επίσης, τα τραγούδια του που γνώρισαν επανεκτελέσεις στο εξωτερικό, από την Σερβία και την Τουρκία στην γειτονιά μας, μέχρι τις σκανδιναβικές χώρες και την Νότια Αμερική, από δημοφιλείς ξένους καλλιτέχνες αλλά και μεγάλες ορχήστρες.

Ας ταξιδέψουμε, λοιπόν, σ’ εκείνα “τα χρόνια” με τις μελωδίες του Σταύρου Κουγιουμτζή. Το 1975, γράφει για «μια σημαία σ’ ένα μπαλκόνι», που «αλλάζει χρώματα και με σκοτώνει»…

Σήμερα, εδώ, στο 51ο Φεστιβάλ της νεολαίας του ΚΚΕ, ο Γιώργος Νταλάρας θα τραγουδήσει τα τραγούδια του Κουγιουμτζή, που μας συνεπήραν για δεκαετίες και εξακολουθούν να μας συνεπαίρνουν και σήμερα. Με υψωμένη μια σημαία που δεν άλλαξε και δεν θα αλλάξει χρώμα ποτέ…Γιατί είναι το χρώμα του αγώνα, των θυσιών, αλλά και η σημαία ενός ανώτερου πολιτισμού, της ηθικής ανωτερότητας των απλών ανθρώπων, η σημαία της ελπίδας για την τελική ανάσταση των λαών, κόντρα στους πολέμους, την φτώχεια, την προσφυγιά, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο!”.

Σχετικό Άρθρο

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα