“ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΧΕΤΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΨΑΓΜΕΝΟΥΣ ΘΕΑΤΕΣ”: Ο ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ GENE GILLETTE ΣΤΟ NEWS 24/7
Ο σπουδαίος Αμερικανός ηθοποιός Gene Gillette μιλά στο NEWS 24/7 με αφορμή το Τρίπτυχο για τον Αντονέν Αρτώ της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη που θα παρουσιαστεί στο θέατρο Σημείο.
Τον Gene Gillette τον πρωτοείδα το 2022 στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης στην παράσταση Αρτώ / Βαν Γκογκ. Ήταν ένα one man show, μία παράσταση- πραγματική εμπειρία για το πώς ένας ηθοποιός μπορεί να ενσαρκώσει μία τόσο ταραγμένη προσωπικότητα, όπως αυτή του Αρτώ και να αγγίξει την τελειότητα στην εκφορά του λόγου του. Και ταυτόχρονα για μία σπάνια ερμηνεία με τεράστια εσωτερική δυναμική, που θα μπορούσε πολύ άνετα να αποτελέσει και μάθημα υποκριτικής για το πώς ένας μόνο ηθοποιός μπορεί να γεμίσει με την παρουσία του και μόνο μία άδεια σκηνή, χωρίς κανέναν υποκριτικό στόμφο και κινήσεις εντυπωσιασμού.
Τώρα επιστρέφει με την ίδια παράσταση στο Θέατρο Σημείο, ενώ θα πρωταγωνιστήσει και στo “Genica, ο πίδακας του αίματός μου” στο τρίτο μέρος της τριλογίας για τον Αρτώ από την 1η Οκτωβρίου. Συναντηθήκαμε σε ένα καφέ κοντά στο Θέατρο Σημείο. Πήγα 10 λεπτά νωρίτερα στο ραντεβού μας και ήταν ήδη εκεί. Χειμαρρώδης και ενθουσιώδης μου είπε πόσο λατρεύει την Ελλάδα και τον πολιτισμό της.
Στην ερώτηση για το πότε πρωτοήρθε σε επαφή με αυτόν εξομολογήθηκε πως “Η μητέρα μου πέθανε όταν ήμουν μόλις 5 χρονών, οπότε δεν είχα πολλά πράγματα να τη θυμάμαι. Κάποια στιγμή, στην εφηβεία, βρήκα ένα κουτί με τα πράγματά της. Μέσα σε αυτό υπήρχαν βιβλία για την ελληνική μυθολογία, έργα του Μποντλέρ και γαλλική ποίηση, καθώς ήταν καθηγήτρια Γαλλικών και Αγγλικών στο Πανεπιστήμιο του Τέξας. Αυτό με έκανε να ενδιαφερθώ για αυτά τα θέματα από μικρή ηλικία.
Ο πατέρας μου μάλιστα μου αγόρασε τη «Μυθολογία του Μπούλφιντς», ένα έργο-σταθμό για την αγγλόφωνη λογοτεχνία, το οποίο συνδυάζει και αναλύει την αρχαία μυθολογία και τη μεσαιωνική λογοτεχνία. Αυτός ο “θησαυρός” μου έδωσε κάτι για να γνωρίσω την ίδια. Έτσι, από πολύ μικρός, η ελληνική μυθολογία με γοήτευε. Ήταν σαν ένα μαγικό κουτί… Ήταν σαν μια σύνδεση με τη μητέρα μου.
Αργότερα, όταν ήμουν 16, είδα την ταινία για τους Doors και άρχισα να διαβάζω Νίτσε που ήταν ο αγαπημένος του Τζιμ Μόρισον. Είδα μία σκηνή στην ταράτσα, που δείχνει όλα τα βιβλία που διάβαζαν, και βλέπω ένα του Άρθουρ Ρεμπώ και σκέφτηκα «Α, η μητέρα μου ήταν λάτρης του Μποντλέρ». Και μετά διάβασα το “No One Here Gets Out Alive”, το βιβλίο που μιλάει για Μόρισον και τον συνδέει με τον Νίτσε. Από εκεί άρχισα να διαβάζω τον Νίτσε, την Γενεαλογία της Ηθικής και τη Γέννηση της Τραγωδίας, και να μαθαίνω για τον Διόνυσο και την Απολλώνια αντίληψη. Με ενθουσίασε αυτό το θέμα.
Στο μεταξύ, είχα αφήσει το λύκειο και στο κοινοτικό κολλέγιο σκηνοθέτησα μία κακή εκδοχή των Βακχών… Ήταν αρκετά φιλόδοξο έργο,. Είχα τον Πενθέα δεμένο σε έναν σταυρό στο τέλος με φτερά, και στα φτερά έγραφε «οίκτος» και «ηθική». Ήταν φρικτό, αλλά προσπαθούσα να εξερευνήσω αυτά τα θέματα.
Ο ελληνικός πολιτισμός, με γοήτευε πάντα. Και το να έχω την ευκαιρία να έρθω στην Ελλάδα και να δουλέψω πάνω τον Άρτω – τον οποίο μελετούσα με εμμονή από τα εφηβικά μου χρόνια μαζί με τον Νίτσε και όλα τα υπόλοιπα, ήταν και είναι μία από τις πιο υπέροχες στιγμές της ζωής μου.
Πώς γνωριστήκατε με την Ιόλη Ανδρεάδη και τον Άρη Ασπρούλη;
Θυμάμαι έντονα τη στιγμή που γνώρισα τη Ιόλη για πρώτη φορά, σε ένα μικρό μπαρ στη λεωφόρο Franklin στο Μπρούκλιν. Ήταν, νομίζω, όταν έκανε το πρώτο της εργαστήριο σκηνοθετών στο Lincoln Center. Συζητούσε με τον Άρη και τη γυναίκα μου για τον Αρτώ. Τότε, είπα αστειευόμενος, «Εάν ποτέ χρειαστείτε ηθοποιό, εδώ είμαι…». Δεν πίστευα ότι θα υπήρχε πραγματικό ενδιαφέρον. Και όμως, δύο μήνες αργότερα, με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν: «Ενδιαφέρεσαι να είσαι μέρος του τριπτύχου για τον Αρτώ;» Και εγώ, χωρίς δεύτερη σκέψη, είπα: «Απολύτως. Ακούγεται σαν το πιο καταπληκτικό πράγμα που έχω ακούσει στη ζωή μου».
Έτσι ξεκίνησε αυτή η οδύσσεια, που μας πήγε τρία χρόνια. Ξεκινήσαμε κάνοντάς τον Άρτω/ Βαν Γκογκ εδώ, στο Θέατρο Τέχνης, και μετά το πήγαμε στο Tank της Νέας Υόρκης, στη συνέχεια το παρουσιάσαμε στο Πλόβντιβ και στη Σόφια στην Βουλγαρία, και στο τέλος, επιστρέψαμε πάλι στην Ελλάδα, αυτή τη φορά στο θέατρο Σημείο. Τώρα έχουμε την ευκαιρία να το κάνουμε ξανά και μάλιστα σαν Τρίπτυχο. Να παρουσιάσουμε το Κόκκαλο, το Αρτώ Βαν Γκογκ και το τελευταίο μέρος της τριλογίας. τη “Genica, O πίδακας του αίματός μου”.
Είμαι ενθουσιασμένος που θα μοιραστώ τη σκηνή μαζί με τον Γεράσιμο Γεννατα, τον Γιώργο Παλαμιώτη και τη Βανέσα Αδαμοπούλου.
Το τρίπτυχο αυτό ανατέμνει την τρέλα, εστιάζοντας στη σχέση της με τη δημιουργικότητα και την κοινωνία. Βρίσκετε σημεία επαφής με το σήμερα;
“Ναι, σίγουρα. Και νομίζω ότι με όλα όσα συμβαίνουν αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ -και στις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος- υπάρχει μια τάση να θεωρείται κάποιος τρελός αν σκέφτεται διαφορετικά από τον άλλον. Αντί να αναγνωρίζουμε τη διαφορετικότητα, θεωρούμε ότι υπάρχει κάτι λάθος με αυτόν που δεν συμμερίζεται την ίδια άποψη.
Υπάρχει κάποιος Αμερικανός δημοσιογράφος, συγγραφέας και σκηνοθέτης που λέγεται Σεμπάστιαν Γιούνγκερ, έχει γράψει την «Απόλυτη Καταιγίδα» και τον «Πόλεμο»: Αυτός είπε κάτι που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο: «Κάθε χώρα βρίσκεται στην καλύτερή της στιγμή όταν λειτουργούν και οι δύο δυναμικές και βρίσκονται σε μια μορφή δυναμικής έντασης μεταξύ τους, αλλά καμία δεν κυριαρχεί ολοκληρωτικά. Και αυτό που μου ραγίζει την καρδιά σε αυτήν τη χώρα είναι η αντίληψη, και από τις δύο πλευρές, αριστερά και δεξιά, πως η αντίθετη πλευρά όχι μόνο είναι εντελώς λάθος, αλλά είναι επίσης εντελώς ανήθικη και δεν θα έπρεπε να υπάρχει. Αυτή η χώρα δεν θα βρει ειρήνη μέχρι και οι δύο πλευρές αυτής της πολιτικής εξίσωσης να απλώσουν το χέρι και να πουν “κοίτα, διαφωνώ μαζί σου σχεδόν σε όλα, αλλά χαίρομαι που είσαι μαζί μας και σε χρειάζομαι. Σε χρειάζομαι γιατί δεν σκέφτομαι όπως εσύ” και μέχρι να το καταλάβει αυτό η χώρα, θα είμαστε παγιδευμένοι σε αυτόν τον κομματικό αγώνα και, τελικά, θα μας καταστρέψει. Γιατί οι σφαίρες δεν θα ρίξουν αυτήν τη χώρα. Οι λέξεις θα το κάνουν, και θα είναι οι δικές μας λέξεις”.
Η γλώσσα, παρόλο που είναι το πιο ισχυρό εργαλείο μας, μερικές φορές γίνεται το πιο επικίνδυνο εμπόδιο. Είναι σχεδόν αδύνατο να μεταφέρεις το βάθος αυτού που νιώθεις με λέξεις. Και νομίζω ότι αυτό είναι που κάνει την προσέγγιση του Αρτώ τόσο ενδιαφέρουσα. Αυτό που μας ενώνει δεν είναι οι λέξεις, αλλά τα ίδια βαθιά συναισθήματα που όλοι έχουμε, ακόμα κι αν τα προσεγγίζουμε από διαφορετικές οπτικές. Είναι μια επικοινωνία που απευθύνεται σε κάτι πιο βασικό και πρωτόγονο. Και αυτό το βρίσκω πολύ ενδιαφέρον.
Τα έργα τέχνης επικοινωνούν με την κοινωνία μας, με την τρέλα και με την ανθρώπινη διάσταση της ύπαρξής μας. Όπως λέει ο Αρτώ για τον Βαν Γκογκ, “δεν ήταν τρελός. Απλώς σκεφτόταν διαφορετικά. Η τρέλα δεν είναι πάντοτε μια έκρηξη. Κάποιες φορές είναι η υποβόσκουσα σιωπή που κυριεύει την ψυχή, όπως τα κοράκια που καταλαμβάνουν τα χωράφια του Βαν Γκογκ. Όταν η τρέλα αποκτά ισχύ, καταλήγει να κυβερνά τη ζωή τους, και εμείς απλώς παρακολουθούμε, απορημένοι και αβοήθητοι”.
Η σύγχρονη κοινωνία φαίνεται να έχει χάσει την αυθεντική ανθρώπινη σύνδεση, ειδικά λόγω της τεχνολογίας. Πώς το βιώνετε αυτό;
Χαίρομαι που μεγάλωσα σε μια εποχή πριν από το διαδίκτυο. Η γυναίκα μου, που διδάσκει στο πανεπιστήμιο, μου πως τα παιδιά δεν βγαίνουν πια μαζί. Η σύγχρονη κοινωνία έχει μετατραπεί σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι προτιμούν να απομονώνονται πίσω από τις οθόνες τους.
Μας λείπει η φυσική αλληλεπίδραση. Μέσω της τέχνης, του θεάτρου, της εκπαίδευσης και των προσωπικών σχέσεων, μπορούμε να επαναφέρουμε την ανθρώπινη επαφή στη ζωή μας. Χρειάζεται να αναγνωρίσουμε πόσο σημαντική είναι η ανθρώπινη επικοινωνία και να τη θωρακίσουμε από τις καταχρήσεις της τεχνολογίας.
Αν μπορούσατε να κάνετε στον Αρτώ μια ερώτηση, ποια θα ήταν;
Το ωραίο με τον Αρτώ είναι πως τα λόγια του είναι τόσο όμορφα γραμμένα, αλλά και τόσο αόριστα που μπορούν να ερμηνευθούν με πολλούς τρόπους. Αν έπρεπε να τον ρωτήσω κάτι, ίσως να του ζητούσα να μου πει τι ακριβώς θέλει να κάνω επί σκηνής. Αλλά, ειλικρινά, δεν ξέρω αν θα ήθελα να ακούσω την απάντησή του, γιατί αυτό είναι το ωραίο με τις ερμηνείες του έργου του. Το ίδιο νομίζω ισχύει και με τον Βαν Γκογκ. Εμένα μου αρέσει να κοιτάω τους πίνακές του και να τους ερμηνεύω για τον εαυτό μου, παρά να προσπαθώ να καταλάβω «τι ήθελε να πει με αυτό». Είναι αυτό το μυστήριο που αφήνει ο δημιουργός, που κάνει τη δουλειά του πιο ζωντανή, πιο ανοιχτή σε προσωπική ερμηνεία.
Πώς θα περιγράφατε τη συνεργασία σας με την Ιόλη Ανδρεάδη;
Είναι καταπληκτική. Η Ιόλη είναι απίστευτα έξυπνη και γνωρίζει το θέατρο εξαιρετικά καλά. Είναι στο αίμα της. Σου δίνει την ευκαιρία να εκφραστείς, σου επιτρέπει να μπεις στον ρόλο με τα ένστικτά σου και μετά σου δίνει μία πολύ διορατική καθοδήγηση για το πώς να βελτιωθείς. Πραγματικά απολαμβάνω να δουλεύω μαζί της.
Βρίσκετε διαφορές ανάμεσα στο ελληνικό και του αμερικανικό κοινό;
Στην Ελλάδα έχετε πραγματικά ψαγμένους θεατές. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι το “Κόκαλο” κατάφερε να κάνει τόσες sold-out παραστάσεις στην Ελλάδα, είναι κάτι εξαιρετικό. Δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί στη Νέα Υόρκη. Εκεί, ίσως δεν είναι τόσο εξοικειωμένοι με αυτόν τον τύπο θεάτρου όπως είναι εδώ. Το ελληνικό κοινό έχει μια πραγματική αγάπη για το θέατρο και αυτό το κάνει να ξεχωρίζει.
Δεν σημαίνει ότι το κοινό της Νέας Υόρκης δεν είναι μορφωμένο, είναι. Απλώς, το ελληνικό κοινό είναι πολύ πιο ανοιχτό σε νέες προτάσεις. Όταν ήρθα εδώ, δεν ήξερα πόσο δεκτικό θα ήταν σε έναν Αμερικανό ηθοποιό, αλλά οι αντιδράσεις του ήταν εξαιρετικά θετικές. Η Ελλάδα, άλλωστε, είναι η γενέτειρα του θεάτρου…
Πιστεύετε ότι το θέατρο έχει μεγαλύτερη ευθύνη να μας προστατεύει, να μας προκαλεί. Υπάρχει χώρος για αυτό στις ΗΠΑ τώρα, με τη λογοκρισία;
Και βέβαια. Ο συγγραφέας Moisés Kaufman που έχει γράψει το περίφημο «Laramie Project» στα Βραβεία Lucille Lortel, που είναι τα βραβεία για το Off-Broadway θέατρο έβγαλε έναν υπέροχο λόγο για το γεγονός πως ο Τραμπ απέσυρε όλες τις επιχορηγήσεις για τους καλλιτέχνες του θεάτρου. Είπε πως αυτή είναι μια σκόπιμη ενέργεια για να μας κάνει να φοβηθούμε. Και το καλύτερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να μη φοβόμαστε και να συνεχίσουμε να δημιουργούμε έργα που “προκαλούν” την αυταρχικότητα και τις τάσεις προς τον φασισμό.
Εμείς οι καλλιτέχνες έχουμε αυτήν την ευθύνη. Πρέπει να παρουσιάζουμε έργα όπως το «Περιμένοντας τον Γκοντό» ή την “Άνοδο του Αρτούρο Ούι”. Είναι λογοκρισία αυτό που συμβαίνει και είναι τρομακτικό.
Οι ηθοποιοί έχουν την ελευθερία αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ να εκφράσουν τη γνώμη τους;
Ακόμη ναι. Τώρα, θα υπάρξουν συνέπειες γι’ αυτό; Δεν ξέρω ακόμα. Εννοώ, κοιτάξτε τι συνέβη με τον Τζίμι Κίμελ, όπου τον έβγαλαν από την τηλεόραση λόγω των σχολίων που έκανε.
Ο Τζορτζ Κλούνεϊ έκανε πέρσι στο Broadway το «Καληνύχτα και Καλή Τύχη», που αφορούσε η αντίδραση του Έντουαρντ Μούρο στις Επιτροπές Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων. Όλα αυτά τα διαβάζαμε νομίζοντας πως πια είναι αρχαία ιστορία, οι ακροάσεις του Τζόζεφ ΜακΚάρθι και το κυνήγι των Κομμουνιστών τότε. Και έλεγα, «Ω, αυτό τελείωσε. Δεν μπορεί να συμβεί ξανά». Και τώρα συμβαίνει ξανά. Και είναι απλώς τρομακτικό. Και είναι αυτό που συμβαίνει όταν αφήνεις αυτά τα πράγματα στο σκοτάδι.
Νομίζω ότι αυτό πρέπει είναι το έργο του καλλιτέχνη: να αναδείξει και να βεβαιωθεί ότι οι άνθρωποι βλέπουν τι συμβαίνει. Τώρα, αν θέλουν να το δουν ή όχι, είναι ένα ερώτημα. Δυστυχώς βλέπει ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, που συμφωνούν με τα σχόλια του Στίβεν Μίλερ (ο άνθρωπος πίσω από τις πιο ακραίες επιλογές του Ντόναλντ Τραμπ ειδικά για το μεταναστευτικό) για το «Είμαστε η Θύελλα» και αναφερόταν στον Γκέμπελς και στους Ναζί. Είναι τρομακτικό, κάνουν ναζιστικούς χαιρετισμούς στις συγκεντρώσεις τους….
Θέατρο Σημείο
Χαριλάου Τρικούπη 4, Καλλιθέα (πίσω από το Πάντειο)
210.92.29.579
Πρεμιέρα: 1η Οκτωβρίου 2025
Μόνο για 15 παραστάσεις
Καθημερινά από Τετάρτη έως Κυριακή στις 20.00
έως 19/10
Στο ρόλο τον Αντονέν Αρτώ ο Gene Gillette
Προπώληση: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/arto/ban-gkogk