Ο Τίτος Πατρίκιος ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ/ΧΑΡΗΣ ΑΚΡΙΒΙΑΔΗΣ

ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ: Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΠΟΥ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΝΑ ΦΩΤΙΖΕΙ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ

Ένα άρθρο γεμάτο ιστορίες για τον μοναδικό Τίτο Πατρίκιο, τον ποιητή της βαθιάς σκέψης και της αδιάπτωτης ανθρωπιάς.

Ο Τίτος Πατρίκιος είναι ο ποιητής της βαθιάς σκέψης και της αδιάπτωτης ανθρωπιάς. Στην ποίησή του συναντώνται η προσωπική εμπειρία και η αέναη αναζήτηση της αλήθειας και της ελευθερίας. Με λόγο λιτό αλλά πυκνό, φωτίζει τις αντιφάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης, τα κοινωνικά αδιέξοδα και τα τραύματα της ιστορίας.

Η ποίησή του γίνεται όχημα για την εξερεύνηση της πολιτικής, της κοινωνίας και της εσωτερικής αγωνίας, με μια ευαισθησία που δεν χάνει ποτέ την ανθρώπινη διάσταση, ακόμη και στα πιο σκοτεινά μονοπάτια. Μέσα από την αυστηρότητα του ύφους του, παραμένει βαθιά ανθρώπινος, διαυγής και επίκαιρος.

Το να ακούς τον Τίτο Πατρίκιο να μιλάει είναι μια εμπειρία όπου η ζωή, η ιστορία και η τέχνη ενώνονται μέσα σε ένα ασύλληπτο πνεύμα. Τον άκουσα στο Ζάππειο σε μια εφ’ όλης της ύλης συζήτηση με τον Γιάννη Μπασκόζο και αν για κάτι στενοχωρήθηκα, είναι που δεν τον είχα γνωρίσει χρόνια πριν σε βάθος. Και αυτόν και το έργο του.

97 ετών, με διαύγεια μυαλού νέου ανθρώπου, καθαρότητα πνεύματος και απίστευτη κριτική σκέψη. Σε περίπου μία ώρα αναφέρθηκε στη ζωή και το έργο του: από την Αθήνα του 1928, τη συμμετοχή του στην Εθνική Αντίσταση, τις εξορίες στη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη, μέχρι τις σπουδές στο Παρίσι, τη δουλειά του στη UNESCO και τη FAO, και την επιστροφή του στην Ελλάδα.

Στο Ζάππειο, μίλησε για την πρώτη του εμφάνιση στα Γράμματα το 1943, τον Χωματόδρομο, την Επιθεώρηση Τέχνης, τις μεταφράσεις και τα δοκίμια του. Οι τιμές και τα βραβεία του – Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας, Max Jacob Étranger, Premio Letterario Internazionale «LericiPea» – αναδεικνύουν τη σημαντική του συνεισφορά στην ελληνική και διεθνή λογοτεχνία.

Ένας άνθρωπος που ενσαρκώνει την ιστορία, τη σοφία και την τέχνη, με μια διαύγεια που ξεπερνά τον χρόνο.

“Έχω ζήσει σε μια ιστορική περίοδο, όπως όλοι οι άνθρωποι της γενιάς μου, γεμάτη με μεγάλες ελπίδες. Ελπίδες που δεν εκπληρώθηκαν όπως περιμέναμε, αλλά παρά όλα αυτά καταφέραμε να προχωρήσουμε κάπως. Ξέρετε, όταν μιλάμε για την περίοδο αυτή, από τον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο μέχρι σήμερα, συνήθως αναφέρουμε και αναλύουμε τα αρνητικά, ενώ παραβλέπουμε το μεγάλο θετικό: την παράταση του χρόνου ζωής” είπε χαρακτηριστικά.

ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ

Και συνέχισε: “Ο πατέρας μου ήταν ένας δραστήριος και ταλαντούχος άνθρωπος. Έφυγε από τη ζωή στα 64 του από καρκίνο του πνεύμονα, εξαιτίας του τσιγάρου. Όταν εκείνος πέθανε, εγώ ήμουν 30 χρόνων. Μέσα στη στεναχώρια μου, έλεγα ότι ο πατέρας μου έζησε πάρα πολύ, καθώς τα 64 χρόνια τότε μου φαινόντουσαν πολλά. Σήμερα, όμως, τα 64 θεωρούνται σχεδόν η αρχή της ωρίμασης, αν όχι της νεότητας.

Προσωπικά καπνίζα δυόμισι με τρία πακέτα την ημέρα και ξυπνούσα τη νύχτα για να καπνίσω. Είχα φτάσει σε τέτοιο σημείο εξάρτησης, που ήταν πολύ δύσκολο να το κόψω. Ευτυχώς, όμως, με τη βοήθεια της επιστήμης, το κατάφερα. Και σήμερα είμαι 97 ετών. Ξέρω πολλές περιπτώσεις ανθρώπων των γραμμάτων που έφυγαν από τη ζωή εξαιτίας του τσιγάρου. Η Κική Δημουλά, για παράδειγμα, κάπνιζε με πάθος και, παρά τις σοβαρές συμβουλές των γιατρών να μην καπνίσει ποτέ μετά από μια εγχείρηση, συνέχισε να καπνίζει και έφυγε από τη ζωή εξαιτίας του καπνίσματος”.

Οι φιλίες με τους μεγαλύτερους

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχαν τα όσα είπε για τους φίλους του: “Από πολύ μικρός μου άρεσε να κάνω φιλίες με παιδιά που ήταν λίγο μεγαλύτερα από εμένα. Από αυτά μπορούσα να μάθω περισσότερα. Ο πρώτος στενός φίλος που είχα ήταν ο Γιώργος Ιακωβίδης, γιος της αδελφής του πατέρα μου, Λιλής Πατρικίου Ιακωβίδη, η οποία ήταν ποιήτρια. Ο Γιώργος – έγινε γιατρός και έζησε αρκετά χρόνια στην Αγγλία. Όταν ήρθε στην Ελλάδα, έγινε καθηγητής ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο- ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερός μου και μου έμαθε πάρα πολλά, γιατί η διαφορά ηλικίας μας παρόλο που ήταν μικρή ήταν κρίσιμη στην παιδική μας ηλικία.

Ο Γιώργος είχε έναν φίλο, τον Γιώργο Τσοκόπουλο, ο οποίος ήταν δυο χρόνια μεγαλύτερος από εκείνον και έπαιξε κι αυτός μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωσή του. Αυτός ο Γιώργος Τσοκόπουλος έγινε για μένα ένας πνευματικός καθοδηγητής. Όταν εγώ ήμουν φοιτητής στη Νομική, εκείνος την τελείωνε.

Στο καλοκαίρι του 1950, μετά το τέλος του Γυμνασίου, όταν ετοιμαζόμουν για τις εξετάσεις της Νομικής Σχολής, με τους μεγαλύτερους φίλους μου πηγαίναμε για μπάνιο στη Σαλαμίνα ή στην Αίγινα, και μια φορά πήγαμε στο Σούνιο με πανσέληνο, όταν επιτρεπόταν να μπαίνουμε στους αρχαίους ναούς. Εκεί, όλοι ψάχναμε να βρούμε το όνομα του Λόρδου Μπάιρον, το οποίο είχε χαράξει όταν επισκέφθηκε το ναό του Ποσειδώνα. Ο φίλος μου ο Άρης Νικολακόπουλος είπε τότε “εγώ αν ήμουν ο Λόρδος, θα το χάρασσα στην είσοδο του ναού. Είχε δίκιο, εκεί το βρήκαμε.

Ο Τίτος Πατρίκιος
Ο Τίτος Πατρίκιος ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ/ΧΑΡΗΣ ΑΚΡΙΒΙΑΔΗΣ

Ο Άρης μου έμαθε πολλά για τη λογοτεχνία, τη μετάφραση και τη φιλοσοφία. Μάλιστα, μου χάρισε ένα βιβλίο, το οποίο ήταν έργο ενός διάσημου Γάλλου συγγραφέα που είχε μεταφράσει. Αργότερα, έμαθα ότι ήταν ανιψιός του Καρυωτάκη και ότι το «παιδί Άρης» που αναφέρει ο ποιητής στο ποίημά του ήταν εκείνος. Αυτό τον έκανε να μου φαίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον και αξιόλογος. Συνδεθήκαμε πολύ και μάθαμε πολλά ο ένας από τον άλλον.

Όταν ήρθε η εποχή του Εμφυλίου, μιλήσαμε και για τις αποφάσεις που έπρεπε να πάρουμε. Με είχαν καλέσει στο αστυνομικό τμήμα και έπρεπε να υπογράψω δήλωση, αλλιώς θα με στέλνανε σε εξορία. Του είπα ότι δεν ήθελα να υπογράψω, αλλά εκείνος μου είπε ότι “το να μην υπογράψεις ήταν μια ανοησία, που θα σε οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή”. Όπως μου είπε, πολλοί άνθρωποι με ταλέντο είχαν καταστραφεί επειδή δεν υπέγραψαν τη δήλωση, ενώ άλλοι που υπέγραψαν, παρά τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, είχαν ενταχθεί στους κρατικούς μηχανισμούς του κομμουνιστικού καθεστώτος.

Δεν υπέγραψα. Ίσως να ήταν μια πράξη αυταρέσκειας, αλλά για μένα αυτή ήταν η σωστή πορεία εκείνη την περίοδο.

Τίτος Πατρίκιος

Το πρώτο ποίημα…

Η πιο κλισέ ερώτηση σε έναν ποιητή είναι το πότε αισθάνθηκε πς είναι ποιητής: “Πολλές φορές με ρωτάνε πότε συνειδητοποίησα ότι είμαι ποιητής. Και η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν αισθάνθηκα αυτήν την ταυτότητα με σαφήνεια μέχρι τα τελευταία μου βιβλία. Ήταν τότε που ένιωσα πραγματικά ότι η ποίηση με έχει βρει και ότι πλέον είναι κομμάτι της ζωής μου. Αν και άρχισα να γράφω από πολύ μικρός, δεν είχα την αίσθηση ότι ήμουν ποιητής.

Η πρώτη μου επαφή με τη συγγραφή ποιημάτων έγινε όταν ήμουν έξι χρονών. Θυμάμαι που με είχαν στείλει στις παιδικές εξοχές στη Βούλα και εκεί είχαμε αυστηρές οδηγίες από μια κυρία. Μας έπαιρναν σε παράταξη για να πάμε στη θάλασσα και μας έβαζαν να τραγουδάμε τον ύμνο της Ειρήνης, ο οποίος έλεγε «Τι όμορφα περνούσαμε και τι καλά που ζούμε μες στην ειρήνη».

Εκείνη τη στιγμή, άρχισα να φτιάχνω μικρούς στίχους, αντιστρέφοντας τους στίχους του ύμνου: «Τι άσχημα περνούσαμε και τι κακά που ζούμε μες στην ειρήνη». Έτσι ξεκίνησε η γραφή μου, με παιχνίδι και αντίδραση στην αυστηρότητα γύρω μου.

Από τότε, συνέχισα να φτιάχνω στιχάκια, επηρεασμένος από τους ποιητές που έβλεπα στα θέατρα ή που έκαναν διάφορα παιχνίδια με στίχους σε δημόσιες εκδηλώσεις. Αγαπούσα τα ποιήματα με ρυθμό, μέτρο και ομοιοκαταληξία.

Ο πρώτος ποιητής που με εντυπωσίασε ήταν ο Βαλαωρίτης με τα πατριωτικά του ποιήματα. Στη συνέχεια διάβασα τον Λασκαράτο και η σάτιρα του με επηρέασε πολύ.

Αλλά ο ποιητής που με συγκλόνισε πιο πολύ ήταν ο Καρυωτάκης. Όταν διάβασα για τη ζωή του και έμαθα ότι αυτοκτόνησε την ίδια χρονιά που γεννήθηκα, το 1928, ένιωσα ότι υπήρχε μια συνδεσιμότητα. Από τη θεία μου, τη Λιλή Ιακωβίδου, δανείστηκα τα άπαντα του Καρυωτάκη και έμαθα τους στίχους έμαθα σχεδόν απ’ έξω”.

Ο Τίτος Πατρίκιος
Ο Τίτος Πατρίκιος EUROKINISSI

Ο Τίτος Πατρίκιος τότε απήγγειλε «Το Μιχαλιό»:

Το Μιχαλιό τον πήρανε στρατιώτη.
Καμαρωτά ξεκίνησε κι ωραία
με το Μαρή και με τον Παναγιώτη.
Δε μπόρεσε να μάθει καν το «επ’ ώμου».

Όλο εμουρμούριζε: «Κυρ Δεκανέα,
άσε με να γυρίσω στο χωριό μου».
Τον άλλο χρόνο, στο νοσοκομείο,
αμίλητος τον ουρανό κοιτούσε.
Εκάρφωνε πέρα, σ’ ένα σημείο,

το βλέμμα του νοσταλγικό και πράο,
σα να ’λεγε, σα να παρακαλούσε:
«Αφήστε με στο σπίτι μου να πάω».
Κι ο Μιχαλιός επέθανε στρατιώτης.
Τον ξεπροβόδισαν κάτι φαντάροι,

μαζί τους ο Μαρής κι ο Παναγιώτης.
Απάνω του σκεπάστηκεν ο λάκκος,
μα του άφησαν απέξω το ποδάρι:
Ήταν λίγο μακρύς ο φουκαράκος.

Μάλιστα είπε χαρακτηριστικά πως “Αυτό το ποίημα αποτύπωσε γι αυτόν τη δύναμη της ποίησης να εκφράζει τον πόνο και τη ζωή με τον πιο απλό και άμεσο τρόπο”.

Και συνέχισε: “Επομένως, μπορώ να πω ότι η ποίηση με βρήκε με τα χρόνια. Δεν ήμουν ποτέ σίγουρος νωρίτερα ότι ήμουν ποιητής. Αλλά, αργά ή γρήγορα, συνειδητοποίησα ότι η ποίηση ήταν ο τρόπος με τον οποίο είχα ζήσει και εξακολουθούσα να εκφράζομαι.

Ο Καβάφης, όπως και ο Καρυωτάκης, δεν ήταν αποδεκτός ούτε από τη συντηρητική αστική πλευρά, ούτε από την αριστερή κομμουνιστική. Όσο απαισιόδοξος και αντιδραστικός ήταν, το ίδιο απορριπτέος ήταν και για τις δύο πλευρές, και αυτό κυρίως λόγω του πεσιμισμού του και της αντίδραστικής του στάσης.
Αλλά και ο τρόπος που έγραφε στην καθαρεύουσα, τον έκανε να μη χωράει σε καμία από τις δύο ιδεολογικές κατευθύνσεις της εποχής του. Άρχισα να τον θαυμάζω στον χώρο της Διάπλασης των Παίδων, εκεί όπου υπήρχε έντονη δραστηριότητα.

Αργότερα, διάβασα όλα του τα ποιήματα. Θυμάμαι ότι κάποιος που πούλαγε μεταχειρισμένα βιβλία σε ένα περίπτερο είχε το βιβλίο του Καβάφη, αλλά ήταν πολύ ακριβό για μένα. Άρχισα να μαζεύω χρήματα, ζητούσα από θείους και θείες και έκανα χαρτζιλίκια, μέχρι που συγκέντρωσα το ποσό για να το αγοράσω. Όταν όμως πήγα να το πάρω, ο άνθρωπος μου είπε ότι το είχε ήδη πουλήσει και έτσι δεν κατάφερα να το αποκτήσω”.

Η επιρροή του Μαγιακόφσκι

Ο Τίτος Πατρίκιος είπε μια εξαιρετική ιστορία για το πώς ήρθε σε επαφή με τον Μαγιακόφσκι: “Συνέβη κάτι απρόβλεπτο. Μόλις είχε αρχίσει η Κατοχή, και στην πολυκατοικία που μέναμε, υπήρχε καταφύγιο. Ο θυρωρός το είχε κάνει αποθήκη, όπου όλοι οι γείτονες έφερναν ό,τι άχρηστο χαρτί είχανε, κι εκείνος τα μάζευε και τα πούλαγε για πολτοποίηση, για να γίνει καινούργιο χαρτί. Αλλά προηγουμένως, με φώναζε να πάω να κοιτάξω αν ανάμεσά τους υπάρχει κάποιο βιβλίο που με ενδιαφέρει.

Εκεί, βρήκα δύο βιβλία που με ενδιέφεραν. Το πρώτο ήταν η μετάφραση της Ιλιάδας από τον Πάλη στη δημοτική, που είχε εκδοθεί σε πολύ καλό χαρτί βίβλου στην Αγγλία, και την πήρα. Το δεύτερο ήταν μια σειρά από τεύχη μιας κοινωνικής εγκυκλοπαίδειας, που η εφημερίδα Ανεξάρτητος εξέδωσε πριν από την 4η Αυγούστου και η οποία διακόπηκε από την κυβέρνηση.

Τα ξεφύλλιζα σπίτι, και σε ένα τεύχος που ήταν το γράμμα Μ, είδα έναν ποιητή ονόματι Μαγιακόφσκι. Ήταν έντυπο προπολεμικό, με τη φωτογραφία του. Διαβάζω το βιογραφικό του και μένω εμβρόντητος, γιατί έμαθα ότι το 1934 αυτοκτόνησε, ότι είχε υιοθετήσει τον φουτουρισμό που είχε ξεκινήσει στην Ιταλία από τον Μαρινέττι, τον είχε φέρει στη Ρωσία, μετά έγινε κομμουνιστής και έγραφε ποιήματα κομμουνιστικά. Αλλά στο τέλος αυτοκτόνησε.

Έχει μεταφρασμένο ένα ποίημα του από το «Σύννεφο με παντελόνια», το οποίο διάβασα και με επηρέασε πάρα πολύ, γιατί ήταν το πρώτο ποίημα που διάβαζα σε μοντέρνο ελεύθερο στίχο. Επηρεάστηκα τόσο που, ενώ έγραφα με ομοιοκαταληξία και μέτρο, άρχισα να γράφω με ελεύθερο στίχο”.

Και συνέχισε μιλώντας για τους μοντέρνους Έλληνες ποιητές που τους “γνώρισε” όταν διάβαζε τη σειρά “Πρόσωπα και Κείμενα” του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου. Εκεί διάβασα για τον Σεφέρη και τον Ελύτη και μου άρεσαν πάρα πολύ. Επίσης, διάβασα κείμενα του Παναγιωτόπουλου κατά του σουρεαλισμού. Αντί να απορρίψω τον σουρεαλισμό, τα αρνητικά αυτά κείμενα με μάγεψαν, με αποτέλεσμα να υιοθετήσω τις ιδέες του σουρεαλισμού. Έτσι, άρχισα να γράφω σε εντελώς μοντέρνο στυλ.”

Ο Τίτος Πατρίκιος
Ο Τίτος Πατρίκιος INTIME NEWS

Η επιρροή του Ρίτσου

Εξαιρετική ήταν η αφήγησή του για τον Γιάννη Ρίτσο: “Κάποια στιγμή, απορροφημένος από την επαναστατική δραστηριότητα, πίστεψα ότι η ποίηση είναι μια έκφραση μικροαστικού συναισθηματισμού που σε παρεμποδίζει από την επαναστατική δράση. Όταν, μετά τη Μακρόνησο, με πήγαν στον Αη Στράτη, πολιτικό εξόριστο, και συνάντησα εκεί τον Ρίτσο, του είπα αυτή την ιδέα. Ο Ρίτσος μου είπε: «Αυτά που λες είναι σαχλαμάρες. Πρέπει να καταλάβεις ότι η ποίηση είναι το πεπρωμένο σου». Και με έκανε να απαλλαγώ από αυτήν τη στραβή ιδέα.

Στον Άη Στράτη, μου συνέβη το εξής: είχα πολλές συγκρούσεις με την εκεί καθοδήγηση, αλλά όταν πήρα για δεύτερη φορά άδεια για να γυρίσω στην Αθήνα, μου έδωσαν εντολή να παραδώσω τα χειρόγραφα των ποιημάτων που είχα γράψει, γιατί αν τα πάρω μαζί μου και τα βρει η χωροφυλακή στον έλεγχο που κάνει στις βαλίτσες, θα τα κατάσχει και θα τα χρησιμοποιήσει εναντίον όλων των εξορίστων και εναντίον του κόμματος.
Κατάλαβα ότι ήθελαν να τα παραδώσω για να τα καταστρέψουν και να μην τα έχουν. Ήταν η πρώτη φορά που είπα ψέματα: είπα ότι δεν έχω χειρόγραφα, τα έκρυψα καλά στην βαλίτσα και δεν τα βρήκε η χωροφυλακή. Έτσι, όταν έφτασα στην Αθήνα, μπόρεσα να βγάλω την πρώτη μου συλλογή, “Το Χωματόδρομο”, από αυτά τα χειρόγραφα”.

“Διαδρομές και διασταυρώσεις. Μελέτες και δοκίμια 1977-2023”

Από τις εκδόσεις Κίχλη κυκλοφορεί η συλλογή δοκιμίων και μελετών Διαδρομές και Διασταυρώσεις περιλαμβάνει κείμενα που εκτείνονται από το 1977 έως το 2023 και ως εκ τούτου μας επιτρέπουν να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της σκέψης, της γλώσσας και του ύφους του συγγραφέα.

Η συλλογή καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, από τη λογοτεχνία και τη μετάφραση έως την πολιτισμική ιστορία και τις μεγάλες αλλαγές στην επικοινωνία, που σημειώθηκαν από την εποχή των χειρογράφων και των έντυπων βιβλίων μέχρι την ψηφιακή επανάσταση. Παράλληλα, θίγονται και σημαντικά κοινωνικά ζητήματα, διαπραγματευόμενα με τρόπο που ενώνει τη θεωρία με την προσωπική εμπειρία. Ο Τίτος Πατρίκιος αναδεικνύει την οικειότητα και τη δύναμη του καθημερινού λόγου, προσφέροντας έναν λόγο σαφή, διαλεκτικό, αλλά και βαθιά αφηγηματικό.

Η γλώσσα του, χωρίς να χάνει την απλότητα, αποκτά βάθος και ένταση, μεταφέροντας στους αναγνώστες του όχι μόνο την προσωπική του θέση για τον κόσμο, αλλά και μια αίσθηση του χρόνου και της εξέλιξης που περιγράφει. Στην Διαδρομές και Διασταυρώσεις, η πρωτοτυπία της σκέψης του Πατρίκιου και η διαρκής του αναζήτηση για την αλήθεια, τον άνθρωπο και τη σύγχρονη κοινωνία, συνυφαίνονται σε κείμενα που είναι ταυτόχρονα καθολικά και προσωπικά, απλά και βαθιά.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα