Ευσταθία Τσαπαρέλη: “Αυτή η παράσταση άλλαξε τον τρόπο που ακούω πια τον κόσμο”

Διαβάζεται σε 11'
Ευσταθία Τσαπαρέλη: “Αυτή η παράσταση άλλαξε τον τρόπο που ακούω πια τον κόσμο”

Η Ευσταθία Τσαπαρέλη, με το γλυκό αιωνίως παιδικό πρόσωπο, η Ευσταθία των τόσο έντονων ευαίσθητων χορδών έμαθε τη νοηματική γλώσσα για να βλέπει και να αφουγκράζεται αλλιώς πια τον κόσμο. Αφορμή; Η παράσταση “Τα παιδιά ενός Κατώτερου Θεού”.

H αλήθεια είναι πως για αρκετή ώρα, πριν πιάσουμε τα σημαντικά ζητήματα, μιλούσαμε με την Ευσταθία Τσαπαρέλη για τις ωραίες μπούκλες και πώς τις πετυχαίνεις. Εχουμε σοβαρά προβλήματα οι κατσαρομάλλες. Μετά πιάσαμε κουβέντα για το παιδί, όχι για “Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού”, τη νέα της παράσταση, που ήταν και ο λόγος της συνάντησής μας. Για την εφηβεία του, τις αντιδράσεις γενικώς.

Και στη συνέχεια και πάλι για παιδιά ο λόγος αφού τον χειμώνα θα συμπρωταγωνιστεί στη νέα σειρά του Αlpha, «Mπαμπά, σ’αγαπώ» όπου επιτέλους θα βλέπουμε τρεις μπαμπάδες που για διαφορετικό λόγο ο καθένας –χήρος, χωρισμένος, one night stand- μεγαλώνει το παιδί του. Λέει πως της αρέσει που θα βρίσκεται σε μια ιστορία με τρυφεράδα και χιούμορ, χωρίς βία και σασπένς και πως είναι ωραίο να βλέπεις χωρισμένα ζευγάρια να αγαπιούνται και να προσπαθούν να συνεννοηθούν χωρίς μίση. Και έτσι, αφού είπαμε για των άλλων τα παιδιά, μιλήσαμε και για το δικό της πριν περάσουμε στο ζητούμενο, αυτά τα παιδιά και τους ανθρώπους που η κοινωνία κρατά εκτός μόνο και μόνο γιατί τους λείπει μία από τις πέντε αισθήσεις.

Η εφηβεία

“O γιος μου πηγαίνει στη Δευτέρα Γυμνασίου. Είναι αυτό που λέμε «πολύ έφηβος». Περνάει, δηλαδή, την ίδια έντονη εφηβεία που είχα περάσει και εγώ και ο Αλέξανδρος, ο πατέρας του. Και νομίζω πως καλό είναι να την περνούν οι νέοι νωρίς – έχω δει ανθρώπους που δεν πέρασαν έντονη εφηβεία και έφτασαν να τρελαίνονται στα σαράντα τους. Νομίζω ότι είναι λογικό το ξέσπασμα των παιδιών ∙ μιλώ για αυτή τη σύγκρουση της εφηβείας κατά την οποία στέκεσαι απέναντι στα πάντα, στους γονείς σου, στην κοινωνία, στο σχολείο, στην εξουσία… Νομίζω ότι είναι ζωτικής σημασίας για το προχώρημα του ανθρώπου”.

Όταν καμιά φορά παραπονιέμαι για τις αντιδράσεις του Μάρκου, μου λέει η μάνα μου «Δεν χαίρεσαι που συγκρούεται μαζί σου; Αυτό σημαίνει ότι το παιδί οπλίζεται για να μπορεί να συγκρουστεί αύριο-μεθαύριο έξω, εκεί που πρέπει. Δηλαδή, αν δεν συγκρουστεί με σένα που νοιώθει ασφαλής, δεν θα αντέξει τίποτα στη ζωή του»

Τα όρια

“Όταν με ζορίζει, λοιπόν, ο μικρός ο οποίος έχει πολύ ισχυρό χαρακτήρα, ένα κομμάτι μου χαίρεται ειλικρινά. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις ένα παιδί να μπορεί να σταθεί απέναντί σου και να διαχωρίσει τι τον αφορά και τι «λούζεται» επειδή εσύ είσαι ανασφαλής. Αν βάζει όρια στον γονιό του, σημαίνει πως θα μπορεί να βάζει όρια και στους άλλους και να θωρακίζεται μεγαλώνοντας. Εγώ ακόμη παλεύω να βάλω όρια στους άλλους”.

Τα μυστικά

“Εγώ του λέω ότι δεν χρειάζεται να μου τα λέει και όλα ∙ το παιδί πρέπει να έχει τα μυστικά του. Όμως θεωρώ σημαντικό να μπορεί να μου πει «μαμά, έχω πρόβλημα» και να ξέρει ότι εγώ είμαι εκεί, όχι για να του κάνω κριτική εκείνη τη στιγμή, αλλά για να τον βοηθήσω στο όποιο πρόβλημα. Πρέπει σαν γονιός, όταν έρχεται το παιδί σου και σου λέει «έχω μπλέξει», παρότι εσύ κουβαλάς όλα τα άγχη της καθημερινότητας και τις αγωνίες της εποχής που ζούμε, να καταφέρεις να πάρεις μια ανάσα, να μην θυμώσεις και να προσπαθήσεις να βρεις λύση. Πρέπει επίσης να καταφέρνεις να αφήνεις πίσω το οτιδήποτε σου πει το οποίο ενδεχομένως να σε ματαιώνει ως γονιό. Η αγωνία ότι μπορεί κάτι κακό να του συμβεί, σου γεννά χίλια δυο συναισθήματα που οφείλεις να τιθασεύσεις για να γίνεις ο άνθρωπος που εκείνη τη στιγμή πραγματικά και ουσιαστικά θα βοηθήσει το παιδί”.

Ο θυμός

“Νομίζω, επίσης, ότι οι ενήλικες έχουμε δαιμονοποιήσει τα δυναμικά στοιχεία στα παιδιά. Δηλαδή, τον τσακωμό… Μας ακούω όλους να λέμε συνεχώς: «Μην τσακώνεστε. Μη θυμώνεις». Ετσι στερούμε τα παιδιά από κάτι που είναι τόσο φυσικό, τόσο πυρηνικό για τον άνθρωπο – πόσο μάλλον σε αυτές τις μικρές ηλικίες που ακόμα οι σχέσεις είναι και σωματικές. Δηλαδή, είναι και τα σώματα που θέλουν να εκτονωθούν αφού το συναίσθημα περνάει πρώτα μέσα από το σώμα και μετά το επεξεργάζεται ο εγκέφαλος. Με έναν τρόπο τα «κλειδώνουμε» ψυχικά, τα ενοχοποιούμε και τελικά έχουμε παιδιά που είναι ή πάρα πολύ αδύναμα ή πάρα πολύ επιθετικά. Καλό είναι να φωτίζουμε όλες τις πλευρές, να δίνουμε χώρο στα παιδιά να εκφραστούν σωματικά, να εκφράζουν τον θυμό τους και να σπάνε το πλαίσιο ώστε να μαλακώνουν. Με όρια φυσικά. Ο καλύτερός μου φίλος μου φίλος μου έλεγε τις προάλλες «θυμάμαι που η χαρά μας στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο ήταν να μαζευόμαστε στην πλατεία και να στριγγλίζουμε! Ουρλιάζαμε μέχρι να βγουν στα παράθυρα οι ηλικιωμένοι και να μας πουν να πάμε σπίτι μας». Σήμερα, αλήεθια, πού μπορούν να φωνάξουν τα παιδιά στην Αθήνα;”

Τα παιδιά ενός Κατώτερου Θεού

Ο μη… λόγος

“Φέτος υποδύομαι μια γυναίκα κωφή στα «Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού». Νομίζω ότι όταν σαν ηθοποιός υπάρχεις με τη νοηματική, παθαίνεις μάλλον αυτό που παθαίνουν οι χορευτές όταν τους λένε «μην κινείστε»! Αυτό μας συμβαίνει με τον λόγο. Πώς θα υπάρχω χωρίς κείμενο; Ευτυχώς που εμένα μου αρέσει πάρα πολύ η σιωπή”.

Η μετάφραση

“Έγινε μια μετάφραση του έργου από δύο δασκάλες – η μία κωφή. Οπότε, ουσιαστικά, δημιουργήθηκε για μένα ένα καινούργιο κείμενο αφού είμαι ο μοναδικός χαρακτήρας στο έργο που είμαι 100% κωφή. Βασικός στόχος της παράστασης, άλλωστε, ήταν να απευθύνεται ισότιμα και στους κωφούς. Καταλαβαίνει κάποιος εύκολα, λοιπόν, ότι ο πήχης ανέβηκε πολύ ψηλά. Έπρεπε να πείσω τον κωφό ότι μιλώ τη γλώσσα του. Να σου πω την αλήθεια, τώρα που το σκέφτομαι, εγώ θεατή μου σε αυτό το έργο αντιλαμβάνομαι τον κωφό θεατή, όχι τον δεν είναι ο ακούοντα.
Για να με καταλαβαίνει και ο ακούων, με μεταφράζει κατά βάση ο συμπρωταγωνιστής μου, ο Πάρις Θωμόπουλος. Όλοι οι ηθοποιοί μάθαμε νοηματική αφού στις σκηνές που οι ηθοποιοί δεν συμμετέχουν, λειτουργούν ως διερμηνείς”.

Η αμεσότητα της νοηματικής γλώσσας

“Ναι, είναι πολύ περιγραφική γλώσσα, πολύ παραστατική. Είναι η θεατρική γλώσσα με έναν, παράξενα, σωστό τρόπο. Ας πούμε, όταν κάποια στιγμή στο έργο «λέω» “Νιώθω ηλίθια” παίρνω ηλίθια έκφραση! Δεν ξέρω πώς ακριβώς να το εξηγήσω, αλλά οι άνθρωποι μιλούν όπως νιώθουν βαθιά για αυτό και είναι πολύ παραστατικοί, πιο θεατρικοί. Είναι πολύ πιο σαφείς, πολύ πιο ουσιαστικοί. Δεν χάνονται… στη μετάφραση όπως εμείς που μπορεί να γυροφέρνουμε κάτι μια ώρα. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην συνεννοηθούν αμέσως για το οτιδήποτε διότι μπαίνουν κατευθείαν στο θέμα.

Η λεξη-λαγνεία μας

Οι κωφοί δεν έχουν τη δική μας λαγνεία με τις λέξεις. Ο δικός τους λόγος είναι πολύ άμεσος ο λόγος. Οσο περισσότερο δούλευα με τη δασκάλα μου, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούσα πόσο φτωχά επικοινωνούμε εμείς που μιλάμε.
Πόσο κρυβόμαστε πίσω από τις λέξεις. Πώς διαστρεβλώνουμε τις λέξεις και τις έννοιες. Πως πολλές φορές δίνουμε περισσότερο βάρος στον τρόπο που θα πούμε κάτι, παρά στο τι θα πούμε ή στο να το πούμε. Ειδικά όταν θέλουμε να το παίξουμε κάπως…

Η «επιθετική» ευθύτητα

Προσπαθούσε να μου εξηγήσει η δασκάλα που ακούσει αλλά διδάσκει νοηματική πόσο η ευθύτητα του κωφού θα ήταν παρεξηγήσιμη από έναν ακούοντα. Εμείς, για παράδειγμα, μπορεί να πούμε σε κάποιον «Εχεις πάρει κανά κιλάκι;» για να του πούμε πως έχει παχύνει. Ο κωφός αυτό θα το δείξει ανοίγοντας διάπλατα τα χέρια και κάνοντας την κίνηση ότι τρώει κάποιος. Είναι δηλαδή σαν να λέγαμε εμείς «Πόσο φαγητό καταβροχθίζεις και έγινες τεράστιος!». Μοιάζει σαν να έχει και μια επιθετικότητα η τόση ευθύτητα. Όμως δεν είναι έτσι… Και ούτε λείπουν ευαισθησίες και ρομαντισμοί. Ισα ίσα που υπάρχει ποιητικότητα. Είναι ένας τρόπος επικοινωνίας τόσο γοητευτικός, τόσο ελκυστικός, τόσο διαφορετικός.

Επίσης, αυτοί οι άνθρωποι έχουν φοβερά αναπτυγμένες όλες τις άλλες αισθήσεις. Είναι απίστευτο το πώς νιώθουν τους ήχους και τους κραδασμούς – μπορούν και να χορέψουν – και το τι βλέπουν με την περιφερειακή τους όραση. Τα πάντα!
Τέλος, από τον τρόπο που εκφράζεται ο κάθε κωφός άνθρωπος φαίνεται ο χαρακτήρας του, ο δυναμισμός του, αν είναι πιο ήσυχος και εσωστρεφής ή πιο δυναμικός και εξωστρεφής. Γίνονται όλα εμφανή και έντονα”.

Οι δασκάλες

“Άννα Λιάκου ονομάζεται η ακούoυσα δασκάλα και Αρτεμησία Παντελάκη, η κωφή. Εγώ, μετά από κάποια στιγμή, αισθάνθηκα την ανάγκη να κάνω μάθημα μόνο με την Αρτεμησία για να μάθω περισσότερα πράγματα και εκτός κειμένου. Γιατί όταν την υποδεχόμουν στο σπίτι, έπρεπε να πούμε τα στοιχειώδη: «τι γίνεται;». «τι θα πιείς», «μήπως θα ήθελες και κάτι άλλο» κλπ. Παρά το περιορισμένο λεξιλόγιο που είχα μάθει για την παράσταση κατάφερνα να επικοινωνώ μαζί της γιατί είχα την πρόθεση και τη διάθεση”.

Στο περιθώριο

“Είναι αλήθεια ότι αυτοί οι άνθρωποι αισθάνονται πραγματικά στο περιθώριο. Είναι χιλιάδες τα πράγματα στα οποία δεν μπορούν να συμμετέχουν. Σκέψου, το πιο απλό και ανούσιο – ότι οι ελληνικές ταινίες, ας πούμε, δεν έχουν υπότιτλους. Οπότε σκέψου πόσα χρόνια πέρασαν που αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούσαν ούτε καν να δουν μια ελληνική ταινία. Υπάρχει μία κοινότητα 5000 ανθρώπων μέσα στην κοινωνία μας και το κράτος δεν έχει μεριμνήσει ώστε να υπάρχει τρόπος να έρθουμε κοντά με αυτούς τους ανθρώπους… Ο πιο απλός; Να μαθαίνουμε όλοι νοηματική από το δημοτικό”.

Η δική μας προσέγγιση

“Από εκεί και πέρα, αρχίσαμε και εμείς με τη σειρά μας, ο Δημοσθένης δηλαδή ως επί το πλείστον, να κάνουμε τις επιλογές μας για το πώς θα θέλαμε να προσεγγίσουμε αυτή τη γυναίκα σε κάθε σκηνή, με σεβασμό απέναντι στους κωφούς και χωρίς έναν περιττό ρομαντισμό που έχουμε συνηθίσει από τον κινηματογράφο για αυτές τις γυναίκες”.

Πώς ακούω εγώ

“Αυτό που έλεγα και στην αρχή είναι ότι το να αποδεχτώ ότι βρίσκομαι στη σκηνή χωρίς να ακούγομαι, προϋποθέτει μια πολύ μεγάλη ενεργειακή συμπύκνωση. Επίσης, το πώς ακούω δεν είναι το ίδιο μετά από αυτή την εμπειρία. Δεν ακούω πια με τα αυτιά – προσπαθώ να ακούω όπως εκείνοι, με το σώμα, με τα μάτια. Και αυτό είναι ένα μεγάλο εργαλείο που απέκτησα ως ηθοποιός. Παρ’ όλα αυτά, εμείς οι ηθοποιοί το έχουμε αυτό γενικώς ∙ πιάνουμε τα εξω-λεκτικά μηνύματα, καταλαβαίνουμε την ενέργεια που μπορεί να φέρει ένας άνθρωπος, ανεξάρτητα από τον τρόπο που θα μιλήσει, την ενδεχόμενη αναντιστοιχία των λεγομένων με τη σωματική ενέργεια του άλλου”.

«Τα Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού» του Μαρκ Μέντοφ

Σκηνοθεσία – απόδοση κειμένου: Δημοσθένης Παπαδόπουλος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Λίνα Μπότη
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Εκμάθηση Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας: Αρτεμησία Παντελάκη, σε συνεργασία με την Άννα Λιάκου (Διερμηνέας ΕΝΓ)
Φωτογραφίες : Χάρης Γερμανίδης
Παραγωγή: Τάσος Ιορδανίδης
Παίζουν: Ευσταθία Τσαπαρέλη, Πάρης Θωμόπουλος, Άντρια Ράπτη, Μιχάλης Γεωργακόπουλος, Δημήτρης Δεληγιάννης, Σοφία Σίμου

Θέατρο Αλφα Ληναίος Φωτίου, 28ης Οκτωβρίου 37, Τηλ. 210 520 1828

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα