Λίνα Κούντρι: “Όλοι προσπαθούμε να αφήσουμε ένα αποτύπωμα στον κόσμο. Για μένα αυτό είναι οι ταινίες”

Διαβάζεται σε 10'
Λίνα Κούντρι: “Όλοι προσπαθούμε να αφήσουμε ένα αποτύπωμα στον κόσμο. Για μένα αυτό είναι οι ταινίες”
Lewis Joly/Invision/AP

Η γαλλοαλγερινή ηθοποιός μιλάει στο NEWS24/7 για το πολεμικό θρίλερ “Επιχείρηση Καμπούλ”, για την ευθύνη της ως καλλιτέχνης, και για τη συνεργασία της με τον Γουές Άντερσον.

Από τις κορυφαίες ανερχόμενες ηθοποιούς στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή, η Λίνα Κούντρι έχει ήδη πολλά και διάφορα εντυπωσιακά στο βιογραφικό της.

Έχει βραβευτεί στο φεστιβάλ Βενετίας, έχει κερδίσει βραβείο Σεζάρ, και το στάτους της έκτοτε μόνο συνεχίζει να ανεβαίνει, καθώς συνδυάζει ρόλους στο γαλλικό mainstream (όπως οι πρόσφατοι “Τρεις Σωματοφύλακες”) με σπουδαίες συνεργασίες εκτός Γαλλίας – την θυμόμαστε και ως ακτιβίστρια στην “Γαλλική Αποστολή” του Γουές Άντερσον.

Πρόσφατα, πρωταγωνίστησε ως νεαρή διερμηνείας στο αγωνιώδες δράμα “Επιχείρηση Καμπούλ” (που προβάλλεται τώρα στις αίθουσες), το οποίο βασίζεται στην αληθινή ιστορία μιας επιχείρησης διαφυγής από την Καμπούλ το καλοκαίρι του ‘21. Τότε, καθώς οι αμερικανικές δυνάμεις ετοιμάζονται να αποσυρθούν από το Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν εισβάλλουν στην πρωτεύουσα και καταλαμβάνουν την εξουσία, βυθίζοντας την πόλη στο χάος.

Χιλιάδες Αφγανοί συρρέουν στο τελευταίο ασφαλές καταφύγιο: τη γαλλική πρεσβεία, όπου ο διοικητής Μοχάμεντ Μπίντα και η ελίτ ομάδα του εξασφαλίζουν την ασφάλεια. Παγιδευμένος μέσα μαζί με εκατοντάδες πολίτες, ο Μπίντα θα χρειαστεί τη βοήθεια της Εύα, μιας νεαρής γαλλοαφγανής. Μαζί θα πρέπει να διαπραγματευτούν με τους Ταλιμπάν για να οργανωθεί ένα κοβοί, σαν τελευταία προσπάθεια διαφυγής.

Η Λίνα Κούντρι μίλησε στο NEWS24/7 τον Μάιο στο φεστιβάλ Καννών, όπου η ταινία έκανε παγκόσμια πρεμιέρα. Συζήτησε μαζί μας τη βιωματική της εμπειρία, έχοντας κι η ίδια υποστεί τον ξεριζωμό σε πολύ νεαρή ηλικία. Μας μίλησε για τη μητέρα της, για το ενδιαφέρον της στο να παίξει μια γυναίκα σαν την Εύα, για το ρόλο της δημοσιογραφίας στους καιρούς που ζούμε, αλλά και για το πώς το σινεμά είναι η προσπάθειά της να αφήσει ένα αποτύπωμα στον κόσμο – αφήνοντάς μας στο τέλος με μια ανάμνηση από τη συνεργασία της με τον μοναδικό Γουές Άντερσον.

Τι ήταν αυτό που σε συγκίνησε ειδικά σε αυτή την ταινία;

Όταν διάβασα το σενάριο, συνειδητοποίησα ότι αυτός ο χαρακτήρας δεν έχει καμία δουλειά εκεί. Δεν ήταν «προορισμένη» αυτή η εργαζόμενη σε ΜΚΟ να διαχειριστεί μια τέτοια κατάσταση. Την είδα σαν ένα λειτουργικό μέρος της ιστορίας, και τελικά γίνεται η καρδιά της ιστορίας. Έχει πολλή δύναμη, δεν είναι απλώς ένα κλειδί. Είναι κινητήριος δύναμη της αφήγησης. Χωρίς εκείνη, τίποτα δεν μπορεί να συμβεί ή να λυθεί. Από μια απλή μεταφράστρια, μπλέκεται σε μια κατάσταση που απαιτεί θάρρος, και μου άρεσε πολύ ο τρόπος που είχε γραφτεί αυτός ο χαρακτήρας.

Σε μια τόσο ακραία κατάσταση, όπως αυτή που βλέπουμε στην ταινία, πώς καταφέρνεις να συνδεθείς με τον χαρακτήρα και να μπεις σε αυτή τη σκοτεινή ψυχολογία, αυτό το συναίσθημα πίεσης και απειλής που νιώθει σε όλη τη διάρκεια της ταινίας;

Είναι ακριβώς ο λόγος που διάλεξα να κάνω αυτή τη δουλειά. Θέλω να σκάβω μέσα σε πολύ έντονα συναισθήματα. Ως ηθοποιός, κάνεις τον εαυτό σου να πιστέψει πως όντως περνάς μέσα από αυτά τα γεγονότα. Είχα δουλέψει ως ανθρωπιστική εθελόντρια όταν ήμουν πιο μικρή, οπότε το κουβαλούσα ήδη μέσα μου. Είναι και μια ιστορία ξεριζωμού – να πρέπει να φύγεις από τη χώρα σου, κάτι που έζησα κι εγώ ως παιδί εξαιτίας πολέμου. Οπότε αντλείς από τις αναμνήσεις σου.

Και φυσικά έχει να κάνει και με τη σκηνοθεσία. Όταν έχεις κάποιον όπως ο Μαρτάν, που είναι σπουδαίος σκηνοθέτης ηθοποιών, και σου λέει «αυτό είναι πολύ», «εκείνο λίγο», «πρόσεξε την αναπνοή σου»… όλα αυτά τα τεχνικά πράγματα. Νομίζω πως αυτό κάνει τη διαδικασία τόσο σπουδαία για μένα.

Έχεις συνεργαστεί με τον Μαρτάν [σσ. Μπουρμπουλόν, σκηνοθέτης της ταινίας] τρεις φορές στη σειρά, δύο σε ταινίες εποχής. Πόσο διαφορετική ήταν αυτή η φορά, δεδομένου ότι οι προηγούμενες βασίζονταν σε λογοτεχνικά έργα ή υπαρκτά πρόσωπα;

Του αρέσει να εξερευνά διαφορετικούς κόσμους. Με είδε ως Κονστάνς Μπονασιέ στους “Τρεις Σωματοφύλακες”, κάτι που εγώ η ίδια δεν είχα φανταστεί. Ή ως Ενριέτ, μια κατάσκοπο στο “Karim”. Αυτός ο χαρακτήρας ίσως μου είναι πιο κοντινός, αλλά μου αρέσει που πειραματιζόμαστε μαζί με διαφορετικά είδη. Εδώ υπάρχει θρίλερ, ένταση, και εκείνος κυριαρχεί στο είδος κάθε φορά.

Τον συγκρίνω με τον Σπίλμπεργκ, γιατί αυτό κάνουν οι σπουδαίοι κινηματογραφιστές: αγγίζουν διαφορετικά είδη και τα κατακτούν. Η ευθύνη εδώ είναι μεγαλύτερη, γιατί πρόκειται για αληθινά γεγονότα και υπαρκτούς ανθρώπους. Θέλαμε να μην τους προδώσουμε, να τους κάνουμε περήφανους. Δεν θέλαμε να πέσουμε σε κλισέ, θέλαμε να είμαστε ειλικρινείς.

Η κατάσταση στο Αφγανιστάν παραμένει τραγική. Ήταν κι αυτός ένας λόγος που ήθελες να κάνεις αυτή την ταινία;

Ο δικός μου τρόπος έκφρασης, η «γλώσσα» μου και το «όπλο» μου, είναι το σινεμά. Κάποιοι το κάνουν με μουσική, άλλοι με βιβλία ή δημοσιογραφία. Όλοι προσπαθούμε να αφήσουμε ένα αποτύπωμα στον κόσμο. Για μένα αυτό είναι οι ταινίες. Για να μην ξεχάσουμε, για να μην ξεχαστούν, και για να αποτίσουμε φόρο τιμής σε εξαιρετικούς ανθρώπους.

Μίλησες για ευθύνη επειδή πρόκειται για αληθινή ιστορία. Σε γενικές γραμμές, ως ηθοποιός, τι διαφορά έχει για σένα το να προσεγγίζεις έναν ρόλο βασισμένο στην πραγματικότητα, σε σχέση με έναν καθαρά φανταστικό;

Η απόλαυση είναι η ίδια. Δημιουργείς και ενσαρκώνεις έναν χαρακτήρα. Απλώς η μέθοδος αλλάζει. Όταν είναι 100% μυθοπλασία, έχεις περισσότερη ελευθερία. Εδώ προσπαθούμε να μείνουμε πιστοί στην ιστορία, αλλά έχουμε ελευθερία στο παίξιμο. Δεν είναι βιογραφία, δεν γνώρισα τα πραγματικά πρόσωπα.

Έχω παίξει και άλλες φορές χαρακτήρες βασισμένους σε αληθινούς ανθρώπους, αλλά πάντα κρατώ το δικαίωμα να πλάσω κάτι δικό μου, να συνθέσω έναν ρόλο. Τους ενσαρκώνουμε με τρόπο που δεν θα δεις ποτέ σε άρθρο ή βιογραφία. Γίνονται χαρακτήρες κινηματογραφικοί.

Ανέφερες και τη δημοσιογραφία. Ξέρω ότι ο πατέρας σου είναι ή ήταν δημοσιογράφος. Ποιος θεωρείς πως είναι ο ρόλος της δημοσιογραφίας σήμερα, ειδικά σε τέτοιες συνθήκες σύγκρουσης;

Λατρεύω τον χαρακτήρα της δημοσιογράφου στην ταινία. Η δημοσιογραφία για μένα είναι πολύ ευγενές επάγγελμα. Η μετάδοση της πληροφορίας. Και εδώ έχει να κάνει με τον σεβασμό στην ελευθερία του λόγου, που είναι στη βάση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ένα από τα θεμέλια της ελευθερίας γενικά. Το να μπορείς να λες ό,τι σκέφτεσαι ή να ζεις χωρίς να κινδυνεύεις για αυτό. Αυτή η διάσταση είναι στην καρδιά της ταινίας.

Ο πατέρας μου έλεγε πάντα πως είμαστε «υπερασπιστές της πληροφορίας», «ο στρατός της πληροφορίας». Τα social media το έχουν αλλοιώσει κάπως, αλλά για μένα η δημοσιογραφία παραμένει κάτι αγνό και έχει αλλάξει τον κόσμο πολλές φορές. Τα ΜΜΕ έχουν επηρεάσει σημαντικές πολιτικές αποφάσεις. Ήταν απαραίτητο να το δείξουμε αυτό στην ταινία.

Πώς βλέπεις τη συμμετοχή των γυναικών σε ζώνες σύγκρουσης και την κινηματογραφική αναπαράσταση αυτών των γυναικών;

Αυτή η ηρωίδα και η μητέρα της είναι δύο γενιές Αφγανών γυναικών που δεν έζησαν την ίδια ζωή. Συχνά αναρωτιέμαι: αν μια μέρα μου έλεγαν «πρέπει να φύγεις τώρα», πόσο βίαιο θα ήταν αυτό; Είναι κάτι που μπορεί να συμβεί σε άντρες και γυναίκες, και δεν καταλαβαίνω πώς, στη σημερινή εποχή, μπορούμε ακόμα να υποβάλλουμε ανθρώπους σε τέτοια πράγματα. Αυτή είναι η σκοτεινή πλευρά της ανθρωπότητας.

Βλέπω αυτές τις γυναίκες με αγάπη, στήριξη και βαθιά ενσυναίσθηση. Για όσα το σώμα τους υφίσταται, για τις αποφάσεις που άλλοι παίρνουν γι’ αυτές. Το να μιλάμε γι’ αυτό είναι ήδη μια ελπίδα ότι κάποτε θα βρεθεί λύση.

Όταν διαλέγεις ρόλους, παίζει ρόλο το θέμα της ταινίας; Είναι σημαντικό για σένα να έχει κάτι ουσιαστικό να πει;

Δεν είναι κάτι που σκέφτομαι συνειδητά κάθε φορά, αλλά φυσικά όταν μου προτείνουν έναν ρόλο σαν αυτόν, και μου αρέσει ο τρόπος που είναι γραμμένος, τότε ναι, με συγκινεί. Αν έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα σε δύο πρότζεκτ, θα διάλεγα αυτό που έχει έναν δυνατό πυρήνα, ένα μήνυμα στην καρδιά του.

Τι κρατάς από τους διάφορους ρόλους που έχεις παίξει κατά καιρούς;

Πάντα κρατάω κάτι από κάθε ρόλο που έχω παίξει. Περιμένω με ανυπομονησία να γίνω μια παλαιότερη ηθοποιός, όπως αυτοί που έχουν ενσαρκώσει δεκάδες ζωές – τους κουβαλάς όλους μέσα σου. Από αυτή την ηρωίδα κρατάω το θάρρος και την αφοσίωσή της. Στην αρχή διστάζει, αλλά προχωράει. Αυτό το κουβαλάω μέσα μου. Δεν μπορώ να ξεχάσω ότι για τρεις μήνες υποδύθηκα μια Αφγανή που έπρεπε να εγκαταλείψει την πατρίδα της. Δεν έζησα τη ζωή της, δεν μπορώ να πω ότι την κατανοώ πλήρως, αλλά κάθε τέτοιος ρόλος μου αφήνει κάτι αληθινό.

Η Λίνα Κούντρι δίπλα στον Γουές Άντερσον και τον Τίμοθι Σαλαμέ, στην πρεμιέρα της "Γαλλικής Αποστολής" στο φεστιβάλ Καννών. AP Photo/Brynn Anderson

Και μιας και μιλάμε για διαφορετικούς ρόλους, ο Γουές Άντερσον είχε κι αυτός ταινία φέτος στο διαγωνιστικό. Υποθέτω πως ήταν πολύ διαφορετική εμπειρία του να συνεργάζεσαι μαζί του. Τι κρατάς από αυτή τη συνεργασία;

Ο Γουές μού έμαθε πολλά. Κυρίως να διασκεδάζω χωρίς να χάνω τη συγκέντρωση. Σε κάθε λήψη, ακόμα κι αν είναι η πεντηκοστή, παραμένει σαν φοιτητής κινηματογράφου γεμάτος ενθουσιασμό. Είναι απόλυτα αφοσιωμένος σε αυτό που κάνει. Μπορεί να του έρθει μια ιδέα τα μεσάνυχτα, και όλα να πρέπει να ετοιμαστούν για το πρωί, ακόμη κι αν τελικά η σκηνή δεν μείνει στο φιλμ.

Είναι τελειομανής και περιβάλλεται από ανθρώπους κορυφαίους, όπως η Μιλένα Κανονέρο στα κοστούμια ή ο Ρόμπερτ Γιεόμαν στη διεύθυνση φωτογραφίας. Όλοι αφοσιωμένοι, έτοιμοι να δουλέψουν υπερωρίες. Τα γυρίσματα ήταν μεγάλα σε διάρκεια, αλλά νομίζω πως θα μπορούσε να τα συνεχίσει για δέκα χρόνια χωρίς να κουραστεί. Μου έμαθε ότι η προσπάθεια μπορεί να είναι χαρά – ότι ο κόπος είναι κάτι όμορφο.

Σχετικό Άρθρο
Info:

Η ταινία “Επιχείρηση Καμπούλ” κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στο φεστιβάλ Καννών.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα