Παγκόσμιος Οργανισμός Ενέργειας: Το ποτάμι της πράσινης ενέργειας δεν γυρίζει πίσω

Διαβάζεται σε 5'
anemogennitries
Ανεμογεννήτριες (φωτογραφία αρχείου) ISTOCK

Η ευρωπαϊκή οικονομία γίνεται ηλεκτρική και μαζί της αλλάζουν τα πάντα: οι καταναλωτικές συνήθειες, οι ανάγκες της βιομηχανίας, οι ενεργειακές προτεραιότητες των κυβερνήσεων.

Η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε μία ενεργειακή «καμπή», όπου οι επενδύσεις, οι τεχνολογίες και οι πολιτικές αποφάσεις θα καθορίσουν αν η ήπειρος θα ηγηθεί ή θα μείνει πίσω. Αυτό είναι το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει από την ετήσια έκθεση «World Energy Outlook 2025» του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας.

Η εικόνα αποτυπώνει την πορεία που εκτιμάται ότι θα ακολουθήσει η ήπειρος την επόμενη δεκαετία: άνοδος της ηλεκτρικής ζήτησης κατά περίπου 40% έως το 2035, μαζικές επενδύσεις της τάξεως των 390 δισ. δολαρίων μόνο το 2025, εκτόξευση των ΑΠΕ, αλλά και ένα ενεργειακό περιβάλλον όπου οι παλιές βεβαιότητες — το φυσικό αέριο, οι διεθνείς προμήθειες, το κόστος ισχύος — χάνουν έδαφος.

Ο ΙΕΑ το αναφέρει ρητώς: αν η Ευρώπη θέλει να σταθεί στο ύψος των στόχων της και να διατηρήσει ενεργειακή ασφάλεια και ανταγωνιστικότητα, χρειάζεται κάτι περισσότερο από τεχνολογία, χρειάζεται ρυθμό. Ρυθμό στην επένδυση, ρυθμό στην αναβάθμιση υποδομών, ρυθμό στη λήψη αποφάσεων. Από αυτό θα κρίνει ολόκληρη η επόμενη ενεργειακή δεκαετία.

Η πρόβλεψη της αύξησης της ηλεκτρικής ζήτησης κατά περίπου 40% έως το 2035 δεν είναι απλώς ένα τεχνικό στοιχείο. Είναι ένα κοινωνικό δεδομένο που αποτυπώνει την πλήρη μετατόπιση της καθημερινότητας προς την ηλεκτροκίνηση, τις αντλίες θερμότητας, τον εξηλεκτρισμό της βιομηχανίας και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Η ευρωπαϊκή οικονομία γίνεται ηλεκτρική — και μαζί της αλλάζουν τα πάντα: οι καταναλωτικές συνήθειες, οι ανάγκες της βιομηχανίας, οι ενεργειακές προτεραιότητες των κυβερνήσεων.

Στο σενάριο των τρεχουσών πολιτικών, η έκθεση δείχνει ότι αυτό το +40% δεν είναι απλώς αποτέλεσμα αυξανόμενης κατανάλωσης, αλλά κυρίως της μετατόπισης από τα ορυκτά καύσιμα σε ηλεκτρικές λύσεις. Το αυτοκίνητο περνάει στο ρεύμα, τα νοικοκυριά εγκαταλείπουν τα ορυκτά καύσιμα για τη θέρμανση, οι βιομηχανίες αναζητούν τρόπους να μειώσουν το αποτύπωμά τους μέσω ηλεκτρικών διεργασιών.

Το ερώτημα είναι: μπορεί το ευρωπαϊκό ηλεκτρικό σύστημα να υποστηρίξει τη μετάβαση;

Η απάντηση —σύμφωνα με την έκθεση— είναι «ναι, αλλά όχι χωρίς επιταχυνόμενες επενδύσεις σε δίκτυα και αποθήκευση».

Η Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανίζεται το 2025 να επενδύει περίπου 390 δισ. δολάρια στον ενεργειακό τομέα. Το νούμερο είναι εντυπωσιακό — αλλά ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η κατανομή του: το μεγαλύτερο μέρος κατευθύνεται σε καθαρές μορφές ενέργειας, ΑΠΕ, αναβαθμίσεις δικτύου και υποδομές ηλεκτροκίνησης.

Η Ευρώπη δείχνει να θέλει να πρωταγωνιστήσει στο νέο ενεργειακό αφήγημα. Δεν αρκείται στη μείωση εκπομπών — επιδιώκει να διαμορφώσει μια νέα βιομηχανική ταυτότητα γύρω από την καθαρή ενέργεια, όπως κάποτε επένδυσε στο χάλυβα, στη βιομηχανία και στην καινοτομία των προηγούμενων αιώνων.

Όμως, η ίδια η έκθεση τονίζει: οι επενδύσεις αυτές δεν επαρκούν για το σενάριο του 1,5°C.

Με άλλα λόγια, ο ρυθμός είναι καλός — αλλά όχι αρκετός. Η Ευρώπη κινείται στη σωστή κατεύθυνση, αλλά όχι ακόμα στην απαιτούμενη ταχύτητα.

Η υπόσχεση των ΑΠΕ

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία της έκθεσης είναι ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μπορούν να καλύψουν σχεδόν το σύνολο της πρόσθετης ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια. Φωτοβολταϊκά και αιολικά έχουν πλέον το κόστος και την υποδομή για να αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής ενεργειακής παραγωγής.

Αλλά η μετάβαση αυτή έχει έναν αστερίσκο: χωρίς επαρκή αποθήκευση και δίκτυα, η διείσδυση των ΑΠΕ μπορεί να φτάσει στα όριά της.

Η Ευρώπη χρειάζεται εκατοντάδες gigawatts νέων γραμμών μεταφοράς, νέους σταθμούς αποθήκευσης και διασυνδέσεις που θα μεταφέρουν ενέργεια από περιοχές πλούσιες σε ΑΠΕ σε περιοχές με υψηλή ζήτηση.

Χωρίς αυτά, η παραγωγή ενέργειας θα είναι μεν «καθαρή», αλλά όχι πάντα διαθέσιμη. Η ευελιξία του συστήματος γίνεται ο νέος κρίσιμος παράγοντας.

Το φυσικό αέριο σε αναζήτηση ρόλου: γέφυρα ή αδιέξοδο;

Η Ευρώπη δεν έχει ακόμα απεξαρτηθεί από το φυσικό αέριο — και η έκθεση δείχνει ότι η παγκόσμια ζήτηση μπορεί να συνεχίσει να αυξάνεται έως το 2050 στο σενάριο των τρεχουσών πολιτικών. Αυτό περιλαμβάνει μια προειδοποίηση: η γεφύρωση της ενεργειακής μετάβασης μέσω του φυσικού αερίου μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολική εξάρτηση από εισαγωγές, τιμολογιακή αστάθεια και γεωπολιτικά ρίσκα.

Η Ευρώπη πρέπει να αποφασίσει αν το  φυσικό αέριο θα είναι προσωρινό στήριγμα ή μακροχρόνια παγίδα;

Η μετάβαση χρειάζεται καύσιμο σταθερότητας — αλλά μία υπερβολική επένδυση σε υποδομές φυσικού αερίου μπορεί να «κλειδώσει» την ήπειρο σε ένα μοντέλο που δεν συνάδει με τους κλιματικούς στόχους. Η έκθεση αναδεικνύει την ανάγκη προσεκτικού σχεδιασμού, ώστε οι μεσοπρόθεσμες επιλογές να μην υπονομεύσουν τη μακροπρόθεσμη στρατηγική.

Τι διακυβεύεται αν η Ευρώπη καθυστερήσει;

Η WEO 2025 είναι σαφής. Η καθυστέρηση έχει κόστος — και μάλιστα μεγάλο.

  • Κόστος οικονομικό: η Ευρώπη χάνει επενδυτικές ευκαιρίες και βιομηχανική ανταγωνιστικότητα.
  • Κόστος ενεργειακής ασφάλειας: μεγαλύτερη εξάρτηση από εισαγωγές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ισχύος.
  • Κόστος περιβαλλοντικό: απόκλιση από τον στόχο του 1,5°C.
  • Κόστος πολιτικό: κοινωνική δυσαρέσκεια, αντιδράσεις, καθυστέρηση έργων.

Το WEO 2025 προσφέρει ένα διπλό πορτρέτο της Ευρώπης. Από τη μία, μια ήπειρος που επενδύει, καινοτομεί, προωθεί τις καθαρές τεχνολογίες και θέλει να ηγηθεί.

Από την άλλη, μια ήπειρος που κινείται πιο αργά από όσο επιβάλλουν οι συνθήκες, που παλεύει με αργές γραφειοκρατίες, που αναμετράται με κοινωνικές αντιστάσεις και επενδυτικά κενά.

Το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί από το αν η Ευρώπη θα αποκτήσει την τόλμη να επιταχύνει.

Η ενεργειακή μετάβαση βρίσκεται σε εξέλιξη. Το ερώτημα δεν είναι αν θα συμβεί — αλλά αν η Ευρώπη θα την καθοδηγήσει ή θα την ακολουθήσει.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα