Πέθανε ο σταρ του Bollywood, Dharmendra – “Τέλος εποχής”, λέει ο Μόντι

Διαβάζεται σε 7'
Ο Dharmendra
Bikas Das/ASSOCIATED PRESS

Ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι απέτισε φόρο τιμής στον ηθοποιό, λέγοντας ότι ο θάνατός του «σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής στον ινδικό κινηματογράφο»

Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 89 ετών, ο σταρ του Bollywood, Dharmendra, στην πόλη της Βομβάης, στην Ινδία.

Ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι απέτισε φόρο τιμής στον ηθοποιό, λέγοντας ότι ο θάνατός του «σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής στον ινδικό κινηματογράφο».

Όπως γράφει το BBC, ο Dharmendra, που συχνά περιέγραφε τον εαυτό του ως «έναν απλό άνθρωπο», απολάμβανε την εξαιρετική αγάπη και αφοσίωση των δεκάδων εκατομμυρίων θαυμαστών του.

Γνωστός περισσότερο ως Βιρού, ο αξιαγάπητος μικροεγκληματίας στο μπλοκμπάστερ του 1975 Sholay, εμφανίστηκε σε περισσότερες από 300 ταινίες, πολλές από αυτές επιτυχίες, μαγεύοντας το κοινό επί δεκαετίες.

Τα τραγούδια στα οποία εμφανιζόταν σκαρφάλωναν στις κορυφές των charts, ενώ ο έρωτας και ο γάμος του με την Χέμα Μαλίνι απασχόλησαν τα πρωτοσέλιδα.

Αποκαλούμενος «ο αυθεντικός He-Man του Bollywood» και «Garam (καυτός) Dharam», ο ηθοποιός εμφανιζόταν συχνά σε διεθνείς λίστες «των πιο όμορφων ανδρών» στην ακμή της καριέρας του και ήταν γνωστό πως γυναίκες θαυμάστριές του κοιμούνταν με τις φωτογραφίες του κάτω από το μαξιλάρι τους.

Όπως σημειώνει το BBC, Ούτε οι σταρ του Bollywood έμεναν ανεπηρέαστοι από τη γοητεία του – με τα χρόνια, η ηθοποιός Μαντούρι Ντίξιτ τον είχε περιγράψει ως «έναν από τους πιο όμορφους ανθρώπους που έχω δει στην οθόνη», ο σούπερσταρ Σαλμάν Καν είχε πει ότι ήταν «ο πιο όμορφος άντρας» και η Τζάγια Μπατσάν τον είχε αποκαλέσει «Έλληνα Θεό».

Ο Dharmendra έλεγε πάντα ότι ένιωθε «ντροπή» για τα σχόλια σχετικά με την ομορφιά του και την απέδιδε «στη φύση, στους γονείς μου και στα γονίδιά του».

Γεννημένος στις 8 Δεκεμβρίου 1935 στο χωριό Νασραλί, στην περιφέρεια Λουντιχάνα του Παντζάμπ, σε μια μεσοαστική Τζατ-Σιχ οικογένεια, ονομάστηκε Νταράμ Σινγκ Ντεόλ από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν δάσκαλος.

Σε μια συνέντευξη του 2018 στο BBC Hindi, είπε ότι ο πατέρας του ήθελε να σπουδάσει, αλλά εκείνος ερωτεύτηκε τον κινηματογράφο από μικρός και ήθελε να γίνει ήρωας.

«Είδα την πρώτη μου ταινία όταν ήμουν στην εννάτη τάξη και μαγεύτηκα. Αναρωτιόμουν, πού βρίσκεται αυτός ο παράδεισος όπου ζουν όλοι αυτοί οι όμορφοι άνθρωποι; Σκέφτηκα ότι πρέπει να βρω τον δρόμο μου εκεί. Ένιωθα πως ήταν δικοί μου και πως τους ανήκα».

Αλλά όταν το είπε στην οικογένειά του, εκείνοι σοκαρίστηκαν. «Η μητέρα μου είπε “είσαι το μεγαλύτερο παιδί μας, έχεις οικογενειακές ευθύνες”. Ήμουν πολύ στενοχωρημένος. Όταν όμως ακούσαμε για τον Πανινδικό Διαγωνισμό Ταλέντων του περιοδικού Filmfare, για να με καλοπιάσει, είπε ‘εντάξει, στείλε την αίτησή σου’. Δεν πιστεύαμε ότι θα με επέλεγαν».

Αλλά τελικά κέρδισε τον διαγωνισμό και μετακόμισε στη Βομβάη, και τα υπόλοιπα, όπως λένε, είναι ιστορία.

Για τρεις δεκαετίες – μετά το ντεμπούτο του με το Dil Bhi Tera, Hum Bhi Tere (Η καρδιά είναι δική σου κι εγώ το ίδιο) το 1960 – κυριάρχησε στο Bollywood, προσφέροντας αρκετές επιτυχίες κάθε χρόνο.

Ο Dharmendra πρωτοέγινε γνωστός με την ταινία του Μπίμαλ Ρόι Bandini το 1963, κερδίζοντας επαίνους για την κομψή ερμηνεία του ως γιατρός φυλακών που ερωτεύεται μια κατάδικη.

Σύντομα έγινε ρομαντικός ήρωας, συνεργαζόμενος με κορυφαίες ηθοποιούς όπως οι Νουτάν, Μίνα Κουμάρι, Μάλα Σίνχα και Σάιρα Μπάνο.

Το 1966 έκανε τον πρώτο του ρόλο δράσης στην ταινία Phool Aur Patthar (Λουλούδι και πέτρα), αλλά ήταν η επιτυχία του 1971 Mera Gaon Mera Desh (Το χωριό μου, η χώρα μου) που εδραίωσε τη φήμη του ως ήρωα δράσης.

Ψηλός και καλοχτισμένος, ο Dharmendra συχνά γύριζε μόνος του τις σκηνές δράσης, κάνοντας τολμηρά κόλπα και αναλαμβάνοντας κινδύνους.

Πέρα από τους ρόλους ρομαντικού και action hero, παρουσίασε και επιτυχίες θρίλερ και κωμωδίες. Οι κριτικοί τον επαίνεσαν «για το άψογο κωμικό του timing» στη σπαρταριστή κωμωδία Chupke Chupke του 1975.

Με τα χρόνια, ο Dharmendra είπε ότι είχε συμπρωταγωνιστήσει με 70 ηρωίδες, αλλά η πιο επιτυχημένη κινηματογραφική του χημεία ήταν με τη Χέμα Μαλίνι, η οποία αργότερα έγινε η δεύτερη σύζυγός του.

Το ζευγάρι γνωρίστηκε για πρώτη φορά σε μια κινηματογραφική πρεμιέρα το 1965 και η Μαλίνι έκανε αμέσως εντύπωση στον Dharmendra. Στην αυτοβιογραφία της το 2017, έγραψε ότι άκουσε τον Dharmendra να λέει στον ηθοποιό Σάσι Καπούρ στα Παντζάμπι: «Kudi badi changi hai» (Το κορίτσι είναι πολύ όμορφο).

Ο έρωτάς τους άνθισε τη δεκαετία του 1970 σε τεράστιες επιτυχίες όπως Seeta Aur Geeta, Raja Jani και Sholay, δημιουργώντας πρωτοσέλιδα, καθώς ο Dharmendra ήταν ήδη παντρεμένος και είχε μεγάλα παιδιά με την πρώτη του σύζυγο, Πράκασ Κάουρ.

Ο Τύπος έγραφε για την αντίσταση της οικογένειας της Μαλίνι στον γάμο τους, αλλά το ζευγάρι παντρεύτηκε τελικά το 1980. Κάποιες αναφορές έλεγαν ότι είχαν ασπαστεί το Ισλάμ, το οποίο επιτρέπει την πολυγαμία, για να παντρευτούν — κάτι που ο Dharmendra αργότερα διέψευσε.

Ο ηθοποιός-παραγωγός ασχολήθηκε επίσης και με την πολιτική. Υπήρξε βουλευτής του BJP από το Μπικανέρ στο Ρατζαστάν για μία θητεία, από το 2005 έως το 2009. Ωστόσο, επικρίθηκε επειδή δεν έπαιρνε την πολιτική στα σοβαρά, καθώς σπάνια παρευρισκόταν στο κοινοβούλιο, προτιμώντας να περνά χρόνο στα γυρίσματα ή στη φάρμα του.

Μιλώντας αργότερα στην τηλεοπτική εκπομπή Aap Ki Adalat, παραδέχθηκε ότι ήταν «ακατάλληλος» για την πολιτική. «Η πολιτική δεν είναι για συναισθηματικούς ανθρώπους, είναι για όσους έχουν χοντρό δέρμα», είπε. «Αυτά τα πέντε χρόνια ήταν πολύ δύσκολα για μένα».

Δούλεψε σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, παίζοντας δίπλα στους γιους του, Σάνι και Μπόμπι Ντεόλ, συμμετέχοντας ως κριτής σε ριάλιτι σόου και επικοινωνώντας με τους θαυμαστές μέσω των κοινωνικών δικτύων. Στη διάρκεια της ζωής του, έδωσε πολλές εξαιρετικές ερμηνείες, αλλά αν υπάρχει ένας ρόλος για τον οποίο θα μείνει πάντα αξέχαστος, αυτός είναι ο Βιρού στο Sholay — το μπλοκμπάστερ του 1975 που εξελίχθηκε σε πολιτιστικό φαινόμενο.

Η ταινία, στην οποία πρωταγωνιστούσαν επίσης οι Αμιταμπ Μπατσάν, Χέμα Μαλίνι και Τζάγια Μπατσάν, παρουσίαζε τον Dharmendra και τον Μπατσάν ως αξιαγάπητους απατεώνες-σωτήρες που στρατολογούνται για να πολεμήσουν έναν διαβόητο ληστή.

Η ταινία έγινε κλασική και πολλοί θαυμαστές απέδιδαν την επιτυχία της στον Dharmendra, περιγράφοντάς τον ως «την ψυχή του Sholay». Ο ηθοποιός την περιέγραφε επίσης ως τον καλύτερο ρόλο του. «Δεν νομίζω ότι έχω παίξει ποτέ καλύτερο ρόλο από του Βιρού», είχε πει.

Παρά τις δεκάδες επιτυχίες του, ο Dharmendra ποτέ δεν έφτασε στην «πρώτη θέση» του Bollywood — χάνοντας από σύγχρονούς του όπως οι Ντιλίπ Κουμάρ, Ρατζές Κάνα και Αμιταμπ Μπατσάν — και παρακάμφθηκε αρκετές φορές για τα σημαντικά βραβεία Filmfare.

Τελικά, το 1997, το Filmfare τον τίμησε με το Βραβείο Συνολικής Προσφοράς για τη συμβολή του στον ινδικό κινηματογράφο και το 2012 τιμήθηκε με το Padma Bhushan — διάκριση της ινδικής κυβέρνησης για σημαίνουσα προσφορά πολιτών.

Αλλά ο Dharmendra φορούσε τη δόξα του ελαφριά, μακριά από την κούρσα πρωτιάς, και έλεγε ότι ποτέ δεν ήθελε να είναι ο νούμερο ένα στη βιομηχανία.

«Ποτέ δεν ζήτησα υπερβολικά πολλά χρήματα, και η φήμη είναι εφήμερη. Το μόνο που ήθελα ήταν η αγάπη του κόσμου», είπε σε έναν δημοσιογράφο.

«Ήρθα εδώ μόνο γι’ αυτή την αγάπη. Όλοι αγαπούν τον Dharmendra και είμαι ευγνώμων γι’ αυτό», πρόσθεσε.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα