ΕΙΔΑΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ – ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΠΟΥ ΑΝΟΙΓΕΙ ΞΑΝΑ ΤΙΣ ΠΛΗΓΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ #METOO
Εϊδαμε την παράσταση “Μέσα στο ναρκοπέδιο, μου είπαν πως θα μάθω να χορεύω” στο ΚΕΤ και μνήμες από το #metoo ξύπνησαν μέσα μας.
Το έργο της Μαρία Λούκα “Μέσα στο ναρκοπέδιο, μου είπαν πως θα μάθω να χορεύω” βασίζεται σε μία πραγματική εμπειρία, αυτή του βιασμού ενός γκέι αγοριού, περιστατικό το οποίο αναδείχθηκε και πήρε έκταση στο πλαίσιο του ελληνικού #MeToo. Με την συγκατάθεση του θύματος, η προσωπική του ιστορία μεταγράφεται σε έναν ισχυρό μονόλογο, που αναδεικνύει το σεξουαλικό τραύμα ως μια τομή στην προσωπική βιογραφία του ατόμου και το αποτύπωμά του στο σώμα, την ψυχολογία, τη σεξουαλικότητα, τη μνήμη και τις σχέσεις.
Η παράσταση λαμβάνει χώρα στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων (ΚΕΤ) και υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση της Παυλίνας Μάρβιν, φέρνει στο προσκήνιο την αλήθεια ενός τραύματος, ενώ όσα βλέπουμε στη σκηνή φέρνουν στο μυαλό μας πολύ δυσάρεστες αναμνήσεις από όταν ξέσπασε το #MeToo στην Ελλάδα, όπου οι φωνές των θυμάτων προσπάθησαν να ακουστούν, να διεκδικήσουν την αναγνώριση του τραύματός τους και την απόδοση δικαιοσύνης.
Η συγγραφή και η δύναμη του λόγου
Η Μαρία Λούκα, ως συγγραφέας, δεν αποφεύγει τα δύσκολα, τα επώδυνα και τα ενοχλητικά. Το έργο της είναι γεμάτο με γυμνό λόγο, που καταγράφει με ρεαλισμό τα συναισθήματα και τις σκέψεις του θύματος. Δεν πρόκειται απλώς για την αναφορά ενός τραυματικού γεγονότος, αλλά για τη διερεύνηση της εξουσίας που ασκεί το κοινωνικό σύστημα στις ζωές των θυμάτων.
Η συγγραφέας εξετάζει το πώς το σύστημα της δικαιοσύνης και οι κοινωνικές αντιλήψεις για το τι σημαίνει να είναι κανείς «θύμα» ή «επιζών» σχηματίζουν την αφήγηση του τραύματος. Η γλώσσα της είναι σκληρή, αγγίζει τα όρια του νατουραλισμού, χωρίς όμως να είναι ποτέ προκλητική. Η διαπραγμάτευση της εμπειρίας του τραύματος γίνεται με τρόπο που δεν αφήνει τίποτα ανείπωτο, εστιάζοντας σε όλα όσα συνήθως αποσιωπώνται ή αποφεύγονται.
Η παράσταση δεν αποτελεί μόνο μία καταγραφή της τραγωδίας, αλλά μία στρατηγική ενδυνάμωσης. Με δυνατή γραφή και ατόφια συναισθηματική φόρτιση, δείχνει τη μετάβαση από την υποταγή στην αντίσταση, από το σκοτάδι στην προσπάθεια του φωτός.
Η σκηνοθετική οπτική
Η σκηνοθεσία της Παυλίνας Μάρβιν προσεγγίζει το έργο με εξαιρετική φροντίδα και ευαισθησία, συνδυάζοντας τη ρεαλιστική απεικόνιση με μία σπάνια ευαισθησία. Η σκηνοθέτιδα αναγνωρίζει την ανάγκη για έναν χώρο που θα προστατεύει τόσο τον ηθοποιό όσο και το κοινό, ενώ ταυτόχρονα δεν συγκαλύπτει τη σφοδρότητα των συναισθημάτων.
Το ΚΕΤ (Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων) αποδεικνύεται ο ιδανικός χώρος για αυτή την παράσταση, με τη ζεστή ατμόσφαιρα του να δημιουργεί έναν ασφαλή χώρο για τη μαρτυρία του τραύματος. Ο χώρος μετατρέπεται σε καταφύγιο, καθώς το δωμάτιο στο οποίο διαδραματίζεται η ιστορία, ιδιαίτερα το κρεβάτι που χρησιμεύει ως σημείο μνήμης και επιστροφής στο τραύμα, αναδεικνύει τη βαθιά εσωτερικότητα του χαρακτήρα.
Η σκηνοθεσία αποφεύγει την υπερβολή και δημιουργεί μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ του σωματικού πόνου και της ψυχικής διάλυσης, προσφέροντας στον θεατή την αίσθηση ότι το τραύμα και η θεραπεία δεν είναι απλώς έννοιες, αλλά ζωντανές εμπειρίες που διαπερνούν το σώμα και την ψυχή.
Η ερμηνεία
Ο Ιώκο Ιωάννης Κοτίδης είναι συγκλονιστικός. Η σωματοποίηση του ρόλου είναι πλήρης, με τον ηθοποιό να καταφέρνει να αποδώσει την ένταση του ψυχικού και σωματικού τραύματος με ακρίβεια και βάθος. Το βλέμμα του είναι εκφραστικό, γεμάτο πόνο και αβεβαιότητα, ενώ η εκφορά της φωνής του αποπνέει έναν φόβο και μια απογοήτευση που διαπερνά κάθε λέξη και κάθε σιωπή.
Ο βιασμός αποτελεί ίσως το μοναδικό έγκλημα όπου η δημόσια και θεσμική ματιά στρέφεται όχι προς τον δράστη, αλλά προς το ίδιο το θύμα. Από τη στιγμή της καταγγελίας, το θύμα περνά μέσα από μια εξονυχιστική —και συχνά βασανιστική— διαδικασία αμφισβήτησης: εξετάζεται η συμπεριφορά του, η εμφάνιση, η σεξουαλική ιστορία, η μνήμη του, ακόμα και τα ρούχα που φορούσε εκείνη τη νύχτα. Αντί να υποβληθεί σε μια διαδικασία αποκατάστασης και προστασίας, το θύμα αναγκάζεται να αποδείξει ότι δεν προκάλεσε το ίδιο τη βία που υπέστη.
Μέσα από την ερμηνεία του, ο θεατής έρχεται σε επαφή με την αγωνία και την επιθυμία του ήρωα να αποκαλύψει την αλήθεια του και να δώσει φωνή σε κάτι που έχει υποφέρει και κρυφτεί για χρόνια.
Τελικά αξίζει να δω το έργο αυτό;
Το έργο “Μέσα στο ναρκοπέδιο, μου είπαν πως θα μάθω να χορεύω” είναι μία γροθιά στο στομάχι, μία παράσταση που δεν έχει σκοπό να καθησυχάσει ή να παρακάμψει το σοκ του τραύματος, αλλά να το φέρει στην επιφάνεια με έναν τρόπο που καθιστά αδύνατη την αδιαφορία.
Η σκηνοθεσία της Παυλίνας Μάρβιν, σε συνδυασμό με την εξαιρετική ερμηνεία του Ιώκο Ιωάννη Κοτίδη, δημιουργούν ένα έργο που συγκλονίζει με την ειλικρίνειά του και τη δύναμή του να αναδείξει τις πληγές της κοινωνίας, αλλά και τις προσωπικές διαδρομές των θυμάτων. Εάν κάτι μπορεί να αναδείξει η παράσταση αυτή, είναι η ανάγκη για αλλαγή στην αντίληψη του τραύματος, της δικαιοσύνης και της κοινωνικής συνείδησης γύρω από τη σεξουαλική βία.