ΖΙΖΕΛ: ΟΤΑΝ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΣΚΗΝΗΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΖΩΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΛΥΡΙΚΗΣ
5 σπουδαστές της Ανώτερης Επαγγελματικής Σχολής Χορού της ΕΛΣ μιλούν για τη μοναδική εμπειρία συμμετοχής στη Ζιζέλ, δίπλα σε κορυφαίους χορευτές, σε μια μεγάλη κλασική παραγωγή.
Λίγο πριν σηκωθεί η αυλαία για τη νέα, κλασική παραγωγή της Ζιζέλ από το Μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, μια ξεχωριστή ομάδα νέων χορευτών ζει μια εμπειρία που για πολλούς αποτελεί όνειρο ζωής.
Οι σπουδαστές της Ανώτερης Επαγγελματικής Σχολής Χορού της ΕΛΣ βρίσκονται φέτος επί σκηνής δίπλα σε καταξιωμένους Α΄ Χορευτές, σολίστ και διεθνείς σταρ του μπαλέτου, συμμετέχοντας ενεργά σε μία από τις πιο εμβληματικές και απαιτητικές παραγωγές του κλασικού ρεπερτορίου.
Η Ζιζέλ, ακρογωνιαίος λίθος του ρομαντικού μπαλέτου, παρουσιάζεται σε μια νέα, υψηλών προδιαγραφών κλασική παραγωγή, με τη σαγηνευτική μουσική του Αντόλφ Αντάμ να ζωντανεύει υπό τη μουσική διεύθυνση του Χοσέ Σαλασάρ. Τη διαχρονική χορογραφία του Μαριύς Πετιπά αναβιώνουν οι διακεκριμένες χορογράφοι Βερόνικα Βιγιάρ και Ελένα Ιγκλέσιας, διατηρώντας αναλλοίωτη τη ρομαντική ποιητικότητα, τη δραματουργική ένταση και την αυστηρή κλασική γραφή του έργου.
Από τις 19 Δεκεμβρίου, για εννέα μοναδικές παραστάσεις στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ, το κοινό έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει μια ολοκληρωμένη σκηνική εμπειρία, με τη συμμετοχή κορυφαίων χορευτών από το διεθνές στερέωμα του μπαλέτου στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Πέρα από την καλλιτεχνική της λάμψη, η Ζιζέλ αποτελεί ένα έργο βαθιά ανθρώπινο, που πραγματεύεται την αγάπη, την προδοσία, την απώλεια και τη λύτρωση μέσα από την ανιδιοτελή συγχώρεση. Ένα έργο που απαιτεί από τους ερμηνευτές απόλυτη τεχνική ακρίβεια, θεατρική αλήθεια και συλλογική πειθαρχία, τόσο στους πρωταγωνιστικούς ρόλους όσο και στο corps de ballet, όπου η ομοιομορφία, η αίσθηση του συνόλου και η ποιότητα της κίνησης είναι καθοριστικές.
Η γοητεία της Ζιζέλ…
Η σπουδάστρια Μαρία Πίλχερ Γάσπαρη αναφέρει πως “αυτό που με γοητεύει περισσότερο στη Ζιζέλ είναι η έντονη αντίθεση ανάμεσα στην αθωότητα και την τραγικότητα του έργου. Είναι ένα μπαλέτο που μιλά για την αγάπη, την προδοσία και τη μεταμόρφωση, όχι μόνο μέσα από την αφήγηση, αλλά κυρίως μέσα από την ποιότητα της κίνησης. Η Ζιζέλ ξεκινά ως μια γήινη, απλή ύπαρξη και καταλήγει σε μια σχεδόν άυλη μορφή, και αυτή η μετάβαση με συγκινεί βαθιά.
Με γοητεύει επίσης ο τρόπος που το έργο απαιτεί από τον χορευτή να ισορροπήσει ανάμεσα στη θεατρικότητα και την καθαρότητα της κλασικής τεχνικής. Ακόμα και μέσα από τους ρόλους του χωριού και των Βιλιών, αισθάνομαι ότι συμμετέχω σε έναν ποιητικό κόσμο όπου κάθε κίνηση έχει νόημα και συναισθηματικό βάρος. Είναι ένα έργο που σε διδάσκει πώς να αφηγείσαι μια ιστορία με σεμνότητα και εσωτερική ένταση”.
Η σπουδάστρια Γεωργία Δήμου παίρνει τη σκυτάλη λέγοντας “αυτό που με γοητεύει στη Ζιζέλ είναι ο τρόπος που συνδυάζει την αγνότητα με την τραγικότητα. Η ηρωίδα της δεν είναι απλώς μια μπαλαρίνα που χορεύει μια ιστορία, είναι μια ψυχή που μεταμορφώνει τον πόνο σε ποίηση. Με συγκινεί βαθιά η λεπτότητα με την οποία το έργο περνά από την αθωότητα του πρώτου μέρους στην αέρινη, σχεδόν υπερκόσμια, ποιότητα του δεύτερου. Είναι ένα μπαλέτο που σε καλεί να χορέψεις όχι μόνο με το σώμα, αλλά και με την καρδιά.”
Και η σπουδάστρια Λύδια Καπούνη λέει από την πλευρά της “Αυτό που με γοητεύει στη Ζιζέλ είναι ότι δεν αποτελεί απλώς ένα κλασικό μπαλέτο. Είναι ένα ταξίδι από το ανθρώπινο στο υπερφυσικό.
Με ελκύει βαθιά ο τρόπος με τον οποίο η παράσταση ξεδιπλώνει δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους. Την αθωότητα, τη ζωντάνια και την αγνότητα του πρώτου μέρους και έπειτα την απόλυτη ποιητικότητα, τη σιωπηλή δύναμη και την αιθέρια αυστηρότητα των Willis στο δεύτερο.
Αυτό το πέρασμα από το φως στη σκιά με κάνει να αντιλαμβάνομαι τον χορό ως γλώσσα της ψυχής ,ως μέσο έκφρασης εκείνων των συναισθημάτων που δεν μπορούν να αποδοθούν με λέξεις.
Κάθε φορά που συμμετέχω στην παράσταση, νιώθω ότι εισέρχομαι σε έναν άλλο κόσμο, έναν χώρο όπου η κίνηση, η μουσική και η αίσθηση του έργου συνυπάρχουν με απόλυτη αρμονία”.
Ο Γιώργος Τσίγγος προσθέτει πως: “η Ζιζέλ αποτελεί ένα από τα πιο κλασικά έργα του μπαλέτου —και όχι τυχαία. Με γοητεύει ο παραμυθένιος κόσμος που δημιουργείται και ο τρόπος με τον οποίο οι ήρωες της ιστορίας επικοινωνούν μέσα από την κινησιολογία του μπαλέτου και την παντομίμα. Ο ρομαντισμός που προκύπτει μέσα απο αυτό με κερδίζει και με βυθίζει στην ιστορία”.
Και η Πάτρα Χριστοδούλου καταλήγει: “Μου αρέσει στη Ζιζέλ ο τρόπος που συνδυάζει την αγνότητα με το σκοτάδι. Στην αρχή ο κόσμος του έργου είναι πολύ ανθρώπινος και ευάλωτος και μετά μεταμορφώνεται σε κάτι πιο άυλο, σχεδόν υπερβατικό. Αυτή η αλλαγή στα σκηνικά, στο ύφος και στην πλοκή είναι για μένα πολύ ενδιαφέρουσα και κάνει το μπαλέτο μοναδικό”.
Οι προκλήσεις της Ζιζέλ
“Οι προκλήσεις που αντιμετώπισα στη Ζιζέλ ήταν κυρίως η ακρίβεια και η πειθαρχία που απαιτεί το κλασικό ρεπερτόριο. Κάθε κίνηση χρειάζεται απόλυτο έλεγχο, καθαρότητα και σεβασμό στο ύφος του έργου, κάτι που είναι ιδιαίτερα απαιτητικό σωματικά αλλά και πνευματικά.
Παράλληλα, ήταν πρόκληση το να αλλάζω ποιότητα ανάμεσα στις δύο πράξεις. Στην πρώτη πράξη, ως χωριανή, η κίνηση είναι γήινη και ζωντανή, ενώ στη δεύτερη, ως Βιλί, πρέπει να βρω μια πιο αέρινη, σχεδόν απόκοσμη παρουσία. Αυτή η μετάβαση με δίδαξε πώς να χρησιμοποιώ το σώμα μου όχι μόνο τεχνικά, αλλά και εκφραστικά, με μεγαλύτερη συνείδηση και ευαισθησία” εξηγεί η Μαρία Πίλχερ Γάσπαρη.
Η Γεωργία Δήμου λέει πως: “Η πρόκληση του έργου είναι η μετάβαση από το ανθρώπινο στο υπερβατικό, υπερφυσικό. Η τεχνική του δεύτερου μέρους ζητά απόλυτη ελαφρότητα και έλεγχο, ενώ το πρώτο μέρος απαιτεί ζεστασιά και αυθορμητισμό. Το να τα ενώσω αυτά σε ένα ενιαίο, πειστικό πορτρέτο είναι αυτό που με δοκιμάζει περισσότερο”.
Η Λύδια Καπούνη προσθέτει πως: “μία από τις πιο ουσιαστικές προκλήσεις αυτής της περιόδου ήταν η μετάβαση από τη θέση της σπουδάστριας της επαγγελματικής σχολής στην ενεργή συμμετοχή σε μια μεγάλη παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Η πρόκληση αυτή είχε για μένα ιδιαίτερο βάρος, καθώς επιθυμούσα βαθιά να βρεθώ στην παράσταση της Ζιζέλ και να συνεργαστώ με την ομάδα. Αυτό με έκανε ακόμη πιο προσεκτική και απαιτητική απέναντι στον εαυτό μου, ώστε να ανταποκριθώ με συνέπεια στις υψηλές προσδοκίες ενός απολύτως επαγγελματικού περιβάλλοντος.
Ωστόσο, παρότι ήταν μια μεγάλη πρόκληση, δεν βρέθηκα εντελώς “έξω από τα νερά μου”. Η σχολή μας λειτουργεί με υψηλά πρότυπα και μας καλλιεργεί από νωρίς τον επαγγελματικό τρόπο σκέψης. Πειθαρχία, υπευθυνότητα, και σεβασμό στη διαδικασία των προβών.
Έτσι, μπόρεσα να μπω σε αυτή τη νέα συνθήκη με συναίσθηση της δυσκολίας, αλλά και με την αυτοπεποίθηση ότι έχω ήδη αποκτήσει τις βάσεις για να ανταποκριθώ”.
Ο Γιώργος Τσίγγος αναφέρει πως: “το να χορεύεις ένα έργο τέτοιου επιπέδου απαιτεί υψηλές τεχνικές και εκφραστικές δεξιότητες, οι οποίες από μόνες τους αποτέλεσαν μια σημαντική πρόκληση για εμένα. Αυτό εντάθηκε ακόμη περισσότερο από τη στιγμή που βρέθηκα να δουλεύω δίπλα σε μεγάλα ονόματα του χώρου, τόσο εγχώριου όσο και διεθνούς βεληνεκούς. Ένιωσα την ευθύνη να σταθώ αντάξιος των απαιτήσεων που δημιουργήθηκαν και να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό”.
Και η Πάτρα Χριστοδούλου λέει: “Μία από τις βασικές προκλήσεις είναι η σωστή απόδοση κάθε μέρους του έργου. Κάθε πράξη έχει διαφορετικά συναισθήματα και ύφος, οπότε χρειάζεται μεγάλη συγκέντρωση για να τα αποδώσεις σωστά και να κάνεις ομαλά τη μετάβαση από το ένα στο άλλο, χωρίς να επηρεάζεται η τεχνική”.
Η δυσκολότερη στιγμή είναι…
“Η δυσκολότερη στιγμή για μένα ήταν να αντέξω τη σωματική και ψυχική κούραση της προετοιμασίας, ειδικά συνδυάζοντας τις πρόβες με τη σχολή και την Τρίτη Λυκείου στο εσπερινό. Υπήρχαν στιγμές που έπρεπε να ξεπεράσω τα όριά μου και να παραμείνω συγκεντρωμένη, ακόμα κι όταν η ενέργεια μου ήταν περιορισμένη.
Ταυτόχρονα, δύσκολη ήταν και η απαίτηση να διατηρώ σταθερή ποιότητα και συγκέντρωση σε κάθε πρόβα. Στη Ζιζέλ δεν υπάρχει χώρος για επιπολαιότητα, κάθε λεπτομέρεια μετρά. Αυτή η δυσκολία, όμως, με βοήθησε να ωριμάσω και να κατανοήσω βαθύτερα τι σημαίνει ευθύνη μέσα σε ένα τόσο απαιτητικό έργο” εξομολογείται η Μαρία Πίλχερ Γάσπαρη.
Ενώ για τη Γεωργία Δήμου: “Η δυσκολότερη στιγμή για μένα ήταν να μάθω να λειτουργώ πραγματικά ως μέλος μιας ομάδας στο στούντιο αλλά και πάνω στην σκηνή . Ως σπουδαστές της Εθνικής Λυρικής Σκηνής το να συνεργαστούμε με τους επαγγελματίες χορευτές ήταν πολύ προνομιούχο για εμάς και ευνοημένο ,κάτι ξεχωριστό, πρωτόγνωρο, απαιτούσε αρκετή προσήλωση και επαγγελματική αντιμετώπιση. Εν κατακλείδι συντονισμός αλλά και η προσαρμογή ήταν μια απαιτητική αλλά πολύ όμορφη εμπειρία που σίγουρα θα την ξαναέκανα”.
Για τη Λύδια Καπούνη λέει πως: “δεν υπήρξε μια συγκεκριμένη “δυσκολότερη στιγμή” στη Ζιζέλ. Για μένα, η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν η διαρκής ανάγκη να βρίσκομαι σε απόλυτη εγρήγορση και να αποδίδω με συνέπεια σε κάθε πρόβα και παράσταση.
Ως μαθήτρια που συμμετέχει για πρώτη φορά δίπλα στην επίσημη ομάδα της Λυρικής, έπρεπε να ισορροπήσω μεταξύ της συγκέντρωσης στις τεχνικές λεπτομέρειες, της προσαρμογής στον επαγγελματικό ρυθμό και της αφοσίωσης στο συναίσθημα που απαιτεί το έργο.
Ιδιαίτερα στο δεύτερο μέρος, όπου κάθε κίνηση και κάθε λεπτομέρεια της ομοιομορφίας έχει μεγάλη σημασία, συνειδητοποίησα ότι η πραγματική πρόκληση δεν είναι μια στιγμή. Είναι η συνεχής προσπάθεια για εξέλιξη και η πειθαρχία που αυτή απαιτεί.
Αυτή η συνεχής πρόκληση με ώθησε να εξελιχθώ, να ενισχύσω τη συγκέντρωση και την ωριμότητά μου και να αντιληφθώ πόσο σημαντικό είναι να είσαι πάντα πλήρως παρών, σε κάθε πρόβα και σε κάθε παράσταση”.
Ο Γιώργος Τσίγγος αναφέρει πως: “δεν υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο στιγμιότυπο που να ήταν ιδιαίτερα δύσκολο. Η πραγματική πρόκληση βρισκόταν στην καθημερινότητα: στο απαιτητικό πρόγραμμα και στη σωστή διαχείρισή του. Ωστόσο, χάρη στην καλή οργάνωση της σχολής και τη δική μας συλλογική προσπάθεια, το εγχείρημα έγινε εφικτό!”
Και τέλος η Πάτρα Χριστοδούλου εξομολογείται: “Η πιο δύσκολη στιγμή θα έλεγα πως ήταν η προσαρμογή στη σκηνή. Έχουμε την τύχη να χορεύουμε δίπλα σε επαγγελματίες χορευτές και χρειάστηκε να ανταποκριθούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, παρότι δεν έχουμε την ίδια σκηνική εμπειρία. Έπρεπε να τηρούμε τους σχηματισμούς, να προσαρμοζόμαστε γρήγορα στις αλλαγές και ταυτόχρονα να μη χάνεται ούτε η τεχνική, ούτε η ερμηνεία, ούτε η χορογραφία”.
19, 21, 24, 26, 28, 30, 31 Δεκεμβρίου 2025
2, 3 Ιανουαρίου 2026
Ώρα έναρξης: 19.30 (Κυριακή, 24 & 31 Δεκ.: 18.30)
Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος Εθνικής Λυρικής Σκηνής – ΚΠΙΣΝ
Αναβίωση χορογραφίας, προσαρμογή: Βερόνικα Βιγιάρ, Ελένα Ιγκλέσιας
Μουσική διεύθυνση: Χοσέ Σαλασάρ
Σκηνικό, κοστούμια: Διδώ Γκόγκου
Φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ
Διανομή κατά σειρά εμφάνισης:
Μπερτ: Αιμιλία Γάσπαρη
Ιλαρίων: Ντανίλο Ζέκα / Βαγγέλης Μπίκος
Βίλφρεντ: Γιάννης Μπενέτος / Γιάννης Γκάντσιος
Κόμης Άλμπρεχτ: Τζούλιαν ΜακΚέυ (19, 21, 24 Δεκ.) / Γιανγκ Γκιου Τσόι (26, 28, 30 Δεκ.) / Κόνσταντιν Άλλεν (31 Δεκ. / 2, 3 Ιαν.)
Ζιζέλ: Ελίζαμπετ Τόνεφ (19, 21 Δεκ.) / Ξένια Σεφτσόβα (24 Δεκ.) / Μάια Μακατέλι (26, 28, 30 Δεκ.) / Ξένια Οβσιάνικ (31 Δεκ. / 2, 3 Ιαν.)
Δούκας του Κούρλαντ: Ίγκορ Σιάτζκο / Φλωριάν-Μιχάλης Παππάς
Μπατίλντ: Χριστίνα Μακρίδου / Πόπη Σακελλαροπούλου
Μύρτα: Ελεάνα Ανδρεούδη / Όλγα Μάρκαρη
Βίλι: Άννα Φράγκου, Έλενα Κέκκου, Μάρτα Ριβέρο ντε Μιράντα, Ελευθερία Στάμου, Μαρίτα Νικολίτσα, Σεσίλια Χατζηεμμανουήλ, Αρετή Νότη, Ζωή Σχοινοπλοκάκη
Με την Ορχήστρα, τους Α΄ Χορευτές, τους Σολίστ, τους Κορυφαίους, το Corps de ballet και σπουδαστές της Ανώτερης Επαγγελματικής Σχολής Χορού της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Προπώληση: Ταμεία ΕΛΣ (καθημερινά 9.00-21.00 | 2130885700) & www.ticketservices.gr