ΜΑΡΚΟΣ ΣΕΦΕΡΛΗΣ: Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΤΖΙΜ ΚΑΡΕΪ ΠΟΥ ΑΓΑΠΑΜΕ ΝΑ ΜΙΣΟΥΜΕ
Πώς καταφέρνει ακόμα να γεμίζει θέατρα και να σχηματίζει ουρές σε σινεμά; Και τελικά, γιατί αγαπάμε να μισούμε τον Μάρκο Σεφερλή; Ο πιο cult σατιρικός του 21ου αιώνα - για χάρη του οποίου έχεις, έστω μία φορά, αλλάξει κανάλι - επιστρέφει! Και "αν τον αντέξει το γυαλί, θα φανεί στα... νούμερα"
«Αν είμαι ατάλαντος και έχω κάνει αυτά που έχω κάνει, που να είχα και ταλέντο!», είχε πει πριν χρόνια. Ο Μάρκος Σεφερλής είναι το θέμα των ημερών. Το θέμα που πουλάει. Γιατί σήκωσε τα νούμερα του Mega στο περίπου 62% την πρώτη ημέρα προβολής του «Mega με μία», αλλά ξεσήκωσε και τη «Γραμμή Ζωής» που τον έβαλε στο περιθώριο ενός «κρετίνου» κωμικού που έπαιξε με τις ζωές και τις περιουσίες ηλικιωμένων, αναγκάζοντάς τον να ζητήσει δημόσια και τηλεοπτικά… «συγγνώμη». Έτσι κάπως επεισοδιακά, ξεκίνησε το ντεμπούτο του «ο δικός μας Μάρκος» στην πρωινή ζώνη του «καναλιού της Μεσογείων» και αναμένεται να συνεχιστεί με αμείωτο ενδιαφέρον την υπόλοιπη σεζόν. Γιατί ενδιαφέρον; Γιατί δεν είναι λίγοι οι φίλοι του, αλλά και πολλοί περισσότεροι οι εχθροί που παραμονεύουν στη γωνία για το επόμενο κακόγουστο ατόπημα (τύπου: «Καλόοο εεε;») για να βγάλουν στη φόρα τα άπλυτα της λαϊκής του σάτιρας και να λογοκρίνουν τη γλώσσα του που «κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει».
Το θηρίο που δεν έγινε ποτέ “αρνάκι”
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Για όσους δεν το γνωρίζουν, ο ηθοποιός – φαινόμενο και κωμικός Μάρκος Σεφερλής, γεννήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 1968 στην Κόρινθο και σήμερα μένει στην Καλλιθέα. Μετά το λύκειο, σπούδασε στην Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης «Μαίρη Βογιατζή Τράγκα». Η πρώτη του τηλεοπτική εμφάνιση ήταν το 1988 στην ΕΤ2. Ταυτόχρονα με την τηλεόραση, εμφανίζεται ακάθεκτος στο θέατρο, διανύοντας μια σταθερή και πετυχημένη πορεία από το 1997 μέχρι και σήμερα, με πλήθος παραστάσεων, εξίσου πετυχημένες όσο και οι τηλεοπτικές του δουλειές. Ο Μάρκος Σεφερλής παντρεύτηκε με την ηθοποιό Έλσα Μιχαλακοπούλου, με την οποία χώρισε. Αργότερα ωστόσο, παντρεύτηκε με την ηθοποιό Έλενα Τζαβαλιά, με την οποία απέκτησαν ένα γιο, τον Χάρη (φέτος πηγαίνει Τετάρτη Δημοτικού και έχει ιδιαίτερο ταλέντο – εκτός από τα μαθήματα – στο ποδόσφαιρο και τη μουσική).
Αν και δηλώνει «ντροπαλός» και ολίγον τι εσωστρεφής και χαμηλών τόνων, προκαλεί γέλιο σε όποιον κάθεται απέναντί του. Στη Σχολή, ήταν καλύτερος στους δραματικούς ρόλους. Η ψυχοσύνθεσή του όμως, η ιδιοσυγκρασία και η τάση του να κάνει τον κόσμο να γελάει, τον έκαναν γρήγορα να στραφεί στην κωμωδία. Αν και πιστεύει ότι οι Έλληνες έχουν χιούμορ, δεν έχει την ίδια γνώμη για τους πολιτικούς, για δύο λόγους. «Πρώτον, γιατί, όπως έχει αποδειχθεί, δεν παρακολουθούν θέατρο και κυρίως επιθεωρήσεις, που ασχολούνται με αυτούς και δεύτερον, επειδή πιστεύω ότι χιούμορ έχουν μόνο οι πολύ έξυπνοι άνθρωποι», είχε δηλώσει σε παλιότερη συνέντευξή του. Ο ίδιος θυμάται τον εαυτό του από μικρό παιδί να είναι περιζήτητος στις παρέες, για τα αστεία του, τις μιμήσεις, τις πλάκες και τις δεκάδες φάρσες (όχι απαραίτητα σε ηλικιωμένους). «Τώρα ο τρόπος ζωής μου, έγινε απλά δουλειά».
Και ποιος είναι ο τρόπος ζωής; Η σάτιρα, τα ευφυολογήματα επί σκηνής, οι χιουμοριστικοί αυτοσχεδιασμοί και τα τραγούδια που κόβει και ράβει στα μέτρα του. Σκηνοθέτης, παραγωγός και μόνιμος ενοικιαστής του Δελφιναρίου (νοίκιασε το θέατρο σε δημοπρασία προς 141.000 ευρώ, ενώ συνελήφθη με αυτόφωρη διαδικασία, όταν το θέατρο κρίθηκε αυθαίρετο), εκτός από ορκισμένους εχθρούς έχει και πολλούς φανατικούς θαυμαστές. Ένας από αυτούς ο Τζίμης Πανούσης που πρόσφατα δήλωσε: «Δεν υπάρχουν όρια στη σάτιρα. Τα μόνα αυστηρά όρια τα βάζει το κοινό. Αν είσαι χυδαίος και υβριστής το κοινό δεν θα έρθει να σε δει, δεν θα πληρώσει για να σε δει. Μόνο το κοινό ορίζει το τι είναι πρόκληση. Η σάτιρα θέλει πολύ μεγάλο ταλέντο και πρέπει να τη σεβόμαστε. Τώρα ασχολούμαστε με τον Σεφερλή. Αύριο με άλλον».
Μόνο που οι παραστάσεις του Σεφερλή διαχρονικά «σπάνε» ταμεία, ακόμα και εν μέσω κρίσης. Άσχετα από την τιμή του εισιτηρίου, ο κόσμος είναι πάντα εκεί. Για λίγες δόσεις γέλιου και εκτόνωσης από την δυσβάσταχτη ρουτίνα. Στο γαϊτανάκι της ανοησίας των ταμπελών, των ετικετών και των διαχωρισμών του ποιοτικού από το κακό χιούμορ, ο Σεφερλής πλήρωνε πάντα πρώτος το κόστος. «Είναι το ίδιο που πλήρωσε και ο καταιγιστικός Τζιμ Κάρεϊ, όταν του αρνιόντουσαν το Όσκαρ ακόμη και σε προσπάθειες που ήταν πολύ πάνω από το μέτριο των συνυποψήφιων του. Γιατί και εκείνος είναι politically uncorrected, σαρκάζει και βγάζει γέλιο με τους γκέι, τους παπάδες, τις γυναίκες που αντιμετωπίζει με σεξισμό, κάθε διαφορετικό. Και δεν τον νοιάζει. Όπως ούτε τον Μάρκο τον νοιάζει», έγραψε κάποια στιγμή η Αλεξάνδρα Τσόλκα σε προσωπική της κριτική απέναντι στο φαινόμενο «Μάρκος». Μοναδικό του κριτή, ο ίδιος έβαζε ανέκαθεν το κοινό του και όχι τα σχόλια. Το άδειο ή γεμάτο θέατρο. Και πλέον τα νούμερα μιας κατεξοχήν «γυναικείας» τηλεοπτικής ζώνης. Και δείχνει να τα καταφέρνει. Όπως σε κάθε ρόλο – πρόκληση. Από πρωταγωνιστικούς ρόλους σε επιθεωρήσεις και παιδικές παραστάσεις, μέχρι το σόου «ΤΑΧΙ» (πίσω στο 1995), στον πρωϊνάδικο με την Ελένη Μενεγάκη και τώρα πάλι στο σκαμπό του διδύμου Κωστόπουλου – Μπαλατσινού.
Θεατρίνος ανέκαθεν, πήγαινε πάντα στα καμαρίνια από τις 19.00 για να προετοιμαστεί και να συγκεντρωθεί. Και έφευγε πάντα μετά τον τελευταίο θεατή, αφού είχε υπογράψει αυτόγραφα, έχει μιλήσει, έχει ακούσει. Σπίτι του, γράφει συνήθως μέχρι το πρωί. Κοιμάται λίγο. Πάντα λίγο κοιμόταν. Στην τηλεόραση έκλεβε ύπνο στους καναπέδες του καμαρινιού, όσο προλάβαινε μεταξύ μεταμφιέσεων. Μια φορά κόλλησαν οι ψεύτικες βλεφαρίδες στα βλέφαρα του και δεν μπορούσε να ανοίξει τα μάτια του. Λαϊκός ή πολύ cult, οι κριτικοί έχουν παρατηρήσει ότι στις παραστάσεις του το κοινό δεν συμπεριφέρεται σαν να βλέπει έναν ηθοποιό, αλλά τον κολλητό του, που τον έβαλε στη μέση για να λέει αστεία. Αυθεντικός, δεν προσποιείται κάποιον άλλον, δεν έχει ως στόχο να διευθύνει το Εθνικό Θέατρο και φυσικά δεν τον νοιάζει κανενός άλλου η γνώμη, όταν του την δείχνει εμπράκτως το κοινό… στο χειροκρότημα.
Αν και έχει μιμηθεί μία πλειάδα ηθοποιών, ο αγαπημένος του είναι ένας. Ο Βλάσσης. «Είναι ένας χαρακτήρας που με αντιπροσωπεύει, καθώς λέει μεν εξυπνάδες, αλλά αυτοσαρκάζεται κιόλας. Ο Βλάσσης είμαι εγώ στο πιο σκούρο», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά. Πρόσφατα, εκμεταλλεύτηκε την αγάπη του για τα παιδιά, φτιάχνοντας έναν δικό του παιδότοπο.
Ένα “ξεσκόνισμα” από θέατρο, κινηματογράφο και ΤV
Τι ξεχωρίζει τον Μάρκο Σεφερλή, πέρα από το απίστευτο χιούμορ του; Ότι κάνει ακόμα και τους συνεργάτες του ηθοποιούς να γελούν και πολλές φορές να χάνουν τα λόγια τους επί σκηνής. Στις περισσότερες άλλωστε παραστάσεις (τις οποίες σκηνοθετεί μόνος του και διαρκούν 5 ώρες) «παίζει» και κουβεντιάζει με το κοινό, ανταλλάσσοντας μόνο ατάκες.
Και για να μιλάμε με στοιχεία και αριθμούς, ας ρίξουμε μία ματιά στο πλούσιο βιογραφικό του:
Οι θεατρικές παραστάσεις που έχει δώσει είναι οι εξής: Σημιτιτανικος, Υπεράνω πάσης .. απιστίας, Και ο Σημίτης θέλει το Γερμανό του, Μουρλένιουμ 2000, Η Σαλώμη φιλούσε υπέροχα, Απάτα τον πλησίον σου, Τι βρακί θα παραδώσεις μωρή; , HappyEnd, Ο Ηλίας του 16ου, Μάρκο Πότερ, Τα Λαμόγια, ΠΑ.ΣΟ.Κ μου, sorry, Ο Ιπτάμενος Γιατρός, FAMEZORI, Γάμος αλλά.. πλάγια, Πηρετόστ το Σαββατόβραδο, Γελών Λαβέ ,Τρεις και ο κούκος , MourlenRouge, ο Μπακαλόγατος, DaddyCool, Ο Μάγος του Ροζ, MrsDoubtfire, Η Μεγάλη του γέλιου σχολή, Δείπνο Ηλίθιων, Τρώει story 30 χρόνια τώρα, Στη φωλιά του Κούκλου, Σουλεϊμάρκ ο Μεγαλοπρεπής.
Ο Μάρκος Σεφερλής έχει κάνει και δύο παιδικές παραστάσεις το Ζυμαρούλη και το S.o.s.e. τον πλανήτη.
Στην τηλεόραση έχει παίξει στις τηλεοπτικές σειρές: TAXI , Προσοχή Μαρκοπέδιο, TheSeferleeShow και Χτυποκάρδια στο SeferlyHillsστον Ant1, το Κατά Μάρκον Ευα…γέλιον και Μάρκο μ’ έκαψες στον ALPHA, Σοβαρότης Μηδέν και Κορίτσια ο Μάρκουλης στο ALTER. Το 2013 πήρε μέρος στο τηλεοπτικό σόου του MEGA «JustThe 2 Of Us», κλέβοντας την παράσταση με την σκηνική του παρουσία.
Στον κινηματογράφο έπαιξε στο Μ´αγαπάς;, Σαπουνόπετρα: Το χρήμα στο λαιμό τους, Σεφερλυθείτε στα γέλια και Χαλβάη 5-0.
Ο Μάρκος, η δύσκολη παιδική ηλικία και το βαρύ φορτίο από νερό
Όσο για το από πού πηγάζει η εργατικότητα και η συνέπειά του απέναντι στο ραντεβού του με το κοινό και το γέλιο, ο Μάρκος είχε εξομολογηθεί ότι: «Γεννήθηκα στην Κόρινθο. Ίσως από εκεί να έχω πάρει και τα γονίδια για να δουλεύω τόσο πολύ. Οι γονείς μου πουλούσαν νερό στα σπίτια. Με ένα βυτίο πήγαιναν στο Λουτράκι και το έφερναν στην Κόρινθο. Από εκεί το πουλούσαν σε μπιτόνια στα σπίτια, μιας και η Κόρινθος δεν είχε δικό της πόσιμο νερό. Ο πατέρας συνήθως οδηγούσε και η μάνα κουβαλούσε τα μπιτόνια. Μαζί κι εγώ. Όταν δεν είχα σχολείο, ήμουν μαζί τους. Εγώ μόνο ξέρω πόσο έχουν δουλέψει οι δυο τους για να μεγαλώσουν εμένα και τα αδέλφια μου. Μεγάλη ταλαιπωρία, όμως αυτό μου δίνει ώθηση να κάνω ακόμα περισσότερα. Ουσιαστικά εκείνα τα χρόνια για μένα ήταν ήσυχα και φτωχικά, χωρίς πλούτη, χωρίς χλιδές». Γι’ αυτό και όταν ο κόσμος στο τέλος της παράστασης τού λέει: «Μάρκο, καλή ξεκούραση», εκείνος συνήθως απαντά: «Γιατί έσκαβα ρε παιδιά;».
Και εκείνος επιστρέφει σε αυτό που ξέρει να κάνει καλά. Να βγάλει το σπασμένο μέικ απ, τις ψεύτικες βλεφαρίδες, τις πούδρες, το κουστούμι, τις αναμαλισμενες περούκες, να μελετήσει καλά τις ντάνες από αυτόγραφα και να κοιτάξει τη φωτογραφία του γιου του στο ξύλινο γραφείο, πριν κλείσει τα πολύχρωμα λαμπιόνια και γυρίσει σπίτι. (Α, και να κοιτάξει τα προγνωστικά του Ολυμπιακού, καθώς όπως έχει δηλώσει ο ίδιος: «Ο Ολυμπιακός είναι πιο σημαντικός και από την γυναίκα μου»).