Εκλογές χωρίς διέξοδο;

Εκλογές χωρίς διέξοδο;

Εκλογές με επιλογές στα τυφλά; Ή με επιλογή συμβιβασμού; Διαβάστε το άρθρο

Τίποτα πια δεν είναι ίδιο και την ίδια στιγμή όλα δείχνουν απελπιστικά γνώριμα, εν όψει των εκλογών που μόλις προκηρύχθηκαν: Τα ίδια πρόσωπα, οι ίδιοι –ή ταυτόσημοι– πολιτικοί σχηματισμοί, μέσα σε ένα σκηνικό κατακερματισμένο –θολότερο παρά ποτέ– όπου όλες οι εναλλακτικές «προτάσεις» μοιάζουν να οδηγούν με την ίδια βεβαιότητα στην ίδια καταστροφή.

Αναφέρθηκα σε προηγούμενο άρθρο μου , στο αδιέξοδο αυτό, σ’ αυτήν την αίσθηση εγκλωβισμού που διακατέχει μια μεγάλη μερίδα των δοκιμαζόμενων πολιτών της καταρρέουσας χώρας μας. Το αδιέξοδο όμως είναι γενικότερο. Υπάρχει βέβαια η εξαίρεση των ελαχίστων που, ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση, μοιράζονται την ευδαίμονα βεβαιότητα πως κατέχουν την ορθή λύση – βεβαιότητα με χαρακτήρα μεταφυσικό, που βρίσκεται σε πλήρη διάσταση με οποιαδήποτε έννοια λογικής. Οι υπόλοιποι απλώς ψάχνουμε στα τυφλά την επιλογή εκείνη που θα οδηγήσει στην μικρότερης έκτασης και στην μικρότερης διάρκειας καταστροφή. Πόσο μάταιη είναι άραγε η αναζήτηση αυτή;

Φιλοευρωπαϊσμός και τιμωρία

Σε ένα πρώτο επίπεδο τα πράγματα φαίνονται απλά. Κυριαρχεί η φαινομενικά καταλυτική διαίρεση, βάσει της στάσης απέναντι στο μνημόνιο, που υποκρύπτει και μιαν ουσιώδη επιλογή: την συνέχιση ή μη της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας μας. Θα ήταν βέβαια τρελό να αυτοπροσδιορίζεται κανείς σήμερα ως υποστηρικτής του επαχθούς μνημονίου, αλλά υπάρχει μια μεγάλη ομάδα που, παρά τις κακουχίες της γενικευμένης κρίσης, δεν θέλει να θέσει σε κίνδυνο την πορεία αυτή, που προτιμά, όπως έγραφα, «να παραμείνει, έστω και λαθρεπιβάτης, στο κλυδωνιζόμενο σκάφος της Ευρώπης, παρά να πηδήξει χωρίς σωσίβιο στα παγωμένα και απειλητικά νερά». Η «παράταξη» αυτή πιστεύει ότι, άσχετα με το κατά πόσο οι προβλέψεις του μνημονίου είναι δίκαιες ή άδικες –σωστές ή λανθασμένες– στην παρούσα επικίνδυνη φάση, η χώρα μας είναι υποχρεωμένη να τηρήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει απέναντι στην διεθνή κοινότητα και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και αυτό το πιστεύει με την ελπίδα ότι, εφόσον αυτές αποδειχθούν αναποτελεσματικές ή και καταστροφικές, η Ευρώπη –αργά ή γρήγορα– θα προσπαθήσει να επανορθώσει τις λανθασμένες της επιλογές, οι οποίες δεν θέτουν σε κίνδυνο μόνο την χώρα μας αλλά –εν δυνάμει– και ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Κανείς βέβαια δεν τολμά να μιλάει πλέον για την «χρυσή ευκαιρία» που μας δίνει το μνημόνιο να εκσυγχρονίσουμε την κοινωνία μας. Αυτή μάλλον χάθηκε προ πολλού.

Με δεδομένο τον γενικότερο φιλοευρωπαϊκό προσανατολισμό της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων, μοιάζει αντιφατικό το γεγονός ότι η λεγόμενη μνημονιακή τάση δυσκολεύεται τόσο πολύ να γίνει πλειοψηφικό ρεύμα. Η εξήγηση είναι απλή: οι μόνες διαθέσιμες επιλογές στον κομματικό χάρτη των εκλογών, είναι κόμματα και πρόσωπα που ενέχονται για την σημερινή κατάσταση, μέσα από ένα πλέγμα ανικανότητας, διαπλοκής και διαφθοράς. Πολιτικοί που απέτυχαν οικτρά και μας οδήγησαν στο δυσβάστακτο μνημόνιο είναι και οι μόνοι που έχουν τώρα την διάθεση να ακολουθήσουν τον δύσκολο δρόμο της εφαρμογής του, ο οποίος –φαινομενικά τουλάχιστον– διασώζει προς το παρόν την συμμετοχή μας στην Ευρώπη. Η ισχυρή επιθυμία να τιμωρηθούν οι «ένοχοι», μια για πάντα,  διατρέχει την κατηγορία αυτή των ψηφοφόρων, που παραμένει έτσι παγιδευμένη και βαθιά διαιρεμένη από έναν παράγοντα πολύ πιο ισχυρό συναισθηματικά από τον σταθερό ευρωπαϊκό τους προσανατολισμό.

Ένα μέτωπο κατακερματισμένο

Από την άλλη πλευρά, το δίλημμα αυτό, καθόλου δεν αφορά το «αντιμνημονιακό μέτωπο», χώρο που προσφέρεται κατ’ εξοχήν για την συναισθηματική αυτή εκτόνωση των ψηφοφόρων. Μέτωπο, μόνο κατ’ ευφημισμόν, εφόσον κάτω από την σημαία του στεγάζεται μια τεράστια ποικιλία τάσεων, με βαθιές διαιρέσεις, που εμποδίζουν τις δυνάμεις αυτές να αποτελέσουν συνολικά μια βιώσιμη πολιτική λύση. Αγεφύρωτες διαφορές προκύπτουν τόσο ως προς την τοποθέτησή τους απέναντι στην Ευρώπη, που ξεκινάει από την πλήρη απόρριψή της, περνάει από τις ενδιάμεσες θέσεις της αποδοχής της με διάφορες απόψεις ως προς την χρεωκοπία και την σχέση μας με το Ευρώ, φτάνοντας ακόμη και μέχρι την υιοθέτηση ενός είδους μνημονίου υπό όρους ή με την μάλλον εξωπραγματική προϋπόθεση της επαναδιαπραγμάτευση των όρων του. Έντονες είναι και οι διαφορές ως προς την πολιτική τους ταυτότητα που διατρέχει ολόκληρο το πολιτικό φάσμα απ’ άκρου εις άκρον.

Το πάγκοινο μίσος στην χώρα μας, τόσο για το μνημόνιο όσο και για τους κομματικούς σχηματισμούς που το υποστηρίζουν, η ποικιλία των τάσεων που περιλαμβάνει η αντιμνημονιακή πτέρυγα, καθώς και ο δεδηλωμένος φιλοευρωπαϊσμός ενός μεγάλου μέρους της, είναι παράγοντες που –θα περίμενε κανείς– ότι θα της είχαν επιτρέψει μιαν εύκολη και ολοκληρωτική επικράτηση. Δεν τους βοηθά όμως ο απόλυτος κατακερματισμός τους, αλλά και η αδυναμία τους μέχρι στιγμής να πείσουν με επιχειρήματα λογικά ότι εγγυώνται κάποια λύση, λιγότερο επώδυνη και περισσότερο ασφαλή από την αναγκαστική εφαρμογή του μνημονίου.

Και οι κριτές κρίνονται

Υπάρχει όμως και ένας ακόμη παράγοντας που δυσχεραίνει την θέση τους. Τόσο τα κόμματα, όσο και τα πρόσωπα που απαρτίζουν το μεγαλύτερο μέρος της αντιμνημονιακής πτέρυγας, είναι κι αυτά οδυνηρά γνώριμα και φθαρμένα. Όλα αυτά τα χρόνια, που η χώρα οδηγείτο στην καταστροφή, συμμετείχαν και αυτά στο φαύλο πολιτικό παιχνίδι, απολαμβάνοντας τα προνόμια και το κύρος του θεσμικού τους ρόλου, χωρίς να μένουν πάντοτε αμέτοχα στο πλέγμα της διαφθοράς και της διαπλοκής, που έχει ταυτισθεί στην συνείδηση του κόσμου με το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Η ευθύνη τους, πάντως, είναι μικρότερη από εκείνη των δύο κομμάτων που μας κυβέρνησαν εναλλάξ, που μας κυβερνούν τώρα μαζί και που, ενδεχομένως, θα μας ξανακυβερνήσουν.

Όμως, τα μονίμως μικρά αυτά κόμματα, αποδείχθηκαν τελείως ανίκανα, επί τόσα χρόνια, να πείσουν την πλειοψηφία των πολιτών για την ορθότητα των απόψεών τους: για την ενοχή των αντιπάλων τους. Παρέμειναν σταθερά στην αντιπολίτευση, διακοσμητικά στοιχεία που προσέφεραν νομιμοποίηση σε ένα άρρωστο και αποτυχημένο σύστημα εξουσίας. Ποιος άραγε θέλει να εμπιστευθεί τις τύχες της δοκιμαζόμενης χώρας μας στα χέρια των πολιτικών μιας αιώνιας και αποτυχημένης αντιπολίτευσης; Προφανώς πολλοί σήμερα, αλλά, συχνά, επειδή δεν αισθάνονται πως έχουν άλλη επιλογή.

Μπροστά στο αδιέξοδο

Όσο αδιέξοδη κι αν μοιάζει η κατάσταση, αυτές τις πολιτικές δυνάμεις διαθέτουμε. Με αυτές –θέλοντας και μη– θα πορευτούμε στις εκλογές. Όπως δείχνουν τα πράγματα, θα υπάρξει και πάλι κυβέρνηση συνεργασίας. Η εποχή όμως είναι κρίσιμη. Οι απαραίτητες ζυμώσεις και διεργασίες για την συναίνεση και την σύγκλιση ανάμεσα σε διαφορετικούς κομματικούς σχηματισμούς απαιτούν πολύτιμο χρόνο, που δεν φαίνεται να είναι διαθέσιμος. Τα αγεφύρωτα χάσματα ανάμεσα στις δύο παρατάξεις και τις υποδιαιρέσεις τους δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο τις διαδικασίες αυτές. Υπό άλλες συνθήκες μπορεί να παρήγαγαν ενδιαφέροντα αποτελέσματα, αλλά τώρα κινδυνεύουν να αποδειχθούν μοιραίες. Μια πιθανή εκδοχή, αυτή της συνεργασίας των δύο κομμάτων που τώρα μας κυβερνούν, μοιάζει πιο εύκολη. Η αποτελεσματικότητά της, όμως, αναπόφευκτα θα υπονομευθεί διότι η υπαιτιότητα των δύο αυτών κομμάτων για τα δεινά που προκάλεσαν, τους έχει στερήσει το κύρος και την ηθική υπόσταση που απαιτεί το δύσκολο έργο της αναμόρφωσης της χώρας μας.

Παρόλα αυτά, οι εκλογές θα εκτονώσουν την κατάσταση, απαλείφοντας –έστω και προσωρινά– το αίσθημα δυσαρμονίας ανάμεσα στην λαϊκή βούληση και την αποτύπωσή της στο κοινοβούλιο. Θα δημιουργήσουν πολύτιμο χρόνο, μέσα στον οποίο –ελπίζει κανείς– νέες δυνάμεις, άνθρωποι δημιουργικοί, έξω από τους φθαρμένους και ξεπερασμένους πολιτικούς σχηματισμούς του παρελθόντος, θα έχουν την δυνατότητα να αναδειχθούν. Όσο το παλιό πολιτικό σύστημα δεν είχε ακόμη καταρρεύσει, οι άνθρωποι αυτοί έπρεπε να αφομοιώνονται στις πρακτικές του, αλλιώς το σύστημα θα τους ξερνούσε. Οι περισσότεροι δεν είχαν καν την επιθυμία να προσεγγίσουν την πολιτική. Τώρα η ευκαιρία υπάρχει να έρθουν επί τέλους στο προσκήνιο. Ίσως αυτό να οδηγήσει σε κάτι καλύτερο. Ίσως, μάλιστα, να είμαστε ακόμη στην Ευρώπη, μέχρι τότε, ώστε να μπορέσουν και να μας κρατήσουν εκεί…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα