Μακροχρόνια φροντίδα: Στο ναδίρ οι δαπάνες στην Ελλάδα – Οικογένεια και εκκλησία τα “αναχώματα”
Διαβάζεται σε 4'
Με δεδομένες τις αλλαγές στη σύνθεση των νοικοκυριών και στη δομή της ελληνικής οικογένειας αναμένεται εντεινόμενη η ανάγκη ενίσχυσης της δημόσιας χρηματοδότησης της μακροχρόνιας φροντίδας στην Ελλάδα.
- 25 Οκτωβρίου 2025 08:11
Βαρόμετρο ποιότητας για μια κοινωνία είναι ο “δείκτης” σεβασμού στους πρεσβυτέρους, που ειδικά σε συνθήκες δημογραφικής συρρίκνωσης, αυξάνεται ως ανάγκη. Ο λόγος για τη μακροχρόνια φροντίδα, που με δεδομένη την δημογραφική δυναμική, δημιουργεί πολλαπλές προκλήσεις.
Συνολικά, βέβαια, πολλαπλές είναι οι επιπτώσεις της αρνητικής δημογραφικής δυναμικής για τη χώρα, που, όπως καταγράφει το ΙΟΒΕ στην έκθεσή του για το γ’ τρίμηνο, δεν φαίνεται να αμβλύνεται. Όπως αναφέρει, τα χαρακτηριστικά του προβλήματος είναι πολλά όπως και η διασύνδεσή του με πολλαπλές πλευρές της οικονομικής δραστηριότητας. Πολλές, δε, από τις εκτιμώμενες επιδράσεις σταδιακά έρχονται στην επιφάνεια και πολλές άλλες θα εμφανιστούν προσεχώς.
Κι όπως αναφέρει το Ινστιτούτο, η προσαρμογή της οικονομίας και κατευθύνσεων πολιτικής παραμένει ανάγκη κατά προτεραιότητα, καθώς ο πληθυσμός της χώρας θα μικραίνει και η μέση ηλικία του θα αυξάνεται κατά τα επόμενα χρόνια, πριν επέλθει μια αναστροφή της τάσης μελλοντικά.
Τι είναι η μακροχρόνια φροντίδα;
Ειδικότερα, το ΙΟΒΕ ενσκήπτει στη μακροχρόνια φροντίδα στη χώρα μας, ως ένα σημαντικό παράδειγμα των προσαρμογών που πρέπει να γίνουν. Σημειώνεται ότι η μακροχρόνια φροντίδα αφορά στην κάλυψη των αναγκών υγείας και καθημερινής υποστήριξης ατόμων, τα οποία λόγω χρόνιας ασθένειας, αναπηρίας ή γήρατος δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν για παρατεταμένη χρονική περίοδο.
Όπως αναφέρεται, οι ανάγκες αυτές καλύπτονται συνήθως μέσω:
- ιδρυματικής φροντίδας (π.χ. γηροκομεία, μονάδες αποκατάστασης, ιδρύματα χρονίως πασχόντων),
- κατ’ οίκον φροντίδας (π.χ. βοήθεια στο σπίτι),
- υπηρεσιών υποστήριξης (π.χ. νοσηλευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, προσωπικοί βοηθοί),
- δαπανών υγείας (π.χ. φαρμακευτική αγωγή, νοσηλευτικές πράξεις, κ.ά.).
Ο Ευρωπαϊκός βορράς
Με βάση το ΙΟΒΕ, στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά και κυρίως της Σκανδιναβίας, κύριος πάροχος μακροχρόνιας φροντίδας είναι το κράτος, μέσω των οικείων δημοσίων δαπανών του.
Στον αντίποδα, στις περισσότερες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και της πρώην Ανατολικής Ευρώπης, ο ρόλος του κράτους ως μακροχρόνιου φροντιστή υποκαθίσταται σε μεγάλο βαθμό από παραδοσιακούς θεσμούς όπως η οικογένεια και η εκκλησία.
Στο ναδίρ οι δαπάνες στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα οι δημόσιες δαπάνες για μακροχρόνια φροντίδα υστερούν συστηματικά σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά και συγκριτικά με τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και των Βαλκανίων Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα, οι δημόσιες δαπάνες για μακροχρόνια φροντίδα στην Ελλάδα το 2022 αντιστοιχούσαν μόλις στο 0,1% του ΑΕΠ, κατατάσσοντας τη χώρα στη δεύτερη χαμηλότερη θέση μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ διαμορφώθηκε στο 1,7%.
Υπογραμμίζεται, δε, από το ΙΟΒΕ, η έντονη κοινωνική ζήτηση για ενίσχυση των σχετικών δαπανών, όπως αναδεικνύεται μέσα και από συγκριτική μελέτη μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ που εμβαθύνει στις τάσεις και πολιτικές στην εν λόγω θεματική (βλ., Facts and Figures on Healthy Ageing and Long-Term Care, European Centre for Social Welfare and Policy Research) με τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων (92%, που αποτελεί το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ) να επιθυμεί την σημαντική αύξησή τους.
Δυσοίωνες οι προοπτικές
Ωστόσο, όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ, πέρα από την ιστορικότητά τους, η μελλοντική τάση των ελληνικών δημοσίων δαπανών για μακροχρόνια φροντίδα διαφαίνεται δυσοίωνη καθώς, σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΕ (βλ. 2024 Ageing Report – IP 279), προβλέπεται ισχνή (έως και ανύπαρκτη) αύξησή τους μεταξύ 2022 και 2070, ενώ κατά το ίδιο χρονικό διάστημα οι ανάγκες αναμένεται ότι θα πολλαπλασιαστούν, καθώς προβλέπεται ότι το μερίδιο του πληθυσμού άνω των 80 ετών θα διπλασιαστεί, από 8% το 2022 σε 16% το 2070.
Συμπερασματικά, δεδομένης αφενός της προβλεπόμενης αύξησης της ζήτησης για μακροχρόνια φροντίδα (λόγω, π.χ., βελτίωσης του προσδόκιμου ζωής, έκτακτων αναγκών δημόσιας υγείας, κ.λπ.) και αφετέρου της φθίνουσας παροχής μη κρατικής φροντίδας (λόγω, π.χ., αλλαγών στη σύνθεση των νοικοκυριών και στη δομή της ελληνικής οικογένειας, ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, κ.λπ.), αναμένεται εντεινόμενη η ανάγκη ενίσχυσης της δημόσιας χρηματοδότησης της μακροχρόνιας φροντίδας στην Ελλάδα.
Τα οφέλη
Μάλιστα, τα οφέλη αυτής της επένδυσης (όπως, π.χ., η τόνωση της απασχόλησης, η προώθηση της ισότητας των φύλων μέσω της ενίσχυσης της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, η μείωση της εξάρτησης από την άτυπη φροντίδα, και η στήριξη της περιφερειακής ανάπτυξης) δύναται να υπερκεράσουν το δημοσιονομικό αποτύπωμά της, καθιστώντας την ουσιαστικά παραγωγική.