Προ των πυλών το νέο κύμα ζέστης – Πιο συχνοί και πιο έντονοι οι καύσωνες

Διαβάζεται σε 10'
Προ των πυλών το νέο κύμα ζέστης – Πιο συχνοί και πιο έντονοι οι καύσωνες
Καύσωνας EUROKINISSI

Ο Ιούνιος του 2025 χαρακτηρίστηκε ως ο δεύτερος θερμότερος των τελευταίων 16 ετών στην Ελλάδα, όπου βρίσκεται προ των πυλών νέο κύμα ζέστης. Πόσο επιβαρύνεται ο οργανισμός μας από τους καύσωνες.

Στον απόηχο των πολύ υψηλών θερμοκρασιών της περασμένης εβδομάδας και προ των πυλών ενός νέου κύματος οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την ολοένα και συχνότερη, αλλά και πρώιμη άφιξη των καυσώνων.

Η θερμική επιβάρυνση που υφίστανται οι ανθρώπινοι οργανισμοί και ειδικότερα οι ευπαθείς ομάδες, αλλά και συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων ελλοχεύει μεγάλους κινδύνους για την υγεία τους, Μάλιστα, όπως κατέδειξε πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησαν επιστήμονες στο Imperial College του Λονδίνου και το London School of Hygiene and Tropical Medicine περίπου 2.300 άνθρωποι ενδέχεται να πέθαναν από αίτια που συνδέονται με τη ζέστη σε 12 πόλεις της Ευρώπης, στη διάρκεια του καύσωνα που εκδηλώθηκε από τις 23 Ιουνίου έως τις 2 Ιουλίου.

Δεύτερος θερμότερος των τελευταίων 16 ετών ο Ιούνιος – Έρχεται νέο κύμα ζέστης

Στην Ελλάδα, ο Ιούνιος του 2025 χαρακτηρίστηκε ως ο δεύτερος θερμότερος των τελευταίων 16 ετών (τουλάχιστον) σχεδόν σε όλα τα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας, σύμφωνα με τα δεδομένα του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών/ meteo.gr. Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διευθυντής Ερευνών του ΙΕΠΒΑ του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Δρ Κώστας Λαγουβάρδος, ο Ιούνιος ήταν ένας μήνας πιο θερμός από τα κανονικά, σε ορισμένες περιφέρειες της χώρας. «Κυρίως στη δυτική και βόρεια Ελλάδα, ήταν πάνω από δύο βαθμούς θετική απόκλιση, δηλαδή με θερμοκρασίες πάνω από τις κανονικές τιμές. Μόνο Κυκλάδες και Κρήτη ήταν στον ένα βαθμό περίπου. Παρ’ όλα αυτά, ο Ιούνιος ήταν ο δεύτερος πιο θερμός που είχαμε στη χώρα μας. Με πρώτο τον περσινό, ο οποίος ήταν ένας ακραίος μήνας με τεράστιες αποκλίσεις προς τα πάνω, ο πιο θερμός που έχουμε καταγράψει ποτέ», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και προσθέτει ότι ο φετινός Ιούνιος δεν γίνεται να συγκριθεί με αυτόν του 2024.

Σύμφωνα με τον κ. Λαγουβάρδο μία αρχική παρατήρηση είναι ότι τα τελευταία χρόνια συσσωρεύονται μεγάλης διάρκειας καύσωνες στη χώρα μας. «Αυτό συμβαίνει τα τελευταία 4 με 5 χρόνια, μπορεί να είναι συμπτωματικό. Πρέπει όμως να περιμένουμε και άλλο για να έχουμε μία αποτίμηση αν αυτή είναι μία συστηματική τάση ή όχι. Θα πρέπει να μην κάνουμε όμως το λάθος, ότι επειδή μια περίοδος είναι ζεστή μεν, αλλά δεν είναι ακραία, δεν υπάρχει πρόβλημα», σημειώνει. Όπως τονίζει το ανησυχητικό για εκείνον και αυτό που δείχνει το αποτύπωμα της κλιματικής αλλαγής είναι ότι καταγράφεται πλέον μεγάλος αριθμός μηνών πάνω από τις κανονικές τιμές κι όχι μόνο στην Ελλάδα.

«Ο Ιούνιος ήταν θερμός μήνας και η αίσθηση που έχουμε είναι ότι ήταν καλύτερα από πέρσι, ωστόσο ο αντίστοιχος περσινός μήνας ήταν ακραίος. Αυτό δεν σημαίνει ότι βελτιωνόμαστε. Ήταν ένας ζεστός μήνας, στη συνέχεια πολλών ζεστών μηνών, και κυρίως πολλών ζεστών καλοκαιριών την τελευταία δεκαετία κι αυτό είναι το ανησυχητικό. Δεν σημαίνει προφανώς ότι κάθε καλοκαίρι θα είναι πιο ζεστό από το άλλο», αναφέρει ο κ. Λαγουβάρδος.

Αναφορικά με τον τρέχοντα μήνα, τονίζει ότι ξεκίνησε με καύσωνα και την ερχόμενη εβδομάδα αναμένονται εκ νέου πολύ υψηλές θερμοκρασίες που σε πολλές περιοχές θα ξεπεράσουν τους 37 βαθμούς, το οποίο, όπως εξηγεί αποτελεί το όριο του καύσωνα. «Θα έχει μια διάρκεια πιθανόν 7-8 ημερών, αλλά δεν θα είναι ακραίος θερμοκρασιακά. Θα μας κουράσει επομένως και θα έχει σαν αποτέλεσμα να ανεβάσει αρκετά τις μέσες τιμές του Ιουλίου», επισημαίνει.

Συνηθίζουμε τις ακραίες θερμοκρασίες;

Οι πρώιμοι, αλλά όλο και πιο συχνοί καύσωνες οδηγούν σε ερωτήματα, όπως κατά πόσο «συνηθίζει» ο ανθρώπινος οργανισμός την έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες, αλλά και αν δημιουργείται αρκετές φορές η ψευδαίσθηση “δροσιάς”. «Τα συχνότερα και πιο εκτεταμένα επεισόδια ακραίων θερμοκρασιών δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μία κανονικότητα», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η επικεφαλής για την Αντιμετώπιση της Αστικής Υπερθέρμανσης στα Ηνωμένα Έθνη συνεργαζόμενη με το UN Habitats και UNEP, Ελένη Μυριβήλη. «”Συνηθίζουμε” σημαίνει ότι αφήνουμε τους εαυτούς μας να θεωρούμε ότι θα πρέπει να προστατευτούμε από μόνοι μας απ’ αυτά τα φαινόμενα, χωρίς να απαιτούμε πολιτικές που θα κάνουν τη ζωή μας πιο βιώσιμη. Πράγματι, είναι δεδομένο ότι θα ανέβουν οι θερμοκρασίες, ότι τέτοιου είδους φαινόμενα αυξάνονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι η υγεία μας και η διαβίωση μας δεν πρέπει να προστατευτούν από τους πολιτικούς και από τις πολιτικές που θα πάρουν σήμερα και αύριο για αυτή τη χώρα, τους πολίτες της, και την οικονομία της», σημειώνει. Όπως υπογραμμίζει, η ενασχόληση με τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής είναι περισσότερη τα τελευταία χρόνια. «Έχουμε δει πόλεις στην Ελλάδα να ζητούν, να κάνουν έργα τα οποία έχουν σχέση με την κλιματική αλλαγή. Απλώς είναι λίγες ακόμη οι περιπτώσεις. Χρειάζεται κεντρική και πιο ουσιαστική υποστήριξη με μεγαλύτερη έμφαση στην πρόληψη και όχι στην καταστολή», τονίζει.

Καύσωνες και θερμική καταπόνηση

Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησαν οι επιστήμονες στο Imperial College του Λονδίνου και το London School of Hygiene and Tropical Medicine από τους 2.300 ανθρώπους που εκτιμάται ότι έχασαν τη ζωή τους στο διάστημα , από τις 23 Ιουνίου έως τις 2 Ιουλίου, 1.500 θάνατοι δεν θα είχαν συμβεί αν δεν υπήρχε η κλιματική αλλαγή, η οποία έκανε το κύμα καύσωνα ακόμη πιο έντονο. Στην Αθήνα, μάλιστα, μεταξύ των πόλεων που τέθηκαν στο επίκεντρο, καταγράφηκαν 96 τέτοια περιστατικά.

« Το ζήτημα με τον καύσωνα που αποκαλείται “silent killer- σιωπηλός δολοφόνος”, είναι ότι δεν γνωρίζουμε ποιες ακριβώς είναι οι άμεσες επιπτώσεις του», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Μυριβήλη και προσθέτει ότι τη θνησιμότητα από τέτοια επεισόδια ακραίας ζέστης συνήθως την συνδέουν με προϋπάρχοντα νοσήματα. «Αναπνευστικά, καρδιοαγγειακά κι άλλες παθήσεις. Δεν είναι απλό να συνδυάσουμε ποιοι είναι οι θάνατοι που η αιτία τους είναι η ζέστη. Επειδή πολλές φορές αυτή είναι δευτερεύουσα αιτία, δηλαδή χειροτερεύει συμπτώματα που ήδη υπάρχουν. Παρόλα αυτά το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα καμία προσπάθεια για καταγραφή, κι όταν αυτό γίνεται, συνήθως καταχωρούνται έχοντας αυτή την αιτία όσοι οφείλονται σε θερμοπληξία με αποτέλεσμα το ποσοστό να είναι πολύ μικρό», τονίζει.

Ανησυχητική επίσης είναι και η θερμική καταπόνηση του ανθρώπινου οργανισμού από την όλο και συχνότερη έκθεση σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες.

Σύμφωνα με τον μεταδιδακτορικό ερευνητή στο ΙΕΠΒΑ/ ΕΑΑ στην ομάδα του ΜΕΤΕΟ, Χρήστο Γιάνναρο, σε τέτοιου είδους συνθήκες, τα πρώιμα επεισόδια καύσωνα συνδέονται με τα μεγαλύτερα ποσοστά θνησιμότητας. Όπως εξηγεί, το ιδανικό για το σώμα είναι να αυξάνεται σταδιακά η θερμοκρασία οπότε να συνηθίζει σιγά-σιγά για να μπορεί να ανταπεξέλθει στις υψηλότερες θερμοκρασίες του καλοκαιριού. «Αν όμως, στη μετάβαση αυτή, τον Μάιο για παράδειγμα, σημειώνονται ακραίες θερμοκρασίες, πιο υψηλές από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα, τότε αυτό αποτελεί σοκ για τον οργανισμό, πολύ πιο έντονο, γιατί δεν έχει προλάβει να εγκλιματιστεί σε τέτοιου είδους συνθήκες. Αν υπάρχει ένα επεισόδιο καύσωνα αρχές Σεπτεμβρίου, ή τέλος Αυγούστου, δεν θα είναι τόσο μεγάλη η επίπτωση, γιατί ήδη ο οργανισμός έχει εκτεθεί, οπότε υπάρχει αυτό που λέμε εγκλιματισμός», σημειώνει.

Έχοντας δημιουργήσει μαζί με άλλους ερευνητές το βιομετεωρολογικό σύστημα προειδοποίησης HEAT-ALARM, που εκδίδει προειδοποιήσεις σε κάθε περιφερειακή ενότητα της χώρας για ημέρες κατά τις οποίες η θερμή επιβάρυνση μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας, ο κ. Γιάνναρος επισημαίνει ότι κατά τη διάρκεια της πρώτης του πιλοτικής εφαρμογής, το 2024 κατέγραψε 50 με 60 προειδοποιήσεις, τουλάχιστον από μέτριο επίπεδο και πάνω. Όπως τονίζει σχετικά με πέρσι οι προειδοποιήσεις που εκδόθηκαν οφείλονται στις ακραίες συνθήκες που επικρατούσαν συνολικά όλο το καλοκαίρι. «Φέτος υπήρχε ένα περιστατικό στο τέλος Μαΐου για την Κρήτη, και τώρα είχαμε δύο κύματα,τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Είχαμε προειδοποίηση αυτές τις μέρες», υπογραμμίζει. Σύμφωνα με τον κ. Γιάνναρο πράγματι αυτά τα φαινόμενα εκδηλώνονται νωρίτερα . «Σε μελέτες καταγράφεται η επέκταση της περιόδου με ακραίες θερμοκρασίες», τονίζει.

Από την πλευρά του ο κ. Λαγουβάρδος σημειώνει ότι το θετικό στοιχείο στις θερμοκρασίες που προηγήθηκαν φέτος, ήταν ότι «δεν πρόλαβαν να ζεσταθούν τα βράδια στις πόλεις», ωστόσο το νέο κύμα αναμένεται να οδηγήσει σε υψηλές θερμοκρασίες τη νύχτα, με αποτέλεσμα όπως εξηγεί, να είναι πιο έντονο το φαινόμενο για αρκετές ημέρες.

Παράλληλα, επισημαίνει ότι σε μελέτη ερευνητών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών για τη θερμική καταπόνηση με βάση τα μελλοντικά κλιματικά σενάρια διαπιστώθηκε ότι αυτή αναμένεται να είναι πολύ ισχυρή και να αυξηθεί.

« Την περίοδο που αναλύσαμε, από το 1991-2020, λαμβάνοντας υπόψιν, πραγματικά στοιχεία κι όχι μελλοντικά σενάρια παρατηρήσαμε ήδη ότι έχει αυξηθεί. Αυτό που θέλαμε να απαντήσουμε τώρα είναι πόσο ακόμη. Οι θερμικοί δείκτες έχουν ήδη αυξηθεί κατά 1,5 βαθμό περίπου. Τα πιο μετριοπαθή σενάρια δείχνουν αύξηση για το μέλλον + 1,5 βαθμό, ενώ τα πιο απαισιόδοξα δείχνουν +3. Στα μεγάλα αστικά κέντρα, η συνεχής θερμική επιβάρυνση των ανθρώπων είναι πολύ σημαντικό πρόβλημα και διάσταση της κλιματικής αλλαγής», σημειώνει ο κ. Λαγουβάρδος.

Εργαζόμενοι εκτεθειμένοι σε συνθήκες καύσωνα

Από την πλευρά της η κ. Μυριβήλη θέτει στο επίκεντρο ένα ακόμη ζήτημα αυτό των εργαζομένων κάτω από συνθήκες καύσωνα. Όπως τονίζει χρειάζεται καταγραφή όσων καταλήγουν στο νοσοκομείο με εργατικά ατυχήματα που σχετίζονται με τη ζέστη. « Έρευνες στο εξωτερικό, έδειξαν ότι 11 εκατομμύρια περιπτώσεις, σε βάθος δεκαετίας, συγκεκριμένη αντιστοιχία ανάμεσα σε ανθρώπους που πηγαίνουν στα νοσοκομεία με εργατικά ατυχήματα και περιπτώσεις ζέστης. Όλο αυτό μπορεί να είναι πάρα πολύ επικίνδυνο. Ειδικά όταν δουλεύει κάποιος σε συνθήκες με άμεση έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες και με κάποιο βαθμό επικινδυνότητας», υπογραμμίζει ενώ προσθέτει ότι «υπάρχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές και αποφάσεις που έχουν δοθεί στο υπουργείο Εργασίας αλλά δεν έχουν εφαρμοστεί».

Παράλληλα σύμφωνα με την κ. Μυριβήλη αναδιαμόρφωση χρειάζονται και οι προδιαγραφές των κτιρίων, ώστε να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες που δημιουργεί η υπερθέρμανση.

«Υπάρχουν τρόποι στον τρόπο κατασκευής ενός κτιρίου ώστε να είναι πιο δροσερά. Αυτή τη στιγμή δεν έχουμε αυτές τις προδιαγραφές που είναι απαραίτητες για μια χώρα σαν την Ελλάδα» σημειώνει και εξηγεί : «Θα έπρεπε να υπάρχουν στην πολεοδομία για τα κτίρια όπως υπάρχουν αντίστοιχες αντισεισμικές. Χρειαζόμαστε εργασιακούς και πολεοδομικούς νόμους, για το πώς θα πρέπει από εδώ και πέρα να φτιάχνονται οι πλατείες, τα πάρκα και ο δημόσιος χώρος γενικά, ανταποκρινόμενοι στην άνοδο της θερμοκρασίας. Όπως και στους δρόμους πχ για τους πεζούς, δεν μπορούμε να τους έχουμε να περπατάνε κάτω από τον ήλιο, πρέπει να υπάρχει ποσοστό κάλυψης σκίασης. Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες που βάλλεται ήδη και θα βάλλεται από υψηλές θερμοκρασίες περισσότερο από πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης. Θα έπρεπε ήδη να έχουν μπει στη νομοθεσία μας τέτοιου είδους προδιαγραφές».

Επιπλέον, όπως τονίζει, το ίδιο ισχύει και για μια σειρά από άλλα ζητήματα όπως η λειψυδρία ή η ξηρασία. «Όλα αυτά τα θέματα πρέπει από τώρα να τα σχεδιάζουμε για τις επόμενες δεκαετίες πώς θα προφυλαχθούμε. Ωστόσο δεν βλέπω να γίνεται. Θα πρέπει να γίνει μέσα από τη νομοθεσία του κράτους από μεγάλες μεταρρυθμίσεις για τον τρόπο που προσεγγίζουμε την έννοια του δομημένου περιβάλλοντος, του δημόσιου χώρου, ζητήματα εργασιακά, αλλά και όσα σχετίζονται με το νερό και τις υψηλές θερμοκρασίες», καταλήγει.

Σχετικό Άρθρο

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα