Θεωρίες συνωμοσίας: Πρόβλημα πληροφορίας ή ψυχικού βιώματος;
Διαβάζεται σε 3'
Η πίστη σε θεωρίες συνωμοσίας δεν συνιστά ψυχική νόσο. Ωστόσο, όταν οι πεποιθήσεις γίνονται άκαμπτες και αποκομμένες από την πραγματικότητα, τότε ακουμπάνε το φάσμα παραληρηματικών ιδεών.
- 27 Νοεμβρίου 2025 12:02
Η νέα πανελλαδική έρευνα της aboutpeople για το NEWS 24/7 μάς διαφωτίζει για το βαθμό στον οποίο οι θεωρίες συνωμοσίας επηρεάζουν την ελληνική κοινή γνώμη και το κάνει πολύ καλά.
Βλέπουμε ότι, παρότι η πλειοψηφία των πολιτών υιοθετεί ορθολογικές θέσεις, ένα σημαντικό τμήμα εμφανίζει δυσπιστία απέναντι σε θεσμούς, επιστήμη και τεχνολογία, αναπαράγοντας ερμηνείες που συχνά συνδέονται με ιδεολογικά, κοινωνικά ή πολιτισμικά άγχη και αγωνίες.
Η συνολική εικόνα δεν αποτυπώνει μια κοινωνία «βυθισμένη» στις συνωμοσίες, αλλά μια κοινωνία με υψηλή διαστρωμάτωση δυσπιστίας.
Κοινός παρονομαστής είναι η αίσθηση ότι «κάποιοι ισχυροί κρύβουν την αλήθεια» — αφήγημα που ενισχύεται σε περιόδους κρίσης, θεσμικής κόπωσης και διαρκούς αντιπαράθεσης στα μέσα ενημέρωσης.
Όταν το άτομο νιώθει αδύναμο μπροστά σε ένα αβέβαιο μέλλον, είναι πιο έτοιμο ψυχικά να πιστέψει πως κάτι αποκρύπτεται, παρά να αποδεχτεί την τυχαιότητα και υπαρξιακή αβεβαιότητα του κόσμου. Έτσι, οι θεωρίες συνωμοσίας συχνά αντανακλούν ανάγκη προβλεψιμότητας, αιτιότητας και νοήματος, παρά απλώς άγνοια.
Με άλλα λόγια, οι θεωρίες συνωμοσίας είναι λιγότερο ένα πρόβλημα πληροφορίας και περισσότερο ένα πρόβλημα ψυχικού βιώματος και συλλογικού άγχους. Όσο η κοινωνία παραμένει ευάλωτη σε αυτές τις υπαρξιακές ανασφάλειες τόσο οι συνωμοσίες θα λειτουργούν ως ψυχικοί «μηχανισμοί νοήματος» — ακόμη κι αν δεν έχουν καμία σχέση με την αλήθεια.
Βέβαια είναι ευκόλως ορατό το πόσο επηρεασμένες είναι οι απαντήσεις από την σφοδρή επιθυμία των ερωτηθέντων (όπως συμβαίνει στην απάντηση για το φάρμακο του καρκίνου), τον στερεοτυπικό φόβο προς τον άλλον που θα πάρει την θέση μας, αλλά και την παρακαταθήκη της παραπληροφόρησης της πανδημίας που παραμένει ενεργή .
Προφανώς επιβαρυντικός είναι ο ρόλος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που, αφενός με την λανθάνουσα ανωνυμία και αφετέρου με την ψευδώς προστατευτική έννοια της ομάδας που προσφέρουν, λειτουργούν ως θερμοκήπια αντιλήψεων αυτού του είδους.
Η αντιμετώπιση αυτών των αντιλήψεων δεν μπορεί να περιοριστεί σε επιστημονικές διαψεύσεις, δεν είναι θέμα “διόρθωσης λαθών”. Οι έρευνες δείχνουν ότι η κατά μέτωπο διάψευση ενισχύει την πεποίθηση (backfire effect).
Αυτό που απαιτείται είναι:
- Ενδυνάμωση ψυχικής ανθεκτικότητας και αυτονομίας
- Αίσθηση θεσμικής αξιοπιστίας και διαφάνειας
- Εκπαίδευση στην κριτική σκέψη και στην ανοχή της αβεβαιότητας
- Γενική παιδεία
Μόνο έτσι η ελληνική κοινωνία θα μπορέσει να θωρακιστεί απέναντι στις θεωρίες συνωμοσίας που συχνά αποτελούν σύμπτωμα — και όχι αιτία — βαθύτερων κοινωνικών ανασφαλειών.
Είναι σημαντικό να τονιστεί πως η πίστη σε θεωρίες συνωμοσίας δεν συνιστά ψυχική νόσο. Ωστόσο, όταν οι πεποιθήσεις γίνονται σταθερές, άκαμπτες, αποκομμένες από την πραγματικότητα, μη διαπραγματεύσιμες και με μορφή διωκτικής βεβαιότητας τότε ακουμπάνε το φάσμα παραληρηματικών ιδεών. Η διαφορά ανάμεσα στην κοινωνική καχυποψία και στην παραληρητική ιδέα ενδεχόμενα ψυχωσικής αιτιολογίας βρίσκεται στο βαθμό λειτουργικής διάβρωσης και στην απώλεια της ικανότητας ελέγχου της πραγματικότητας.
Κλείνοντας, θα ήθελα να διατυπώσω ένα ερώτημα πολύ φιλικό για την ανθρώπινή μας φύση:
Μήπως τελικά αυτού του είδους η επιφυλακτικότητα είναι απλά ένα ανώριμο αίτημα για αγάπη και προσοχή που διατυπώνεται με έναν αδόκιμο τρόπο;
*O Γιώργος Οικονόμου είναι ψυχίατρος