“Βαφτίσια” στο ρύζι, απειλή για παραγωγό και καταναλωτή
Διαβάζεται σε 5'
Η συνολική αξία της εγχώριας αγοράς ρυζιού ξεπέρασε τα 70 εκατ. ευρώ το 2024 σύμφωνα με τα στοιχεία της Circana, ενώ το 2025 η αγορά σημειώνει άνοδο κατά 10% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι.
- 19 Μαΐου 2025 07:38
Μεγάλη απειλή για την επιβίωση της εγχώριας παραγωγικής διαδικασίας, αλλά και την ασφάλεια του καταναλωτή αποτελούν τα “βαφτίσια” που γίνονται σε βασικά προϊόντα αγροδιατροφής, όπως το ρύζι και τα όσπρια. Συγκεκριμένα, με βάση παράγοντες της αγοράς, ποσότητες οσπρίων ή ρυζιού από το Πακιστάν, το Μιανμάρ και άλλες χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας έρχονται στη χώρα, όντας αμφιβόλου ποιότητας καθώς δεν έχουν υποστεί τους ανάλογους φυτουγειονομικούς ελέγχους, ή τη σχετική ιχνηλασιμότητα, όπως προβλέπει η νομοθεσία της ΕΕ για τα παραγόμενα στην Ελλάδα ή την ΕΕ προϊόντα.
Κι αυτό την ώρα που επτά στα δέκα κιλά που καταναλώνονται στην Ελλάδα, είναι από εισαγωγές και μόλις 3 στα 10 κιλά προέρχονται από την ελληνική γη υψηλής ποιότητας. Αυτό, όπως τονίζεται, θα πρέπει να το ξέρουν οι καταναλωτές, όταν επιλέγουν προϊόν, μόνο με το κριτήριο της τιμής, όπου βέβαια τα εισαγόμενα έχουν πλεονέκτημα.
Να σημειωθεί ότι η συνολική αξία της εγχώριας αγοράς ρυζιού ξεπέρασε τα 70 εκατ. ευρώ το 2024 σύμφωνα με τα στοιχεία της Circana, ενώ το 2025 η αγορά σημειώνει άνοδο κατά 10% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Η, δε, αγορά των οσπρίων σε αξία υπολογίζεται στα 50 εκατ. ευρώ.
Παραγωγή ρυζιού
Στην καλλιέργεια ρυζιού δραστηριοποιούνται συνολικά 300 αγρότες που τους αντιστοιχούν 1000 στρέμματα. Η παραγωγική δυνατότητα ανήλθε σε 300.000 τόνους τη χρονιά που πέρασε από τις 235.000 στρέμματα που ήταν πριν μερικά χρόνια. Η άνοδος της ζήτησης σε ποιοτικές ποικιλίες ρυζιού όσο και της τιμής ανέβασε στις καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
Πάντως η καλλιέργεια για να είναι αποδοτική για έναν αγρότη απαιτεί περισσότερα από 500 στρέμματα διότι απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις όπως είναι η αγορά μηχανημάτων.
Το “σήμα” του ΣΕΒ
Να σημειωθεί ότι στην πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος για την παρουσίαση της ετήσιας έρευνας του Συνδέσμου σε συνεργασία με την MRB, με τίτλο ο “Σφυγμός του Επιχειρείν”, εστίασε στο θέμα της ασυμμετρίας κανόνων στη διαδικασία παραγωγής, μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ, συγκεκριμένα, είχε αναφερθεί στα ρυθμιστικά βάρη που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και ειδικά η μεταποίηση στην ΕΕ σε αντίθεση με τους ανταγωνιστές τους από άλλες χώρες. Υπενθυμίζεται ότι οι πολιτικές που εφαρμόζει η Ε.Ε στη χρήση φυτοφαρμάκων είναι αυστηρές, ωστόσο, με βάση την αγορά, οι εισαγωγές δεν ελέγχονται στον επιθυμητό βαθμό.
“Ανάχωμα” για τον καταναλωτή η ταυτότητα του παραγωγού
Στο φόντο αυτό προτάσσεται η ανάδειξη της επωνυμίας των προϊόντων και η πλήρης καταγραφή της διαδικασίας παραγωγής με τη σχετική ιχνηλασιμότητα, που φτάνει μέχρι το όνομα του παραγωγού, αναγραφόμενο ακόμη και στη συσκευασία.
Αυτήν την πρακτική ακολουθεί, όπως αναφέρθηκε, το περασμένο Σαββατοκύριακο, κατά την επετειακή της εκδήλωση για τα 70 χρόνια παρουσίας στην αγορά, η Agrino.
Όπως μάλιστα τόνισε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας η ελληνική οικογενειακή επιχείρηση θα συνεχίσει στη “ρότα” στήριξης των παραγωγών και καταναλωτών, μένοντας παράλληλα σε ελληνικά χέρια αλλά και με ορίζοντα ανάπτυξης με εξαγορές στο μέλλον ομοειδών εταιρειών.
Agrino: 70 χρόνια στο ρύζι
Όπως αναφέρθηκε, το όνομα Agrino οφείλεται στην πόλη του Αγρινίου από την πρώτη γενιά των δημιουργών με ημερομηνία εκκίνησης το μακρινό 1955. Από τότε η Agrino βαδίζει σε δρόμο ανάπτυξης ενώ την τελευταία πενταετία εκτοξεύθηκε. Οι πωλήσεις το 2024 ανήλθαν σε 48,5 εκατ. ευρώ από 29,2 εκατ. ευρώ το 2019.
Το EBIDTA από τα 2,1 εκατ. ευρώ ανήλθε στα 5,6 εκατ. ευρώ. Τα προ φόρων κέρδη από τις 406.000 ευρώ έφτασαν τα 3,6 εκατ. ευρώ από το 2019 έως τα τέλη του 2024. Ο δανεισμός της «Agrino» από τα 3,8 εκατ. ευρώ υποχώρησε σε 612.000 ευρώ. Οι, δε, πωλήσεις από τους 30.000 τόνους του 2019 υπερδιπλασιάστηκαν στα τέλη του 2024. Ανήλθαν σε 70.000 τόνους.
Η άνοδος των πωλήσεων ευνοήθηκε σημαντικά στην εποχή του COVID αφού τα νοικοκυριά παρέμειναν στο σπίτι επιστρέφοντας στο μαγείρεμα. Όμως η ανάπτυξη της αγοράς είναι χαμηλότερη σε σύγκριση με του ρυζιού καθώς … τρέχει με 6% ανάπτυξη.
Να σημειωθεί ότι η «Agrino» έχει ηγετική θέση στην αγορά του ρυζιού. Στην αγορά των οσπρίων κέρδισε μερίδιο αγοράς στα επίπεδα του 3% τη χρονιά που πέρυσι. Στην ρυζογκοφρέτα η Agrino είναι η κυρίαρχη δύναμη στην αγορά με τις πωλήσεις των τελευταίων 5 ετών να έχουν τριπλασιαστεί. Το μερίδιο αγοράς διαμορφώνεται στο 63%.
Εξαγωγές
Η Agrino δραστηριοποιείται μέσω 12.500 σημείων δίνοντας έμφαση στη ρυζογκοφρέτα που σε ποσοστό 50% πωλείται από τη μικρή λιανική. Οι εξαγωγές σε επίπεδο τζίρου αντιπροσωπεύουν το 10% του τζίρου και στο 20% του όγκου. Δραστηριοποιείται σε 34 χώρες. Η Γερμανία , το Ηνωμένο Βασίλειο και η Κύπρος.
Μάλιστα, ο κ. Αναστάσιος Πιστιόλας σημείωσε ότι το Harvard έχει συμφωνία με την εταιρεία για την αγορά 100 τόνων ρυζιού , σημειώνοντας ότι οι πρόσφατοι δασμοί απορροφήθηκαν από τον προμηθευτή και την εταιρεία μας για να συνεχίσουμε να προμηθεύουμε με ελληνικό ρύζι το καλύτερο Πανεπιστήμιο των ΗΠΑ. Ο στόχος των εξαγωγών μέχρι το 2030 έχει τεθεί στο 30% του τζίρου.
Νέα μονάδα
Στο μεταξύ η εταρεία “έκοψε κορδέλα” σε νέα μονάδα επεξεργασίας ρυζιού στο Κλειδί Ημαθίας, που αυξάνει τη δυναμικότητα της εταιρείας στην επεξεργασία ρυζιού . Ανέρχεται σε 17.000 τόνους όταν η Agrino αξιοποιεί 30.000 τόνους ρυζιού. Το ύψος της επένδυσης ανήλθε στα 18 εκατ. ευρώ.Τα εγκαίνια της μονάδος έγιναν το περασμένο Σάββατο παρουσία του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Τσιάρα και υφυπουργών της κυβέρνησης και με τη συμμετοχή βουλευτών της ευρύτερης περιοχής.