Η ακροδεξιά μπορεί να κερδίσει στην Ευρώπη, αλλά δυσκολεύεται να κυβερνήσει
Διαβάζεται σε 6'
Το πολιτικό μέλλον της ηπείρου θα μπορούσε να καθοριστεί από μια ατελείωτη πάλη μεταξύ του κέντρου και της ριζοσπαστικής δεξιάς.
- 05 Νοεμβρίου 2025 06:25
Όταν ο WB Yeats έγραψε το «Η Δευτέρα Παρουσία» το 1919, άθελά του πρόσφερε μια υπηρεσία σε γενιές δημοσιογράφων.
Αντιμέτωποι με μια πολιτική κρίση, οι σχολιαστές μπορούν πάντα να χρησιμοποιήσουν το γνωστό απόφθεγμα: «Τα πράγματα καταρρέουν· το κέντρο δεν μπορεί να αντέξει», πριν σημειώσουν ότι:: «Οι καλύτεροι δεν έχουν καμία πεποίθηση· ενώ οι χειρότεροι είναι γεμάτοι πάθος».
Ξανασκεφτόμουν αυτούς τους στίχους, καθώς παρακολουθούσα την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Ωστόσο, οι εκλογές της περασμένης εβδομάδας στην Ολλανδία περιπλέκουν την ιστορία. Στην Ολλανδία το κέντρο όχι μόνο άντεξε – νίκησε. Αν και το μετριοπαθές και προοδευτικό D66 κέρδισε οριακά, είναι πιθανό να αναλάβει την ηγεσία για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης της Ολλανδίας – ενώ το ακροδεξιό Κόμμα για την Ελευθερία φαίνεται να χάνει τη θέση του στην κυβέρνηση. Οι ολλανδικές εκλογές υποδεικνύουν ότι οι απαισιόδοξες αφηγήσεις για την αναπόφευκτη άνοδο της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη είναι εκτός τόπου και χρόνου. Η πραγματική ιστορία φαίνεται να είναι κάπως διαφορετική.
Σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, οι ψηφοφόροι είναι θυμωμένοι και απογοητευμένοι – και σπεύδουν να καταψηφίσουν τους εν ενεργεία ηγέτες. Αν οι εν ενεργεία ηγέτες είναι τα παραδοσιακά κεντρώα κόμματα, τότε οι ριζοσπάστες θα μαζέψουν τις ψήφους. Αλλά όταν η ακροδεξιά τελικά καταφέρει να εισέλθει στην κυβέρνηση, τότε οι ψηφοφόροι μπορούν γρήγορα να απογοητευτούν – και να στραφούν ξανά στα κεντρώα κόμματα με την επόμενη ευκαιρία.
To Κόμμα για την Ελευθερία του Γκερτ Βίλντερς απέκτησε την ευκαιρία να συμμετάσχει στην κυβέρνηση το 2023, επειδή πολλοί Ολλανδοί ψηφοφόροι είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους στα παραδοσιακά κεντροαριστερά κόμματα. Αλλά – όπως ήταν αναμενόμενο – το κόμμα του Βίλντερς δεν είχε εύκολες λύσεις για τα προβλήματα που ανησυχούσαν τους ψηφοφόρους – κυρίως το θέμα των μεταναστών που ζητούν άσυλο, αλλά και τη στεγαστική κρίση.
Έτσι, οι Ολλανδοί στράφηκαν σε ένα νέο πρόσωπο, τον Ρομπ Γέτεν – τον νεαρό και τηλεοπτικά ελκυστικό ηγέτη του D66. Αλλά ας είμαστε ρεαλιστές. Είναι αρκετά πιθανό ότι στις επόμενες εκλογές οι ψηφοφόροι θα έχουν βαρεθεί τον Γέτεν και θα ψηφίσουν για αλλαγή ξανά. Η ακροδεξιά ίσως αποκτήσει άλλη μια ευκαιρία για κυβέρνηση στην Ολλανδία.
Η Αυστρία έχει ήδη περάσει από αυτόν τον κύκλο. Το λαϊκιστικό δεξιό Κόμμα της Ελευθερίας (FPÖ) συμμετείχε σε κυβερνητικό συνασπισμό από το 2017 έως το 2019, πριν καταποντιστεί από σκάνδαλα. Η δημοτικότητα του FPÖ έπεσε απότομα. Αλλά το κόμμα αναβίωσε με νέα ηγεσία και κέρδισε τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών στο κοινοβούλιο στις εκλογές του 2024 – αν και δεν κατάφερε να σχηματίσει συνασπισμό κυβέρνησης.
Αν η αναδυόμενη ιστορία της ευρωπαϊκής πολιτικής είναι η εναλλαγή μεταξύ του κέντρου και της ακροδεξιάς, αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις για τη Βρετανία, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Και στις τρεις χώρες, μια αγωνιζόμενη για επιβίωση, κεντρική κυβέρνηση, έχει την αντισυστημική ακροδεξιά να αναπνέει στο σβέρκο της.
Τα διδάγματα από την Ολλανδία – καθώς και από την Αυστρία, την Πολωνία, την Ιταλία, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία – είναι ότι το “αδιανόητο” όντως συμβαίνει και τα ακροδεξιά κόμματα μπορούν να κερδίσουν την πολιτική εξουσία. Αλλά δεν θα την κρατήσουν αναγκαστικά. Ακόμα και ο Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος είναι στην εξουσία στην Ουγγαρία από το 2010, υπολείπεται στις δημοσκοπήσεις ενόψει των εκλογών της επόμενης χρονιάς.
Στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες όπου το κέντρο εξακολουθεί να αντέχει, η Γαλλία είναι αυτή που βρίσκεται πιο κοντά στο χείλος. Η χώρα έχει περάσει από πέντε πρωθυπουργούς από την αρχή του 2024 και το ακροδεξιό Rassemblement National προηγείται στις δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές εκλογές που πρόκειται να διεξαχθούν σε 18 μήνες. Είναι πιθανό η ακροδεξιά να φτάσει τελικά στο Ελιζέ το 2027.
Στη Γερμανία, συχνά λέγεται ότι η τρέχουσα κυβερνητική συμμαχία υπό τον Φρίντριχ Μερτς είναι “η τελευταία ευκαιρία του κέντρου”. Αν είναι έτσι, το κέντρο έχει λόγους να ανησυχεί. Ο Μερτς δεν έχει κλείσει ακόμη ένα χρόνο στην εξουσία, αλλά τα δύο τρίτα των ψηφοφόρων ήδη αποδοκιμάζουν την κυβερνητική συμμαχία του – και το ακροδεξιό Alternative for Germany (AfD) είναι πλέον επικεφαλής σε ορισμένες δημοσκοπήσεις.
Στη Βρετανία, τα δύο κόμματα που κυριάρχησαν στην πολιτική του τελευταίου αιώνα – οι Συντηρητικοί και οι Εργατικοί – τώρα υπολείπονται στις δημοσκοπήσεις του Reform, του λαϊκιστικού δεξιού κόμματος. Το 30% περίπου των ψήφων που καταγράφει τακτικά το Reform μπορεί να μην είναι αρκετό για να μπει στην κυβέρνηση σε ένα αναλογικό σύστημα όπως της Γερμανίας. Αλλά στο βρετανικό εκλογικό σύστημα (first-past-the-post) θα μπορούσε να είναι αρκετό για να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οι γενικές εκλογές απέχουν ακόμη περισσότερα από τρία χρόνια, αλλά ο Νάιτζελ Φάρατζ, ηγέτης του Reform, είναι αυτή τη στιγμή το φαβορί των στοιχηματικών για να γίνει ο επόμενος πρωθυπουργός της Βρετανίας.
Θα αντιμετωπιστεί ως πολιτικός σεισμός αν η ακροδεξιά καταφέρει να κυβερνήσει μια μεγάλη δυτικοευρωπαϊκή χώρα. Αλλά – στην πραγματικότητα – αυτό έχει ήδη συμβεί.
Η Τζόρτζια Μελόνι, της οποίας οι πολιτικές ρίζες βρίσκονται στο μεταπολεμικό νεοφασιστικό κίνημα της Ιταλίας, έγινε πρωθυπουργός πριν από τρία χρόνια. Η κεντροαριστερά της Ιταλίας παραμένει βαθιά επιφυλακτική απέναντι στον Μελόνι. Ως πρωθυπουργός, έχει υιοθετήσει έντονα συντηρητικές θέσεις σε θέματα μετανάστευσης και κοινωνικών ζητημάτων – αλλά έχει αποφύγει τον σκληροπυρηνικό εθνικισμό και τη διάβρωση των δημοκρατικών θεσμών που χαρακτηρίζουν τον Όρμπαν ή τον Ντόναλντ Τραμπ.
Η Μελόνι έχει επίσης ξεφύγει μέχρι στιγμής από τις αντιδράσεις του κοινού εναντίον των εν ενεργεία αρχηγών, κάτι που είναι ορατό σε Βρετανία και Γαλλία. Φαίνεται πιθανό να γίνει η δεύτερη Ιταλίδα πρωθυπουργός μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που θα υπηρετήσει μια πλήρη πενταετή θητεία.
Με τον τρόπο αυτό, η Μελόνι αντικατοπτρίζει κάτι που φαντάζει ως ανησυχητική πρόβλεψη για την ευρωπαϊκή πολιτική. Ίσως το μέλλον δεν θα είναι μια επιλογή μεταξύ του κέντρου και της ακροδεξιάς – αλλά η σταδιακή εξάλειψη της διάκρισης μεταξύ των δύο στρατοπέδων.
© The Financial Times Limited 2025. Όλα τα δικαιώματα διατηρούνται. Απαγορεύεται η αναδιανομή, αντιγραφή ή τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο. Το NEWS 24/7 φέρει την αποκλειστική ευθύνη για την παρούσα μετάφραση και η Financial Times Limited δεν αποδέχεται καμία ευθύνη για την ακρίβεια ή την ποιότητα της μετάφρασης.