Όταν λέμε όραμα εννοούμε όραμα

Όταν λέμε όραμα εννοούμε όραμα

Διαβάστε ένα άρθρο (συμμετοχή στις "Γνώμες" του NEWS 247) για την πρωτοβουλία Rethink Athens και τη ριζική αναθεώρηση της πόλης της Αθήνας

«Μοιάζει δύσκολο, όμως επιτέλους ήρθε η στιγμή που μπορούμε ξανά να μιλήσουμε για την  Αθήνα οραματικά, αλλά και απολύτως ρεαλιστικά. Ήρθε η στιγμή η κυρίαρχη αίσθηση του φόβου, του θυμού που νιώθουμε όταν κυκλοφορούμε στην πόλη, να υποχωρήσουν. Για να αναδυθεί η αισιοδοξία, να αναδυθούν τα συναισθήματα που θα κινήσουν τους ίδιους τους πολίτες για να κάνουν την πιο ειρηνική δημιουργική, παραγωγική ανακατάληψη της Αθήνας…» Αντώνης Παπαδημητρίου Πρόεδρος Δ.Σ. του Ιδρύματος Ωνάση στο έντυπο που συνοδεύει την έκθεση αποτελεσμάτων του ευρωπαϊκού αρχιτεκτονικού rethink Athens.

Ως εργαλείο για αυτήν την ριζική αναθεώρηση της πόλης της Αθήνας εμφανίζεται  η πρωτοβουλία Rethink Athens, ο ευρωπαϊκός αρχιτεκτονικός διαγωνισμός που διοργάνωσε και χρηματοδότησε το ίδρυμα Ωνάση για την ανάδειξη της καλύτερης πρότασης για την εφαρμογή μιας ιδέας  που μελετήθηκε από ερευνητικό πρόγραμμα του ΕΜΠ υπό την επίβλεψη του καθηγητή κ. Τουρνικιώτη όσον αφορά την αστική και κυκλοφοριακή λειτουργία της και η οποία δεν είναι άλλη από την επέκταση της γραμμής του τραμ από το Σύνταγμα μέχρι και το αρχαιολογικό μουσείο και την μετατροπή του άξονα της οδού Πανεπιστημίου σε δρόμο ήπιας κυκλοφορίας που συνδυάζει την κυκλοφορία πεζών, τραμ και ποδηλάτων και επιτρέπει την κάθετη διέλευση αυτοκινήτων και λεωφορείων – γνωστή και ως πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου. Αυτή είναι μια ιδέα αρκετά παλιά και η εφαρμογή της είναι ήδη θεσμοθετημένη από την δεκαετία του 80, παρόλα αυτά όσο παραμένει ανολοκλήρωτη κάθε φορά που θα εμφανίζεται από τα συρτάρια στα οποία φυλάσσεται θα είναι πράγματι οραματική. Και η ελπίδα είναι ότι η επέκταση της γραμμής του τραμ, που έχει και την δυνατότητα να ενταχθεί σε Ευρωπαϊκά προγράμματα επιδότησης υποδομών για τα κέντρα πόλεων, είναι πράγματι η ευκαιρία το όραμα αυτό να γίνει πραγματικότητα και να βγει από τα συρτάρια ακόμα και στην εποχή αυτή της κρίσης.

Το ένα κομμάτι του οράματος άρα είναι αυτό, η  ίδια η –προς συντομία- πεζοδρόμηση  της οδού Πανεπιστημίου ως άξονας αναζωογόνησης του κέντρου της Αθηνας με αφορμή την επέκταση της γραμμής του τραμ. Αυτό όμως είναι το δεδομένο του διαγωνισμού – έχει κατά κάποιο τρόπο επιτελεστεί σαν όραμα. Γιατί λοιπόν να ονομάζεται ο διαγωνισμός rethink Athens? Γιατί να παροτρύνει τους διαγωνιζόμενους μελετητές να ξανασκεφτούν την Αθήνα ενώ το όραμα παρουσιάζεται ως δεδομένο? Συμπεραίνουμε από τον τίτλο ότι καλούνται οι μελετητές όχι απλά να δώσουν σάρκα και οστά στο όραμα αυτό, αλλά να το πάνε και ένα βήμα παραπέρα, να το εμβολιάσουν με ένα δεύτερο επίπεδο οράματος που θα προσδώσει στην Αθήνα μια αίσθηση ταυτότητας και που θα επιτρέψει σε αυτήν την αίσθηση αισιοδοξίας που περιγράφει το παραπάνω κείμενο να αναδυθεί. Γιατί από την Αθήνα δεν λείπει μόνο το πράσινο, η λυση του κυκλοφοριακου, και η καλή εφαρμογή των βασικών στοιχείων ενός προσεγμένου δημόσιου χώρου – τα οποία κατά κύριο λόγο είναι σχετικά αυτονόητα – αλλά της λείπει πάνω από όλα μια σύγχρονη ταυτότητα που να παρουσιάζει στους επισκέπτες, και να δίνει την αίσθηση στους κατοίκους, ότι πρόκειται για μια πόλη δημιουργική και ζωντανή.

Η πρόταση  που απέσπασε το πρώτο βραβείο  από την επιτροπή στην δεύτερη  φάση του διαγωνισμού, έχει – συμπωματικά – ακριβώς αυτόν τον τίτλο : “one step beyond” (ένα βήμα παραπέρα). Στην εκδήλωση για την παρουσίαση των βραβείων δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην εφαρμοσιμότητα της πρότασης. Πράγματι η πρόταση είναι βατή, ανιχνεύει και επιλύει τα βασικά προβλήματα που ενδέχεται να προκύψουν για την εφαρμογή της, και παρέχει τα βασικά και αυτονόητα χαρακτηριστικά ενός ευχάριστου δημόσιου χώρου: την απαραίτητη σκίαση, διαχείριση των υδάτων όπως πλέον εφαρμόζεται στα περισσότερα δημόσια έργα παγκοσμίως, εξοικονόμηση ενέργειας και βιωσιμότητα. Πέραν των βασικών προϋποθέσεων αναδεικνύει υδάτινα στοιχεία που μνημονεύουν το πέρασμα του Ηριδανού, και επιχειρεί μια εκδοχή του Ελληνικού περίπτερου – που ονομάζεται όμως pavillions γενικεύοντας έτσι την ιδέα, αναιρώντας την προγραμματική σαφήνεια και καθιστώντας την παγκοσμιοποιημένη. Επίσης προτείνει την θέσπιση ενός πολιτιστικού δικτύου, το «θέατρο των χιλίων δωματίων, που εκμεταλλεύεται τους κενούς χώρους των εγκαταλελλειμένων κτιρίων. Η ομάδα μελέτης, συντάσσεται από μια σύμπραξη ειδικευμένων γραφείων στον τομέα της αστικής ανάπλασης υπό την ολλανδική ομάδα OKRA που στο πρόσφατο παρελθόν έχει επιμεληθεί τις μελέτες για το κέντρο της Βασιλείας στην Ελβετία, την περιοχή Croydon του Λονδίνου, το μητροπολιτικό κέντρο της Κοπεγχάγης, κ.α.. Η εμπειρία που διαθέτει η ομάδα είναι αδιαμφισβήτητη και σαφώς ανιχνεύσιμη στις πινακίδες παρουσίασης που παρέδωσαν και βάση των οποίων τους απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο και η εντολή να προχωρήσουν στο στάδιο της μελέτης υλοποίησης.

Κατά την  άποψη μου όμως, η μελέτη, ενώ  καταφέρνει να δώσει άρτιες λύσεις στα επιμέρους ζητούμενα του  διαγωνισμού, δεν απαντάει στον -εν τέλει βαρύγδουπο- τίτλο του. Δεν  ξανασκέφτεται την Αθήνα. Επί  της ουσίας δεν μελετά τόσο την Αθήνα συγκεκριμένα, όσο το τι σημαίνει η μεταποίηση ενός κέντρου πόλης ώστε να απαντήσει στα σύγχρονα ευρωπαϊκά δεδομένα με βάση και τις δεδομένες οικονομικές συνθήκες. Και αυτό για μένα είναι μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία, διότι υπήρξαν πολλές προτάσεις, που πέρασαν η δεν πέρασαν στην δεύτερη φάση του διαγωνισμού, που βραβεύτηκαν η και όχι, που ήταν η και δεν ήταν εφαρμόσιμες, οι οποίες αναζητούσαν την απάντηση στην πρόκληση του διαγωνισμού: πράγματι ξανασκέφτηκαν την Αθήνα. Άλλες αναζητούσαν την ταυτότητα της πόλης μέσα από την ανάδειξη της αρχαίας κληρονομιάς –είτε συμβολικά είτε και κυριολεκτικά, άλλες εξαντλώντας την ικανοποίηση της ανάγκης για πράσινο, άλλες  μέσα από την αναζήτηση δημιουργίας ενός σύγχρονου τοπόσημου, και άλλες μέσα από την ανάγνωση και ανάδειξη της συγκεκριμένης ιδιοσυγκρασίας των κατοίκων της πόλης.

Τελικά όμως τα βασικά ερωτήματα που είχαν τεθεί και με την ανακοίνωση του διαγωνισμού μοιάζει να παραμένουν αναπάντητα γιατί συνεχίζουν να τίθενται. Το πρώτο είναι κατά πόσον η Αθήνα μπορεί να λειτουργήσει κυκλοφοριακά με την πρόταση της πεζοδρόμησης: αυτό είναι ούτως η άλλως ένα θέμα που οι διαγωνιζόμενοι δεν καλούνταν να απαντήσουν και θεωρητικά έχει ήδη απαντηθεί από την κυκλοφοριακή μελέτη. Ένα πιο ουσιώδες υποερώτημα του πρώτου είναι το κατά πόσον η πεζοδρόμηση μεγάλων τμημάτων μπορεί πράγματι να συμβάλλει στην αναζωογόνηση του κέντρου. Αυτό είναι ένα ερώτημα το οποίο αφορά όλα τα κέντρα των πόλεων παγκοσμίως και την αλλαγή του τρόπου ζωής μας μέσα σε αυτά, και απαντάται μέσα από τα πολλαπλά παραδείγματα που εφαρμόζονται παγκοσμίως ενώ η επιτυχία τους έχει να κάνει με μητροπολιτικές στρατηγικές αλλά και με τον σχεδιασμό του συνδυασμού των διαφόρων ταχυτήτων κυκλοφορίας που απαιτεί πλέον η σύγχρονη ζωή της πόλης. Σε αυτό το ερώτημα πολλές από τις προτάσεις είδαν μια ευκαιρία για την δημιουργία ενός νέου παραδείγματος που αφορά συγκεκριμένα την Αθήνα – μια πόλη που δεν έχει ακόμα κάνει συνείδηση την συμβίωση των διαφόρων ταχυτήτων μέσα στους δημόσιους χώρους της και παραμένει πόλη του αυτοκινήτου. Το δεύτερο ερώτημα είναι κατά πόσον η επιλογή της επέμβασης στην οδο Πανεπιστημίου είναι δόκιμη την στιγμή που άλλες περιοχές του κέντρου σαφώς χρίζουν περισσότερης προσοχής. Αυτό είναι ένα ερώτημα που επιχείρησαν αρκετές από τις προτάσεις να απαντήσουν δείχνοντας τον τρόπο με τον οποίο ο χειρισμός της πεζοδρόμησης θα μπορούσε να λειτουργήσει πράγματι σαν άξονας αναζοωγόνησης και μέρος μιας νέας θεώρησης του κέντρου, και πως θα μπορούσε η όποια επέμβαση να εξαπλωθεί περιλαμβάνοντας μεγαλύτερες περιοχές.

Η έκθεση των  προτάσεων έχει δυστυχώς λήξει, αλλά στην ιστοσελίδα της Στέγης Γραμμάτων  και τεχνών παραμένουν αναρτημένες οι βραβευμένες προτάσεις και των δυο φάσεων του διαγωνισμού. Όσον αφορά την εφαρμογή της πρότασης για την πεζοδρόμηση της οδού Πανεπιστημίου, ελπίζω ότι θα περάσει από την μελέτη στην υλοποίηση, διότι ακόμα και σε αυτό το διεκπεραιωτικό επίπεδο θα βελτιώσει ουσιαστικά το επίπεδο διαβίωσης στην πόλη μας.

* Η Αλεξάνδρα Στράτου είναι αρχιτέκτονας και industrial designer. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα ως ιδρυτικό μέλος του γραφείου askarchitects.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα